ΝΟΜΟΣ 4002/2011: Τροποποίηση της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου – Ρυθμίσεις για την ανάπτυξη και τη δημοσιονομική εξυγίανση

Το πλήρες κείμενο του Ν. 4002/2011 (ΦΕΚ 180/Α/22.8.2011), σχετικά με την τροποποίηση της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, τις ρυθμίσεις για την ανάπτυξη και τη δημοσιονομική εξυγίανση, καθώς και θέματα αρμοδιότητας Υπουργείων Οικονομικών, Πολιτισμού και Τουρισμού και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Περικλείονται σημαντικές διατάξεις για τη συνταξιοδότηση δημόσιων υπαλλήλων με αναπηρία.

Νόμος 4002/2011 (ΦΕΚ 180/Α/22.8.2011)

ΘΕΜΑ: «Τροποποίηση της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου – Ρυθμίσεις για την ανάπτυξη και τη δημοσιονομική εξυγίανση – Θέματα αρμοδιότητας Υπουργείων Οικονομικών, Πολιτισμού και Τουρισμού και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης».

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΜΕΡΟΣ Α
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ KAI ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’

Άρθρο 1
Τροποποίηση διατάξεων του π.δ. 169/2007

1. Στο τέλος του άρθρου 1 του π.δ. 169/2007 (Α’ 210), προστίθεται παράγραφος 16 ως εξής:

«16. Το τακτικό προσωπικό των δήμων και το τακτικό προσωπικό των Ν.Π.Δ.Δ., των ιδρυμάτων και των συνδέσμων δήμων που διέπεται από τις συνταξιοδοτικές διατάξεις για τους δημοτικούς υπαλλήλους, καθώς και τα μέλη των οικογενειών τους, αποκτούν δικαίωμα σύνταξης από το Δημόσιο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα και τις διατάξεις του ν. 2084/1992, κατά περίπτωση, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 2 του ν. 3865/2010 (Α’ 120).»

2. Οι διατάξεις της περίπτωσης δ’ της παρ. 2 του άρθρου 9 του π.δ.169/2007, όπως ισχύουν, αντικαθίστανται, ως εξής:

«δ. για τα μέλη ΔΕΠ των ΑΕΙ, ΕΠ των ΤΕΙ και ΕΠ της Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε. το επίδομα διδακτικής προετοιμασίας και εξωδιδακτικής απασχόλησης, καθώς και το επίδομα πάγιας αποζημίωσης για δημιουργία και ενημέρωση βιβλιοθήκης και για συμμετοχή σε συνέδρια των περιπτώσεων β’ και γ’ της παραγράφου 2 των άρθρων 36 και 37 του ν. 3205/ 2003 (Α’297) αντίστοιχα.»

3. Στο τέλος του του άρθρου 9 του π. δ. 169/2007, προστίθεται παράγραφος 18 ως εξής:

«18. Ως μισθός για τον κανονισμό της σύνταξης των συμβούλων και μόνιμων Παρέδρων του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, καθώς και των κατόχων ειδικών προσωποπαγών θέσεων Παρέδρων με θητεία, που εντάσσονται στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 20 του ν. 3966/2011 (Α’ 118), λαμβάνεται υπόψη ο μηνιαίος βασικός μισθός της παραγράφου 14 του άρθρου 11 του ανωτέρω νόμου, όπως αυτός ορίζεται από τις διατάξεις που ισχύουν (κάθε φορά) και με βάση τον οποίο μισθοδοτούνταν κατά το χρόνο της εξόδου τους από την υπηρεσία, προσαυξημένος με το επίδομα χρόνου υπηρεσίας που αντιστοιχεί στο μισθό αυτόν και στα έτη υπηρεσίας τους, καθώς και με το ειδικό ερευνητικό επίδομα της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 15 του ίδιου άρθρου, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά.»

4.α. Οι διατάξεις της παρ. 15 του άρθρου 11 του π.δ. 169/2007, που προστέθηκαν με τις διατάξεις της παρ. 12 του άρθρου 6 του ν. 3865/2010, αντικαθίστανται, από της ισχύος τους, ως εξής:

«15.α. Για όσους θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης από 1.1.2011 και μετά, αναγνωρίζεται ως συντάξιμος χρόνος πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας, ο οποίος ανέρχεται σε ένα (1) έτος για το πρώτο παιδί και σε δύο (2) έτη για κάθε επόμενο παιδί και μέχρι το τρίτο.

Ο χρόνος αυτός λαμβάνεται υπόψη για τη θεμελίωση, καθώς και για την προσαύξηση της σύνταξης, με την προϋπόθεση ο υπάλληλος να έχει συμπληρώσει δεκαπενταετή πραγματική δημόσια υπηρεσία.

β. Οι διατάξεις της προηγούμενης περίπτωσης έχουν εφαρμογή και για όσους θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα με συνυπολογισμό και του αναγνωριζόμενου, σύμφωνα με τα ανωτέρω, χρόνου μέχρι την 31.12.2010. Στην περίπτωση αυτή ο χρόνος που αναγνωρίζεται σύμφωνα με τα ανωτέρω δεν μπορεί να υπερβαίνει, με συνυπολογισμό και της λοιπής συντάξιμης υπηρεσίας, το χρόνο που απαιτείται για τη θεμελίωση δικαιώματος σύνταξης, κατά περίπτωση.

γ. Ο ανωτέρω χρόνος αναγνωρίζεται ως συντάξιμος σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 των άρθρων 17 και 20 του ν. 2084/1992 (Α’ 165), κατά περίπτωση.

δ. Αν ο υπάλληλος έχει χρόνο ασφάλισης και σε άλλο φορέα κύριας ασφάλισης, ο ανωτέρω χρόνος αναγνωρίζεται σε έναν μόνο φορέα κατ’ επιλογή.»

β. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή και για όσους υπαλλήλους έχουν ασφαλισθεί για πρώτη φορά από 1.1.1993 και μετά.

γ. Δικαιώματα που έχουν αναγνωριστεί με βάση τις αντικαθιστώμενες διατάξεις, μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού, παραμένουν ισχυρά.

5.α. Στο τέλος της περίπτωσης γ’ της παρ. 2 του άρθρου 12 του π.δ. 169/2007, προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Προκειμένου για υπάλληλο που προσλήφθηκε για πρώτη φορά από 1.1.1983 και μετά, εφόσον για την προ-υπηρεσία του η οποία απετέλεσε προσόν διορισμού κατά τα ανωτέρω, έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές σε άλλο ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης, έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 10 ή 11 του ν. 1405/1983.

Στην περίπτωση που η προϋπηρεσία η οποία απετέλεσε προσόν διορισμού για την πρόσληψη του υπαλλήλου, διανύθηκε σε χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με ασφάλιση σε ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης της χώρας αυτής, για τον υπολογισμό της ως συντάξιμης έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των Κοινοτικών Κανονισμών για την Κοινωνική Ασφάλιση, όπως αυτοί κάθε φορά ισχύουν.»

β. Στο τέλος του άρθρου 13 του π. δ. 169/2007, προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:

«4. Για το συντάξιμο κάθε υπηρεσίας από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 12 η οποία έχει διανυθεί σε χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής ‘Ενωσης, με ασφάλιση για σύνταξη σε ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης της χώρας αυτής, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των Κοινοτικών Κανονισμών για την Κοινωνική Ασφάλιση.»

γ. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή και για υπηρεσίες που έχουν διανυθεί σε χώρες μη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις οποίες όμως έχουν επεκταθεί οι Κοινοτικοί Κανονισμοί για την Κοινωνική Ασφάλιση.

6. Στο τέλος της περίπτωσης α’ της παρ. 11 του άρθρου 15 και της περίπτωσης α’ της παρ. 7 του άρθρου 42 του π. δ. 169/2007, προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Το κατά τα ανωτέρω υπολογιζόμενο ποσό σύνταξης των υπαλλήλων ή λειτουργών του Δημοσίου επαναπροσδιορίζεται οίκοθεν, σε ποσό που προσεγγίζει την κανονισθείσα σύνταξη, όπως αυτό προκύπτει από την οίκοθεν ένταξή τους σε ανάλογο, του συνολικού χρόνου ασφάλισης, συντάξιμο μισθό της αντίστοιχης κατηγορίας υπαλλήλων ή λειτουργών του Δημοσίου, όπως ο συντάξιμος αυτός μισθός ισχύει κάθε φορά.»

7.α. Οι διατάξεις της παρ. 22 του άρθρου 22 και της παρ. 7 του άρθρου 50 του π. δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:

«Αιτήσεις που υποβάλλονται ή ένδικα μέσα που ασκούνται, στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους από οποιονδήποτε τρίτο για αναγνώριση δικαιώματος σύνταξης ή επιδόματος, την αύξη-σή τους ή την αναγνώριση και προσμέτρηση χρόνου συντάξιμης υπηρεσίας, δεν έχουν κανένα έννομο αποτέλεσμα, ούτε λαμβάνονται υπόψη αν δεν συνοδεύονται από συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, το οποίο να παρέχει τη σχετική εντολή. Σε κάθε άλλη περίπτωση απαιτείται η υποβολή εξουσιοδότησης προς τον φέροντα, θεωρημένη για το γνήσιο της υπογραφής από δημόσια Αρχή και προκειμένου για κατοίκους εξωτερικού από την οικεία Προξενική Αρχή.»

β. Οι διατάξεις της προηγούμενης περίπτωσης έχουν εφαρμογή και για τις συντάξεις που καταβάλλονται με βάση τις διατάξεις των προεδρικών διαταγμάτων 167/2007 (Α’ 208) και 168/2007 (Α’ 209).

8.α. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 41 του π. δ. 169/2007, όπως ισχύει μετά την παρ. 6 του άρθρου 20 του ν. 3865/2010, αντικαθίσταται ως εξής:

«Ο διπλασιασμός ή τριπλασιασμός του συντάξιμου χρόνου των στρατιωτικών που τελούν σε κατάσταση πτητικής ενέργειας γίνεται:

– για όσους συμπληρώνουν 18ετή πραγματική στρατιωτική υπηρεσία το έτος 2011, εφόσον συμπληρώσουν 191έ έτη πραγματικής στρατιωτικής υπηρεσίας,

– για όσους συμπληρώνουν 18ετή πραγματική στρατιωτική υπηρεσία το έτος 2012, εφόσον συμπληρώσουν 21 έτη πραγματικής στρατιωτικής υπηρεσίας,

– για όσους συμπληρώνουν 18ετή πραγματική στρατιωτική υπηρεσία το έτος 2013, εφόσον συμπληρώσουν 221έ έτη πραγματικής στρατιωτικής υπηρεσίας,

– για όσους συμπληρώνουν 18ετή πραγματική στρατιωτική υπηρεσία το έτος 2014, εφόσον συμπληρώσουν 24 έτη πραγματικής στρατιωτικής υπηρεσίας και

– για όσους συμπληρώνουν 18ετή πραγματική στρατιωτική υπηρεσία από το έτος 2015 και μετά, εφόσον συμπληρώσουν 25 έτη πραγματικής στρατιωτικής υπηρεσίας.

Ο διπλασιασμός ή τριπλασιασμός του συντάξιμου χρόνου των λοιπών στρατιωτικών της παραγράφου 1, καθώς και αυτών της παραγράφου 9 γίνεται:

– για όσους συμπληρώνουν 20ετή πραγματική στρατιωτική υπηρεσία το έτος 2011, εφόσον συμπληρώσουν 21 έτη πραγματικής στρατιωτικής υπηρεσίας,

– για όσους συμπληρώνουν 20ετή πραγματική στρατιωτική υπηρεσία το έτος 2012, εφόσον συμπληρώσουν 22 έτη πραγματικής στρατιωτικής υπηρεσίας,

– για όσους συμπληρώνουν 20ετή πραγματική στρατιωτική υπηρεσία το έτος 2013, εφόσον συμπληρώσουν 23 έτη πραγματικής στρατιωτικής υπηρεσίας,

– για όσους συμπληρώνουν 20ετή πραγματική στρατιωτική υπηρεσία το έτος 2014, εφόσον συμπληρώσουν 24 έτη πραγματικής στρατιωτικής υπηρεσίας και

– για όσους συμπληρώνουν 20ετή πραγματική στρατιωτική υπηρεσία από το έτος 2015 και μετά, εφόσον συμπληρώσουν 25 έτη πραγματικής στρατιωτικής υπηρεσίας.»

β. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 9 του άρθρου 41 του π. δ.169/2007 καταργείται.

9. Οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 55 του π.δ. 169/2007 καταργούνται και το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου αντικαθίσταται ως εξής:
«Κατ’ εξαίρεση, αν συντρέχει περίπτωση προσαύξησης της σύνταξης λόγω εξαμήνων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43 του Κώδικα αυτού, η σύνταξη που προσαυξάνεται για το λόγο αυτόν, μπορεί να ορισθεί μέχρι το μηνιαίο μισθό ενέργειας, με βάση τον οποίο κανονίζεται η σύνταξη, όπως αυτός ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 9 και στην παρ. 2 του άρθρου 34 αυτού του Κώδικα, κατά περίπτωση, προσαυξημένου κατά 50%.»

10. Οι διατάξεις της περίπτωσης γ’ της παρ. 2 του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:

«γ. Για όσους θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης το έτος 2011, η σύνταξη καταβάλλεται ολόκληρη με τη συμπλήρωση τριάντα έξι (36) ετών πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας και του πεντηκοστού ογδόου (58ου) έτους της ηλικίας τους. Ο ανωτέρω χρόνος υπηρεσίας των τριάντα έξι (36) ετών, για όσους θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης από το έτος 2012 και μετά, αυξάνεται κατά ένα (1) έτος για κάθε επόμενο ημερολογιακό έτος και μέχρι τη συμπλήρωση σαράντα (40) ετών πλήρους πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας.

Το όριο ηλικίας που προβλέπεται από το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης αυτής, αυξάνεται σταδιακά από 1.1.2012 κατά ένα (1) έτος ετησίως και μέχρι τη συμπλήρωση του 60ού έτους της ηλικίας.»

11. α. Οι διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της υποπερίπτωσης αα’ της περίπτωσης β’ της παρ. 3 του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:

«Το ίδιο ισχύει και όταν ο υπάλληλος, ενώ έχει θεμελιώσει δικαίωμα σύνταξης και αποχωρήσει πριν από την ηλικία συνταξιοδότησης, καταστεί στο μεταξύ ανίκανος για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος, κατά ποσοστό τουλάχιστον 67%.»

β. Στο τέλος της υποπερίπτωσης εε’ της περίπτωσης β’ της παρ. 3 του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007, προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Για το προσωπικό εσωτερικής φύλαξης και εξωτερικής φρούρησης των γενικών, ειδικών και θεραπευτικών καταστημάτων κράτησης και των ιδρυμάτων αγωγής ανηλίκων, που θεμελιώνει δικαίωμα σύνταξης από 1.1.2013 και μετά, η σύνταξη καταβάλλεται ακέραια με τη συμπλήρωση του 58ου έτους της ηλικίας ή με τη συμπλήρωση τριάντα πέντε (35) ετών συντάξιμης υπηρεσίας ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας.»

γ. Οι διατάξεις της προηγούμενης περίπτωσης έχουν εφαρμογή και για όσα από τα πρόσωπα που αναφέρονται σε αυτή έχουν ασφαλισθεί για πρώτη φορά από 1.1.1993 και μετά.

12. Οι διατάξεις της παρ. 12 του άρθρου 58 του π. δ. 169/2007 καταργούνται.

13. α. Στο τέλος του άρθρου 66 του π. δ.169/2007, προστίθεται παράγραφος 12 ως εξής:

«12. Δεν επιτρέπεται σε καμιά περίπτωση η ανάκληση πράξης με την οποία περιορίζεται χρόνος που έχει ήδη αναγνωρισθεί ως συντάξιμος με καταβολή συμπληρωματικής εισφοράς εξαγοράς ή εισφοράς εξαγοράς, μετά την παρέλευση της προθεσμίας της παρ. 2β του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007. Κατ’ εξαίρεση, αναγνωριστική πράξη που έχει εκδοθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1405/1983 μπορεί να ανακληθεί στο σύνο-λό της, μετά από αίτηση του υπαλλήλου οποτεδήποτε, εφόσον ο χρόνος που έχει αναγνωρισθεί με αυτήν μπορεί να χρησιμεύσει για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος από το Δημόσιο ή από άλλον ασφαλιστικό φορέα.

Επίσης, κατ’ εξαίρεση και μετά από αίτηση του υπαλλήλου είναι επιτρεπτή η έκδοση τροποποιητικής πράξης, με την οποία περιορίζεται ο χρόνος που έχει ήδη αναγνωρισθεί ως συντάξιμος με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1405/1983 εφόσον το αρμόδιο συνταξιοδοτικό όργανο διαπιστώσει ότι σε αυτόν έχει συνυπολογισθεί και χρόνος που απετέλεσε απαραίτητο προσόν κατά την πρόσληψη του υπαλλήλου στη δημόσια υπηρεσία και η αναγνώρισή του ως συντάξιμου δεν απαιτούσε την καταβολή συμπληρωματικής εισφοράς εξαγοράς.

Ποσά που έχουν ήδη καταβληθεί από τον υπάλληλο για την αναγνώριση του χρόνου που αναφέρεται στις παραπάνω περιπτώσεις δεν επιστρέφονται μετά την παρέλευση πενταετίας από την έκδοση των πράξεων που ανακαλούνται ή τροποποιούνται.»

β. Αιτήσεις για ανάκληση αναγνωριστικών πράξεων ή για περιορισμό χρόνου που έχει ήδη αναγνωρισθεί, οι οποίες έχουν υποβληθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και εκκρεμούν για εξέταση στις διευθύνσεις συντάξεων, καθώς και οι σχετικές πράξεις που έχουν ήδη εκδοθεί μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία και εκκρεμούν σε οποιοδήποτε στάδιο στις διευθύνσεις συντάξεων, τίθενται στο αρχείο.

14. Το δωδέκατο εδάφιο της παρ. 10 του άρθρου 12 και της παρ. 8 του άρθρου 37 του π.δ 169/2007, καθώς και το δεύτερο εδάφιο της παρ. 14 του άρθρου 5 του ν. 2703/1999 (Α’ 72 ) αντικαθίστανται ως εξής:

«Αν η αναγνώριση γίνει μετά τη συνταξιοδότηση του υπαλλήλου το ποσό των μηνιαίων κρατήσεων δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από τα Υ της κατά τα ανωτέρω υπολογιζόμενης μηνιαίας δόσης.»

Άρθρο 2
Λοιπές συνταξιοδοτικές διατάξεις

1.α. Μετά το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α’ της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 2084/1992, προστίθεται εδάφιο, ως εξής:

«Για όσους θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης από 1.1.2013 και μετά, η σύνταξη καταβάλλεται ολόκληρη με τη συμπλήρωση σαράντα (40) ετών πλήρους πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας και του εξηκοστού έτους της ηλικίας τους.»

β. Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 5 του ν. 2084/ 1992 αντικαθίστανται, από 1.1.2008, ως εξής:

«4. α. Οι διατάξεις του τέταρτου εδαφίου της περίπτωσης α’ της παρ. 1 του άρθρου 1 του π. δ. 169/2007, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για όσα από τα πρόσωπα αυτά υπάγονται στις διατάξεις του νόμου αυτού.

β. Ειδικά για τον υπολογισμό της σύνταξης των ανωτέρω προσώπων που θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης μέχρι 31.12.2014, λαμβάνεται υπόψη το ποσοστό αναπλήρωσης που αντιστοιχεί στα 35 έτη ασφάλισης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού.»

γ. Οι διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 9 του ν. 2084/ 1992 αντικαθίστανται, από 1.1.2008, ως εξής:

«7.α. Οι διατάξεις του τέταρτου εδαφίου της περίπτωσης α’ της παρ.1 του άρθρου 26 του π.δ. 169/2007,όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για όσα από τα πρόσωπα αυτά υπάγονται στις διατάξεις του νόμου αυτού.

β. Ειδικά για τον υπολογισμό της σύνταξης των ανωτέρω προσώπων που θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης μέχρι 31.12.2014, λαμβάνεται υπόψη το ποσοστό αναπλήρωσης που αντιστοιχεί στα 35 έτη ασφάλισης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού.»

δ. Οι διατάξεις των περιπτώσεων β’ και γ’ έχουν εφαρμογή και για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα έχουν αποχωρήσει από την Υπηρεσία πριν την ισχύ των διατάξεων αυτών.

2. α. Στο τέλος της περίπτωσης α’ της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3865/2010, προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Σε περίπτωση που για τα ανωτέρω πρόσωπα προκύπτει σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία υποχρεωτική ασφάλιση στο Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Ε.Τ.Α.Α.), έχουν εφαρμογή οι καταστατικές διατάξεις των τομέων αυτού. Ειδικά για όσους από τους ανωτέρω έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση από 1.1.1993 και μετά εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 39 του ν. 2084/1992.»

β. Οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 21 του ν. 3865/ 2010 αντικαθίστανται, από την ημερομηνία ισχύος τους, ως εξής:

«3.α. Ειδικά τα πρόσωπα του άρθρου 7 του ν. 2084/ 1992, για τα οποία προκύπτει βάσει γενικών ή καταστατικών διατάξεων υποχρεωτική ασφάλιση στον Το μέα Σύνταξης Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε.) και στον Τομέα Σύνταξης και Ασφάλισης Υγειονομικών (Τ.Σ.Α.Υ.), του Ε.Τ.Α.Α., ασφαλίζονται υποχρεωτικά στους ανωτέρω Τομείς, κατά περίπτωση.

Τα ανωτέρω πρόσωπα υπάγονται στην Ειδική Προσαύξηση του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. και στον Κλάδο Μονοσυνταξιούχων του Τ.Σ.Α.Υ. σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 3518/2006 (Α’ 272) και της παρ. 8 του άρθρου 7 του ν. 982/1979 (Α’ 239), αντίστοιχα.

Για τους λοιπούς κλάδους ασφάλισης υπάγονται υποχρεωτικά στους αντίστοιχους Τομείς των κλάδων επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και ασθένειας του Ε.Τ.Α.Α..

Για τους ελλείποντες κλάδους έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 39 του ν. 2084/1992.

β. Τα πρόσωπα της προηγούμενης περίπτωσης, εφόσον το επιθυμούν, μπορούν να ασφαλιστούν προαιρετικά στο Δημόσιο, καταβάλλοντας την εισφορά ασφαλισμένου που προβλέπεται για όσους έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο μέχρι 31.12.1992.

γ. Εφόσον τα ανωτέρω πρόσωπα επιλέξουν την ασφάλισή τους προαιρετικά στο Δημόσιο, υπάγονται επίσης προαιρετικά για επικουρική ασφάλιση και πρόνοια στην ασφάλιση των αντίστοιχων Μετοχικών Ταμείων ή των αντίστοιχων τομέων του ΤΕΑΠΑΣΑ, καταβάλλοντας τις προβλεπόμενες για τους ασφαλισμένους από 1.1.1993 και εφεξής ασφαλιστικές εισφορές.

δ. Τα προβλεπόμενα στις περιπτώσεις α’ και β’ έχουν εφαρμογή και για όσα από τα ανωτέρω πρόσωπα έχουν καταταγεί μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού.

ε. Εφόσον τα ανωτέρω πρόσωπα, από την κατάταξή τους μέχρι και την ισχύ της παρούσας ρύθμισης, έχουν ασφαλιστεί στο Δημόσιο υποχρεωτικά αντί του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. ή του Τ.Σ.Α.Υ. και επιθυμούν να συνεχίσουν την ασφάλισή τους στο Δημόσιο προαιρετικά, οι εισφορές που παρακρατήθηκαν υπέρ του Δημοσίου θεωρούνται εισφορές υπέρ της προαιρετικής ασφάλισης.

στ. Εάν τα ανωτέρω πρόσωπα δεν επιθυμούν να υπαχθούν προαιρετικά στο Δημόσιο, καθώς και στους φορείς – τομείς επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας, τότε οι εισφορές που έχουν καταβληθεί για την ασφάλισή τους στο Δημόσιο και στους αντίστοιχους φορείς – τομείς επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας, αποδίδονται στους Τομείς Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων και Υγειονομικών των κλάδων κύριας ασφάλισης, επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας του Ε.Τ.Α.Α. για την τακτοποίηση της ασφάλισής τους, με εξαίρεση τις εισφορές για τους αντίστοιχους Τομείς του κλάδου ασθένειας του Ε.Τ.Α.Α..

ζ. Σε περίπτωση που επιθυμούν να συνεχίσουν την προαιρετική ασφάλισή τους στο Δημόσιο και δεν έχουν ασφαλιστεί στο Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. ή το Τ.Σ.Α.Υ., καθώς και στους φορείς – τομείς επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας, τότε η τακτοποίηση της ασφάλισής τους στους εν λόγω Τομείς για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα γίνεται με την καταβολή της προβλεπόμενης εισφοράς για τους από 1.1.1993 και εφεξής ελεύθερους επαγγελματίες, όπως αυτή διαμορφώνεται κατά τη δημοσίευση του παρόντος, για κάθε μήνα ασφάλισης, χωρίς την επιβολή πρόσθετων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων. Ασφαλιστικές εισφορές προς τους Τομείς του κλάδου ασθένειας του Ε.Τ.Α.Α. δεν αναζητούνται.

Η ως άνω καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών γίνεται εφάπαξ εντός τριμήνου από την πρώτη του επομένου της δημοσίευσης μήνα ή σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις ίσες με το ήμισυ του αριθμού των μηνών για τους οποίους καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές. Η πρώτη δόση καταβάλλεται εντός του τρίτου από τη δημοσίευση του παρόντος μήνα, και σε περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής δόσης, αυτή επιβαρύνεται με τα προβλεπόμενα για τις ασφαλιστικές εισφορές πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις. Το ποσό κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των εκατό (100,00) ευρώ.

Για χρόνο ασφάλισης από την ισχύ του νόμου αυτού και εφεξής, καταβάλλονται οι προβλεπόμενες εισφορές για τους από 1.1.1993 και εφεξής εμμίσθους ασφαλισμένους των Τομέων Μηχανικών και Υγειονομικών του Ε.Τ.Α.Α..

η. Σε περίπτωση συνταξιοδότησης πριν την εξόφληση της οφειλής έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 61 του ν. 3863/2010 (Α’ 115), όπως ισχύουν.

θ. Ασφαλιστικές εισφορές προς τους τομείς του κλάδου ασθένειας του Ε.Τ.Α.Α., που δεν έχουν καταβληθεί από τα ως άνω πρόσωπα που είχαν ασφαλιστεί στο Δημόσιο αντί του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. ή του Τ.Σ.Α.Υ., δεν αναζητούνται.

ι. Για όσα από τα πρόσωπα της παραγράφου αυτής έχουν καταταγεί για πρώτη φορά από 1.1.2011 και μετά έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 2 του νόμου αυτού, όπως ισχύουν κάθε φορά.»

3. α. Οι διατάξεις της περίπτωσης β’ της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 3865/2010 αντικαθίστανται ως εξής:

«της παρ. 15 του άρθρου 9, της παρ. 7 του άρθρου 18, της παρ. 4 του άρθρου 20, της παρ. 17 του άρθρου 34, καθώς και της παρ. 7 του άρθρου 46 του π.δ. 169/2007 και».

β. Από τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 4 του ν. 3865/2010 διαγράφονται οι λέξεις «του άρθρου 11 του νόμου αυτού και» και το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α’ της παρ. 2 του άρθρου 3 του ίδιου νόμου αντικαθίσταται ως εξής:

«α. Τα πρόσωπα της παρ. 3 του άρθρου 1, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής τους στην ασφάλιση, που θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα από την 1.1.2015 και εφεξής».

γ. Οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 3865/ 2010 αντικαθίστανται, ως εξής:

«1. Μετά τη δημιουργία του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.), από 1.1.2011 και την κατάργηση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 6 του ν. 3863/2010 (Α’ 115), όλων των άλλων Επιτροπών Πιστοποίησης Αναπηρίας, εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου που προβλέπουν δικαιοδοσία των Ανωτάτων Υγειονομικών Επιτροπών, Στρατού (Α.Σ.Υ.Ε.), Ναυτικού (Α.Ν.Υ.Ε.), Αεροπορίας (Α.Α.Υ.Ε.), καθώς και της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής της Ελληνικής Αστυνομίας.»

δ. Οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 3865/ 2010 αντικαθίστανται, από 1.1.2011, ως εξής:

«5. Οι διατάξεις της περίπτωσης ε’ της παρ. 2 και της περίπτωσης στ’ της παρ. 3 του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007 καταργούνται από 1.1.2011.»

ε. Στο τέλος της παρ. 9 του άρθρου 6 του ν. 3865/2010 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Από την ανωτέρω ημερομηνία καταργούνται οι διατάξεις της περίπτωσης α’ της παρ. 3 του άρθρου 56 του π.δ. 169/ 2007.»

4.α. Στο τέλος της παρ. 11 του άρθρου 6 του ν. 3865/ 2010 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής δεν έχουν εφαρμογή για όσους θεμελιώνουν, κατά παρέκκλιση, συνταξιοδοτικό δικαίωμα, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 19 του ν. 2084/1992, με εξαίρεση όσους έχουν αποχωρήσει μέχρι την 31.12.2010.»

β. Οι διατάξεις του πρώτου και δεύτερου εδαφίου της παρ. 7 του άρθρου 19 του ν. 2084/1992 αντικαθίστανται, από 1.1.2011, ως εξής:

«7. Υπάλληλοι και λειτουργοί του Δημοσίου, καθώς και στρατιωτικοί που έχουν ασφαλισθεί, για κύρια σύνταξη, σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό Οργανισμό πριν την 1.1.1993, δικαιούνται σύνταξη από το Δημόσιο κατά παρέκκλιση των διατάξεων των άρθρων 1 και 26 του π. δ.169/2007, εφόσον συμπληρώνουν 15ετή πλήρη πραγματική συντάξιμη υπηρεσία και το 65ο έτος της ηλικίας τους.»

5. α. Οι διατάξεις της περίπτωσης α’ της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 3865/2010 αντικαθίστανται ως εξής:

«2. α. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α’ , β’ και δ’ της παρ. 1 του άρθρου 62 του ν. 2676/1999 (Α’ 1), όπως ισχύουν, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους επιζώντες συζύγους με εξαίρεση όσους έχουν αναπηρία κατά ποσοστό 67% και άνω, που λαμβάνουν κατά μεταβίβαση ή εξ ιδίου δικαιώματος σύνταξη από το Δημόσιο. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν έχουν εφαρμογή για όσα από τα ανωτέρω πρόσωπα λαμβάνουν πολεμική σύνταξη, γενικά, ή σύνταξη με βάση τις διατάξεις των νόμων 1897/1990 (Α’ 120) και 1977/1991 (Α’ 185), καθώς και για όσα από αυτά υπάγονται στις διατάξεις της παρ. 14 του άρθρου 8 του ν. 2592/1998. Η σύνταξη που καταβάλλεται μειωμένη κατά 75% σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 4 του ν. 3620/2007 δεν λαμβάνεται υπόψη για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.»

β. Οι επιζώντες των συζύγων που κατ’ εφαρμογή της παρ. 9 του άρθρου 4 του ν. 3620/2007, έχουν δικαιωθεί σύνταξη λόγω θανάτου από το Δημόσιο ή από φορέα κύριας ασφάλισης με καθεστώς εξομοιούμενο με αυτό του Δημοσίου, δικαιούνται την αντίστοιχη για την αυτή αιτία σύνταξη και από τον επικουρικό τους φορέα, ανεξάρτητα από την ημερομηνία που έχει επέλθει ο θάνατος, κατά τα οριζόμενα και με τους περιορισμούς που προβλέπονται από τον αντίστοιχο φορέα κύριας ασφάλισης. Αιτήσεις που έχουν ήδη υποβληθεί και είναι σε εκκρεμότητα κρίνονται οίκοθεν από τις αρμόδιες υπηρεσίες των φορέων και τα οικονομικά αποτελέσματα επέρχονται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου.

γ. Η σύνταξη που χορηγείται στον επιζώντα σύζυγο με βάση τις οικείες διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, κατά περίπτωση, περιορίζεται ως ακολούθως:

Αν η διαφορά ηλικίας μεταξύ του αποβιώσαντος και της συζύγου του, αφαιρουμένου του διαστήματος του γάμου τους, είναι μεγαλύτερη από δέκα έτη, η σύνταξη του επιζώντος συζύγου, υφίσταται, για κάθε πλήρες έτος διαφοράς, μείωση που καθορίζεται σε:

1% για τα έτη που συμπεριλαμβάνονται μεταξύ του 10ου και του 20ού έτους.
2% για τα έτη από το 21 ο έως το 25ο έτος.
3% για τα έτη από το 26ο έως το 30ό έτος.
4% για τα έτη από το 31 ο έως το 35ο έτος.
5% για τα έτη από το 36ο και άνω.

Εάν στη σύνταξη του επιζώντος συζύγου συμμετέχουν ανάπηρα ή ανήλικα τέκνα ή τέκνα που σπουδάζουν υπό τις προϋποθέσεις της περίπτωσης δ’ της παρ. 1 του άρθρου 5 του π.δ. 169/2007, το ποσό της σύνταξης που περικόπτεται επιμερίζεται στα τέκνα σε ίσα μέρη.

Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής δεν έχουν εφαρμογή για τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα των οποίων το δικαίωμα γεννήθηκε πριν την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού.

6.α. Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παρ.1 του άρθρου 22 του ν. 3865/2010 αντικαθίστανται ως εξής:

«Για τον υπολογισμό του χρόνου θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 20 του παρόντος νόμου προσμετράται και ο ανωτέρω χρόνος σπουδών.»

β. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 22 του ν. 3865/ 2010, προστίθεται εδάφιο, ως εξής:

«Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή και για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα έχουν ασφαλισθεί για πρώτη φορά από 1.1.1993 και μετά.»

7. Οι διατάξεις του ν. δ. 164/1973 (Α’ 223) κατά το μέρος που αυτές αφορούν την αναγνώριση προϋπηρεσιών υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. σε άλλα Ν.Π.Δ.Δ. καταργούνται και οι προϋπηρεσίες αυτές λογίζονται συντάξιμες με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 12 του π.δ. 169/ 2007.

8. Οι διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 5 του ν. 1976/ 1991 (Α’ 184) καταργούνται.

9. Οι άγαμες ή διαζευγμένες θυγατέρες των οποίων η καταβολή της σύνταξης αναστέλλεται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 5 ή της παρ. 6 του άρθρου 31 του π.δ. 169/2007, κατά περίπτωση, υπάγονται στο καθεστώς υγειονομικής περίθαλψης των ασφαλισμένων του Δημοσίου, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν δικαίωμα υγειονομικής περίθαλψης από άλλο φορέα. Στην περίπτωση αυτή οι αναλογούσες κρατήσεις για υγειονομική περίθαλψη υπολογίζονται επί του ποσού της σύνταξης που θα τους καταβάλλονταν, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά και καταβάλλονται στον οικείο φορέα από τις ίδιες, μετά από αίτησή τους, που υποβάλλεται κατά το μήνα Ιανουάριο κάθε έτους. Κατά την πρώτη εφαρμογή των διατάξεων αυτών, η εν λόγω αίτηση υποβάλλεται εντός δύο μηνών από την ημερομηνία ισχύος του νόμου αυτού και οι αναλογούσες εισφορές υπολογίζονται από την ημερομηνία υποβολής της και μετά.

10. α. Ο χρόνος υπηρεσίας των προσώπων του δευτέρου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 86 του ν. 3528/2007, όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου πρώτου του ν. 3839/2010, στη θέση προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης, λογίζεται συντάξιμος και προσμετράται στο χρόνο υπηρεσίας που έχει διανύσει στην οργανική του θέση.

β. Οι διατάξεις της παρ. 14 του άρθρου 9 του π.δ. 169/2007 έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τα πρόσωπα της προηγούμενης περίπτωσης.

γ. Τα πιο πάνω ισχύουν και για όσους έχουν ήδη επιλεγεί σε θέσεις Γενικών Διευθυντών σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 86 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ..

11. Οι διατάξεις της παρ. 17 του άρθρου 4 του ν. 3513/ 2006 (Α’ 265) έχουν ανάλογη εφαρμογή και για:

i. τους υπαλλήλους κρατικών Ν.Π.Ι.Δ. και δημοσίων επιχειρήσεων ή άλλων επιχειρήσεων τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος, καθώς και για τους υπαλλήλους των λοιπών Ν.Π.Ι.Δ. που μετατάσσονται, μεταφέρονται ή εντάσσονται σε φορείς που διέπονται από διαφορετικό ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό καθεστώς από αυτό στο οποίο υπάγονταν μέχρι τη μετάταξη ή τη μεταφορά τους,

ii. τους υπαλλήλους του Δημοσίου ή των Ν.Π.Δ.Δ. ή των ανεξάρτητων αρχών ή των Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού ή των Ν. Π.Δ.Δ. των Ο.Τ. Α. α’ και β’ βαθμού που εντάσσονται σε θέσεις Υπηρεσιών ή Φορέων που διέπονται από διαφορετικό ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό καθεστώς από αυτό στο οποίο υπάγονταν μέχρι την ένταξή τους.

12. Ειδικά για τους συνταξιούχους του Δημοσίου που λαμβάνουν με τη σύνταξή τους το επίδομα ανικανότητας των παραγράφων 4, 5 ή 6 του άρθρου 54 του π.δ. 169/ 2007, καθώς και των άρθρων 101 ή 103 του π. δ. 168/2007 (Α’ 209), τα ποσά της παρ. 1 του άρθρου Μόνου του ν. 3847/2010 (Α’ 67), προσαυξάνονται, το μεν δώρο Χριστουγέννων με ολόκληρο το ποσό του ανωτέρω επιδόματος ανικανότητας, το δε δώρο Πάσχα και το επίδομα αδείας με το ήμισυ του ποσού αυτού, κατά περίπτωση.

Κατά τα λοιπά έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 6 του άρθρου Μόνου του ν. 3847/2010.

13. Από 1.8.2011, τα ποσοστά των περιπτώσεων β’ έως και η’ της παρ. 2 του άρθρου 11 του ν. 3865/2010 (Α’120) αναπροσαρμόζονται σε 6%, 7%, 9%, 10%, 12%, 13% και 14%, αντίστοιχα.

14.α. Από 1.8.2011, από τους συνταξιούχους του Δημοσίου, που δεν έχουν συμπληρώσει το 60ό έτος της ηλικίας, παρακρατείται επιπλέον μηνιαία εισφορά ως εξής:

i. για συντάξεις από 1.700,01 ευρώ έως 2.300,00 ευρώ, ποσοστό 6%,
ii. για συντάξεις από 2.300,01 ευρώ έως 2.900,00 ευρώ, ποσοστό 8% και
iii. για συντάξεις από 2.900,01 ευρώ και άνω, ποσοστό 10%.

β. Για τον προσδιορισμό του συνολικού ποσού της σύνταξης της προηγούμενης περίπτωσης, λαμβάνεται υπόψη το ποσό της μηνιαίας βασικής σύνταξης, καθώς και τα συγκαταβαλλόμενα με αυτή ποσά του επιδόματος εξομάλυνσης του άρθρου 1 του ν. 3670/2008 (Α’ 117) και της τυχόν προσωπικής και αμεταβίβαστης διαφοράς, αφαιρουμένου του ποσού της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων της προηγούμενης παραγράφου.

γ. Εξαιρούνται της ανωτέρω εισφοράς όσοι αποστρατεύθηκαν με πρωτοβουλία της Υπηρεσίας, καθώς και όσοι λαμβάνουν με τη σύνταξή τους το επίδομα ανικανότητας του άρθρου 54 του π.δ.169/2007 ή συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις των νόμων 1897/1990 (Α’ 120) και 1977/1991 ( Α’ 185).

δ. Η παραπάνω παρακράτηση διακόπτεται τον επόμενο μήνα από τη συμπλήρωση του 60ού έτους ηλικίας.

ε. Για την πρώτη κατηγορία το ποσό της σύνταξης μετά την παρακράτηση της επιπλέον εισφοράς δεν μπορεί να υπολείπεται των χιλίων επτακοσίων (1.700) ευρώ.

στ. Κατά τα λοιπά, ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 3865/2010.

Άρθρο 3
Σύνταξη διαζευγμένων

1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3232/2004 (Α’ 48) τροποποιείται ως εξής:

«1. Ο/η διαζευγμένος/η, σε περίπτωση θανάτου του/της πρώην συζύγου δικαιούται σύνταξη λόγω θανάτου του/της πρώην συζύγου από το Δημόσιο, τους φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και το ΝΑΤ εφόσον πληροί αθροιστικά τις εξής προϋποθέσεις:».

2. Το στοιχείο γ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 3232/2004 (Α’ 48) τροποποιείται ως εξής:

«γ. Δέκα (10) έτη εγγάμου βίου μέχρι τη λύση του γάμου με αμετάκλητη δικαστική απόφαση.»

3. Το στοιχείο ε’ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 3232/2004 (Α’ 48) τροποποιείται ως εξής:

«ε. Συνολικό ετήσιο ατομικό φορολογητέο εισόδημα το οποίο να μην υπερβαίνει το διπλάσιο του ποσού των εκάστοτε καταβαλλόμενων από τον Ο.Γ.Α. ετήσιων συντάξεων στους ανασφάλιστους υπερήλικες.»

4. Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του ν. 3232/2004 (Α’ 48) τροποποιείται ως εξής:

«2. Το ποσό κύριας και επικουρικής σύνταξης που δικαιούται ο/η διαζευγμένος/η καθορίζεται ως εξής:

α. Σε περίπτωση θανάτου του/της πρώην συζύγου, εφόσον ο γάμος είχε διαρκέσει δέκα (10) έτη έως τη λύση του με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, το ποσό σύνταξης που δικαιούται ο χήρος ή η χήρα επιμερίζεται κατά 75% στο χήρο ή χήρα και 25% στο/στη διαζευγμένο/η. Για κάθε έτος εγγάμου βίου πέραν του δεκάτου (10ου) και μέχρι το τριακοστό πέμπτο (35ο) έτος διάρκειας του γάμου, το ποσοστό σύνταξης που δικαιούται ο χήρος ή η χήρα μειώνεται κατά 1% στο χήρο ή χήρα και αυξάνεται αντίστοιχα κατά 1% στο/στη διαζευγμένο/η. Προκειμένου περί εγγάμου βίου που διήρκησε πλέον των τριάντα πέντε (35) ετών έως τη λύση του κατά τα ανωτέρω, το ποσό σύνταξης που δικαιούται ο χήρος ή η χήρα επιμερίζεται κατά 50% στο χήρο ή χήρα και 50% στο/στη διαζευγμένο/η.

Στις ανωτέρω περιπτώσεις εάν ο θανών ή η θανούσα δεν καταλείπει χήρα ή χήρο σύζυγο, ο διαζευγμένος ή η διαζευγμένη δικαιούται το αυτό σύμφωνα με τα ανωτέρω, κατά περίπτωση, ποσοστό της σύνταξης που θα εδικαιούτο ο χήρος ή η χήρα σύζυγος.

β. Σε περίπτωση περισσοτέρων του ενός δικαιούχων διαζευγμένων το αναλογούν για τον/την διαζευγμένο/η κατά τα ως άνω ποσοστά ποσό σύνταξης κύριας και επικουρικής επιμερίζεται εξίσου μεταξύ αυτών.»

5. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που ο θάνατος επέρχεται μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού.

Άρθρο 4
Συνταξιοδοτικά θέματα υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.

1. Οι προβλεπόμενες εισφορές για την κύρια ασφάλιση του τακτικού προσωπικού του πρώην Τα μείου Υγείας Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ΤΥΔΚΥ), που υπηρετούσε σε αυτό κατά την 1.8.2008, το οποίο συντα-ξιοδοτείτο από το φορέα αυτόν με διατάξεις ανάλογες του Δημοσίου και του Ειδικού Συνταξιοδοτικού Καθεστώτος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και επέλεξε μετά την ισχύ του ν. 3655/2008 (Α’58), το προηγούμενο καθεστώς ασφάλισης με βάση τις διατάξεις της παρ. 17 του άρθρου 4 του ν. 3513/2006, καταβάλλονται στον τομέα στον οποίο εντάχθηκε ο φορέας ο οποίος βαρύνετο με την καταβολή της κύριας σύνταξης κατά την έναρξη ισχύος του ν. 3655/2008. Ο ίδιος τομέας βαρύνεται και με την καταβολή των συντάξεων του προσωπικού που υπηρετεί, καθώς και αυτού που έχει ήδη συνταξιοδοτηθεί.

Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή και για το προσωπικό του πρώην ταμείου, το οποίο είχε μεταταχθεί ή μεταφερθεί σε θέσεις άλλων υπηρεσιών πριν την ένταξη του Ταμείου ως τομέα στον Οργανισμό Περίθαλψης Δημοσίων Υπαλλήλων (ΟΠΑΔ) και είχε επιλέξει τη διατήρηση του προηγούμενου της μετάταξης ασφαλιστικού – συνταξιοδοτικού καθεστώτος.

2. Οι προβλεπόμενες εισφορές για την κύρια ασφάλιση του τακτικού προσωπικού του πρώην Ταμείου Ασφάλισης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ΤΑΔΚΥ), που υπηρετούσε σε αυτό κατά την 1.8.2008, το οποίο συνταξιοδοτείτο από το φορέα αυτόν με διατάξεις ανάλογες του Δημοσίου και του Ειδικού Συνταξιοδοτικού Καθεστώτος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και επέλεξε, μετά την ισχύ του ν. 3655/2008, το προηγούμενο καθεστώς ασφάλισης με βάση τις διατάξεις της παρ. 17 του άρθρου 4 του ν. 3513/2006, καταβάλλονται στους τομείς των φορέων στους οποίους εντάχθηκαν οι επί μέρους κλάδοι του πρώην ταμείου και στους οποίους μεταφέρθηκε το προσωπικό. Οι ίδιοι τομείς βαρύνονται και με την καταβολή των συντάξεων του προσωπικού που υπηρετεί, καθώς και αυτού που έχει ήδη συνταξιοδοτηθεί.

Ειδικά για το προσωπικό που μετατάχθηκε ή μεταφέρθηκε από το πρώην ΤΑΔΚΥ σε θέσεις άλλων υπηρεσιών πριν την 1.8.2008 και διατήρησε το προηγούμενο της μετάταξης ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό καθεστώς, οι προβλεπόμενες εισφορές κύριας ασφάλισης καταβάλλονται στον Τομέα Ασφάλισης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Δημοσίων Υπαλλήλων, ο οποίος βαρύνεται και με την καταβολή της σύνταξής τους.

3. Το τακτικό προσωπικό του πρώην Ταμείου Πρόνοιας Εργαζομένων στα Λιμάνια (ΤΑΠΕΛ) οι κλάδοι του οποίου εντάχθηκαν ως Το μείς στο Ταμείο Προνοίας Ιδιωτικού Το μέα (ΤΑΠΙΤ), που υπηρετούσε κατά την 1.8.2008, συνταξιοδοτείτο από τους φορείς αυτούς με διατάξεις ανάλογες του Δημοσίου και του Ειδικού Συνταξιοδοτικού του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ και επέλεξε μετά την ισχύ του ν. 3655/ 2008 το προηγούμενο καθεστώς ασφάλισης με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 17 του άρθρου 4 του ν. 3513/ 2006, υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν.δ. 4277/1962 (Α’ 191).

Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή και για το προσωπικό του φορέα αυτού, το οποίο έχει μεταταχθεί ή μεταφερθεί σε θέσεις άλλων υπηρεσιών και έχει επιλέξει τη διατήρηση του προηγούμενου της μετατάξεως ασφαλιστικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος.

Οι εισφορές εργαζομένου – εργοδότη που αντιστοιχούν στο χρόνο ασφάλισης που διανύθηκε στον προηγούμενο φορέα μέχρι το τέλος του μήνα έναρξης ισχύος του νόμου αυτού, μεταφέρονται στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ μετά από οικονομική μελέτη της Διεύθυνσης Αναλογιστικών Μελετών και Στατιστικής του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.

Ο χρόνος ασφάλισης των υπαλλήλων της παραγράφου αυτής στο πρώην ΤΑΠΕΛ και στους τομείς του ΤΑ -ΠΙΤ θεωρείται ότι διανύθηκε στην ασφάλιση του Ειδικού Συνταξιοδοτικού Καθεστώτος του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ.

4. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 12 του ν. 3232/2004 χορηγείται νέα αποκλειστική προθεσμία υποβολής της σχετικής αίτησης για αναγνώριση, διάρκειας έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.

5. Το προσλαμβανόμενο από 1.10.2008 τακτικό προσωπικό των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, με τις επωνυμίες «Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολουμένων» (ΕΤΑΑ), «Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Προσωπικού Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης» (ΕΤΑΠ ΜΜΕ), «Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Ιδιωτικού Τομέα» (ΤΕΑΙΤ), «Ταμείο Ασφάλισης Υπαλλήλων Τραπεζών και Επιχειρήσεων Κοινής Ωφέλειας» (ΤΑΥΤΕΚΩ), «Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Πρόνοιας Απασχολούμενων στα Σώματα Ασφαλείας» (ΤΕΑΠΑΣΑ), «Ταμείο Πρόνοιας Ιδιωτικού Τομέα» (ΤΑΠΙΤ), το οποίο διέπεται από τις διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α’ 26) και το οποίο ασφαλίζεται στον κλάδο συντάξεων και στον κλάδο παροχών ασθένειας του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων – Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών (ΙΚΑ-ΕΤΑΜ), υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 11 του ν.δ. 4277/1962.

6.α. Το προσλαμβανόμενο από 1.1.2007 τακτικό προσωπικό του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, με την επωνυμία «Οργανισμός Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών – ΟΑΕΕ», το οποίο διέπεται από τις διατάξεις του ν. 3528/2007 και το οποίο ασφαλίζεται στον κλάδο συντάξεων και στον κλάδο παροχών ασθένειας του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων – Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών (ΙΚΑ-ΕΤΑΜ), υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 11 του ν.δ. 4277/1962.

β. Η ασφαλιστική τακτοποίηση του προσωπικού του προηγούμενου εδαφίου, για το χρονικό διάστημα από το διορισμό του στον ΟΑΕΕ έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3163/1955 (Α’ 71).

7. Ο χρόνος υπηρεσίας των τακτικών υπαλλήλων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, οι οποίοι προέρχονται από την Εταιρεία Διαχείρισης Ειδών Μονοπωλίου Ελληνικού Δημοσίου « ΕΔΕΜΕΔ», κατά τον οποίο ελάμβαναν σύνταξη και αποδοχές συγχρόνως, θεωρείται ως χρόνος πραγματικής και συντάξιμης υπηρεσίας στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και ΕΤΕΑΜ, εφόσον οι ενδιαφερόμενοι επιστρέψουν τις συντάξεις που έλαβαν κατά το χρόνο αυτόν και καταβάλλουν τυχόν μη καταβληθείσες κατά το ως άνω χρονικό διάστημα εισφορές για την κύρια και την επικουρική ασφάλιση.

Ο εν λόγω χρόνος θεωρείται χρόνος ασφάλισης και στον Ειδικό Λογαριασμό Προνοίας Προσωπικού ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, στον οποίο έχουν καταβληθεί οι αναλογούσες εισφορές για την καταβολή του εφάπαξ βοηθήματος.

Ο ανωτέρω χρόνος υπηρεσίας λαμβάνεται υπόψη για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος και για τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης μετά την ολοσχερή εξόφληση της οφειλής.

Ο ως άνω χρόνος θεωρείται χρόνος ασφάλισης και στο ΕΤΕΑΜ για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος και για τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης από τον Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης του ΤΕΑΔΥ με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης.

Οι καταβληθείσες συντάξεις επιστρέφονται άτοκα σε τριάντα έξι (36) δόσεις μετά από αίτηση των ανωτέρω υπαλλήλων, η οποία υποβάλλεται εντός ενός έτους από την ισχύ του παρόντος στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και ΕΤΕΑΜ.

Τυχόν οφειλόμενες εισφορές, σύμφωνα με τα παραπάνω, εξοφλούνται εφάπαξ.

Σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου πριν από την ολοσχερή εξόφληση των δόσεων, οι υπόλοιπες δόσεις καταβάλλονται εφάπαξ.

Οι διατάξεις αυτές έχουν εφαρμογή και για όσους έχουν εξέλθει ήδη της υπηρεσίας.

8. Η προβλεπόμενη από τη διάταξη της περίπτωσης 2α της παραγράφου 17 του άρθρου 4 του ν. 3513/2006 προθεσμία υποβολής δήλωσης διατήρησης του προηγούμενου της μετάταξης ή μεταφοράς ασφαλιστικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος από τους υπαλλήλους των ασφαλιστικών φορέων αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, παρατείνεται για τρείς μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

9. Το τακτικό προσωπικό του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Διεπιστημονικός Οργανισμός Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης (ΔΟΑΤΑΠ)», το οποίο διέπεται από τις διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007), όπως αυτές εφαρμόζονται στους υπαλλήλους των Ν. Π.Δ.Δ. και το οποίο ασφαλίζεται στον κλάδο συντάξεων του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων – Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών (ΙΚΑ – ΕΤΑΜ), υπάγεται – από το διορισμό του στον ΔΟΑΤΑΠ – στις διατάξεις του άρθρου 11 του ν. δ. 4277/1962, όπως ισχύουν κάθε φορά.

10.α. Το προσωπικό του Ο.Σ.Ε. και της ΤΡΑΙΝΟΣΕ που μεταφέρεται σε φορείς υποδοχής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 3891/2010 (ΑΊ88) εξακολουθεί να διέπεται από το ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό καθεστώς κύριας και επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης στο οποίο υπαγόταν πριν τη μεταφορά του στους φορείς αυτούς.

β. Η εφεξής υπηρεσία που παρέχει το προσωπικό του προηγούμενου εδαφίου στους φορείς υποδοχής θεωρείται ως πραγματική συντάξιμη υπηρεσία που διανύθηκε στην υπηρεσία από την οποία μεταφέρεται.

γ. Οι ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τη νομοθεσία των φορέων κύριας και επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας, για την ασφάλιση του παραπάνω προσωπικού, καταβάλλονται του μεν εργοδότη από τους φορείς υποδοχής, του δε ασφαλισμένου από τους ίδιους.

δ. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή από την έναρξη ισχύος των διατάξεων του άρθρου 16 του ν. 3891/2010.

11. α. Το προσωπικό των φορέων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 1 του ν. 3920/2011 (Α’ 33) που μετατάσσεται ή μεταφέρεται σε φορείς υποδοχής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 του ίδιου νόμου, εξακολουθεί να διέπεται από το ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό καθεστώς κύριας και επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης στο οποίο υπαγόταν πριν τη μετάταξη ή τη μεταφορά του στους φορείς αυτούς, εκτός εάν με δήλωσή του επιλέξει, μέσα σε προθεσμία τριών μηνών από την έκδοση της αναφερόμενης στην παράγραφο 5 του ανωτέρω άρθρου κοινής υπουργικής απόφασης, να μεταφερθεί στα αντίστοιχα ταμεία που υπάγεται το προσωπικό των φορέων υποδοχής.

β. Η εφεξής υπηρεσία που παρέχει το προσωπικό του προηγούμενου εδαφίου στους φορείς υποδοχής θεωρείται ως πραγματική συντάξιμη υπηρεσία που διανύθηκε στην υπηρεσία από την οποία μεταφέρεται.

γ. Οι ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τη νομοθεσία των φορέων κύριας και επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας, για την ασφάλιση του παραπάνω προσωπικού, καταβάλλονται του μεν εργοδότη από τους φορείς υποδοχής, του δε ασφαλισμένου από τους ίδιους.

δ. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή από την έναρξη ισχύος των διατάξεων του άρθρου 9 του ν. 3920/2011.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Αρθρο 5
Διευθύνσεις Συντάξεων

1. Οι διατάξεις του άρθρου 7 του π.δ. 79/1990 (Α’ 37) αντικαθίστανται ως εξής:

«(Οι Υπηρεσίες που συγκροτούν τη Γενική Διεύθυνση Συντάξεων της παρ. 1 του άρθρου 35 του ν. 3763/2009 (Α’ 80) αναδιορθρώνονται ως εξής:

Α’ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ

α) Διεύθυνση Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Πολιτικών Συντάξεων.

β) Διεύθυνση Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων Μελών ΑΓ.Ε.Ι και Ε.Π. των Τ.Ε.Ι., Υπαλλήλων Ο.Τ.Α., Ν.Π.Δ.Δ. και Ειδικών Κατηγοριών.

γ) Διεύθυνση Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων.

δ) Διεύθυνση Μεταβολών και Δειγματοληπτικών Ελέγχων επί των Πολιτικών, Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων.

ε) Διεύθυνση Συνταξιοδοτικής Νομοπαρασκευαστικής Εργασίας, Ασκησης Ενδίκων Μέσων και Διεθνών Σχέσεων.

Β ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΤΜΗΜΑΤΑ

α) Ανεξάρτητο Τμήμα Διεκπεραίωσης και Αρχείου.

β) Ανεξάρτητο Τμήμα Εξυπηρέτησης Πολιτών.

Γ ΑΥΤΟΤΕΛΕΣ ΓΡΑΦΕΙΟ

1. Αυτοτελές Γραφείο Δελτίου Ατομικής και Υπηρεσιακής Κατάστασης (Δ.Α.Υ.Κ.).

2.Οι αρμοδιότητες των Διευθύνσεων Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής είναι οι ακόλουθες:

α) Κανονισμός και εντολή πληρωμής συντάξεων.

β) Έκδοση πράξεων αναγνώρισης (ή περιορισμού) συντάξιμης υπηρεσίας.

γ) Έκδοση ανακλητικών πράξεων.

δ) Έκδοση πράξεων διαδοχικής ασφάλισης.

ε) Κοινοποίηση αρμοδίως των ανωτέρω πράξεων.

στ) Έκδοση πράξεων μεταφοράς ασφαλιστικών δικαιωμάτων από το εθνικό στο ειδικό συνταξιοδοτικό σύστημα υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή άλλο αναγνωρισμένο συνταξιοδοτικό σύστημα (αναλογιστικό ισοδύναμο).

ζ) Καθορισμός της συντάξιμης υπηρεσίας σε περιπτώσεις που προβλέπεται αυτός από την κείμενη νομοθεσία.

η) Καθορισμός αν υπηρεσία/προϋπηρεσία εν ενεργεία υπαλλήλου λογίζεται ως συντάξιμη.

θ) Αναπροσαρμογή των συντάξεων όλων των ανωτέρω υπαλλήλων – λειτουργών, με βάση τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.

ι) Εκτέλεση, εντολή πληρωμής και κοινοποίηση των ανωτέρω πράξεων, καθώς και των πράξεων της Επιτροπής Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων (ΕΕΠΚΣ).

ια) Εκτέλεση αποφάσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου με τις οποίες κανονίζεται ή μεταβάλλεται ήδη καταβαλλόμενη σύνταξη.

ιβ) Έκδοση καταλογιστικών πράξεων.

ιγ) Απαντήσεις στη Βουλή, σε δημόσιες αρχές, σε φορείς και σε μεμονωμένους πολίτες επί ερωτήσεων, αναφορών, ερωτημάτων και αιτημάτων συνταξιοδοτικής φύσεως.

3. Η Διεύθυνση Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Πολιτικών Συντάξεων, διαρθρώνεται στα πιο κάτω Τμήματα:

α. Τμήμα Α’ Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής

Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 2 αρμοδιότητες, κατά το μέρος που αφορούν: αα) υπαλλήλους των Υπουργείων:

– Εξωτερικών (συμπεριλαμβανομένων και των διπλωματικών υπαλλήλων),

– Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, (συμπεριλαμβανομένων των υπαλλήλων και του εκπαιδευτικού προσωπικού των Ακαδημιών του Εμπορικού Ναυτικού),

– Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων,

– Δικαιοσύνης (συμπεριλαμβανομένων και των δικαστικών λειτουργών),

– Πολιτισμού και Τουρισμού (συμπεριλαμβανομένων των υπαλλήλων της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και των μουσικών της Ορχήστρας της που υπάγονται στην ασφαλιστική – συνταξιοδοτική προστασία του Δημοσίου, καθώς και των υπαλλήλων και μουσικών της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών και της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης),

αβ) υπαλλήλους:

– της Βουλής,

– του κύριου προσωπικού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

– της Γενικής Γραμματείας Τύπου και Πληροφοριών,

– της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων,

– της Ελληνικής Ραδιοφωνίας Τηλεόρασης (ΕΡΤ) που υπάγονται στην ασφαλιστική – συνταξιοδοτική προστασία του Δημοσίου,

αγ) υπαλλήλους και ερευνητές του ΕΚΕΦΕ ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ και του ΕΘΙΑΓΕ και

αδ) το πολιτικό προσωπικό της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ ).

β. Τμήμα Β’ Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής

Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 2 αρμοδιότητες, κατά το μέρος που αφορούν:

αα) υπαλλήλους και εκπαιδευτικούς:

– όλων των κατηγοριών και βαθμίδων της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης,

ββ) υπαλλήλους:

– της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων,

γ. Τμήμα Γ’ Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής

Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 2 αρμοδιότητες, κατά το μέρος που αφορούν:

αα) υπαλλήλους των Υπουργείων:

– Οικονομικών (συμπεριλαμβανομένων και των διοικητικών υπαλλήλων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους),

– Εθνικής Αμυνας (εξαιρουμένων των στρατιωτικών),

– Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, ββ) υπαλλήλους:

– Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.)

– Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων (ΜΤΠΥ)

– Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) και

γγ) πολιτικό και εκπαιδευτικό προσωπικό όλων των κατηγοριών και βαθμίδων των Ανώτατων Στρατιωτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΑΣΕΙ).

δ. Τμήμα Δ’ Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής

Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 2 αρμοδιότητες, κατά το μέρος που αφορούν:

αα) υπαλλήλους των Υπουργείων:

– Εσωτερικών, Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης,

– Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής,

– Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων,

– Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης,

– Προστασίας του Πολίτη (εξαιρουμένου του ένστολου προσωπικού των σωμάτων ασφαλείας και συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού της Ελληνικής Αγροφυλακής),

ββ) υπαλλήλους:

– του Εθνικού Τυπογραφείου,

– του Οργανισμού Κτηματολογίου και Χαρτογραφήσεων Ελλάδας (ΟΚΧΕ/Ν.Π.Δ.Δ.),

– της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ),

– της Ανεξάρτητης Αρχής του Συνηγόρου του Πολίτη,

– του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ),

– του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου που υπάγονται στην ασφαλιστική-συνταξιοδοτική προστασία του Δημοσίου,

– του Οργανισμού Περίθαλψης Ασφαλισμένων Δημοσίου (ΟΠΑΔ) που υπάγονται στην ασφαλιστική – συνταξιοδοτική προστασία του Δημοσίου,

γγ) υπαλλήλους και εκπαιδευτικό προσωπικό της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ).

4. Η Διεύθυνση Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Μελών Α.Ε.Ι. και Ε.Π. των Τ.Ε.Ι., Υπαλλήλων Ο.Τ.Α., νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και Ειδικών Κατηγοριών διαρθρώνεται στα πιο κάτω Τμήματα:

α. Τμήμα Α’ Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής

Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 2 αρμοδιότητες κατά το μέρος που αφορούν υπαλλήλους Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων συμπεριλαμβανομένων των ιατρών.

β. Τμήμα Β’ Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής

Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 2 αρμοδιότητες κατά το μέρος που αφορούν Δημοτικούς και Κοινοτικούς υπαλλήλους, Βουλευτές, Νομάρχες, Δημάρχους και Προέδρους Κοινοτήτων.

γ. Τμήμα Γ’ Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής

Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 2 αρμοδιότητες κατά το μέρος που αφορούν:

αα) υπαλλήλους:

– Δημοτικών Παιδικών Σταθμών,

– των Ν.Π.Δ.Δ. του άρθρου 1 του ν. 541/1977 (Α’ 42),

– Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης,

– Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος (ΟΣΕ),

– Ελληνικών Ταχυδρομείων (ΕΛΤΑ),

– Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος (ΟΤΕ),

– Ν.Π.Δ.Δ. που η καταβολή των συντάξεών τους δεν βαρύνει το Δημόσιο,

– του ΚΕΠΕ, του Τα μείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων και του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων,

ββ) ασφαλισμένους πρώην ΤΑΚΕ,

γγ) αγωνιστές Εθνικής Αντίστασης που είναι συνταξιούχοι ΟΓΑ,

δδ) ανασφάλιστους Αγωνιστές Εθνικής Αντίστασης.

δ. Τμήμα Δ’ Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 2 αρμοδιότητες κατά το μέρος που αφορούν:

αα) υπαλλήλους και εκπαιδευτικούς:

– όλων των κατηγοριών και βαθμίδων των ΑΕΙ και των ΤΕΙ,

– της Ανώτατης Σχολής Παιδαγωγικής Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (Α.Σ.ΠΑΙ.ΤΕ),

– της Ειδικής Παιδαγωγικής Ακαδημίας,

– των Εκκλησιαστικών Σχολών,

ββ) υπαλλήλους και συμβούλους του Ινστιτούτου Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΙΤΕ),

γγ) υπαλλήλους και ερευνητές της Ακαδημίας Αθηνών,

δδ) υπαλλήλους και μέλη του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (Π.Ι.),

εε) εκπαιδευτικούς αναγνωρισμένων σχολείων της αλλοδαπής, καθώς και υπαλλήλους:

– του Ταμείου Διοίκησης και Διαχείρισης Πανεπιστημιακών Δασών (Ν.Π.Δ.Δ.),

– του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ),

– της Εθνικής Βιβλιοθήκης και των λοιπών δημοσίων βιβλιοθηκών.

5. Η Διεύθυνση Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων διαρθρώνεται στα πιο κάτω Τμήματα:

α. Τμήμα Α’ Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής

Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 2 αρμοδιότητες κατά το μέρος που αφορούν Αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων.

β. Τμήμα Β’ Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής

Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 2 αρμοδιότητες κατά το μέρος που αφορούν:

– Αξιωματικούς των Σωμάτων Ασφαλείας και του Πυροσβεστικού Σώματος,

– Πολεμικές Συντάξεις και

– Συντάξεις Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης και Αμάχου Πληθυσμού.

γ. Τμήμα Γ’ Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής

Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 2 αρμοδιότητες κατά το μέρος που αφορούν Ανθυπασπιστές, Υπαξιωματικούς και Οπλίτες των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Πυροσβεστικού Σώματος.

6. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Διενέργειας Μεταβολών και Δειγματοληπτικών Ελέγχων επί των Πολιτικών, Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων είναι οι ακόλουθες:

α) Διαγραφή αποβιωσάντων συνταξιούχων.

β) Χορήγηση τριμήνου σύνταξης.

γ) Αλλαγή διεύθυνσης κατοικίας ή αριθμού τραπεζικού λογαριασμού.

δ) Χορήγηση ή διακοπή ΕΚΑΣ.

ε) Χορήγηση ή διακοπή οικογενειακών επιδομάτων.

στ) Εξυπηρέτηση δανείων.

ζ) Χορήγηση βεβαιώσεων ή πιστοποιητικών.

η) Εκκαθάριση και ενέργειες για την πληρωμή πράξεων κανονισμού, μετά την συμπλήρωση της προβλεπόμενης ηλικίας συνταξιοδότησης.

θ) Ενέργειες, λόγω αλλαγής της προσωπικής κατάστασης, ενηλικίωσης ορφανών και λήξη της προβλεπόμενης ημερομηνίας φοίτησης συνταξιούχων.

ι) Αναστολή, περιορισμός, επαναχορήγηση και χωρισμός σύνταξης.

ια) Καταλογισμός αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών σύνταξης και επιδομάτων που διαπιστώνονται κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Διεύθυνσης.

ιβ) Έλεγχος ύψους εισοδήματος, όπου αυτό επηρεάζει το ύψος της καταβαλλόμενης σύνταξης ή επιδομάτων.

ιγ) Ενέργειες σε περίπτωση μεταβολής των ποσών σύνταξης ή των παρακολουθούντων τη σύνταξη επιδομάτων λόγω μεταβολών των μισθών ενέργειας ή άλλης αναπροσαρμογής, όταν δεν εκδίδεται συνταξιοδοτική πράξη.

ιδ) Συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Πληροφορικών Συστημάτων για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που ανακύπτουν στη Διεύθυνση και αφορούν μηχανογραφικές εφαρμογές των συντάξεων.

ιε) Εκκαθάριση και ενέργειες για την πληρωμή σύνταξης οφειλόμενης στους κληρονόμους αποβιωσάντων συνταξιούχων που προκύπτουν κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Διεύθυνσης.

ιστ) Επανέκδοση εντολής πληρωμής λόγω απώλειας ή καταστροφής.

ιζ) Ενέργειες για την καταβολή Δώρου Χριστουγέννων, Δώρου Πάσχα και Επιδόματος Αδείας στους συνταξιούχους.

ιη) Ενέργειες για την επιστροφή σύνταξης προκειμένου ο χρόνος υπηρεσίας να είναι συντάξιμος.

ιθ) Απαντήσεις στη Βουλή, σε δημόσιες αρχές, σε φορείς και σε μεμονωμένους πολίτες επί ερωτήσεων, αναφορών, ερωτημάτων και αιτημάτων συνταξιοδοτικής φύσεως, αρμοδιότητας της Διεύθυνσης.

κ) Διαβίβαση στο Ελεγκτικό Συνέδριο των, μέσω της Διεύθυνσης, ασκουμένων ενώπιον των αρμοδίων κλιμακίων του ενστάσεων για θέματα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Διενέργειας Μεταβολών επί των Πολιτικών, Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων και διατύπωση απόψεων επί των ισχυρισμών των ενισταμένων.

κα) Ενέργειες επί οικονομικών υποθέσεων δικαιωθέ-ντων στρατιωτικών συνταξιούχων.

κβ) Έλεγχος καταβαλλομένων συντάξεων ως προς την ορθή εφαρμογή των συνταξιοδοτικών διατάξεων.

κγ) Συλλογή στοιχείων τεκμηρίωσης του ελέγχου.

κδ) Επεξεργασία στοιχείων ελέγχου.

κε) Καταλογισμός αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών σύνταξης και επιδομάτων που διαπιστώνονται κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Διεύθυνσης.

κστ) Άσκηση ένστασης κατά των πράξεων κανονισμού, καθώς και κατά των πράξεων κατά την εκτέλεση αυτών, ενώπιον της Επιτροπής Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων στις περιπτώσεις διαφωνίας μεταξύ του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης και του Προϊσταμένου της αρμόδιας Διεύθυνσης Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων.

κζ) Σύνταξη της ετήσιας έκθεσης για τα αποτελέσματα των ελέγχων η οποία υποβάλλεται στον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Συντάξεων.

κη) Λογιστική παρακολούθηση των οικονομικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων του Δημοσίου που απορρέουν από τις διατάξεις περί διαδοχικής ασφάλισης, αρμοδιότητας της Διεύθυνσης.

7. Η Διεύθυνση Διενέργειας Μεταβολών και Δειγματοληπτικών Ελέγχων επί των Πολιτικών, Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων διαρθρώνεται στα πιο κάτω τμήματα:

α. Τμήμα Α’ Διενέργειας Μεταβολών

Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 7 υπό στοιχεία α’ μέχρι και κα’ αρμοδιότητες επί των συντάξεων αρμοδιότητας των Διευθύνσεων Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Πολιτικών Συντάξεων και Συντάξεων των υπαλλήλων του Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.

β. Τμήμα Β’ Διενέργειας Μεταβολών

Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 7 υπό στοιχεία α’ μέχρι και κα’ αρμοδιότητες επί των συντάξεων αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων Υπαλλήλων Ο.Τ.Α., Ν.Π.Δ.Δ. και Ειδικών Κατηγοριών, καθώς και επί των συντάξεων Λογοτεχνών-Καλλιτεχνών.

γ. Τμήμα Γ’ Διενέργειας Μεταβολών

Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 7 υπό στοιχεία α’ μέχρι και κα’ αρμοδιότητες επί των συντάξεων αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων.

δ. Τμήμα Δ’ Δειγματοληπτικών Ελέγχων

Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 7 υπό στοιχεία κβ’ μέχρι και κζ’ αρμοδιότητες επί των συντάξεων αρμοδιότητας της Διεύθυνσης αυτής.

8. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Νομοπαρασκευαστικής Εργασίας, Άσκησης Ενδίκων Μέσων και Διεθνών Σχέσεων είναι οι ακόλουθες:

α) Μελέτη και εισήγηση προτάσεων τροποποίησης των διατάξεων της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου ή των συντάξεων Ν.Π.Δ.Δ..

β) Κατάρτιση ή επεξεργασία νομοσχεδίων συνταξιοδοτικού περιεχομένου που αφορούν τις συντάξεις του Δημοσίου ή τις συντάξεις Ν.Π.Δ.Δ..

γ) Συγκέντρωση και ταξινόμηση της ισχύουσας συνταξιοδοτικής νομοθεσίας, ως και η διαρκής ή περιοδική κωδικοποίηση αυτής.

δ) Παροχή πληροφοριών σε ερωτήματα σχετικά με τις κρατήσεις επί των αποδοχών των ασφαλισμένων του Δημοσίου, για κύρια σύνταξη.

ε) Συγκέντρωση των πάσης φύσεως οικονομικών και στατιστικών στοιχείων και πληροφοριών που αναφέρονται στις συντάξεις, ως και μεθοδική κατάταξη και επεξεργασία αυτών για την υποβοήθηση της χάραξης της πολιτικής που αναφέρονται γενικά στις συντάξεις.

στ) Εκδοση σχετικού στατιστικού δελτίου.

ζ) Απαντήσεις στη Βουλή, σε δημόσιες Αρχές, σε φορείς και σε μεμονωμένους πολίτες επί Ερωτήσεων, Αναφορών, ερωτημάτων και αιτημάτων συνταξιοδοτικής φύσεως, αρμοδιότητας της Διεύθυνσης.

η) Παρακολούθηση της εφαρμογής των Ευρωπαϊκών Κανονισμών για την ασφάλιση των εργασιακά μετακινουμένων εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης, καθώς και συμπλήρωση και αποστολή των σχετικών εντύπων.

θ) Διενέργεια των οριζομένων στην παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 2592/1998.

ι) Παρακολούθηση της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας της αλλοδαπής και συγκέντρωση διεθνών στατιστικών στοιχείων του τομέα των συντάξεων.

ια) Ασκηση ενδίκων μέσων κατά των πράξεων του αρμοδίου κλιμακίου, καθώς και των αποφάσεων των Τμημάτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

ιβ) Επιμέλεια της εκδίκασης ενστάσεων, κατά εκδιδομένων πράξεων από τις Διευθύνσεις Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων.

ιγ) Επιμέλεια της εκδίκασης προσφυγών κατά πράξεων κανονισμού συντάξεων του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α.) και λοιπών Ασφαλιστικών Οργανισμών, στους οποίους, σύμφωνα με το νόμο, υφίσταται τέτοια αρμοδιότητα.

ιδ) Κοινοποίηση στους ενδιαφερομένους των αποφάσεων, που εκδίδονται από την επιτροπή του άρθρου 1 του α.ν. 599/1968 (Α’ 258).

ιε) Επιμέλεια για την αναγνώριση της διάρκειας συντάξιμης υπηρεσίας, από την Επιτροπή του άρθρου 4 του α. ν. 599/1968, σε περίπτωση αδυναμίας απόδειξης τμήματος αυτής από επίσημα στοιχεία.

ιστ) Επιμέλεια εκδίκασης των αιτήσεων αναθεώρησης κατά πράξεων της ανωτέρω Επιτροπής και κοινοποίηση των εκδιδομένων από αυτήν αποφάσεων.

ιζ) Βοηθητικές εργασίες για τη λειτουργία των ανωτέρω Επιτροπών, των άρθρων 1 και 4 του α.ν. 599/1968.

9. Η Διεύθυνση Νομοπαρασκευαστικής Εργασίας, Ασκησης Ενδίκων Μέσων και Διεθνών Σχέσεων διαρθρώνεται στα πιο κάτω τμήματα:

α. Τμήμα Α’ Συνταξιοδοτικής Νομοπαρασκευαστικής Εργασίας

Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 9, υπό στοιχεία α’ μέχρι και ζ’ αρμοδιότητες.

β. Τμήμα Β’ Διεθνών Σχέσεων

Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 9, υπό στοιχεία η’ μέχρι και ι’ αρμοδιότητες.

γ. Τμήμα Γ’ Ασκησης Ενδίκων Μέσων

Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 9, υπό στοιχεία ια’ μέχρι και ιζ’ αρμοδιότητες.

10. Οι αρμοδιότητες του Ανεξάρτητου Τμήματος Διεκπεραίωσης – Αρχείου και Πληροφόρησης Πολιτών είναι οι ακόλουθες:

α) Τήρηση πρωτοκόλλου εισερχομένων στις Διευθύνσεις Συντάξεων εγγράφων και συνταξιοδοτικών υποθέσεων.

β) Διεκπεραίωση των Εγγράφων.

γ) Καταχώρηση στα βιβλία πρωτοκόλλου των σχεδίων εξερχομένων εγγράφων.

δ) Επιμέλεια εκτύπωσης και διανομής εγκυκλίων, καθώς και των κάθε φύσης εντύπων, των σχετικών με τις Διευθύνσεις Συντάξεων.

ε) Χορήγηση αντιγράφων από έγγραφα των συνταξιοδοτικών φακέλων.

στ) Ταξινόμηση και φύλαξη των συνταξιοδοτικών φακέλων.

ζ) Τοποθέτηση των επιστρεπτέων εγγράφων στους οικείους συνταξιοδοτικούς φακέλους.

η) Τήρηση και φύλαξη του πρωτοτύπου των εκδιδομένων πράξεων ή αποφάσεων κατ’ έτος βιβλιοδετούμενων σε τόμους.

θ) Ταξινόμηση των εγγράφων που παραμένουν ή περιέρχονται για φύλαξη στο Αρχείο.

ι) Επιμέλεια δακτυλογράφησης και παραβολής των εγγράφων, πράξεων και αποφάσεων των Διευθύνσεων Συντάξεων.

11. Οι αρμοδιότητες του Ανεξάρτητου Τμήματος Εξυπηρέτησης Πολιτών ορίζονται ως εξής:

α) Υποδοχή και πληροφόρηση των πολιτών για διάφορα θέματα συνταξιοδότησης από το Δημόσιο, όπως για τις προϋποθέσεις θεμελίωσης δικαιώματος σύνταξης, τον υπολογισμό αυτής και τα κατά περίπτωση δικαιολογητικά που πρέπει να υποβληθούν.

β) Επιμέλεια άμεσης διαβίβασης των αιτήσεων παροχής πληροφοριών ή των αναφορών παραπόνων των πολιτών στις καθ’ ύλην αρμόδιες οργανικές μονάδες της Γενικής Διεύθυνσης και αποστολή αιτιολογημένων απαντήσεων προς τους πολίτες, εντός των τασσόμενων από το νόμο προθεσμιών.

γ) Μέριμνα για την εύρυθμη λειτουργία του Τηλεφωνικού Κέντρου Ενημέρωσης Πολιτών και της Αίθουσας Εξυπηρέτησης του Πολίτη.

δ) Συνεργασία με τις Διευθύνσεις Συντάξεων και με το Τμήμα Διεκπεραίωσης και Αρχείου, για την άμεση και αποτελεσματική πληροφόρηση των ενδιαφερόμενων σχετικά με την έκβαση της υπόθεσής τους στα διάφορα στάδια επεξεργασίας της.

ε) Παραλαβή και πρωτοκόλληση αιτήσεων και λοιπών εγγράφων, επικύρωση αντιγράφων και βεβαίωση του γνήσιου της υπογραφής, καθώς και χορήγηση βεβαιώσεων και πιστοποιητικών.

στ) Εκτύπωση και χορήγηση αντιγράφων συνταξιοδοτικών πράξεων νέων συνταξιούχων και ενημέρωσή τους για τα συνταξιοδοτικά δεδομένα που λήφθηκαν υπόψη για τον υπολογισμό της σύνταξής τους.

ζ) Ενέργειες για αντιμετώπιση μεταβολών της συνταξιοδοτικής κατάστασης των συνταξιούχων, όπως διαγραφή, αλλαγή διεύθυνσης και αλλαγή τραπεζικού λογαριασμού.

η) Έκδοση και διάθεση ενημερωτικών φυλλαδίων, εντύπων και οδηγιών σχετικά με θέματα των Διευθύνσεων Συντάξεων.

θ) Μέριμνα για την αποτελεσματικότερη συνεργασία με τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών (Κ.Ε.Π.).

ι) Καταγραφή υποδείξεων των πολιτών και προώθησή τους στις αρμόδιες υπηρεσιακές μονάδες για την αξιο-ποίησή τους.

12. Συνιστάται Αυτοτελές Γραφείο Δ.Α.Υ.Κ. με τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

α) Επιχειρησιακή, λειτουργική και τεχνική υποστήριξη της Διαδικτυακής Εφαρμογής Δ.Α.Υ.Κ. και

β) παροχή τεχνικής υποστήριξης και πληροφοριών προς τις Διευθύνσεις Προσωπικού-Οικονομικού των Υπουργείων, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ. Α. α’ και β’ βαθμού σχετικά με την καταχώρηση των στοιχείων στο Δ.Α.Υ.Κ..

Άρθρο 6
Τροποποίηση διατάξεων της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας περί ενδίκων μέσων

1. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:

«1. Ο κανονισμός και η εντολή πληρωμής των συντάξεων, των βοηθημάτων και των επιδομάτων που βαρύνουν το Δημόσιο και πληρώνονται από αυτό, με εξαίρεση τις προσωπικές συντάξεις, γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του Κώδικα από τις Διευθύνσεις Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους με πράξη που εκδίδεται από τον Διευθυντή της αρμόδιας Διεύθυνσης Συντάξεων. »

2. Οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 66 του π.δ. 169/ 2007 αντικαθίστανται, ως εξής:

«2. Η ένσταση ασκείται:

α) Από τον Διευθυντή της αρμόδιας Διεύθυνσης Διενέργειας Μεταβολών, Δειγματοληπτικών Ελέγχων και Ασκησης Ενδίκων Μέσων εφόσον, κατά το διενεργούμενο έλεγχο, διαπιστωθεί εσφαλμένη εφαρμογή συνταξιοδοτικών διατάξεων.

β) Από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον και μόνο κατά το μέρος του κανονισμού σύνταξης, μέσα σε έξι μήνες από τον κοινοποίηση της πράξης.»

3. Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 66 του π.δ. 169/ 2007 αντικαθίστανται ως εξής:

«4. Η διόρθωση οποιουδήποτε στοιχείου που εκ παραδρομής ενεφιλοχώρησε στις πράξεις οι οποίες εκδίδονται σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους μπορεί να γίνει από το όργανο που τις έχει εκδώσει μετά την υποβολή αίτησης θεραπείας από τον ενδιαφερόμενο, εντός έξι (6) μηνών από την κοινοποίηση της πράξης.

Το ίδιο όργανο μπορεί να διορθώσει αυτεπάγγελτα την πράξη που εξέδωσε χωρίς περιορισμό από προθεσμία αν συντρέχουν οι λόγοι που αναφέρονται στις περιπτώσεις α’, β’, γ’ της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού.»

4. Οι διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 66 του π.δ 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:

«Οι πράξεις κανονισμού σύνταξης και οι αποφάσεις της παραπάνω Επιτροπής κοινοποιούνται στον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος έχει το δικαίωμα να ασκήσει κατ’ αυτών τα ένδικα μέσα που αναφέρονται στην επόμενη παράγραφο μέσα σε έξι μήνες από τότε που θα περιέλθουν σε αυτόν.»

5. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 6 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:

«Η πράξη κανονισμού σύνταξης και η απόφαση της Επιτροπής Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων υπόκεινται σε έφεση στο αρμόδιο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που ασκείται από τον Υπουργό Οικονομικών εντός έξι μηνών από την έκδοσή τους, καθώς και από εκείνον που έχει έννομο συμφέρον εντός έξι μηνών από την κοινοποίησή τους.»

6. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 67 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:

«4. Κατά των πράξεων ή παραλείψεων του Διευθυντή της αρμόδιας Διεύθυνσης Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων που είναι σχετικές με την εκτέλεση των πράξεων ή των αποφάσεων κανονισμού συντάξεων σε βάρος του Δημοσίου, καθώς και κατά των πράξεων ή παραλείψεων του Υπουργού Οικονομικών των σχετικών με την πληρωμή των συντάξεων γενικά, χωρίς να εξαιρούνται και εκείνες που αφορούν καταλογισμό για σύνταξη που εισπράχθηκε χωρίς να οφείλεται, μπορεί να ασκηθεί ένσταση στο Ελεγκτικό Συνέδριο μέσα σε προθεσμία έξι μηνών από τότε που ο ενιστάμενος έλαβε γνώση της πράξεως ή σε περίπτωση παράλειψης από τότε που παρήλθε δίμηνο από την ημέρα που δημιουργήθηκε η υποχρέωση για έκδοση της πράξης που παραλείφθηκε.»

7. Μετά το πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 67 του π.δ. 169/2007 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Οι διατάξεις του δεύτερου και τρίτου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 66 του Κώδικα αυτού έχουν ανάλογη εφαρμογή και για την προθεσμία άσκησης της ένστασης της παραγράφου αυτής.»

8. Οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 105 του Κώδικα Πολεμικών Συντάξεων π.δ. 168/2007 (Α’ 209) αντικαθίστανται ως εξής:

«1. Ο κανονισμός και η εντολή πληρωμής των συντάξεων, των βοηθημάτων και των επιδομάτων που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κώδικα αυτού, γίνεται από τις Διευθύνσεις Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους με πράξη που εκδίδεται από τον Διευθυντή της αρμόδιας Διεύθυνσης Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων.»

9. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α’ και β’ της παρ. 3 του άρθρου 105 του π. δ. 168/2007 αντικαθίστανται ως εξής:

«3. Η πράξη κανονισμού σύνταξης υπόκειται σε ένσταση που ασκείται για οποιονδήποτε λόγο στην Επιτροπή Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων, η οποία αποτελείται από τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους ως Πρόεδρο, που αναπληρώνεται από τον αρχαιότερο Προϊστάμενο Διεύθυνσης των Διευθύνσεων Συντάξεων της ίδιας Γενικής Διεύθυνσης, και από δύο Προϊσταμένους Διευθύνσεων των Διευθύνσεων Συντάξεων ως μέλη, οι οποίοι δεν μετείχαν άμεσα ή έμμεσα στην έκδοση και τον έλεγχο της πράξης που προσβάλλεται και οι οποίοι αναπληρώνονται από ισάριθμους Προϊσταμένους Διευθύνσεων ή Τμημάτων των Διευθύνσεων Συντάξεων της παραπάνω Γενικής Διεύθυνσης.»

10. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α’ και β’ της παρ. 4 του άρθρου 105 του π. δ. 168/2007 αντικαθίστανται ως εξής:

«4. Η ένσταση ασκείται:

α) από τον Διευθυντή της αρμόδιας Διεύθυνσης Διενέργειας Μεταβολών, Δειγματοληπτικών Ελέγχων και Ασκησης Ενδίκων Μέσων εφόσον, κατά το διενεργούμενο έλεγχο διαπιστωθεί εσφαλμένη εφαρμογή συνταξιοδοτικών διατάξεων και

β) από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον εντός έξι μηνών από την κοινοποίηση της πράξης.»

11. Οι διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 105 του π.δ. 168/2007 αντικαθίστανται ως εξής:

«6. Η διόρθωση οποιουδήποτε στοιχείου που εκ παραδρομής ενεφιλοχώρησε στις πράξεις οι οποίες εκδίδονται σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους μπορεί να γίνει από το όργανο που τις έχει εκδώσει μετά την υποβολή αίτησης θεραπείας από τον ενδιαφερόμενο, εντός έξι (6) μηνών από την κοινοποίηση της πράξης.

Το ίδιο όργανο μπορεί να διορθώσει αυτεπάγγελτα την πράξη που εξέδωσε χωρίς περιορισμό από προθεσμία αν συντρέχουν οι λόγοι που αναφέρονται στις περιπτώσεις α’ , β’ , γ’ της παραγράφου 5 του άρθρου αυτού.»

12. Οι διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 105 του π. δ. 168/2007 αντικαθίστανται ως εξής:

«8. Οι πράξεις κανονισμού σύνταξης και οι αποφάσεις της Επιτροπής, που αναφέρεται στην παράγραφο 3, κοινοποιούνται στον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, ο οποίος έχει το δικαίωμα να ασκήσει κατ’ αυτών τα ένδικα μέσα που αναφέρονται στο επόμενο άρθρο μέσα σε έξι μήνες από τότε που θα περιέλθει σε αυτόν η πράξη ή η απόφαση.»

13. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 106 του π. δ. 168/2007 αντικαθίστανται ως εξής:

«1. Η πράξη κανονισμού σύνταξης και η απόφαση της Επιτροπής Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων υπόκεινται σε έφεση ενώπιον του οικείου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η οποία ασκείται από τον Υπουργό Οικονομικών εντός έξι μηνών από την έκδοσή τους, καθώς και από κάθε έναν που έχει έννομο συμφέρον εντός έξι μηνών από την κοινοποίησή τους.»

14. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 107 του π.δ. 168/2007 αντικαθίστανται ως εξής:

«4. Κατά των πράξεων ή παραλείψεων του Διευθυντή της αρμόδιας Διεύθυνσης Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων που είναι σχετικές με την εκτέλεση των πράξεων ή των αποφάσεων κανονισμού συντάξεων σε βάρος του Δημοσίου, καθώς και κατά των πράξεων ή παραλείψεων του Υπουργού Οικονομικών των σχετικών με την πληρωμή των συντάξεων γενικά, χωρίς να εξαιρούνται και εκείνες που αφορούν καταλογισμό για σύνταξη που εισπράχθηκε χωρίς να οφείλεται, μπορεί να ασκηθεί ένσταση στο Ελεγκτικό Συνέδριο μέσα σε προθεσμία έξι μηνών από τότε που ο ενιστάμενος έλαβε γνώση της πράξεως ή σε περίπτωση παράλειψης από τότε που παρήλθε δίμηνο από την ημέρα που δημιουργήθηκε η υποχρέωση για έκδοση της πράξης που παραλείφθηκε.»

15. Μετά το πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 107 του π. δ. 168/2007, προστίθεται εδάφιο, ως εξής:

«Οι διατάξεις του δεύτερου και τρίτου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για την προθεσμία άσκησης της ένστασης της παραγράφου αυτής, καθώς και της παρ. 8 του άρθρου 105 του Κώδικα αυτού.»

16. α. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται ο χρόνος έναρξης ισχύος των διατάξεων του προηγούμενου άρθρου και αυτού, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής των διατάξεων αυτών.

β. Από την καθοριζόμενη, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, ημερομηνία έναρξης ισχύος του άρθρου αυτού καταργούνται τα άρθρα 8-14 του π.δ. 79/1990, καθώς και η παρ. 2 του άρθρου 2 του π. δ. 509/1991 (Α’ 190).

γ. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών προσδιορίζεται ετησίως το μέγεθος και τα κριτήρια του δείγματος των ελέγχων που διενεργεί το Τμήμα Δ’ της Διεύθυνσης Διενέργειας Μεταβολών και Δειγματοληπτικών Ελέγχων επί των Πολιτικών, Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων.

Άρθρο 7
Έκταση εφαρμογής

Οι διατάξεις του Κεφαλαίου Α’ , καθώς και οι διατάξεις του άρθρου 6 του Κεφαλαίου Ε’ , κατά το μέρος που αφορούν τις προθεσμίες άσκησης των προβλεπομένων από αυτές ενδίκων μέσων, εφαρμόζονται αναλόγως και για τους υπαλλήλους των Ο.Τ.Α. και των άλλων Ν.Π.Δ.Δ. που διέπονται από το ίδιο με τους δημοσίους υπαλλήλους συνταξιοδοτικό καθεστώς, είτε οι συντάξεις τους βαρύνουν το Δημόσιο είτε τους οικείους φορείς, καθώς και για το προσωπικό του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος και των υπαλλήλων των ασφαλιστικών Τα μείων του προσωπικού των Σιδηροδρομικών Δικτύων, που διέπονται από το καθεστώς του ν.δ. 3395/1955 (Α’ 276).

ΜΕΡΟΣ Β’
ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ, ΣΥΝΘΕΤΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
ΣΥΝΘΕΤΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ

Άρθρο 8
Έννοια και προϋποθέσεις δημιουργίας σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων

1. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 2160/1993, όπως ισχύει, προστίθεται περίπτωση Γ’ ως εξής:

«Γ. Σύνθετα Τουριστικά Καταλύματα:

Ως Σύνθετα Τουριστικά Καταλύματα χαρακτηρίζονται τα ξενοδοχειακά καταλύματα των περιπτώσεων α’ , γ’ και δ’ της παραγράφου 1 Α, που ανεγείρονται σε συνδυασμό: α) με τουριστικές επιπλωμένες κατοικίες της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1Β και β) με εγκαταστάσεις ειδικής τουριστικής υποδομής της παραγράφου 3.»

2.α. Επί των τουριστικών επιπλωμένων κατοικιών που περιλαμβάνονται στα σύνθετα τουριστικά καταλύματα της προηγούμενης παραγράφου επιτρέπεται η σύσταση διηρημένων ιδιοκτησιών, οριζοντίων και καθέτων, κατά τις κείμενες διατάξεις, και η σύσταση ή μεταβίβαση σε τρίτους ενοχικών και εμπραγμάτων δικαιωμάτων επ’ αυτών. Το ποσοστό των δυνάμενων να πωληθούν ή εκμισθωθούν μακροχρονίως τουριστικών επιπλωμένων κατοικιών δεν μπορεί να υπερβαίνει το 30% της συνολικώς δομούμενης επιφάνειας του σύνθετου τουριστικού καταλύματος. Η μακροχρόνια μίσθωση συνομολογείται για χρονικό διάστημα δέκα (10) τουλάχιστον ετών.

β. Η περίπτωση α’ εφαρμόζεται μόνον εφόσον συντρέχουν σωρευτικώς οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

αα. τα σύνθετα τουριστικά καταλύματα αναπτύσσονται σε γήπεδα ίσα ή μεγαλύτερα των 150.000 τ.μ.,

ββ. τα ξενοδοχεία που συμπεριλαμβάνονται σε αυτά κατατάσσονται στην κατηγορία των πέντε αστέρων,

γγ. έχουν εκδοθεί όλες οι οικοδομικές άδειες και λοιπές αναγκαίες εγκρίσεις για την έναρξη των οικοδομικών εργασιών του σύνθετου τουριστικού καταλύματος.

3. Τα σύνθετα τουριστικά καταλύματα διέπονται από Κανονισμό Συνιδιοκτησίας και Λειτουργίας που καταρτίζεται, με συμβολαιογραφική πράξη, από τον ιδιοκτήτη του ακινήτου και εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού. Με τον κανονισμό αυτόν, ο οποίος μεταγράφεται μαζί με την πράξη σύστασης οριζοντίων και καθέτων ιδιοκτησιών, καθορίζονται ιδίως: (i) τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των ιδιοκτητών των αυτοτελών διηρημένων ιδιοκτησιών και οι περιορισμοί της ιδιοκτησίας τους, καθώς και των λοιπών χρηστών που έλκουν από αυτούς δικαιώματα, (ii) τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις επί των κοινόκτητων και κοινόχρηστων χώρων, κτισμάτων, εγκαταστάσεων έργων και υπηρεσιών και οι περιορισμοί αυτών, (iii) ο φορέας διαχείρισης και λειτουργίας και τα ζητήματα που αφορούν τη διοίκηση του σύνθετου τουριστικού καταλύματος, καθώς και την εποπτεία και την άσκηση ελέγχου επί των επί μέρους αυτοτελών διηρημένων ιδιοκτησιών, (iv) οι ελάχιστες παρεχόμενες ξενοδοχειακές και τουριστικές υπηρεσίες προς τους ιδιοκτήτες των αυτοτελών διηρημένων ιδιοκτησιών σε ετήσια βάση και (v) οι κοινές δαπάνες και ο τρόπος υπολογισμού και κατανομής τους στους ιδιοκτήτες των αυτοτελών διηρημένων ιδιοκτησιών, ο τρόπος και το είδος εκμετάλλευσης των κοινόκτητων χώρων, έργων και υπηρεσιών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού εγκρίνεται πρότυπος κανονισμός συνιδιοκτησίας και λειτουργίας και καθορίζεται το ελάχιστο περιεχόμενο αυτού. Ο εγκρινόμενος κατά τα ανωτέρω Κανονισμός Συνιδιοκτησίας και Λειτουργίας προσαρτάται σε κάθε δικαιοπραξία με αντικείμενο τη σύσταση, αλλοίωση, μετάθεση ή μεταβίβαση ενοχικών ή εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί των αυτοτελών διηρημένων ιδιοκτησιών που προβλέπονται στην παράγραφο 2 και δεσμεύει όλους.

4. Οι ιδιοκτήτες ή οι μισθωτές των αυτοτελών διηρημένων ιδιοκτησιών δεν μπορούν να εκμισθώνουν ή να υπομισθώνουν τα ακίνητα σε τρίτους ή να συνιστούν εμπράγματα δικαιώματα επικαρπίας ή οίκησης παρά μόνο σύμφωνα με τους όρους και περιορισμούς που καθορίζονται στον οικείο κανονισμό.

5. Η μεταβίβαση της κυριότητας ή η εκμίσθωση των αυτοτελών διηρημένων ιδιοκτησιών που προβλέπονται στην παράγραφο 2 επιτρέπεται μόνο μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής του ξενοδοχειακού καταλύματος και της ειδικής τουριστικής υποδομής και εφόσον έχει χορηγηθεί το σήμα λειτουργίας αυτών από τον ΕΟΤ. Η χορήγηση του σήματος μνημονεύεται στη σχετική πράξη μεταβίβασης ή εκμίσθωσης και σε κάθε άλλη συναφή πράξη.

6. Οι ρυθμίσεις των προηγούμενων παραγράφων μπορεί να εφαρμόζονται και επί υφισταμένων ξενοδοχειακών καταλυμάτων της παρ. 1 Α του άρθρου 2 του ν. 2160/1993 που έχουν κατασκευασθεί σε γήπεδα τουλάχιστον 50.000 τ. μ. και τα οποία πληρούν ή μπορεί να αποκτήσουν τις λοιπές προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο, εφόσον:

α) διαθέτουν σε ισχύ ειδικό σήμα λειτουργίας,

β) τα προς μεταβίβαση ή προς μακροχρόνια μίσθωση τμήματα δεν έχουν υπαχθεί στις επιδοτήσεις της αναπτυξιακής νομοθεσίας κατά τα τελευταία πέντε έτη. Σε αντίθετη περίπτωση, το ποσό της ενίσχυσης ή επιδότησης που έχει χορηγηθεί για τα τμήματα αυτά, επιστρέφεται και

γ) ο νομίμως υλοποιημένος συντελεστής δόμησης είναι ίσος ή μικρότερος του 0,15. Εφόσον ο συντελεστής αυτός είναι μεγαλύτερος του 0,15, η υπαγωγή στις ρυθμίσεις των προηγούμενων παραγράφων επιτρέπεται εφόσον συντρέχουν και οι εξής προϋποθέσεις:

αα. Για νομίμως υλοποιημένο συντελεστή δόμησης έως 0,20, καταβάλλεται ειδική εισφορά ίση με ποσοστό 5% επί της αντικειμενικής αξίας των τουριστικών εγκαταστάσεων οι οποίες αντιστοιχούν στο συντελεστή δόμησης που υπερβαίνει το 0,15. Η αντικειμενική αξία ορίζεται σύμφωνα με το σύστημα αντικειμενικών αξιών του Υπουργείου Οικονομικών.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού και Τουρισμού, καθορίζεται η διαδικασία επιβολής της εισφοράς, ο τρόπος και οι υπόχρεοι καταβολής, η διαδικασία πληρωμής και κάθε σχετική λεπτομέρεια. Η καταβολή της εισφοράς αποτελεί προϋπόθεση για τη μεταβίβαση της κυριότητας των αυτοτελών ιδιοκτησιών.

ββ. Για νομίμως υλοποιημένο συντελεστή δόμησης μεγαλύτερο του 0,20, είτε κατεδαφίζονται τμήμα ή τμήματα των τουριστικών εγκαταστάσεων, τα οποία αντιστοιχούν στο συντελεστή δόμησης που υπερβαίνει το 0,20, είτε απαιτείται όμορο γήπεδο που να καλύπτει το ποσοστό του υπερβάλλοντος του 0,20 συντελεστή δόμησης.

Στις περιπτώσεις της παραγράφου αυτής επί υφιστάμενων ξενοδοχειακών καταλυμάτων που έχουν κατασκευαστεί σε γήπεδα μικρότερα των 150.000 τ.μ. το ποσοστό των δυνάμενων να πωληθούν ή εκμισθωθούν μακροχρονίως, κατά την έννοια της παραγράφου 2α, τουριστικών επιπλωμένων κατοικιών δεν μπορεί να υπερβαίνει το 20% της συνολικώς δομημένης επιφάνειας του σύνθετου τουριστικού καταλύματος.

7.α.Το πρώτο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 2 του ν. 2160/1993 δεν εφαρμόζεται στα σύνθετα τουριστικά καταλύματα του παρόντος άρθρου.

β. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, καταργούνται η παρ. 13 του άρθρου 39 του ν. 3105/2003 (Α’ 29) και το π.δ. 250/2003 (Α’ 226).

Άρθρο 9
Όροι δόμησης και προδιαγραφές σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων

1. α. Για τη δημιουργία σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων εκδίδεται κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτισμού και Τουρισμού και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού. Με την απόφαση αυτή καθορίζονται:

αα. Οι ειδικότερες κατηγορίες έργων, δραστηριοτήτων και εγκαταστάσεων που πρόκειται να ανεγερθούν στην έκταση του σύνθετου τουριστικού καταλύματος.

ββ. Η γενική διάταξη των κτιρίων και εγκαταστάσεων με αναφορά σε τοπογραφικό διάγραμμα κλίμακας 1:5.000. Στη γενική διάταξη πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα ώστε οι τουριστικές επιπλωμένες κατοικίες να αποτελούν ενότητα διακριτή από το ξενοδοχειακό κατάλυμα.

γγ. Οι περιβαλλοντικοί όροι του σύνθετου τουριστικού καταλύματος, ύστερα από τήρηση της διαδικασίας που ορίζεται στο ν. 1650/1986, όπως ισχύει.

β. Η δημιουργία σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων σε γήπεδα μεγαλύτερα των 800.000 τ.μ. επιτρέπεται μόνο σε Περιοχές Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης (Π.Ο.Τ.Α.) που χαρακτηρίζονται και οριοθετούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 29 του ν. 2545/1997, όπως τροποποιείται με το νόμο αυτόν. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται επί γηπέδων μεγαλύτερων των 800.000 τ.μ. για τα οποία έχουν καθοριστεί, με ειδικές διατάξεις, ειδικά πολεοδομικά καθεστώτα τουριστικής ανάπτυξης και αξιοποίησης. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτισμού και Τουρισμού, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να συμπληρώνονται οι διατάξεις των ειδικών καθεστώτων του προηγούμενου εδαφίου, οι οποίες αφορούν τις επιτρεπόμενες χρήσεις και λειτουργίες, καθώς και τη θέση και τη διάταξη των κτιρίων, προκειμένου να προσαρμόζονται στις ειδικότερες προβλέψεις δημιουργίας σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων.

γ. Ως εμβαδά ιδιοκτησιών για την εφαρμογή των διατάξεων των περιπτώσεων α’ και β’ , λαμβάνονται τα εμβαδά που αυτές είχαν στις 31.12.2010. Γήπεδα που δημιουργούνται από συνένωση μπορεί να υπάγονται στις διατάξεις των προηγούμενων περιπτώσεων και μετά την πάροδο της ημερομηνίας αυτής. Δρόμοι ή και άλλα τεχνικά έργα, καθώς και ρέματα που διαπερνούν εκτάσεις που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων δεν συνιστούν κατάτμηση αυτών, ούτε προσμετρώνται για τον υπολογισμό του ελάχιστου εμβαδού των ιδιοκτησιών.

δ. Σύνθετα τουριστικά καταλύματα επιτρέπεται να δημιουργούνται και εντός εγκαταλελειμμένων οικισμών προ του 1923 ή κάτω των 2.000 κατοίκων σε συνδυασμό με την ανάπλαση τμήματος ή και του συνόλου του οικισμού. Για το σκοπό αυτόν, οι ενδιαφερόμενοι δημόσιοι ή ιδιωτικοί φορείς καταρτίζουν πρόγραμμα τουριστικής αξιοποίησης και οικιστικής αναζωογόνησης του οικείου οικισμού, το οποίο εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτισμού και Τουρισμού ύστερα από γνώμη του ΕΟΤ. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτισμού και Τουρισμού και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού καθορίζονται τα ειδικότερα κριτήρια επιλογής των σχετικών οικισμών, οι τρόποι και τα μέσα πολεοδομικής επέμβασης, οι τρόποι απόκτησης των απαιτούμενων ακινήτων, τα παρεχόμενα πολεοδομικά ή και οικονομικά κίνητρα, οι φορείς υλοποίησης των σχετικών προγραμμάτων και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.

ε. Η δημιουργία σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων σε περιοχές, στις οποίες παρατηρείται έλλειμμα υδατικών πόρων, επιτρέπεται εφόσον καλυφθούν οι ανάγκες τους σε νερό με κατάλληλο κατά περίπτωση τρόπο, όπως δημιουργία ταμιευτήρων, χρήση ανακυκλωμένου νερού, αφαλάτωση κ.λπ..

2. α. Η δημιουργία σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων εναρμονίζεται με τις κατευθύνσεις του εκάστοτε ισχύοντος Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό και τις χρήσεις γης και λειτουργίες της ευρύτερης περιοχής. Με απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 3 του ν. 2742/1999 μπορεί να καθορίζονται ειδικές χωροταξικές κατευθύνσεις για τη δημιουργία σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων.

β. Όπου στις διατάξεις της υπ’ αριθμ. 24208/4.6.2009 απόφασης «Έγκριση Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό» (Β’ 1138) αναφέρονται οι «σύνθετες και ολοκληρωμένες τουριστικές υποδομές μικτής χρήσης» νοούνται εφεξής τα σύνθετα τουριστικά καταλύματα του παρόντος νόμου.

3. α. Τα σύνθετα τουριστικά καταλύματα υπόκεινται στους όρους και περιορισμούς της εκτός σχεδίου δόμησης τουριστικών εγκαταστάσεων του από 20/28.1.1988 προεδρικού διατάγματος (Δ’ 61), όπως ισχύει. Ο συντελεστής δόμησης είναι ενιαίος για το σύνολο του σύνθετου τουριστικού καταλύματος και δεν μπορεί να υπερβαίνει το 0,15 και ειδικώς για τα κατοικημένα νησιά, πλην Κρήτης, Κέρκυρας, Εύβοιας και Ρόδου, το 0,10. Για τον υπολογισμό της μέγιστης εκμετάλλευσης και των λοιπών όρων και περιορισμών δόμησης, η έκταση στην οποία αναπτύσσεται το σύνθετο τουριστικό κατάλυμα νοείται ως ενιαίο σύνολο.

β. Εφόσον ο υλοποιούμενος συντελεστής δόμησης δεν υπερβαίνει το 0,10, το ποσοστό των δυνάμενων να πωληθούν ή εκμισθωθούν μακροχρονίως τουριστικών επιπλωμένων κατοικιών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο προηγούμενο άρθρο, καθορίζεται σε 40% της συνολικώς δομούμενης επιφάνειας του σύνθετου τουριστικού καταλύματος. Το ποσοστό αυτό προσαυξάνεται σε 60% όταν ο υλοποιούμενος συντελεστής δόμησης είναι ίσος ή μικρότερος του 0,05.

γ. Η υπαγωγή σε μία εκ των δύο ανωτέρω περιπτώσεων α’ ή β’ είναι δεσμευτική και για κάθε μεταγενέστερη αναθεώρηση ή τροποποίηση της οικοδομικής αδείας του σύνθετου τουριστικού καταλύματος.

δ. Ειδικότερες διατάξεις με τις οποίες έχουν καθοριστεί μικρότεροι συντελεστές δόμησης ή και αυστηρότεροι όροι και περιορισμοί δόμησης για την τουριστική αξιοποίηση συγκεκριμένων γηπέδων, διατηρούνται σε ισχύ.

ε. Το ελάχιστο απαιτούμενο εμβαδόν των τουριστικών επιπλωμένων κατοικιών ορίζεται σε 100 τ.μ. ανά αυτοτελή διηρημένη ιδιοκτησία. Οι ημιυπαίθριοι χώροι που κατασκευάζονται στις τουριστικές επιπλωμένες κατοικίες, οι στεγασμένοι χώροι στάθμευσης αυτοκινήτων που δημιουργούνται εντός αυτών και οι υπόγειοι χώροι αυτών, η οροφή των οποίων υπερβαίνει τα 0,80 μ. από την οριστική στάθμη του εδάφους, προσμετρώνται στο συντελεστή δόμησης. Οι ρυθμίσεις της περιπτώσεως αυτής εφαρμόζονται και για τις τουριστικές επιπλωμένες κατοικίες που περιλαμβάνονται στα υφιστάμενα ξενοδοχειακά καταλύματα της παραγράφου 6 του άρθρου 8.

στ. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτισμού και Τουρισμού καθορίζονται ειδικές ενεργειακές προδιαγραφές για τα σύνθετα τουριστικά καταλύματα, ιδίως όσον αφορά την εξοικονόμηση νερού, τη διαχείριση των αποβλήτων και την εν γένει ενεργειακή απόδοση των κτιρίων και εγκαταστάσεων που περιλαμβάνονται σε αυτά.

4. Η επενδυτική δαπάνη των προς μεταβίβαση ή μακροχρόνια μίσθωση τμημάτων των σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων δεν μπορεί να υπάγεται στα κίνητρα της αναπτυξιακής νομοθεσίας.

5. Με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού καθορίζονται οι τεχνικές και λειτουργικές προδιαγραφές, καθώς και οι λοιποί όροι και προϋποθέσεις, οι οποίες πρέπει να πληρούνται για τη δημιουργία των σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων. Με τις προδιαγραφές αυτές καθορίζονται και οι κοινόχρηστοι χώροι των ξενοδοχειακών καταλυμάτων, οι οποίοι πρέπει να είναι επαρκείς για την κάλυψη και της δυναμικότητας σε κλίνες που αντιστοιχεί στις τουριστικές επιπλωμένες κατοικίες.

6. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού και Τουρισμού καθορίζονται τα μέτρα και οι προϋποθέσεις για την προστασία και κάλυψη των δικαιωμάτων των συνιδιοκτητών του σύνθετου τουριστικού καταλύματος, ιδίως στις περιπτώσεις που είτε κωλύεται η ορθή λειτουργία της συνιδιοκτησίας λόγω σοβαρής αδυναμίας του φορέα εκμετάλλευσης του τουριστικού καταλύματος να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του προς αυτήν είτε εγείρονται αξιώσεις τρίτων κατά του πιο πάνω φορέα που θίγουν τα δικαιώματα συνιδιοκτησίας, και ρυθμίζεται κάθε σχετικό θέμα. Με την έκδοση του ως άνω προεδρικού διατάγματος ρυθμίζονται, μεταξύ άλλων, και θέματα υπαγωγής των φορέων εκμετάλλευσης των σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων σε συστήματα χρηματοοικονομικής ασφάλειας μέσω των κατάλληλων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών οργανισμών, συμπεριλαμβανομένων χρηματοοικονομικών εγγυήσεων σε περίπτωση πτωχεύσεως ή αφερεγγυότητας.

7.α. Τα άρθρα 610, 616 και 617 του Αστικού Κώδικα δεν εφαρμόζονται επί μακροχρόνιων μισθώσεων τουριστικών επιπλωμένων κατοικιών συναπτόμενων εντός σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων.

β. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 2 του ν. 1652/1986, καθώς και οι διατάξεις του άρθρου 3 του ιδίου ως άνω νόμου, όπως ισχύουν, εφαρμόζονται αναλόγως και στις μακροχρόνιες μισθώσεις που συνάπτονται επί τουριστικών επιπλωμένων κατοικιών σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 8 του παρόντος.

8. Τα δικαιώματα μακροχρόνιας μίσθωσης που αποκτώνται επί των τουριστικών επιπλωμένων κατοικιών κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 8 του παρόντος, σημειώνονται στο περιθώριο των οικείων βιβλίων μεταγραφών των αρμόδιων Υποθηκοφυλακείων ή Κτηματολογικών Γραφείων. Μεταγραπτέα πράξη αποτελούν τα σχετικά μισθωτήρια συμβόλαια, τα οποία, επί ποινή ακυρότητας, καταρτίζονται μεσυμβολαιογραφικό έγγραφο.

9. Στις ρυθμίσεις του άρθρου αυτού, μπορεί να υπαχθούν και τουριστικές επενδύσεις που διαθέτουν σε ισχύ εγκεκριμένους περιβαλλοντικούς όρους και οι οποίες πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 8. Στις περιπτώσεις αυτές, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, πλην της περιπτώσεως ε’ . Τουριστικές επενδύσεις που διαθέτουν θετική Προκαταρκτική Περιβαλλοντική Εκτίμηση και Αξιολόγηση μπορεί επίσης να υπαχθούν στις ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 8 και ολοκληρώσουν τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησής τους σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση α’ της παραγράφου 1 του παρόντος.

Άρθρο 10
Απόσυρση παλαιών τουριστικών καταλυμάτων

1. α. Οι κύριοι των τουριστικών καταλυμάτων που προβλέπονται στις περιπτώσεις α’ , β’ και γ’ της παρ. 1 Α του άρθρου 2 του ν. 2160/1993 και τα οποία στερούνται σήματος λειτουργίας αδιαλείπτως κατά τη χρονική περίοδο από 1.1.1991 έως και την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού, οφείλουν να καταβάλουν ειδικό ετήσιο τέλος επιβάρυνσης του περιβάλλοντος η οποία προκαλείται από την εγκατάλειψή τους. Το τέλος επιβάλλεται εφόσον τα ανωτέρω καταλύματα δεν επαναλειτουργήσουν σύμφωνα με τις διατάξεις της ισχύουσας τουριστικής νομοθεσίας εντός τριών ετών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού και για όσο χρονικό διάστημα παραμένουν σε εγκατάλειψη. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτισμού και Τουρισμού καθορίζονται τα κριτήρια για το χαρακτηρισμό τουριστικών καταλυμάτων ή και άλλων κτιρίων ως εγκαταλελειμμένων, η αρμόδια υπηρεσία, ο τρόπος και η διαδικασία ελέγχου, οι όροι και οι προϋποθέσεις διαπίστωσης και χαρακτηρισμού αυτών ως εγκαταλελειμμένων, οι περιπτώσεις εξαίρεσης από την επιβολή του τέλους λόγω ειδικότερων διατάξεων και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.

β. Το ετήσιο τέλος είναι ίσο με ποσοστό 2% επί της αντικειμενικής αξίας των ακινήτων σύμφωνα με το σύστημα αντικειμενικών αξιών του Υπουργείου Οικονομικών κατά το χρόνο της επιβολής. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού και Τουρισμού καθορίζεται η διαδικασία επιβολής του τέλους, ο τρόπος βεβαίωσης αυτού, οι υπόχρεοι καταβολής, οι τρόποι πληρωμής και κάθε σχετική λεπτομέρεια. Η βεβαίωση του τέλους μπορεί να γίνει μία φορά και ισχύει μέχρις ότου προσκομιστεί από τον υπόχρεο βεβαίωση κατεδάφισης ή άδεια λειτουργίας του τουριστικού καταλύματος, εκτός εάν επαναπροσδιοριστεί το παραπάνω ποσοστό οπότε και επαναβεβαιώνεται. Ο επαναπροσδιορισμός του ποσοστού γίνεται επίσης με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού και Τουρισμού.

γ. Το τέλος κατατίθεται υπέρ του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Πράσινο Ταμείο», τηρείται σε ειδικό λογαριασμό με την ονομασία «Ταμείο Περιβαλλοντικού Ισοζυγίου» και διατίθεται για προγράμματα και δράσεις περιβαλλοντικής αποκατάστασης και προστασίας χώρων με ιδιαίτερη πολιτιστική, τουριστική και ιστορική σημασία, εντός του πρωτοβάθμιου Ο.Τ.Α. στη διοικητική περιφέρεια του οποίου βρίσκονται τα εγκαταλελειμμένα τουριστικά καταλύματα. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτισμού και Τουρισμού μπορεί να καθορίζεται η διαδικασία κατάθεσης και απόδοσης του τέλους στο Πράσινο Ταμείο και κάθε σχετική λεπτομέρεια.

2. α. Επιτρέπεται η κατεδάφιση των τουριστικών καταλυμάτων τα οποία προβλέπονται στις περιπτώσεις α’, β’ και γ’ της παρ. 1Α του άρθρου 2 του ν. 2160/ 1993 και βρίσκονται εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεως και εκτός ορίων οικισμών που προϋφίστανται του έτους 1923 ή έχουν πληθυσμό κάτω των 2.000 κατοίκων, η οποία συνδυάζεται με την ανάπλαση και τη συνολική αναβάθμιση του άμεσου περιβάλλοντος υποδοχής τους.

β. Τα τουριστικά καταλύματα της περίπτωσης α’ που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου πρέπει:

αα. Να έχουν ανεγερθεί με βάση νόμιμη οικοδομική άδεια.

ββ. Να έχουν λειτουργήσει με βάση νόμιμη άδεια λειτουργίας για χρονική περίοδο μεγαλύτερη των δεκαπέντε (15) ετών.

γγ. Να μην έχουν λάβει για χρονική περίοδο μεγαλύτερη των δέκα (10) ετών οποιαδήποτε κρατική ενίσχυση. Σε αντίθετη περίπτωση το ποσό της ενίσχυσης ή επιδότησης που έχει χορηγηθεί επιστρέφεται. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Πολιτισμού και Τουρισμού καθορίζονται η διαδικασία και ο φορέας επιστροφής της ενίσχυσης ή επιδότησης, τα δικαιολογητικά και στοιχεία που πρέπει να υποβάλει ο υπόχρεος και κάθε σχετική λεπτομέρεια.

δδ. Η συνδρομή των προϋποθέσεων της παραγράφου αυτής διαπιστώνεται με πράξη του ΕΟΤ ύστερα από αίτηση του κυρίου του ακινήτου.

γ. Κίνητρο για την υπαγωγή στις διατάξεις του άρθρου αυτού είναι το δικαίωμα χρήσης συντελεστή δόμησης έως 0,1 για τη δημιουργία νέων τουριστικών επιπλωμένων επαύλεων ή κατοικιών της περίπτωσης α’ της παρ. 1Β του άρθρου 2 του ν. 2160/1993, οι οποίες θα συνοδεύονται υποχρεωτικώς και από μία, κατ’ ελάχιστον, εγκατάσταση ειδικής τουριστικής υποδομής της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 2160/1993, εφόσον οι παραπάνω χρήσεις δεν απαγορεύονται στην περιοχή του τουριστικού καταλύματος και κατά παρέκκλιση των όρων και περιορισμών δόμησης της περιοχής αυτής. Ο συντελεστής δόμησης είναι ενιαίος για το σύνολο των πιο πάνω εγκαταστάσεων. Σε κάθε δε περίπτωση, η συνολική επιτρεπόμενη δόμηση για τις εγκαταστάσεις της περίπτωσης αυτής δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 15.000 τ.μ.. Με την επιφύλαξη των όσων ορίζονται στην επόμενη περίπτωση, κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του οικοδομικού και κτιριοδομικού κανονισμού.

δ. Οι διατάξεις της περίπτωσης α’ της παραγράφου 2 και των παραγράφων 3-5 του άρθρου 8, καθώς και οι διατάξεις της περίπτωσης ε’ της παραγράφου 3 και των παραγράφων 7 και 8 του άρθρου 9, εφαρμόζονται και επί των εγκαταστάσεων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, με την επιφύλαξη του ποσοστού των δυνάμενων να πωληθούν τουριστικών επιπλωμένων κατοικιών, το οποίο εν προκειμένω δεν μπορεί να υπερβαίνει το 60% της συνολικώς δομούμενης επιφάνειας.

ε. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται σε τουριστικά κορεσμένες περιοχές ή σε περιοχές με φθίνουσα τουριστική ζήτηση ή με υποβάθμιση των φυσικών τους πόρων και του φυσικού περιβάλλοντος ή του τουριστικού τους προϊόντος λόγω κακής ποιότητας και παλαιότητας των τουριστικών καταλυμάτων, καθώς και στα νησιά που αναπτύσσονται τουριστικά ή στα νησιά με σημαντική τουριστική δραστηριότητα, όπως αυτά ορίζονται, με βάση την ένταση και το είδος της τουριστικής δραστηριότητας, στο άρθρο 5 της υπ’ αριθμ. 24208/ 4.6.2009 απόφασης «Έγκριση Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό» (Β’ 1138). Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτισμού και Τουρισμού μπορεί να καθορίζονται οι ειδικότερες περιοχές στις οποίες είναι δυνατή η κατεδάφιση των τουριστικών καταλυμάτων σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο αυτή.

στ. Με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού καθορίζεται η χρονική διάρκεια ισχύος της δυνατότητας απόσυρσης των παλαιών τουριστικών καταλυμάτων, τυχόν ειδικότερες δράσεις, μέτρα, παρεμβάσεις και κατευθύνσεις που εξυπηρετούν την απόσυρση των παλαιών τουριστικών καταλυμάτων και κάθε άλλη σχετική διαδικασία και λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.

3. Στις ρυθμίσεις της παραγράφου 2 υπάγονται επίσης και τα τουριστικά καταλύματα που προβλέπονται στην περίπτωση α’ της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού και τα οποία βρίσκονται σε περιοχές εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεως και εκτός ορίων οικισμών που προϋφί-στανται του έτους 1923 ή έχουν πληθυσμό κάτω των 2.000 κατοίκων.

4. Οι ρυθμίσεις της παραγράφου 2 που αφορούν ακίνητα τα οποία εμπίπτουν στο εθνικό σύστημα προστατευόμενων περιοχών του ν. 3937/2011 εφαρμόζονται μόνον εφόσον επιτρέπεται από τα υφιστάμενα ειδικά νομικά καθεστώτα προστασίας τους και υπό τους όρους και προϋποθέσεις που θεσπίζουν τα καθεστώτα αυτά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’
ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ

Άρθρο 11
Ρυθμίσεις για τις Περιοχές Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης (Π.Ο.Τ.Α)

1. Η παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 2545/1997 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.α. Ο χαρακτηρισμός και η οριοθέτηση των Π.Ο.Τ.Α. γίνεται μετά από αίτηση φυσικών ή νομικών προσώπων του ιδιωτικού ή και του δημόσιου τομέα με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτισμού και Τουρισμού ύστερα από γνώμη του οικείου περιφερειακού συμβουλίου. Η ανωτέρω γνώμη παρέχεται το αργότερο εντός τριάντα (30) ημερών από την παραλαβή του σχετικού φακέλου. Παρερχομένης απράκτου της προθεσμίας αυτής, το ως άνω προεδρικό διάταγμα εκδίδεται χωρίς τη γνώμη του περιφερειακού συμβουλίου. Εφόσον στην Π.Ο.Τ.Α. περιλαμβάνονται και εκτάσεις που υπάγονται σε ειδικά καθεστώτα, όπως είναι ιδίως χώροι αρχαιολογικού ή ιστορικού ενδιαφέροντος, δάση και δασικές εκτάσεις, ή περιοχές προστασίας της φύσης και του τοπίου, η ένταξη των οποίων εντός των ορίων Π.Ο.Τ.Α. δεν αντίκειται στην ισχύουσα νομοθεσία, το προεδρικό διάταγμα προσυπογράφουν επιπλέον και οι καθ’ ύλην αρμόδιοι Υπουργοί.

β. Της προτάσεως για την έκδοση του πιο πάνω προεδρικού διατάγματος προηγείται η έγκριση Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στην υπ’ αριθ. ΥΠΕΧΩΔΕ/ΕΥΠΕ/ οικ.107017/28.8.2006 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και του Υφυπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης «Εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της Οδηγίας 2001/42/ΕΚ «σχετικά με την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων» του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 2001» (Β’ 1225/ 5.9.2006).

γ. Ο χαρακτηρισμός εκτάσεων ως Π.Ο.Τ.Α. εναρμονίζεται με τις κατευθύνσεις των εγκεκριμένων χωροταξικών σχεδίων εθνικού ή περιφερειακού επιπέδου, με τις χρήσεις γης και λειτουργίες της ευρύτερης περιοχής, καθώς και με τους ευρύτερους αναπτυξιακούς στόχους. Με απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 3 του ν. 2742/ 1999 μπορεί να καθορίζονται ειδικές χωροταξικές κατευθύνσεις για το χαρακτηρισμό εκτάσεων ως Π.Ο.Τ.Α..

δ. Οι εκτάσεις που χαρακτηρίζονται ως Π.Ο.Τ.Α. μπορεί να πολεοδομούνται, στο σύνολο ή σε τμήμα τους.»

2. Η παρ. 4 του άρθρου 29 του ν. 2545/1997 αντικαθίσταται ως εξής:

«4. α. Με το παραπάνω προεδρικό διάταγμα καθορίζονται και εγκρίνονται τα εξής:

αα. Οι επιτρεπόμενες χρήσεις γης στο πλαίσιο εφαρμογής της διάταξης της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου και η μέγιστη ανά χρήση εκμετάλλευση, καθώς και οι τυχόν πρόσθετοι περιορισμοί που αποσκοπούν στον έλεγχο της έντασης κάθε χρήσης.

ββ. Η γενική διάταξη των προβλεπόμενων εγκαταστάσεων, με ένδειξη των τμημάτων της Π.Ο.Τ.Α. που τυχόν θα πολεοδομηθούν και της μέγιστης ανά χρήση εκμετάλλευσης στα τμήματα της Π.Ο.Τ.Α. που δεν πολεοδομούνται, καθώς και τα διαγράμματα των δικτύων υποδομής. γγ. Ο φορέας ίδρυσης και εκμετάλλευσης της Π.Ο.Τ.Α..

β. Η μεταβολή της έκτασης και των ορίων της Π.Ο.Τ.Α.. επιτρέπεται μόνον εφόσον τηρηθούν οι διαδικασίες που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου για την ίδρυσή της. Κατ’ εξαίρεση, με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτισμού και Τουρισμού επιτρέπεται η μεταβολή της έκτασης και των ορίων της Π.Ο.Τ.Α., χωρίς μεταβολή των προβλεπόμενων συνολικών χρήσεων ή της μέγιστης ανά χρήση εκμετάλλευσης, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

αα. η προκύπτουσα, λόγω της μεταβολής των ορίων, μείωση ή αύξηση της έκτασης της Π.Ο.Τ.Α. δεν υπερβαίνει το 10% της αρχικώς οριοθετηθείσας εκτάσεως και

ββ. δεν περιλαμβάνονται στην περιοχή επεκτάσεως της Π.Ο.Τ.Α. εκτάσεις υπαγόμενες σε ειδικά νομικά καθεστώτα ή εκτάσεις για τις οποίες έχουν καθοριστεί μη συμβατές με την Π.Ο.Τ.Α. χρήσεις γης.

Η ως άνω εξαίρεση μπορεί να εφαρμόζεται για μία μόνο φορά. Σε περίπτωση νέας αύξησης της συνολικής έκτασης της Π.Ο.Τ.Α., έστω και αν αυτή είναι πάλι μικρότερη του δέκα τοις εκατό (10%), ακολουθείται κανονικά η διαδικασία της παραγράφου 3. Δεν θεωρείται μεταβολή χρήσεως η αντικατάσταση μέρους της επιτρεπόμενης εντός Π.Ο.Τ.Α. συνολικής δυναμικότητας κύριων ξενοδοχειακών καταλυμάτων με τουριστικές επιπλωμένες κατοικίες της περίπτωσης α’ της παρ. 1Β του άρθρου 2 του ν. 2160/1993, όπως ισχύει, με σκοπό τη δημιουργία σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων.

γ. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτισμού και Τουρισμού, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι ειδικότερες προϋποθέσεις και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, καθώς και η διαδικασία για τον έλεγχο της συμβατότητας της αιτήσεως με τα δεδομένα του χωροταξικού σχεδιασμού και ρυθμίζονται οι λοιπές λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.»

3. Στο τέλος της περίπτωσης στ’ της παρ. 6 του άρθρου 4 του ν. 1650/1986 (Α’ 160), όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως ακολούθως:

«Προκαταρκτική Περιβαλλοντική Εκτίμηση και Αξιολόγηση δεν απαιτείται επίσης για τα έργα που εκτελούνται εντός των Περιοχών Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης (Π.Ο.Τ.Α.) του άρθρου 29 του ν. 2545/1997, όπως ισχύει.»

4. Π.Ο.Τ.Α. ή τμήματα αυτών που οριοθετήθηκαν και χαρακτηρίστηκαν βάσει των διατάξεων που ίσχυαν μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, μπορεί να επαναχαρακτηρίζονται και επανοριοθετούνται σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στον παρόντα νόμο. Η επανοριοθέτηση είναι υποχρεωτική όταν πρόκειται να μεταβληθούν τα όρια της Π.Ο.Τ.Α.. Εφόσον από την τυχόν μεταβολή των ορίων της Π.Ο.Τ.Α. δεν προκύπτει αύξηση της συνολικής της έκτασης και συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις που ορίζονται στην περίπτωση β’ της παρ. 4 του άρθρου 29 του ν. 2545/1997, όπως αντικαθίσταται με τον παρόντα νόμο, για τον επαναχαρακτηρισμό και την επανοριοθέτηση της Π.Ο.Τ.Α. εφαρμόζονται οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής. Στις περιπτώσεις αυτές και εφόσον οι πιο πάνω Π.Ο.Τ.Α. ή τα τμήματα αυτών διαθέτουν σε ισχύ εγκεκριμένους περιβαλλοντικούς όρους, δεν απαιτείται η προηγούμενη έγκριση Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων.

Άρθρο 12
Σύσταση Ειδικής Υπηρεσίας Προώθησης και Αδειοδότησης Τουριστικών Επενδύσεων στον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού

1. Συνιστάται Ειδική Υπηρεσία Προώθησης και Αδειοδότησης Τουριστικών Επενδύσεων στον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού, υπαγόμενη απευθείας στον Γενικό Γραμματέα του ΕΟΤ. Της υπηρεσίας προΐσταται υπάλληλος του ΕΟΤ κατηγορίας ΠΕ Αρχιτέκτονα ή ΠΕ Πολιτικού Μηχανικού.

2. Η ανωτέρω υπηρεσία έχει τις εξής αρμοδιότητες:

α. Ενημερώνει τους επενδυτές για το θεσμικό, νομοθετικό, φορολογικό και χρηματοοικονομικό πλαίσιο των τουριστικών επενδύσεων, καθώς και για τις ενέργειες που απαιτούνται για την αδειοδότηση των δραστηριοτήτων αυτών και την ένταξή τους σε υφιστάμενα επενδυτικά προγράμματα ή σχεδιασμούς που αφορούν την προώθηση των τουριστικών επενδύσεων.

β. Λειτουργεί ως υπηρεσία μιας στάσεως για την έκδοση των αδειών και την παροχή των εγκρίσεων που είναι απαραίτητες για την έναρξη λειτουργίας των εγκαταστάσεων ειδικής τουριστικής υποδομής ανεξαρτήτως μεγέθους, των κυρίων τουριστικών καταλυμάτων δυναμικότητας άνω των 300 κλινών και των σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων που προβλέπονται στο άρθρο 8 του παρόντος. Για το σκοπό αυτόν, παραλαμβάνει το φάκελο της κατά περίπτωση αιτούμενης αδειοδότησης, ελέγχει την πληρότητά του, φροντίζει για τη συμπλήρωση των αναγκαίων δικαιολογητικών από τον ενδιαφερόμενο και τον διαβιβάζει στους κατά περίπτωση αρμόδιους φορείς, οι οποίοι υποχρεούνται να προβαίνουν κατά προτεραιότητα στις επιβαλλόμενες για το σκοπό αυτόν ενέργειες, σύμφωνα με τις οικείες αρμοδιότητές τους. Οι φορείς αυτοί υποχρεούνται να παρέχουν στην Ειδική Υπηρεσία κάθε αναγκαία ενημέρωση, έγγραφη ή και προφορική, για το στάδιο, στο οποίο βρίσκονται οι σχετικές διαδικασίες, τις τυχόν ελλείψεις του φακέλου και τον τρόπο συμπλήρωσής τους, καθώς και για τους λόγους της καθυστέρησης ή της αδυναμίας παροχής των αιτουμένων αδειών ή εγκρίσεων.

γ. Διατυπώνει προτάσεις και υποδεικνύει λύσεις για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των διοικητικών δυσχερειών και προβλημάτων τα οποία προκύπτουν κατά την αδειοδοτική ή άλλη συναφή διαδικασία που αφορά σε τουριστικές επενδύσεις.

δ. Επεξεργάζεται σχέδια γενικών οδηγιών, εγκυκλίων και αποφάσεων για τη διευκόλυνση της αδειοδότησης των τουριστικών επενδύσεων.

3.α. Εντός της ανωτέρω υπηρεσίας συνιστάται Πολεοδομικό Γραφείο, υπαγόμενο απευθείας στον Διευθυντή της υπηρεσίας αυτής. Του Πολεοδομικού Γραφείου προΐσταται υπάλληλος του ΕΟΤ της κατηγορίας ΠΕ Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ή Πολιτικών Μηχανικών.

β. Στην αρμοδιότητα του πιο πάνω γραφείου ανήκει η έκδοση και αναθεώρηση οικοδομικών αδειών, ο έλεγχος μελετών για την έκδοσή τους, συναφούς χαρακτήρα πολεοδομικές αρμοδιότητες, καθώς και ο έλεγχος και η επιβολή προστίμων για την κατασκευή αυθαίρετων κτισμάτων κατά την κείμενη νομοθεσία, για τις τουριστικές εγκαταστάσεις που αναφέρονται στην περίπτωση β’ της προηγούμενης παραγράφου.

γ. Για την εφαρμογή των προηγούμενων περιπτώσεων απαιτείται προηγούμενη χορήγηση έγκρισης δόμησης (ισχύοντες όροι και περιορισμοί δόμησης της περιοχής) από το Πολεοδομικό Γραφείο του οικείου δήμου, η οποία χορηγείται με αίτηση του ενδιαφερόμενου μέσω του πιο πάνω γραφείου. Το Πολεοδομικό Γραφείο του οικείου δήμου υποχρεούται να χορηγήσει την έγκριση δόμησης (ισχύοντες όρους και περιορισμούς δόμησης της περιοχής) εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών (3) εργάσιμων ημερών.

4. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Πολιτισμού και Τουρισμού καθορίζεται ο τρόπος οργάνωσης της Ειδικής Υπηρεσίας, η διάρθρωσή της σε τμήματα, ο τρόπος επιλογής και τοποθέτησης των προϊσταμένων επιπέδου Διεύθυνσης, Τμήματος και του αυτοτελούς Πολεοδομικού Γραφείου και οι αναγκαίες για τη λειτουργία της οργανικές θέσεις μόνιμου και με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού κατά κλάδους, κατηγορίες και ειδικότητες. Οι θέσεις αυτές καλύπτονται με μεταφορά οργανικών θέσεων από τον ΕΟΤ ή από υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού.

5. Οι συνιστώμενες κατά την προηγούμενη παράγραφο θέσεις μπορεί να καλύπτονται και με απόσπαση προσωπικού, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων, από υπηρεσίες του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και από φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Η διάρκεια της απόσπασης ορίζεται σε τρία (3) έτη με δυνατότητα ανανέωσης για ίσο χρονικό διάστημα.

6. Ο Προϊστάμενος της ανωτέρω υπηρεσίας υποβάλλει, μέχρι την 1η Φεβρουαρίου κάθε έτους, στον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού και στον Πρόεδρο του ΕΟΤ απολογιστική έκθεση για το έργο που υλοποιήθηκε κατά το προηγούμενο έτος. Στην πιο πάνω έκθεση περιλαμβάνονται υποχρεωτικά πλήρη στοιχεία για τις επενδυτικές αιτήσεις που υποβλήθηκαν στην υπηρεσία και αυτές που διεκπεραιώθηκαν, το χρόνο διεκπεραίωσης, τις αιτήσεις που καθυστέρησαν ή απορρίφθηκαν και τους λόγους της καθυστέρησης ή απόρριψης, καθώς και προτάσεις για την αντιμετώπιση των διοικητικών δυσχερειών και προβλημάτων τα οποία προέκυψαν κατά τη σχετική αδειοδοτική διαδικασία.

Άρθρο 13
Κεντρική Συντονιστική Ομάδα Αδειοδότησης για τις τουριστικές επενδύσεις

1. Για το συντονισμό και την καλύτερη οργάνωση του συστήματος περιβαλλοντικής, πολεοδομικής και λειτουργικής αδειοδότησης των τουριστικών καταλυμάτων και των εγκαταστάσεων ειδικής τουριστικής υποδομής, καθώς και την επίλυση προβλημάτων που αφορούν τη χωροθέτηση των τουριστικών επενδύσεων, συγκροτείται Κεντρική Συντονιστική Ομάδα Αδειοδότησης για τις τουριστικές επενδύσεις με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτισμού και Τουρισμού. Την ομάδα απαρτίζουν οι αρμόδιοι Γενικοί Γραμματείς και υπηρεσιακά στελέχη των δύο Υπουργείων που εμπλέκονται στη διαδικασία αδειοδότησης των τουριστικών επενδύσεων.

2. Η ομάδα έχει τις εξής αρμοδιότητες:

α) συντονίζει τις ενέργειες των αρμόδιων υπηρεσιών των δύο Υπουργείων για την επιτάχυνση της χωροθέτησης και της εν γένει αδειοδοτικής διαδικασίας των τουριστικών επενδύσεων και την αντιμετώπιση σχετικών διοικητικών δυσχερειών,

β) εισηγείται την έκδοση εγκυκλίων και την πρόταση νομοθετικών παρεμβάσεων για την επίλυση προβλημάτων που αφορούν τη διαδικασία αδειοδότησης των τουριστικών επενδύσεων,

γ) επεξεργάζεται, αναλύει και παρέχει πληροφοριακά και στατιστικά στοιχεία για τις αδειοδοτήσεις των τουριστικών επενδύσεων,

δ) αξιολογεί την αποτελεσματικότητα του ισχύοντος συστήματος αδειοδότησης σε ετήσια βάση, ιδίως όσον αφορά το χρόνο, το κόστος και τους διοικητικούς πόρους, με χρήση συγκριτικών στοιχείων και από άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

3. Με απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτισμού και Τουρισμού μπορεί να εξειδικεύονται οι αρμοδιότητες της Κεντρικής Συντονιστικής Ομάδας και να καθορίζονται ειδικότερα θέματα λειτουργίας της.

Άρθρο 14
Ζητήματα εφαρμογής του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για τον Τουρισμό και άλλες ρυθμίσεις για την προώθηση των τουριστικών επενδύσεων

1.α. Με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων του παρόντος νόμου, για τη χωροθέτηση των τουριστικών καταλυμάτων και των εγκαταστάσεων ειδικής τουριστικής υποδομής, εφαρμόζονται οι κατευθύνσεις του εκάστοτε ισχύοντος Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό.

β. Απαγορεύεται η εγκατάσταση των πιο πάνω δραστηριοτήτων σε περιοχές όπου, σύμφωνα με τις διατάξεις της πολεοδομικής και περιβαλλοντικής νομοθεσίας, έχουν καθοριστεί χρήσεις γης που αποκλείουν τις συγκεκριμένες δραστηριότητες.

γ. Σε περιοχές εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων και εκτός ορίων οικισμών προ του 1923 ή κάτω των 2.000 κατοίκων, στις οποίες δεν έχουν καθορισθεί από πολεοδομικές και χωροταξικές ρυθμίσεις συγκεκριμένες χρήσεις γης, η χωροθέτηση των τουριστικών καταλυμάτων και των εγκαταστάσεων ειδικής τουριστικής υποδομής γίνεται σύμφωνα με τις κατευθύνσεις του εκάστοτε ισχύοντος Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό.

2. Για τις διαδικασίες αδειοδότησης τουριστικών εγκαταστάσεων που βρίσκονταν σε εξέλιξη κατά την ημερομηνία δημοσίευσης της υπ’ αριθμ. 24208/4.6.2009 απόφασης «Έγκριση Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό» (Β’ 1138), δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις της ανωτέρω απόφασης, εφόσον, πριν την ημερομηνία δημοσίευσής της, είχε εκδοθεί αρμοδίως μια από τις ακόλουθες πράξεις:

α. θετική γνωμοδότηση Προκαταρκτικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης και Αξιολόγησης (ΠΠΕΑ) κατά τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 1650/1986 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3010/2002 και τις διατάξεις των άρθρων 3 και 6 της με αριθμ. Η.Π. 11014/703/Φ104/ 14.3.2003 κοινής υπουργικής απόφασης (Β’ 332),

β. έγκριση καταλληλότητας γηπέδου ή αρχιτεκτονικής μελέτης από τον ΕΟΤ,

γ. απόφαση κατάταξης στην υποκατηγορία 4 του οικείου Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας κατά τις διατάξεις του άρθρου 9 της κ.υ.α. με αριθμ. Η.Π.11014/703/Φ104/ 14.3.2003 (Β’ 332).

3. Οι ρυθμίσεις της υπ’ αριθμ. 24208/4.6.2009 απόφασης «Έγκριση Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό» (Β’ 1138) δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις αιτήσεων επενδυτικών σχεδίων που υποβλήθηκαν μέχρι την 1 η Σεπτεμβρίου 2008, σε συνέχεια της υπ’ αριθμ. 37643/ 31.8.2007 απόφασης του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Προϋπόθεση για την εξαίρεση αυτή αποτελεί η ολοκλήρωση των εγκρίσεων από τον ΕΟΤ εντός διετίας και η έκδοση οικοδομικής άδειας εντός τριετίας από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.

4. Οι διατάξεις της παραγράφου Γ’ του άρθρου 10 της υπ’ αριθμ. 24208/4.6.2009 απόφασης «Έγκριση Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό» (Β’ 1138) καταργούνται.

5. Σε περίπτωση που επέρχεται, σύμφωνα με πολεοδομικές ή περιβαλλοντικές ρυθμίσεις, μεταβολή των χρήσεων γης που αποκλείει εφεξής τη χωροθέτηση τουριστικών καταλυμάτων και εγκαταστάσεων ειδικής τουριστικής υποδομής, ισχύουν τα ακόλουθα:

(α) Οι δραστηριότητες που λειτουργούν νόμιμα εξακολουθούν να λειτουργούν στο χώρο όπου βρίσκονται.

(β) Η επέκταση και ο εκσυγχρονισμός των ως άνω δραστηριοτήτων είναι δυνατός μέσα στο χώρο ή στο γήπεδο στο οποίο λειτουργούσε η δραστηριότητα πριν από την εφαρμογή των παραπάνω πολεοδομικών ή περιβαλλοντικών διατάξεων ή σε όμορο γήπεδο, εφόσον επιτρέπονται σε αυτό οι χρήσεις από τις προαναφερόμενες διατάξεις.

(γ) Οι δραστηριότητες για τις οποίες έχει εκδοθεί, προ της μεταβολής των χρήσεων γης, πράξη έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, εφοδιάζονται με ειδικό σήμα λειτουργίας, σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν πριν από την αλλαγή των χρήσεων γης.

(δ) Εφόσον, από τις νέες πολεοδομικές ή περιβαλλοντικές ρυθμίσεις, επιβάλλεται η απομάκρυνση των πιο πάνω δραστηριοτήτων, αυτές απομακρύνονται υποχρεωτικά μέσα σε διάστημα δέκα ετών από την ημερομηνία εφαρμογής των σχετικών διατάξεων και αφού προηγηθεί καταβολή αποζημίωσης για την αναγκαστική διακοπή της λειτουργίας τους. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Πολιτισμού και Τουρισμού και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζονται οι προϋποθέσεις καταβολής της αποζημίωσης και το ύψος αυτής ανά κατηγορία και δυναμικότητα τουριστικής εγκατάστασης, ο τρόπος καταβολής της, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά που πρέπει να προσκομίσουν οι ενδιαφερόμενοι και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.

6. Για την έκδοση πολεοδομικών ή περιβαλλοντικών πράξεων με τις οποίες καθορίζονται, σε συγκεκριμένες περιοχές, απαγορεύσεις και περιορισμοί στη χωροθέτηση τουριστικών καταλυμάτων και εγκαταστάσεων ειδικής τουριστικής υποδομής ή στην άσκηση τουριστικών δραστηριοτήτων και λειτουργιών, απαιτείται η προηγούμενη γνώμη του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού, η οποία παρέχεται, κατόπιν εισήγησης της Ειδικής Υπηρεσίας του άρθρου 12, εντός διμήνου από την υποβολή του σχετικού αιτήματος.

7. Μετά την παρ. 5 του άρθρου 14 του ν. 2971/ 2001 (Α’ 285) προστίθεται παράγραφος 6, ως εξής, και οι παράγραφοι 6 έως και 10 του ιδίου άρθρου, όπως αυτό τροποποιήθηκε με τους νόμους 3468/2006 και 3851/2010, αναριθμούνται αντιστοίχως σε 7 έως και 11:

«6. α. Η εκτέλεση προσωρινών ή μόνιμων έργων επί αιγιαλού και παραλίας, που έχουν χαρακτηρισθεί Τουριστικά Δημόσια Κτήματα ή για τα οποία έχει εκδοθεί Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου κατ’ εφαρμογή των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 1 της Κ’ Συντακτικής Πράξης της 6/14 Φεβρουαρίου 1968 (Α’ 33), καθώς και στο συνεχόμενο ή παρακείμενο αυτών θαλάσσιο χώρο, γίνεται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού, με τη διαδικασία της επόμενης περίπτωσης.

β. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού και Τουρισμού συγκροτείται εννεαμελής Επιτροπή, αποτελούμενη από τον Γενικό Γραμματέα Τουρισμού του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού, έναν εκπρόσωπο της Γενικής Γραμματείας Ναυτιλιακής Πολιτικής του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, έναν εκπρόσωπο της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας και Εθνικών Κληροδοτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, έναν εκπρόσωπο της Γενικής Διεύθυνσης Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, έναν εκπρόσωπο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, έναν εκπρόσωπο του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, έναν εκπρόσωπο της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού και έναν εκπρόσωπο του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος. Πρόεδρος της Επιτροπής ορίζεται ο Γενικός Γραμματέας Τουρισμού του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού, αναπληρούμενος από τον Γενικό Διευθυντή της Γενικής Γραμματείας Ναυτιλιακής Πολιτικής του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας. Με την ίδια απόφαση ορίζονται οι αναπληρωτές των μελών και ο Γραμματέας της Επιτροπής με τον αναπληρωτή του. Η Επιτροπή μπορεί να υποβοηθείται στο έργο της από εξειδικευμένους συμβούλους, μετά από σχετική εισήγηση του Προέδρου της.

γ. Με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού καθορίζονται θέματα σχετικά με τη λειτουργία της Επιτροπής.

δ. Αντικείμενο της Επιτροπής είναι η εξέταση και η διατύπωση γνώμης προς τον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού για τη συνδρομή των προϋποθέσεων εκτέλεσης των έργων του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής, κατόπιν υποβολής του φακέλου και των μελετών που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία.

ε. Η Επιτροπή, στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων της, μπορεί να διενεργεί αυτοψίες, καθώς και να ζητά πληροφορίες, τεχνικά ή άλλα στοιχεία από τους κατά τόπον αρμόδιους φορείς.»

8. Η περίπτωση α’ της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3342/2005 (Α’ 131) αντικαθίσταται ως εξής:

«α. Τον Γενικό Γραμματέα Πολιτιστικής και Τουριστικής Υποδομής ως Πρόεδρο με αναπληρωτή του έναν Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού που ορίζεται από τον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού.»

9. Στο άρθρο 1 του ν. 3342/2005 (Α’ 131) προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:

«4. Η ανέγερση ή η τοποθέτηση προσωρινών ή κινητών λυόμενων κατασκευών και εγκαταστάσεων για την εξυπηρέτηση εκτάκτων, πρόσκαιρων και βραχυχρόνιων εκδηλώσεων, όπως υπαίθριες αγορές, εορταστικές εκδηλώσεις, διοργάνωση εκθέσεων, επιτρέπεται ύστερα από έγκριση εργασιών που χορηγείται από την υπηρεσία της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, στην οποία καθορίζονται οι απαιτήσεις ασφάλειας και αισθητικής που πρέπει να πληρούν οι κατασκευές και εγκαταστάσεις αυτές, καθώς και ο χρόνος διατηρήσεώς τους. Για την έγκριση εργασιών προσκομίζεται τεχνική έκθεση, στην οποία περιγράφονται οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις και οι αιτούμενες εργασίες, καθώς και τοπογραφικό διάγραμμα. Οι προσωρινές ή κινητές λυόμενες κατασκευές και εγκαταστάσεις αποξηλώνονται εντός δέκα (10) ημερών από τη λήξη της εκδήλωσης, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη άδεια ή έγκριση δημόσιας αρχής.»

10. α) Το άρθρο 13 του ν. 711/1977 (Α’ 284) αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 13
Μητρώο

Ο Ε.Ο.Τ. τηρεί Μητρώο στο οποίο καταχωρίζεται ο αριθμός των Ειδικών Τουριστικών Λεωφορείων ανά Τουριστική Επιχείρηση Οδικών Μεταφορών (Τ.Ε.Ο.Μ.) και ανά Τουριστικό Γραφείο. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Ε.Ο.Τ ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την τήρηση του Μητρώου.»

β) Τα εδάφια β’ , γ’ και δ’ της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 711/1977 καταργούνται.

γ) Η παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 711/1977 αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού καθορίζεται η διαδικασία και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, για τη χορήγηση από τον Ε.Ο.Τ., της έγκρισης θέσης σε κυκλοφορία ειδικού τουριστικού λεωφορείου της παρ. 1 του παρόντος άρθρου καθώς και το παράβολο και το ανταποδοτικό τέλος για την καταχώρισή του στο Μητρώο του άρθρου 13 του παρόντος νόμου. Η έγκριση θέσης σε κυκλοφορία Ειδικού Τουριστικού Λεωφορείου εκδίδεται εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία υποβολής στην αρμόδια Περιφερειακή Υπηρεσία του Ε.Ο.Τ., του συνόλου των δικαιολογητικών που απαιτούνται.»

ΜΕΡΟΣ Γ
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ Ν. 2214/1994, ΤΟΥ Ν. 3049/2002, ΤΟΥ Ν. 3862/2010 ΚΑΙ ΤΟΥ Ν. 3867/2010

Άρθρο 15
Τροποποίηση διατάξεων του ν.2214/1994 Συμπλήρωση διατάξεων του ν.3049/2002

1. Στην παρ. 8 του άρθρου 62 του ν. 2214/1994, η οποία προστέθηκε

με το άρθρο 9 παρ. 2 του ν. 3453/2006 (Α’ 74), αντί των λέξεων «ανεξάρτητα από το σκοπό των στεγαστικών δανείων» τίθενται οι λέξεις «για όλα τα τοκοχρεολυτικά δάνεια του στεγαστικού τομέα με σκοπό ιδίως την απόκτηση, ανέγερση, αποπεράτωση, επέκταση και επισκευή κατοικίας,».

2. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων (Τ. Π. και Δανείων) δύναται να εξουσιοδοτεί τον Πρόεδρο ή τον Αντιπρόεδρό του ή τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης, κατά περίπτωση, για την υπογραφή των πάσης φύσεως συμβάσεων, που συνάπτει με τρίτα πρόσωπα, πλην των δανειακών συμβάσεων. Συμβάσεις, η έγκριση της δαπάνης των οποίων ανήκει στην αρμοδιότητα του Αντιπροέδρου, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, υπογράφονται από αυτόν. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν θίγουν το κύρος των μέχρι σήμερα καταρτισθεισών συμβάσεων οι οποίες έχουν υπογραφεί από τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης, ως νόμιμο εκπρόσωπο του Τ.Π. και Δανείων.

3. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν.3049/2002 (Α’ 212) προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Η σύσταση εταιρείας διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με την οποία εγκρίνεται το Καταστατικό της και καθορίζονται ο σκοπός της εταιρείας, η διάρκεια, η επωνυμία, το αρχικό μετοχικό κεφάλαιο, τα περιουσιακά στοιχεία, οι κλάδοι, τα δικαιώματα και οι μετοχές που συνεισφέρονται ή μεταβιβάζονται με ή χωρίς αντάλλαγμα από το Δημόσιο, τα όργανα διοίκησης της εταιρείας και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για τη σύσταση, τη διοίκηση και τη λειτουργία της, σύμφωνα με τον κ.ν.2190/1920.

Με την απόφαση του προηγούμενου εδαφίου μπορεί να ορίζεται ότι ένα ή περισσότερα από τα θέματα που ρυθμίζονται με αυτήν, με εξαίρεση τα περιουσιακά στοιχεία, τους κλάδους, τα δικαιώματα ή τις μετοχές που συνεισφέρθηκαν ή μεταβιβάσθηκαν από το Δημόσιο, μπορεί να τροποποιούνται με το Καταστατικό της εταιρείας, σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν.2190/1920.

Με απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων (Δ.Ε.Α.Α.) μπορεί τα δικαιώματα που προβλέπονται στην περίπτωση β’ της παραγράφου 4 και στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 2 του ν.3986/2011, να παραχωρούνται με διοικητική άδεια που εκδίδεται υπέρ του Ταμείου Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου, του άρθρου 1 του ν.3986/2011 (Α’ 152), χωρίς αντάλλαγμα και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Στη διοικητική άδεια ορίζεται το δικαίωμα που ενσωματώνεται, οι διατάξεις οι οποίες το προβλέπουν, ο χρόνος ισχύος της άδειας, οι όροι και οι προϋποθέσεις άσκησης του δικαιώματος που αφορά, οι προϋποθέσεις με τη συνδρομή των οποίων ανακαλείται η άδεια και κάθε αναγκαίο θέμα για την άσκηση του δικαιώματος για το οποίο εκδόθηκε αυτή. Η μεταβίβαση, η εκμετάλλευση και η, με οποιονδήποτε τρόπο, αξιοποίηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από την άδεια διενεργούνται από το Ταμείο σύμφωνα με όσα προβλέπονται στις διατάξεις του Κεφαλαίου Α’ του ν.3986/2011.»

Άρθρο 16
Τροποποίηση των διατάξεων του ν. 3862/2010 Πλαίσιο εταιρικής διακυβέρνησης και συστήματα εσωτερικού ελέγχου των Πιστωτικών Ιδρυμάτων (παράγραφος 3 του άρθρου 1 της Οδηγίας 2010/76/ΕΕ)

1. Στο άρθρο 17 του ν. 3862/2010 προστίθεται νέα παράγραφος 6α, ως εξής:

«6.α. Στην περίπτωση που η Τράπεζα της Ελλάδος ενημερωθεί από την αρμόδια αρχή του κράτους – μέλους καταγωγής σχετικά με την πρόθεση ενός ιδρύματος πληρωμών με έδρα σε κράτος – μέλος της Ε.Ε. να παρέχει υπηρεσίες πληρωμών μέσω αντιπροσώπου ή μέσω υποκαταστήματος στην Ελλάδα και εφόσον η Τράπεζα της Ελλάδος έχει βάσιμες υπόνοιες ότι, σε συνδυασμό με την προτιθέμενη πρόσληψη του αντιπροσώπου ή τη δημιουργία του υποκαταστήματος, διαπράττεται ή έχει διαπραχθεί ή επιχειρήθηκε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας κατά την έννοια του ν. 3691/2008 ή ότι η πρόσληψη του αντιπροσώπου ή η δημιουργία του υποκαταστήματος ενδέχεται να αυξήσουν τον κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές του κράτους – μέλους καταγωγής.»

2. Στα άρθρα 32 παράγραφος 2, 33 παράγραφοι 3 και 4, 43 και 44 του ν. 3862/2010 η λέξη «μεμονωμένη» αντικαθίσταται από τη λέξη «επί μέρους».

3. Στο άρθρο 78 του ν. 3862/2010, οι παραπομπές στο άρθρο 69 παράγραφος 1 και στο άρθρο 70 αντικαθίστανται με παραπομπές στο άρθρο 76 παράγραφος 1 και στο άρθρο 77.

4. α. Η παράγραφος 1 του άρθρου 26 του ν. 3601/2007 (Α’ 178) αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Κάθε πιστωτικό ίδρυμα που εδρεύει στην Ελλάδα οφείλει να διαθέτει άρτιο και αποτελεσματικό σύστημα εταιρικής διακυβέρνησης, που περιλαμβάνει σαφή οργανωτική διάρθρωση με ευκρινείς, διαφανείς και συνεπείς γραμμές ευθύνης, αποτελεσματικές διαδικασίες εντοπισμού, διαχείρισης, παρακολούθησης και αναφοράς των κινδύνων τους οποίους αναλαμβάνει ή ενδέχεται να αναλάβει, επαρκείς μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, περιλαμβανομένων των κατάλληλων διοικητικών και λογιστικών διαδικασιών, καθώς και πολιτικές και πρακτικές αποδοχών οι οποίες είναι συνεπείς και προωθούν την ορθή και αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων.»

β. Στο τέλος του άρθρου 26 του ν. 3601/2007 προστίθενται νέες παράγραφοι 3 και 4, ως εξής:

«3. Τα πιστωτικά ιδρύματα με έδρα στην Ελλάδα υποχρεούνται να παρέχουν στην Τράπεζα της Ελλάδος πληροφόρηση για τις αποδοχές προσωπικού, σύμφωνα με τις απαιτήσεις δημοσιοποίησης που ορίζονται με αποφάσεις της, στο πλαίσιο του άρθρου 29 του ν. 3601/2007. Η Τράπεζα της Ελλάδος χρησιμοποιεί την πληροφόρηση που της παρέχεται κατά τα ανωτέρω προκειμένου να προβαίνει σε συγκριτική αξιολόγηση των τάσεων και των πρακτικών των πολιτικών αποδοχών. Η Τράπεζα της Ελλάδος υποχρεούται να παρέχει στην Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή τις ανωτέρω πληροφορίες.

4. Η Τράπεζα της Ελλάδος, ως αρμόδια αρχή του κράτους – μέλους καταγωγής, συγκεντρώνει την πληροφόρηση για τον αριθμό των ατόμων ανά πιστωτικό ίδρυμα που ανήκουν σε κατηγορίες αμοιβών ύψους τουλάχιστον ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ, συμπεριλαμβανομένων αφ’ ενός μεν του τομέα απασχόλησης στον οποίο εμπλέκονται, αφ’ ετέρου δε των βασικών στοιχείων των αποδοχών, των πρόσθετων, μεταβλητών αμοιβών, των μακροπρόθεσμων επιβραβεύσεων και των συνταξιοδοτικών εισφορών τους. Η Τράπεζα της Ελλάδος υποχρεούται να διαβιβάζει την πληροφόρηση την οποία έχει λάβει κατ’ εφαρμογή της παρούσας παραγράφου στην Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή, η οποία τη δημοσιοποιεί αθροιστικά για κάθε – κράτος μέλος καταγωγής, σε κοινό μορφότυπο αναφοράς.»

Άρθρο 17
Τροποποίηση των διατάξεων του ν. 3867/2010

1. Η προθεσμία του πρώτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 3867/2010 (Α’ 128) παρατείνεται έως την 31η Δεκεμβρίου 2011 και, αντίστοιχα, η προθεσμία του τετάρτου εδαφίου της παρ. 5 του ίδιου άρθρου παρατείνεται έως την 31η Μαρτίου 2012.

2. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης η’ της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 3867/2010 αντικαθίσταται, ως εξής:

«η) Το χαρτοφυλάκιο ζωής μεταβιβάζεται κατά τα λοιπά στον ανάδοχο με όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του. Οι απαιτήσεις των φερόμενων ως ασφαλισμένων, των οποίων δεν έγιναν δεκτά τα νομιμοποιητικά έγγραφα από τον επόπτη χαρτοφυλακίων ζωής, ακολουθούν τη διαδικασία της ασφαλιστικής εκκαθάρισης και τυχόν δικαστικές διεκδικήσεις ασκούνται κατά του εκκαθαριστή. Στην περίπτωση αυτή παρακρατείται υπέρ της ασφαλιστικής εκκαθάρισης μέχρι την οριστική διευθέτηση της διαφοράς και δεν μεταβιβάζεται στον ανάδοχο το ανάλογο μέρος, όπως θα καθοριστεί από την Τράπεζα της Ελλάδος, των περιουσιακών στοιχείων που έχουν τεθεί σε ασφαλιστική τοποθέτηση ζωής.»

3. To πρώτο εδάφιο της περίπτωσης θ’ της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του ν. 3867/2010 (Α’ 128) αντικαθίσταται ως εξής:

«θ) Το μέρος της απαίτησης από ασφάλιση ζωής που δεν αναλαμβάνεται από τον ανάδοχο σύμφωνα με την περίπτωση β’ της παραγράφου αυτής, ικανοποιείται από το Εγγυητικό Κεφάλαιο Ζωής κατά το χρόνο λήξης του αρχικού ασφαλιστηρίου συμβολαίου, ατόκως, κατά ποσοστό 70%. Όσα ασφαλιστήρια συμβόλαια έχουν ημερομηνία λήξης μετά το έτος 2024 θεωρείται ότι λήγουν στις 31.12.2024.

Η απαίτηση υπολογίζεται όπως είχε διαμορφωθεί κατά την ημέρα ανάκλησης της άδειας λειτουργίας της εταιρείας. Το Εγγυητικό Κεφάλαιο Ζωής δύναται να ικανοποιεί αιτήσεις πρόωρης εξόφλησης, μετά από συμβιβαστική μείωση της απαίτησης του ενδιαφερόμενου.»

4. Στο τέλος της περίπτωσης θ’ της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 3867/2010 προστίθενται εδάφια, ως εξής:

«Για την εκπλήρωση του παραπάνω ειδικού σκοπού, το Ελληνικό Δημόσιο δύναται να χορηγεί δάνεια προς το Εγγυητικό Κεφάλαιο Ζωής μέχρι του συνολικού ποσού των διακοσίων εκατομμυρίων (200.000.000,00) ευρώ με την έκδοση και παράδοση, αντί μετρητών, ομολόγων αντίστοιχης αξίας. Η εξόφληση του δανείου θα γίνεται σε δέκα άτοκες ετήσιες δόσεις με περίοδο χάριτος οκτώ ετών. Από την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης, το Δημόσιο αποκτά αυτοδίκαια ενέχυρο επί των 2/3 των συνολικών εσόδων του Εγγυητικού Κεφαλαίου Ζωής, που προέρχονται από τις εισφορές του άρθρου 10 αυτού του νόμου. Οι ειδικότεροι όροι του δανείου καθορίζονται με σχετική απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

Το Εγγυητικό Κεφάλαιο Ζωής καταβάλλει στους καταναλωτές τα χρηματικά ποσά, που προβλέπουν οι διατάξεις αυτού του άρθρου, με τον όρο της νομότυπης παραίτησής τους από κάθε σχετική αξίωσή τους, εκκρεμούς ή μη ενώπιον των δικαστηρίων, κατά του Ελληνικού Δημοσίου.»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ’
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

Άρθρο 18
Ρυθμίσεις φορολογικών θεμάτων

1. α) Υπόχρεοι φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων οι οποίοι δεν έχουν υποβάλει δήλωση ή έχουν υποβάλει ανακριβή δήλωση για την καταβολή ή μη φόρων, τελών ή εισφορών υπέρ του Δημοσίου μπορούν μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2011 να υποβάλουν αρχικές ή συμπληρωματικές δηλώσεις για εισοδήματα που αποκτήθηκαν μέχρι και το οικονομικό έτος 2010, χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου ή προστίμου.

Επίσης δεν επιβάλλεται πρόστιμο της περίπτωσης ζ’ της παραγράφου 6 του άρθρου 5 του ν. 2523/1997 (Α’ 179), εφόσον υποβληθούν μέχρι την ίδια ως άνω προθεσμία αρχικές ή συμπληρωματικές καταστάσεις και ισοζύγια του άρθρου 20 του ΚΒΣ (π.δ. 186/1992, (Α’ 84).

β) Κατά την υποβολή των ανωτέρω δηλώσεων δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 2523/1997, προκειμένου για τις αιτήσεις που υποβάλλονται για την έκδοση των οικείων πιστοποιητικών κατά το χρόνο ισχύος των διατάξεων αυτού του άρθρου.

γ) Επίσης, μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2011 παρέχεται η δυνατότητα υποβολής δηλώσεων, με τους ευνοϊκούς όρους που αναφέρονται στις παρακάτω παραγράφους, των οποίων η προθεσμία υποβολής έχει λήξει μέχρι την κατάθεση του παρόντος νόμου, για τις κάτωθι φορολογίες:

αα) Φόρου προστιθέμενης αξίας (ν. 2859/2000, Α’ 248), όσον αφορά:

– αρχικές ή τροποποιητικές, περιοδικές, έκτακτες ή εκκαθαριστικές δηλώσεις Φ.Π.Α. και δηλώσεις αποθεμάτων, ανεξαρτήτως εάν προκύπτει ή όχι ποσό φόρου για καταβολή,

– έκτακτες δηλώσεις για επιστροφή στο Δημόσιο ποσών Φ.Π.Α. που έχουν επιστραφεί αδικαιολόγητα σε αγρότες του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41, για τις οποίες ο πρόσθετος φόρος υπολογίζεται από την επομένη της επιστροφής που διενεργήθηκε από τη Δ. Ο. Υ.,

– ανακεφαλαιωτικούς πίνακες ενδοκοινοτικών αποκτήσεων ή λήψεων υπηρεσιών και παραδόσεων αγαθών ή παροχών υπηρεσιών,

– δηλώσεις Intrastat.

ββ) Αυτοτελούς φορολογίας εισοδημάτων των άρθρων 11, 12, 13 και 14 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

γγ) Φόρου υπεραξίας από την αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων με βάση τις διατάξεις των άρθρων 20 έως και 27 του ν. 2065/1992 (Α’ 113).

δδ) Φόρου κύκλου εργασιών, φόρου ασφαλίστρων του άρθρου 29 του ν. 3492/2006 (Α’ 210), τέλος συνδρομητών κινητής τηλεφωνίας και τέλος καρτοκινητής τηλεφωνίας του άρθρου 12 του ν. 2579/1998 (Α’ 31).

εε) Τελών χαρτοσήμου, εκτός από τις συναλλαγματικές και γραμμάτια σε διαταγή.

στστ) Φόρων που παρακρατούνται ή προκαταβάλλονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις από τις κάθε είδους αμοιβές, αποδοχές και αποζημιώσεις.

ζζ) Εισφοράς υπέρ ΕΛ.Γ.Α. του άρθρου 31 του ν. 2040/ 1992 (Α’ 70), εισφοράς υπέρ δακοκτονίας του α.ν. 112/1967 (Α’147′) και του ν. 1402/1983 (Α’ 167).

ηη) Φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων και ειδικού φόρου τραπεζικών εργασιών του ν. 1676/1986 (Α’ 204).

θθ) Φόρου μεταβίβασης ακινήτων, φόρου αυτομάτου υπερτιμήματος, τέλους συναλλαγής ακινήτων, φόρου κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών ή προικών, ειδικού φόρου επί των ακινήτων, ενιαίου τέλους ακινήτων νομικών προσώπων και φόρου ακίνητης περιουσίας νομικών προσώπων, όσον αφορά αρχικές ή συμπληρωματικές δηλώσεις. Αν οι δηλώσεις αφορούν ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές εντός ή εκτός σχεδίου, στις οποίες εφαρμόζεται κατά την πιο πάνω ημερομηνία το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας τους, κατά τις διατάξεις των άρθρων 41 και 41Α του ν. 1249/1982, οι υπόχρεοι δηλώνουν υποχρεωτικά ως φορολογητέα αξία εκείνη που προκύπτει αντικειμενικά με την πρώτη εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων στην περιοχή, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε πριν από την ημερομηνία της πρώτης εφαρμογής. Για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας υποβάλλεται από τον υπόχρεο στον προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.), η οικεία φορολογική δήλωση, στην οποία επισυνάπτονται και τα αντίστοιχα φύλλα υπολογισμού της αξίας των ακινήτων. Με την υποβολή της φορολογικής δήλωσης κατά τις διατάξεις των άρθρων 41 και 41 Α του ν. 1249/1982 επέρχεται εξώδικη λύση της διαφοράς, υπό τον όρο ότι όλα τα προβλεπόμενα στοιχεία στο φύλλο υπολογισμού της αξίας του ακινήτου είναι ειλικρινή. Αν διαπιστωθεί ανακρίβεια των στοιχείων αυτών, για τον προσδιορισμό της αξίας του ακινήτου διενεργείται έλεγχος και επιβάλλονται οι πρόσθετοι φόροι και τα πρόστιμα που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις.

ιι) Οποιουδήποτε άλλου φόρου, τέλους, εισφοράς ή κράτησης υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων που δεν περιλαμβάνεται στις περιπτώσεις α’ έως και θ’, με εξαίρεση τα τέλη κυκλοφορίας των αυτοκινήτων και μοτοσικλετών.

δ) Για τις δηλώσεις της προηγούμενης περίπτωσης υπολογίζεται πρόσθετος φόρος δέκα τοις εκατό (10%), για τις περιπτώσεις για τις οποίες η φορολογική υποχρέωση γεννήθηκε μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου 2009 και τρία τοις εκατό (3%) για τις περιπτώσεις που η φορολογική υποχρέωση γεννήθηκε από 1ης Ιανουαρίου 2010 και η προθεσμία υποβολής της δήλωσης έχει λήξει μέχρι την κατάθεση του παρόντος νόμου, εφόσον ο φόρος καταβληθεί σε δόσεις. Στην περίπτωση που ο φόρος καταβληθεί εφάπαξ δεν υπολογίζεται πρόσθετος φόρος. Στην περίπτωση που με τις ανωτέρω δηλώσεις δεν προκύπτει φόρος για καταβολή δεν επιβάλλεται πρόστιμο.

ε) Η καταβολή του φόρου γίνεται ως εξής:

αα) Ο φόρος εισοδήματος καταβάλλεται:

(i) από τα νομικά πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 101 του Κ.Φ. Ε. και τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 2 του Κ.Φ.Ε, σε τρεις (3) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες, η μεν πρώτη με την υποβολή της δήλωσης, οι δε υπόλοιπες δύο (2), μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα των δύο (2) επόμενων μηνών αντίστοιχα,

(ii) από τα φυσικά πρόσωπα μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση.

ββ) Ο συνολικός φόρος που οφείλεται με βάση τις υποβαλλόμενες δηλώσεις της περίπτωσης γ’ της παρούσας παραγράφου, καταβάλλεται είτε εφάπαξ με την υποβολή των δηλώσεων είτε σε έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται ταυτόχρονα με την υποβολή των δηλώσεων και καθεμία από τις επόμενες μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα των αντίστοιχων επόμενων μηνών. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των τριακοσίων (300) ευρώ, εκτός της τελευταίας.

στ) Οι διατάξεις των προηγούμενων υποπαραγράφων της παρούσας παραγράφου δεν έχουν εφαρμογή:

αα) Στις περιπτώσεις όπου μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος έχουν εκδοθεί και καταχωρηθεί στα οικεία βιβλία μεταγραφής οι σχετικές καταλογιστικές πράξεις.

ββ) Στις υποθέσεις φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας και δήλωσης στοιχείων ακινήτων (Ε9).

γγ) Στις φορολογικές δηλώσεις που υποβάλλονται με επιφύλαξη.

δδ) Στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος με τις οποίες δηλώνεται ζημία.

εε) Στις υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία έκδοσης και κοινοποίησης καταλογιστικών πράξεων μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος, εφόσον για αυτές τα βιβλία και στοιχεία των επιτηδευματιών που προβλέπονται από τον Κ. Β.Σ. έχουν κριθεί ανεπαρκή ή ανακριβή από τις επιτροπές της παρ. 5 του άρθρου 30 του π.δ. 186/1992 ή εφόσον παρήλθε άπρακτη η προβλεπόμενη από τις ίδιες διατάξεις προθεσμία προσφυγής ενώπιον των Επιτροπών αυτών. Στις υποθέσεις της περίπτωσης αυτής εμπίπτουν και εκείνες που εκκρεμούν ενώπιον των ανωτέρω Επιτροπών.

ζ) Κατ’ εξαίρεση, οι υπόχρεοι οι οποίοι κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού έχουν ήδη επιλεγεί για προσωρινό ή τακτικό έλεγχο και στους οποίους επιδίδεται επί αποδείξει σχετική έγγραφη πρόσκληση της αρμόδιας ελεγκτικής αρχής, μπορούν να υποβάλουν τις δηλώσεις των περιπτώσεων α’ και γ’ της παραγράφου αυτής εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την επίδοση της ως άνω πρόσκλησης και όχι αργότερα από το τέλος του μεθεπόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος.

η) Εξαιρούνται από τις διατάξεις της παραγράφου 1, η υποβολή περιοδικών δηλώσεων Φ.Π.Α. που αναφέρονται σε φορολογικές περιόδους από 1.1.2011 και μετά, καθώς και υποθέσεις των επιχειρήσεων για τον έλεγχο των οποίων έχουν συγκροτηθεί Ειδικά Συνεργεία Ελέγχου του άρθρου 39 του ν. 1914/1990 (Α’ 178).

2. Η προθεσμία παραγραφής που λήγει στις 31.12.2011, ημερομηνία μετά την οποία παραγράφεται το δικαίωμα του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου ή πράξεων επιβολής φόρων, τελών και εισφορών, παρατείνεται μέχρι 31.12.2012.

3.α) Οι διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 3610/2007 (Α’ 258) καταργούνται από 1 ης Σεπτεμβρίου 2011.

β) Η περίπτωση γ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του Κώδικα Φ.Π.Α., όπως κυρώθηκε με το ν. 2859/2000 και ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

«γ) Οι ανταποδοτικές εισφορές που επιβάλλουν οι Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων – Ο. Ε. Β. – (Ειδικοί Οργανισμοί, ΓΟΕΒ, ΤΟΕΒ) στα μέλη τους για την παροχή αρδευτικού ύδατος και οι λοιπές παροχές που συνδέονται άμεσα με τις πράξεις αυτές.»

4. Σε περίπτωση που ύστερα από τον έλεγχο από το γραφείο του φακέλου της υπόθεσης του επιτηδευματία προκύπτει ότι δεν εμπίπτει στις εξαιρέσεις των διατάξεων του άρθρου 4 του ν. 3888/2010 (Α’ 175), χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι εξαιρέσεις των περιπτώσεων δ’, στ’ και θ’ του ίδιου άρθρου και με την προϋπόθεση ότι πρόκειται για διαχειριστικές περιόδους που έκλεισαν μέχρι και 31.12.2009, η επίλυση των φορολογικών διαφορών μπορεί να επιτευχθεί με την εφαρμογή των άρθρων 1 έως 13 του ν. 3888/2010.

Για τον υπολογισμό του φόρου του άρθρου 6 του ως άνω νόμου στην περίπτωση των γεωργικών συνεταιρισμών λαμβάνεται υπόψη το είκοσι τοις εκατό (20%) των δηλωθέντων ακαθάριστων εσόδων και στις λοιπές περιπτώσεις τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα αφαιρουμένων των εσόδων από πώληση και επαναμίσθωση του ίδιου πάγιου εξοπλισμού.

Δεν υπάγεται στις διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων κάθε υπόθεση ή ανέλεγκτη χρήση με ακαθάριστα έσοδα μεγαλύτερα του ποσού των σαράντα εκατομμυρίων ευρώ ή του αντίστοιχου ποσού σε δραχμές και όλες οι επόμενες αυτής χρήσεις. Η κατά τα προηγούμενα εδάφια επίλυση των διαφορών ενεργείται πριν από την έναρξη του ελέγχου με την αποδοχή από τον υπόχρεο του Εκκαθαριστικού Σημειώματος του άρθρου 9 του ως άνω νόμου και τις Α.Υ.Ο. ΠΟΛ.1137/ 11.10.2010 (Β’ 1631) και ΠΟΛ. 1156/15.11.2010 (Β’ 1795) εντός ανατρεπτικής προθεσμίας πέντε (5) ημερών από την κοινοποίησή του.

Το ίδιο εκκαθαριστικό σημείωμα ή ειδικό σημείωμα μπορεί να υποβάλει και μόνος του ο φορολογούμενος μέχρι 31 Οκτωβρίου 2011. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που εκδίδεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 13 του ν. 3888/2010 μπορεί να ρυθμίζεται η διαδικασία βεβαίωσης οφειλών, ο τρόπος καταβολής, καθώς και κάθε θέμα που αφορά τον τρόπο εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.

5.α) Χρέη προς το Δημόσιο των πρωτοβάθμιων και των δευτεροβάθμιων Ο.Τ.Α., των νομικών προσώπων και των επιχειρήσεων που ανήκουν σε Ο.Τ.Α., καθώς και των συνδέσμων Ο.Τ.Α. βεβαιωμένα μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2010, στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) ή στα Τελωνεία του Κράτους, καθώς και χρέη που έχουν βεβαιωθεί μέχρι την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου και ανάγονται σε χρόνο μέχρι και 31 Δεκεμβρίου 2010 ρυθμίζονται ως ακολούθως:

i) με την εφάπαξ καταβολή όλου του ρυθμιζόμενου ποσού στα πλαίσια ισχύος της πρώτης δόσης παρέχεται το ευεργέτημα έκπτωσης κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) από τους πάσης φύσεως πρόσθετους φόρους, προσαυξήσεις φόρου και φορολογικά πρόστιμα που έχουν συμβεβαιωθεί με την κύρια οφειλή ή έχουν βεβαιωθεί αυτοτελώς και αφορούν στην κύρια οφειλή, καθώς και απαλλαγής σε ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) από τις κατά Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής,

ii) με την καταβολή του ρυθμιζόμενου ποσού σε συνεχείς μηνιαίες δόσεις, μέχρι σαράντα οκτώ (48), παρέχεται το ευεργέτημα της απαλλαγής κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) από τις κατά Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.

Η αίτηση του οφειλέτη για την υπαγωγή στη ρύθμιση πρέπει να κατατεθεί μέχρι και τις 31.10.2011 στην αρμόδια Δ. Ο. Υ ή Τελωνείο, όπου είναι βεβαιωμένα τα χρέη.

Η καταβολή της πρώτης δόσης γίνεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου από το μήνα υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη.

Το συνολικό ποσό κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των χιλίων (1.000) ευρώ.

β) Στις ρυθμίσεις της υποπαραγράφου α) υπάγονται όλες οι ανωτέρω οφειλές που είναι βεβαιωμένες, στην υπηρεσία όπου υποβάλλεται η αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση, χωρίς δικαίωμα του οφειλέτη να ζητήσει την εξαίρεση μέρους αυτών.

Στις ίδιες ρυθμίσεις υπάγονται, μόνο αν ζητηθεί από τον οφειλέτη:

αα) οι οφειλές που τελούν σε αναστολή είσπραξης,

ββ) οι οφειλές που έχουν υπαχθεί σε διευκόλυνση τμηματικής καταβολής κατά τις διατάξεις των άρθρων 13 έως 21 του ν. 2648/1998 (Α’ 238) όπως ισχύουν, καθώς και οι οφειλές που έχουν υπαχθεί σε άλλη νομοθετική ρύθμιση, των οποίων οι όροι τηρούνται κατά την υποβολή του αιτήματος.

Στη ρύθμιση της υποπαραγράφου α) και με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις μπορούν να υπάγονται και τα χρέη προς το Δημόσιο της παραπάνω κατηγορίας οφειλετών που θα βεβαιώνονται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, καθώς και μετά από φορολογικούς ελέγχους ή αποφάσεις διοικητικών δικαστηρίων και θα αφορούν οφειλές που ανάγονται σε χρόνο ή φορολογική περίοδο μέχρι και 31.12.2010, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής τους, καθώς και οφειλές της ως άνω περιόδου των οποίων έληξε η αναστολή είσπραξης. Για την υπαγωγή των χρεών αυτών στις ρυθμίσεις της προηγούμενης υποπαραγράφου απαιτείται αίτηση του οφειλέτη στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο μέσα σε τρεις (3) μήνες από τη βεβαίωση των οφειλών αυτών ή της λήξης της αναστολής αυτών. Η καταβολή της πρώτης δόσης γίνεται την ημέρα υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση. Η δεύτερη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και οι επόμενες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη.

γ) Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης στους οφειλέτες που είναι συνεπείς σε αυτή:

αα) Χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας, στους υπόχρεους, μηνιαίας διάρκειας, εφόσον συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 26 του ν. 1882/1990 (Α’ 43 ),όπως ισχύει.

ββ) Αναστέλλεται η ποινική δίωξη σε βάρος των υπευθύνων κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 1882/ 1990 (Α’ 43) όπως ισχύει σήμερα και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε ή εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της διακόπτεται.

γγ) Αναστέλλεται η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων με την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση αφορά μόνο χρέη που ρυθμίζονται με τις διατάξεις αυτού του άρθρου. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης. Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.

δ) Οι διατάξεις του άρθρου 20 του ν. 2648/1998 (Α’ 238), όπως ισχύουν, πλην της παραγράφου 2 εφαρμόζονται και για τα χρέη που υπάγονται στις ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου.

ε) Η παραγραφή των χρεών, για τα οποία υποβάλλεται σχετική αίτηση υπαγωγής τους στις ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου, αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης αυτής και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση, ανεξαρτήτως καταβολής οποιουδήποτε ποσού και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από τη λήξη της τελευταίας δόσης αυτής.

στ) Μέτρα που έχουν επιβληθεί για τη διασφάλιση του Ελληνικού Δημοσίου κατά τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 2523/1997 ή παρεπόμενες ποινές ή άλλες δυσμενείς συνέπειες, που συνεπάγονται οι παραπάνω οφειλές ή η ταμειακή βεβαίωσή τους, αίρονται ή η ισχύς τους αναστέλλεται αυτοδικαίως και δεν επιβάλλονται νέα, εφόσον ο οφειλέτης τηρεί την υποχρέωση καταβολής των ως άνω δόσεων.

ζ) Πρόσωπα που ευθύνονται, μαζί με τους πρωτοβάθμιους και τους δευτεροβάθμιους Ο.Τ.Α., τα νομικά πρόσωπα και τις επιχειρήσεις αυτών, καθώς και τους συνδέσμους Ο.Τ.Α. για την καταβολή μέρους της οφειλής τους δεν δικαιούνται να ρυθμίσουν μόνο το μέρος αυτό της οφειλής, αλλά το σύνολο αυτής, με τις παρούσες διατάξεις.

η) Τα νέα πρόσωπα (νέοι δήμοι-νέες περιφέρειες), που συνιστώνται με τις διατάξεις του άρθρου 283 του ν. 3852/ 2010 (Α’87), όπως ισχύει, από 1.1.2011, ως καθολικοί διάδοχοι των παλαιών δήμων, νομαρχιών, περιφερειών ευθύνονται για την καταβολή των οφειλών τους και δύνανται να ρυθμίσουν τα χρέη αυτών με τις ως άνω διατάξεις.

θ) Οι οφειλές που θα υπαχθούν στη ρύθμιση δεν επιβαρύνονται περαιτέρω με προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής μέχρι την εξόφλησή τους. Η καθυστέρηση πληρωμής μιας δόσης επιβαρύνεται με τις κατά μήνα προβλεπόμενες, σύμφωνα με τον ΚΕΔΕ, προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.

ι) Η μη καταβολή τριών (3) συνεχών μηνιαίων δόσεων της ρύθμισης, καθώς και η μη καταβολή της προτελευταίας ή της τελευταίας δόσης της ρύθμισης, εφόσον παρέλθει αντίστοιχο χρονικό διάστημα έχει ως συνέπεια για το υπόλοιπο της οφειλής: αα) την απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης, ββ) την καταβολή του υπολοίπου της οφειλής, σύμφωνα με τα στοιχεία της βεβαίωσης και γγ) την επιδίωξη της είσπραξής του με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα.

6. Όταν από τα στοιχεία που διαθέτει το Υπουργείο Οικονομικών, προκύπτει το ακριβές ποσό της φορολογητέας ύλης, μπορεί με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών να βεβαιώνεται οίκοθεν, μέσω της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων, ο αναλογούν φόρος και οι πρόσθετοι φόροι και να καθορίζεται ο τρόπος καταβολής, η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια η οποία απαιτείται για τη βεβαίωση και είσπραξη αυτών. Για τον υπολογισμό του φόρου και των πρόσθετων φόρων, εκδίδεται εκκαθαριστικό σημείωμα, το οποίο αποστέλλεται στον υπόχρεο. Κατά του εκκαθαριστικού σημειώματος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της οικείας φορολογίας, ο φορολογούμενος μπορεί να προτείνει διοικητική επίλυση της διαφοράς σε περίπτωση αποδεδειγμένης ολικής ή μερικής ανυπαρξίας της φορολογικής οφειλής ή να ασκήσει προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου.

Τα ποσά που βεβαιώνονται καταβάλλονται σε τρεις (3) ίσες μηνιαίες δόσεις, οι οποίες δεν μπορεί να είναι μικρότερες των τριακοσίων (300) ευρώ, εκτός της τελευταίας, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση του φόρου και καθεμία από τις επόμενες την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του δεύτερου και τρίτου μήνα από τη βεβαίωση. Σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής οι πρόσθετοι φόροι μειώνονται κατά σαράντα τοις εκατό (40%).

7. α) Η παράγραφος 4 του άρθρου 34 του ν. 3842/2010 (Α’ 58) αντικαθίσταται ως εξής:

«4. Ο υπόχρεος λαμβάνει γνώση της περιουσιακής του κατάστασης και της φορολογητέας αξίας της με το εκκαθαριστικό σημείωμα του φόρου ακίνητης περιουσίας, το οποίο επέχει και θέση δήλωσης φόρου ακίνητης περιουσίας του οικείου έτους.

Ο υπόχρεος για τον οποίο δεν προκύπτει φόρος για καταβολή, λαμβάνει γνώση της περιουσιακής του κατάστασης και της φορολογητέας αξίας της ακίνητης περιουσίας του μόνο ηλεκτρονικά, μέσω ειδικής διαδικτυακής εφαρμογής της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών το μήνα Σεπτέμβριο του οικείου έτους και τα εκκαθαριστικά σημειώματα της εφαρμογής αυτής, τα οποία επέχουν και θέση δήλωσης φόρου ακίνητης περιουσίας του οικείου έτους, τηρούνται σε ηλεκτρονική μορφή στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.. Τα εκκαθαριστικά σημειώματα της περίπτωσης αυτής εκτυπώνονται αποκλειστικά και μόνο από τον υπόχρεο, από την ειδική διαδικτυακή εφαρμογή.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται τα ειδικότερα θέματα για τη διαδικασία και τη λειτουργία της ειδικής διαδικτυακής εφαρμογής, την ημερομηνία ανάρτησης αυτής και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.»

β) Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής ισχύουν από 1.1.2010.

8.α) Στην παρ. 5 του άρθρου 85 του ΚΦΕ προστίθενται περιπτώσεις ιγ’ και ιδ’ ως εξής:

«ιγ) η χορήγηση στοιχείων σε δημόσιες υπηρεσίες και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων για επαλήθευση του περιεχομένου δικαιολογητικών που προσκομίζουν οι φορολογούμενοι.

ιδ) η χορήγηση στοιχείων σε αναδόχους του Υπουργείου Οικονομικών ή όσους εκτελούν βάσει συμβάσεως συγκεκριμένο έργο προς όφελος του Δημοσίου.»

β) Στην παρ. 3 του άρθρου 46 του ν. 3842/2010 (Α’ 58) προστίθεται περίπτωση στ’ ως εξής:

«στ) Η χορήγηση στοιχείων σε αναδόχους του Υπουργείου Οικονομικών ή όσους εκτελούν βάσει συμβάσεως συγκεκριμένο έργο προς όφελος του Δημοσίου.»

γ) Μετά την περίπτωση ε’ της παρ. 7 του άρθρου 51 του ν. 3842/2010 (Α’ 58) προστίθεται περίπτωση στ’ ως εξής:

«στ) Η χορήγηση στοιχείων σε αναδόχους του Υπουργείου Οικονομικών ή όσους εκτελούν βάσει συμβάσεως συγκεκριμένο έργο προς όφελος του Δημοσίου.»

9. Στο τέλος του άρθρου 9 του ν.δ. 356/1974 (Α’ 90, ΚΕΔΕ) προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί, προκειμένου να εντοπιστούν περιουσιακά στοιχεία των υπόχρεων ή συνυπόχρεων προσώπων και να διασφαλιστεί η είσπραξη των δημοσίων εσόδων, να ανατίθεται η έρευνα σε ελεγκτικές εταιρείες ή δικηγόρους ή δικηγορικά γραφεία ή κοινοπραξίες αυτών. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία της ανάθεσης, ο τρόπος της αμοιβής, που μπορεί να συνδέεται με το τελικό αποτέλεσμα της έρευνας ή της είσπραξης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου.»

10. Στην παράγραφο 3 της υπ’ αριθμ. 2084358/ 2116/0049 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών (Β’ 1096/11.12.1997) προστίθεται από τότε που ίσχυσε, εδάφιο ως εξής:

«Όταν συντρέχουν λόγοι γενικού συμφέροντος και ειδικότερα λόγοι σχετικοί με τη συστημική ευστάθεια του τραπεζικού συστήματος, το Υπουργείο Οικονομικών, σε συνεννόηση με την Τράπεζα της Ελλάδος και ανάλογα με την κατάσταση και τις πρακτικές της διατραπεζικής αγοράς, μπορεί να τοποθετεί για τον αναγκαίο χρόνο τα διαθέσιμα κατά τρόπο που να διασφαλίζει τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος και τα στρατηγικά χρηματοοικονομικά συμφέροντα του Δημοσίου.»

11. Το εδάφιο β’ της παραγράφου 6 του άρθρου 14 του ν. 2971/2001 (Α’ 285) αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι υπόχρεοι προς καταβολή ανταλλάγματος που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο καταβάλλουν ετησίως αποζημίωση (μίσθωμα), που καθορίζεται με την ίδια υπουργική απόφαση και αναπροσαρμόζεται ανά πενταετία. Για το ύψος του μισθώματος λαμβάνεται υπόψη προηγούμενη εισήγηση επί του θέματος της αρμόδιας κατά τόπο Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων, αφού αυτή εξετάσει συγκριτικά μισθωτικά στοιχεία της περιοχής, που θα της προσκομίσει ο Προϊστάμενος της αρμόδιας κατά τόπο Κτηματικής Υπηρεσίας ο οποίος μετέχει σε αυτήν ως εισηγητής. Τυχόν εκκρεμείς υποθέσεις, στις οποίες δεν έχει καθοριστεί η ετήσια αποζημίωση (μίσθωμα) σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο ή με τις διατάξεις της παρ. 21 του άρθρου 6 του ν. 2160/1993 (Α’ 118), ρυθμίζονται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών αφού προηγηθεί εισήγηση της αρμόδιας κατά τόπο Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο. Η Διεύθυνση Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών αφού καταγράψει όσες περιπτώσεις εκκρεμούν, αποστέλλει αυτές στις κατά τόπο αρμόδιες Κτηματικές Υπηρεσίες, προκειμένου να τις επεξεργαστούν και να τις εισαγάγουν εν συνεχεία στην Επιτροπή Δημοσίων Κτημάτων.»

Άρθρο 19
Ειδικές ρυθμίσεις για την καταβολή φορολογικών επιβαρύνσεων λόγω παύσης ισχύος της άδειας επαγγελματικού πλοίου αναψυχής

1. Για επαγγελματικά πλοία αναψυχής του ν. 2743/ 1999 (Α’ 211), τα οποία έχουν εισαχθεί ή αποκτηθεί με απαλλαγή από το φόρο προστιθέμενης αξίας πριν τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και για τα οποία η χορηγηθείσα κατά τις κείμενες διατάξεις άδεια επαγγελματικού πλοίου έπαυσε ή παύει με οποιονδήποτε τρόπο να ισχύει, δεν οφείλονται τέλη εκπροθέσμου καταβολής, πρόστιμα και προσαυξήσεις και δεν επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται από την κείμενη φορολογική και τελωνειακή νομοθεσία λόγω της χρησιμοποίησης των πλοίων αυτών για ιδιωτικούς σκοπούς εφόσον:

α) υποβάλει ο ενδιαφερόμενος έως τις 30.9.2011 αίτηση για την υπαγωγή του στην παρούσα ρύθμιση και

β) καταβάλλει εφάπαξ, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο (2) μηνών από την υποβολή της ως άνω αίτησης τον αναλογούντα φόρο προστιθέμενης αξίας του σκάφους και τους φόρους που αναλογούν στα καύσιμα, λιπαντικά και λοιπά εφόδια για τους οποίους το σκάφος έτυχε απαλλαγής.

Στην παρούσα ρύθμιση υπάγονται και υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των ποινικών και διοικητικών δικαστηρίων.

2. Για σκάφη για τα οποία κατά την υποβολή της αίτησης για την υπαγωγή στην παρούσα ρύθμιση έχει εκδοθεί η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του ν. 2743/1999 απόφαση παύσης ισχύος της άδειας επαγγελματικού πλοίου αναψυχής, καταβάλλονται ταυτόχρονα με τον αναλογούντα φόρο προστιθέμενης αξίας του σκάφους και δασμοί και οι φόροι που αναλογούν στα καύσιμα, λιπαντικά και λοιπά εφόδια για τους οποίους το σκάφος έτυχε απαλλαγής από το χρόνο που έπαυσε να ισχύει η άδεια έως το χρόνο υποβολής αίτησης υπαγωγής στην παρούσα ρύθμιση.

Για σκάφη για τα οποία δεν έχει εκδοθεί η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του ν. 2743/1999 απόφαση παύσης ισχύος της άδειας επαγγελματικού πλοίου αναψυχής, προκειμένου να υπαχθούν στη ρύθμιση του παρόντος, εκδίδεται κατόπιν αίτησής τους προς την αρμόδια διεύθυνση του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, κατά παρέκκλιση του άρθρου 2 παρ. 5 εδάφιο β’ του ν. 2743/1999, διαπιστωτική πράξη ανάκλησης της άδειας επαγγελματικού πλοίου αναψυχής εντός ενός μηνός από την υποβολή της αίτησης χωρίς περαιτέρω έλεγχο.

Μετά την έκδοση της διαπιστωτικής αυτής πράξης και την υποβολή της αίτησης για την υπαγωγή στην παρούσα ρύθμιση, καταβάλλονται ταυτόχρονα με τον αναλογούντα φόρο προστιθέμενης αξίας του σκάφους και οι φόροι που αναλογούν στα καύσιμα, λιπαντικά και λοιπά εφόδια για τους οποίους το σκάφος έτυχε απαλλαγής από 1.7.2010 έως το χρόνο υποβολής αίτησης υπαγωγής στην παρούσα ρύθμιση.

Μαζί με την αίτηση υπαγωγής στην παρούσα ρύθμιση υποβάλλονται κατά περίπτωση η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του ν. 2743/1999 απόφαση παύσης ισχύος της άδειας επαγγελματικού πλοίου αναψυχής ή η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου διαπιστωτική πράξη ανάκλησης της άδειας επαγγελματικού πλοίου αναψυχής.

Εφόσον πρόκειται για υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των ποινικών ή διοικητικών δικαστηρίων, μαζί με την αίτηση προσκομίζεται και βεβαίωση από το αρμόδιο δικαστήριο ότι δεν έχει εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση.

3. Για τον υπολογισμό του οφειλόμενου φόρου προστιθέμενης αξίας του σκάφους, εφαρμόζεται ο συντελεστής του φόρου που ισχύει κατά την ημέρα της υποβολής της αίτησης για την υπαγωγή στην παρούσα ρύθμιση.

Η φορολογητέα αξία διαμορφώνεται ως ακολούθως:

α) όταν πρόκειται για την εισαγωγή ή την ενδοκοινοτική απόκτηση καινούριου σκάφους με βάση την αξία που αναγράφεται στο σχετικό παραστατικό τελωνισμού και

β) όταν πρόκειται για την εισαγωγή ή την ενδοκοινοτική απόκτηση μεταχειρισμένου σκάφους και για την αγορά από το εσωτερικό της χώρας καινούργιου ή μεταχειρισμένου σκάφους με βάση την αρχική τιμή πώλησης του σκάφους κατά την κατασκευή του.

Οι προκύπτουσες κατά τα ανωτέρω αξίες μειώνονται λόγω παλαιότητας κατά το πρώτο έτος κατά ποσοστό 20%, το δεύτερο έτος κατά ποσοστό 10%, τα επόμενα έτη μέχρι και το όγδοο κατά ποσοστό 5% και με ανώτατο όριο 60%.

Μετά το πέρας εικοσαετίας από την κατασκευή του σκάφους, η φορολογητέα αξία μειώνεται κατά 90%.

4. Η αίτηση υπαγωγής στην παρούσα ρύθμιση για τα σκάφη που έτυχαν της απαλλαγής του Φ.Π.Α. με την κατάθεση του προβλεπόμενου τελωνειακού παραστατικού, υποβάλλεται στην τελωνειακή αρχή του τελωνισμού του σκάφους. Σε κάθε άλλη περίπτωση η αίτηση αυτή υποβάλλεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ..

5. Εφόσον πληρούνται οι παραπάνω προϋποθέσεις δεν ασκείται ποινική δίωξη και η τυχόν ασκηθείσα παύει οριστικά, αίρεται η τυχόν επιβληθείσα δέσμευση ή κατάσχεση του σκάφους και οι σχετικές δίκες στα διοικητικά δικαστήρια καταργούνται.

6. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν έχουν εφαρμογή στις περιπτώσεις που κατά το στάδιο του τελωνισμού προσκομίσθηκαν πλαστά τιμολόγια, για τις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.

7. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν έχουν εφαρμογή στις περιπτώσεις σκαφών για τα οποία πριν τη δημοσίευση του παρόντος νόμου έχει εκδοθεί η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του ν. 2743/1999 απόφαση παύσης ισχύος της άδειας επαγγελματικού πλοίου αναψυχής και έχουν βεβαιωθεί οι οφειλόμενες φορολογικές επιβαρύνσεις.

8. Κατά την παύση ισχύος της άδειας επαγγελματικού πλοίου αναψυχής, η φορολογική υποχρέωση για την καταβολή του φόρου πολυτελείας γεννάται και ο φόρος καθίσταται απαιτητός εφόσον το πλοίο αυτό έτυχε απαλλαγής από το φόρο προστιθέμενης αξίας λόγω χαρακτηρισμού του ως επαγγελματικό σε χρόνο μεταγενέστερο της θέσης σε ισχύ των διατάξεων του άρθρου 17 του ν. 3833/2010 (Α’ 40).

9. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας καθορίζεται κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου αυτού. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να παρατείνεται η προθεσμία της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 20
Ρυθμίσεις τελωνειακών θεμάτων

1. Αυτοκίνητα της περίπτωσης α’ της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 3899/2010 (Α’ 212) και της παρ. 5 του άρθρου 30 του ν. 3943/2011 (Α’ 66) που τελωνίζονται μετά την ημερομηνία εφαρμογής της παρούσας διάταξης, με καταβολή ολόκληρου του προβλεπόμενου από τις διατάξεις των άρθρων 121 και 123 του ν. 2960/2001 (Α’ 265), τέλους ταξινόμησης από επίσημους διανομείς ή εμπόρους αυτοκινήτων, εφόσον μεταβιβάζονται για ταξινόμηση από ιδιώτες σε αντικατάσταση αποσυρόμενου της κυκλοφορίας επιβατικού ή φορτηγού αυτοκινήτου, επιστρέφεται η διαφορά του τέλους ταξινόμησης που προκύπτει κατ’ εφαρμογή των οριζομένων των προαναφερόμενων διατάξεων. Η διαφορά του τέλους ταξινόμησης επιστρέφεται κατά τα οριζόμενα από το άρθρο 32 του ν. 2960/2001 μετά από αίτηση στην αρμόδια τελωνειακή αρχή καταβολής του τέλους ταξινόμησης.

Στην αίτηση επιστροφής επισυνάπτονται τα δικαιολογητικά που προβλέπονται από την κ.υ.α. της περίπτωσης δ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του ν. 3899/ 2010. Η κατά τα προηγούμενα αίτηση επιστροφής κατατίθεται μέσα σε διάστημα τριών μηνών από την ταξινόμηση του οχήματος.

2. Οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 3899/2010 και της παρ. 5 του άρθρου 30 του ν. 3943/2011, εφαρμόζονται για αυτοκίνητα που θα τελωνισθούν και θα καταβάλουν τις οφειλόμενες φορολογικές επιβαρύνσεις μέχρι και 31.12.2011.

3. Η προθεσμία που προβλέπεται από την παρ. 2 του άρθρου 30 του ν. 3943/2011 (Α’ 66) παρατείνεται μέχρι και την 30.12.2011. Στις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου υπάγονται και επιβατικά οχήματα και αυτοκίνητα τύπου jeep, που πληρούν τις προδιαγραφές της Οδηγίας 98/69/ΕΚ Φάσης Β ή μεταγενέστερης, για τα οποία από 30.6.2011 και μέχρι την έναρξη εφαρμογής του παρόντος νόμου έxει καταβληθεί το τέλος ταξινόμησης και έχουν εκδοθεί τα αποδεικτικά είσπραξης. Στις περιπτώσεις αυτές επανυπολογίζεται το τέλος ταξινόμησης, συμψηφίζεται με αυτό που έχει καταβληθεί και επιστρέφεται η προκύπτουσα διαφορά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ’
ΛΟΙΠΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Άρθρο 21
Μισθώσεις Ελληνικού Δημοσίου

1. Η μισθωτική αξία των ακινήτων που έχουν μισθωθεί από το Ελληνικό Δημόσιο και τους φορείς του δημόσιου τομέα, όπως αυτός προσδιορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 1 Β του ν. 2362/1995 (Α’ 247), όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3871/2010 (Α’ 141), και πριν τη συμπλήρωσή του με την παρ. 1 α του άρθρου 50 του ν. 3943/2011 (Α’ 66), τεκμαίρεται ότι κατά το έτος 2010 έχει μειωθεί κατά 20%. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου τα μισθώματα που καταβάλλουν το Ελληνικό Δημόσιο και οι ανωτέρω φορείς, για τη μίσθωση ακινήτων στα οποία στεγάζονται υπηρεσίες τους, μειώνονται κατά ποσοστό 20%, το οποίο υπολογίζεται στο ύψος των μισθωμάτων της χρήσης Ιουλίου 2010 και μέχρι 30.6.2013 απαγορεύεται οποιαδήποτε αναπροσαρμογή τους. Σε περίπτωση κατά την οποία τα μισθώματα αυτά έχουν αναπροσαρμοσθεί (αυξηθεί) μετά την 1.7.2010, η αναπροσαρμογή αυτή καταργείται και η καταβληθείσα συμψηφίζεται με τα οφειλόμενα μισθώματα. Οι εκμισθωτές δικαιούνται να προσφύγουν στα αρμόδια δικαστήρια και να αμφισβητήσουν το ύψος του παραπάνω τεκμηρίου και τη μείωση του μισθώματος. Το Ελληνικό Δημόσιο και οι ανωτέρω φορείς δικαιούνται να προσφύγουν στα αρμόδια δικαστήρια και να αποδείξουν ότι η μείωση της μισθωτικής αξίας και αντιστοίχως του μισθώματος είναι μεγαλύτερη από το παραπάνω ποσοστό.

2. Η μείωση του μισθώματος της προηγούμενης παραγράφου δεν εφαρμόζεται στις μισθώσεις που οι εκμισθωτές συμφώνησαν με το Ελληνικό Δημόσιο ή τους φορείς της προηγούμενης παραγράφου στη μείωση του καταβαλλόμενου από 1.7.2010 και εφεξής μισθώματος κατά ποσοστό τουλάχιστον 20%. Σε περίπτωση που είχαν συμφωνήσει μείωση σε ποσοστό μικρότερο του 20% τότε το καταβαλλόμενο μίσθωμα μειώνεται από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου κατά το υπόλοιπο ποσοστό μέχρι τη συμπλήρωση του ποσοστού 20%.

3. Στις περιπτώσεις που το ετήσιο μίσθωμα που προκύπτει, μετά την κατά τις προηγούμενες παραγράφους μείωσή του, είναι κατώτερο του μισθώματος που προκύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 41 και 41α του ν. 1249/1982 (Α’ 43) με την επιβολή συντελεστή απόδοσης 5%, δικαιούται ο εκμισθωτής με αίτησή του στην αρμόδια υπηρεσία για την καταβολή του μισθώματος, στην οποία επισυνάπτεται φύλλο υπολογισμού της αντικειμενικής αξίας του μισθίου θεωρημένου από την αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματος του εκμισθωτή Δ.Ο.Υ., να ζητήσει τη μείωση του μισθώματος μέχρι το ύψος του μισθώματος, όπως προσδιορίζεται ανωτέρω ή τη μηδενική μείωση αυτού στην περίπτωση που το μίσθωμα, πριν από οποιαδήποτε μείωση, είναι ίσο ή κατώτερο αυτού. Η αρμόδια για την καταβολή του μισθώματος υπηρεσία ενημερώνει εγγράφως σχετικά την αρμόδια για τη σύναψη της μισθωτικής σύμβασης αρχή.

Άρθρο 22
Ανάκτηση παράνομων κρατικών ενισχύσεων

1. Κρατικές ενισχύσεις, οι οποίες έχει κριθεί ότι σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 107 ΣΛΕΕ είναι ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά, δυνάμει απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή απόφασης του Δικαστηρίου ή του Γενικού Δικαστηρίου Ευρωπαϊκής Ένωσης και πρέπει να ανακτηθούν, ανακτώνται από την αρμόδια υπηρεσία, ως εξής:

α. Με πρωτοβουλία της αρμόδιας υπηρεσίας, αποστέλλεται στον αποδέκτη της ενίσχυσης και ειδικότερα, στον νόμιμο εκπρόσωπο του νομικού προσώπου, αντίγραφο της απόφασης με πρόσκληση για καταβολή του εκεί οριζόμενου ποσού εντός ορισμένης προθεσμίας, στη Δ.Ο.Υ. φορολογίας εισοδήματος του νομικού προσώπου.

β. Μετά την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας αυτής, η αρμόδια υπηρεσία συντάσσει χρηματικό κατάλογο, στον οποίο αναγράφεται το όνομα του υπόχρεου νομικού προσώπου, ο Α.Φ.Μ. του, οι Α.Φ.Μ. των φυσικών προσώπων, που είναι υπόχρεα για την καταβολή του ποσού που θα βεβαιωθεί στον Α.Φ.Μ. του νομικού προσώπου, το προς ανάκτηση ποσό, ο κωδικός αριθμός του εσόδου, καθώς και ο τρόπος καταβολής (εφάπαξ ή δόσεις, ημερομηνία καταβολής κ.λπ.) τον αποστέλλει στην οικεία Δ.Ο.Υ., προκειμένου να γίνει η βεβαίωση και η είσπραξη του ποσού με τη διαδικασία του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.

2. Νόμιμο τίτλο για την είσπραξη του ποσού αποτελεί η απόφαση της παραγράφου 1.

3. Αρμόδια υπηρεσία για τη σύνταξη και αποστολή του χρηματικού καταλόγου στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. είναι η υπηρεσία που εποπτεύει τις δραστηριότητες του νομικού προσώπου για τις οποίες χορηγήθηκε η παράνομη κρατική ενίσχυση.

4. Αρμόδια Δ.Ο.Υ. για τη βεβαίωση και είσπραξη των ποσών που ανακτώνται κατά το παρόν άρθρο ορίζεται η Δ. Ο. Υ. φορολογίας εισοδήματος του νομικού προσώπου.

5. Όπου στο παρόν άρθρο αναφέρεται νομικό πρόσωπο νοείται και επιχείρηση κάθε μορφής που μπορεί σύμφωνα με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να είναι αποδέκτης κρατικής ενίσχυσης.

6. Από την εφαρμογή του παρόντος άρθρου δεν θίγονται ειδικότερες διατάξεις που αφορούν τη διαδικασία ανάκτησης κρατικών ενισχύσεων ως αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών σε συγχρηματοδοτούμενα έργα.

Άρθρο 23
Σύσταση Υπηρεσίας Σχεδιασμού και Παρακολούθησης της εφαρμογής των Προγραμμάτων Οικονομικής Προσαρμογής στο Υπουργείο Οικονομικών

1. Στο Υπουργείο Οικονομικών συνιστάται οργανική μονάδα, επιπέδου Διεύθυνσης, με τίτλο «Υπηρεσία Σχεδιασμού και Παρακολούθησης της εφαρμογής των Προγραμμάτων Οικονομικής Προσαρμογής», υπαγόμενη απευθείας στον Υπουργό Οικονομικών.

2. Η Υπηρεσία Σχεδιασμού και Εφαρμογής των Προγραμμάτων Οικονομικής Προσαρμογής διαρθρώνεται σε τέσσερα Τμήματα, μεταξύ των οποίων κατανέμονται οι αρμοδιότητές της, ως ακολούθως:

α) Τμήμα Α’ – Σχεδιασμού, Διαχείρισης και Ελέγχου των Προγραμμάτων Οικονομικής Προσαρμογής:

αα) Συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς και ιδίως με το Συμβούλιο Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων (Σ.Ο.Ε.) για την ανεύρεση ορθών και αποτελεσματικών ενεργειών με στόχο την υλοποίηση των Προγραμμάτων.

ββ) Αξιολόγηση των προτεινόμενων μέτρων/δράσεων που ενσωματώνονται σε κάθε Πρόγραμμα, υποβολή προτάσεων σε συνεργασία με το Σ.Ο.Ε. για εναλλακτικές επιλογές μέτρων προς τον Υπουργό Οικονομικών, τα οποία επεξεργάζεται σε συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς, με στόχο τη διευκόλυνση των ευρύτερων στόχων κάθε Προγράμματος.

γγ) Υποστήριξη του Υπουργού Οικονομικών και εισήγηση των Προγραμμάτων και των επί μέρους επικαιροποιήσεών τους.

δδ) Διαμόρφωση θέσεων, απόψεων και παροχή διευκρινίσεων προς το Συμβούλιο Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων (Σ.Ο.Ε.) και προς όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, που είναι αρμόδιοι για τη διαπραγμάτευση και εκπροσώπηση της χώρας στα κοινοτικά και διεθνή όργανα και οργανισμούς.

β) Τμήμα Β’ – Παρακολούθησης της Εφαρμογής των Προγραμμάτων Οικονομικής Προσαρμογής, που υλοποιούνται από υπηρεσίες εκτός του Υπουργείου Οικονομικών:

αα) Παρακολούθηση, συγκέντρωση και επεξεργασία των στοιχείων και των πληροφοριών από τους αρμόδιους φορείς, καθώς και τα κοινοτικά και διεθνή όργανα και οργανισμούς, σχετικά με την πορεία της έγκαιρης εφαρμογής των μέτρων/δράσεων των Προγραμμάτων Οικονομικής Προσαρμογής με εξαίρεση τα Μέτρα και τις Δράσεις που υλοποιούνται από Υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών.

ββ) Διαβίβαση των πληροφοριών και ενημέρωση των αρμόδιων φορέων αναφορικά με τις υποχρεώσεις τους και τις προθεσμίες εκπλήρωσης αυτών, όπως απορρέουν από κάθε Πρόγραμμα.

γγ) Ενημέρωση και υποβολή εκθέσεων σε τακτική βάση προς τον Υπουργό Οικονομικών και το Σ.Ο.Ε. για την πορεία εφαρμογής κάθε Προγράμματος. Εντοπισμός τυχόν καθυστερήσεων, δυσκολιών και προβλημάτων στην υλοποίηση του Προγράμματος και εισήγηση τρόπων αντιμετώπισης των παραπάνω.

δδ) Συλλογή και τυποποίηση των δεδομένων για τη διευκόλυνση της αξιολόγησης από το Σ.Ο.Ε. και τη Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Πολιτικής των μετρήσιμων ποιοτικών και ποσοτικών αποτελεσμάτων των μέτρων που εφαρμόζονται με βάση κάθε Πρόγραμμα.

εε) Τήρηση των προβλεπόμενων στην παράγραφο 3 του άρθρου 5 του ν. 1682/1987 (Α’ 14) πληροφοριών ή στοιχείων που υποχρεούνται να παρέχουν οι υπηρεσίες του δημόσιου τομέα στο Σ.Ο.Ε, για την υποβοήθηση του έργου του.

γ) Τμήμα Γ’ – Παρακολούθησης της Εφαρμογής των Προγραμμάτων Οικονομικής Προσαρμογής που υλοποιούνται από Υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών:

αα) έχει όλες τις αρμοδιότητες του Τμήματος Β’ όσον αφορά τα Μέτρα και τις Δράσεις των Προγραμμάτων Οικονομικής Προσαρμογής για τα οποία αρμόδιος φορέας εφαρμογής τους είναι Υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών.

δ) Τμήμα Δ’ – Γραμματειακής και Διοικητικής Υποστήριξης:

αα) Προετοιμασία και οργάνωση των επισκέψεων των κλιμακίων εκπροσώπων διεθνών και κοινοτικών οργάνων και οργανισμών.

ββ) Παροχή γραμματειακής υποστήριξης σε όλα τα Τμήματα της Διεύθυνσης.

γγ) Διεκπεραίωση των μεταφράσεων των κειμένων και τήρηση του αρχείου της Διεύθυνσης.

3.α) Η ανωτέρω Υπηρεσία στελεχώνεται από υπαλλήλους όλων των κλάδων του Υπουργείου Οικονομικών, κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ.

β) Της Διεύθυνσης και των Τμημάτων Α’ – Σχεδιασμού, Διαχείρισης και Ελέγχου, Β’ – Παρακολούθησης της Εφαρμογής αυτής και Γ’ Παρακολούθησης της Εφαρμογής των Προγραμμάτων Οικονομικής Προσαρμογής που υλοποιούνται από Υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών προΐστανται υπάλληλοι, κατηγορίας ΠΕ, των κλάδων Εφοριακών ή Δημοσιονομικών ή Τελωνειακών ή Διοικητικών ΓΧΚ ή των αντίστοιχων προσωρινών ή των προσωρινών κλάδων Διοικητικού Προσωπικού. Του Τμήματος Δ’ – Γραμματειακής και Διοικητικής Υποστήριξης προΐσταται υπάλληλος των ίδιων κλάδων, κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ.

γ) Ο αριθμός των υπαλλήλων, που απαιτούνται για τις ανάγκες στελέχωσης της Διεύθυνσης και των Τμημάτων αυτής, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, καθώς και τα ειδικότερα ή πρόσθετα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα αυτών προσδιορίζονται με σχετική ανακοίνωση -πρόσκληση για την πλήρωση αντίστοιχου αριθμού θέσεων, ανάλογα με τις εκάστοτε υπηρεσιακές ανάγκες.

4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζεται ο χρόνος έναρξης λειτουργίας της Διεύθυνσης και των Τμημάτων αυτής.

Άρθρο 24
Δημοσιονομικές διατάξεις και ρυθμίσεις θεμάτων Ν.Σ.Κ.

1. Στο τέλος της περίπτωσης ι’ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 3812/2009 προστίθενται οι λέξεις «ειδικοί ερευνητές και επιστήμονες συνεργάτες της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του ν. 1682/1987.».

2. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργείται η παράγραφος 4 του άρθρου 64 του ν. 1943/1991 (Α’ 50), όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 9 του ν. 2085/1992 (Α’ 170) και το άρθρο 10 του ν. 3320/2005 (Α’ 48) και παύει η χορήγηση της προβλεπόμενης από τις διατάξεις αυτές επιδότησης αγοράς ή ανέγερσης κατοικίας, ανεξάρτητα από το χρόνο τοποθέτησης, μετάθεσης ή μετάταξης του υπαλλήλου σε υπηρεσία προβληματικής περιοχής.

3. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 38 του ν. 3986/2011 (Α’ 152) προστίθεται περίπτωση γ’, ως εξής:

«γ) Οι ειδικές εισφορές των προηγούμενων περιπτώσεων που αναλογούν στο χρονικό διάστημα από 1.1.2011 έως 31.7.2011 κατανέμονται ισόποσα και συνεισπράττονται με τις εισφορές των επόμενων μηνών του έτους 2011 σύμφωνα και με όσα ορίζονται στην κοινή υπουργική απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της προηγούμενης περίπτωσης.»

4. Το άρθρο 18 του π.δ. 238/2003 (Α’ 214), όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 10 του άρθρου 13 του ν. 3790/2009 (Α’ 143), αντικαθίσταται ως εξής:

«Αρθρο 18
Υποψήφιοι

Λειτουργοί του Ν.Σ.Κ. διορίζονται, κατόπιν διαγωνισμού, όσοι είναι δικηγόροι ή δικαστικοί λειτουργοί που έχουν συμπληρώσει το 26ο έτος και δεν έχουν υπερβεί το 35ο έτος της ηλικίας τους. Για τους δικηγόρους απαιτείται διετής άσκηση δικηγορίας και στην περίπτωση που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος νομικού τμήματος αρκεί ετήσια άσκηση δικηγορίας. Για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό απαιτείται άριστη γνώση της αγγλικής ή γαλλικής ή γερμανικής γλώσσας, που αποδεικνύεται σύμφωνα με το άρθρο 28 του π.δ. 50/2001 (Α’ 39).»

5.α. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 24 του ν. 3200/2003 (Α’ 281), όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 14 του άρθρου 13 του ν. 3790/2009 (Α’ 143), αντικαθίσταται ως εξής:

«Στους τακτικούς υπαλλήλους του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ανεξάρτητων Αρχών, των οποίων η νομική υπηρεσία διεξάγεται από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, κατά των οποίων ασκείται ποινική δίωξη για αδικήματα που τους αποδίδονται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, παρέχεται η δυνατότητα υπεράσπισής τους ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων, από λειτουργούς του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με απόφαση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., μετά από προηγούμενη έγκριση του αρμόδιου Υπουργού, εφόσον: α) με την έκθεση επί της ένορκης διοικητικής εξέτασης, δεν διαπιστώνεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος σχετικού με την πράξη, για την οποία διώκονται και β) δεν θα εκπροσωπηθούν από δικηγόρο, κατά την ενώπιον του δικαστηρίου διαδικασία.»

β. Όπου, σε εφαρμογή της διάταξης της παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 2993/2002 (Α’ 58), προβλέπεται η συμμετοχή λειτουργού του Ν.Σ.Κ. σε συμβούλια, επιτροπές ή ομάδες εργασίας, ο λειτουργός του Ν.Σ.Κ. μπορεί να αντικαθίσταται, ύστερα από αρνητική για την υπόδειξή του γνώμη του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, από δημόσιο υπάλληλο, κατηγορίας ΠΕ Α’ βαθμού ή αντίστοιχης κατηγορίας και βαθμού, με εικοσαετή συνολική υπηρεσία, που ορίζεται από το όργανο που είναι αρμόδιο για την έκδοση της πράξης συγκρότησης ή από δικηγόρο με δεκαετή τουλάχιστον δικηγορική υπηρεσία, που υποδεικνύεται από τον Πρόεδρο του οικείου δικηγορικού συλλόγου.

6.α) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 15 του άρθρου 28 του ν. 2579/1998 (Α’ 31), όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 11 του άρθρου 13 του ν. 3790/2009 (Α’ 143), αντικαθίσταται ως εξής:

«Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού επιτρέπεται η μετάταξη διοικητικών υπαλλήλων του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Η μετάταξη γίνεται ύστερα από δημόσια προκήρυξη, με αίτηση του ενδιαφερομένου και σύμφωνη γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου του Ν.Σ. Κ., σε κενές οργανικές θέσεις του διοικητικού προσωπικού, κατηγορίας και κλάδου αντίστοιχου των προσόντων του μετατασσόμενου. Με απόφαση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., που τοιχοκολλάται στο κατάστημα της Κεντρικής Υπηρεσίας του Ν.Σ.Κ. και αναρτάται στην ιστοσελίδα του, καθορίζονται ο τρόπος δημοσίευσης, το περιεχόμενο της προκήρυξης, τα ειδικά προσόντα των υποψηφίων και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»

β) Διοικητικές πράξεις διαδικασίας μετατάξεων που έχουν εκδοθεί, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 15 του άρθρου 28 του ν. 2579/1998, όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή του με τις διατάξεις της προηγούμενης υποπαραγράφου α’ της παρούσας παραγράφου, ανακαλούνται αυτοδικαίως και η σχετική διαδικασία ματαιώνεται, εφόσον μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος δεν έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως η πράξη μετάταξης.»

7. Με απόφαση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., σε ειδικές περιπτώσεις, εφόσον κρίνεται απαραίτητο για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που προβλέπονται στο άρθρο 2 του ν. 3086/2002 (Α’ 324), επιτρέπεται η ανάθεση συλλογής ή επεξεργασίας στοιχείων, καθώς και η σύνταξη τεχνικών ή άλλων εκθέσεων, σε τρίτους. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, οι τρίτοι οφείλουν να τηρούν εχεμύθεια για όσα γεγονότα ή πληροφορίες περιήλθαν σε γνώση τους, στο πλαίσιο της ανάθεσης αυτής.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ. καθορίζονται οι ειδικότερες προϋποθέσεις, η διαδικασία ανάθεσης των υπηρεσιών που προβλέπεται στην παράγραφο αυτή, κατά παρέκκλιση των διατάξεων των άρθρων 82 έως και 85 του ν. 2362/1995 (Α’ 247) και κάθε αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.

8.Το δεύτερο από το τέλος εδάφιο της περίπτωσης δ’ του άρθρου 5 του ν. 3049/2002 (Α’ 212) αντικαθίσταται ως εξής:

«Αρμόδια υπηρεσία για τη διαχείριση του λογαριασμού είναι η Διεύθυνση 25η (Δ25) του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.»

9. Στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 44 του ν. 3986/2011 (Α’ 152) οι λέξεις «καταργουμένης, από την ίδια ως άνω ημερομηνία» αντικαθίστανται με τις λέξεις «αναστελλομένης, από την ίδια ως άνω ημερομηνία και καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής.»

10. Η παράγραφος 21 του άρθρου 66 του ν. 3984/2011 (Α’ 150) καταργείται από τότε που ίσχυσε.

11. Στο τέλος της περίπτωσης α’ της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του ν.3986/2011 (Α’ 152) προστίθενται λέξεις και εδάφιο από τότε που ίσχυσε η διάταξη ως εξής: «, συμπεριλαμβανομένων και των Τραπεζών. Από τις διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων εξαιρείται το προσωπικό που καταβάλλει την εισφορά υπέρ κλάδου ανεργίας, που προβλέπεται από την παράγραφο 1 του άρθρου 32 του ν.δ. 2961/1954 (Α’ 197), όπως έχει τροποποιηθεί με την παράγραφο 6 του άρθρου 44 του ν. 2084/1992 (Α’ 165) και την παράγραφο 9 του άρθρου 44 του παρόντος νόμου.»

12. α) Στο τέλος του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 3Β του ν. 2362/1995 (Α’ 247), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 12α του ν. 3943/2011 (Α’ 66), μετά τη λέξη «του ν. 3839/2010» προστίθεται η φράση «, εφόσον από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν προβλέπεται διαφορετική ρύθμιση».

β) Στην παράγραφο 1 του άρθρου 3Β του ν. 2362/1995 προστίθεται πέμπτο εδάφιο ως εξής:

«Δικαίωμα υποβολής αίτησης υποψηφιότητας για την πλήρωση θέσης Προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών έχουν υπάλληλοι όλων των κλάδων κατηγορίας ΠΕ όλων των Υπουργείων. Ως Προϊστάμενοι της ανωτέρω Γενικής Διεύθυνσης επιλέγονται υπάλληλοι με τριετή τουλάχιστον εμπειρία σε θέματα οικονομικής διαχείρισης ή διαχειριστικού ελέγχου. Αν δεν υπάρχουν υπάλληλοι με τις προϋποθέσεις αυτές, επιλέγονται υπάλληλοι με δύο (2) τουλάχιστον έτη εμπειρίας στα ίδια θέματα. Κατά την πρώτη εφαρμογή η προκήρυξη όλων των θέσεων προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων Οικονομικών Υπηρεσιών των Υπουργείων γίνεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και των καθ’ ύλην αρμόδιων Υπουργών και η επιλογή των προϊσταμένων των θέσεων αυτών γίνεται με τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο πέμπτο του ν. 3839/2010.»

ΜΕΡΟΣ Δ’
ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΠΑΙΓΝΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ H’
ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΠΑΙΓΝΙΩΝ

Άρθρο 25
Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου ορίζονται ως: α) «Τεχνικά-ψυχαγωγικά παίγνια»: Παίγνια των οποίων το αποτέλεσμα εξαρτάται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο από την τεχνική ή πνευματική ικανότητα του παίκτη και διενεργούνται σε δημόσιο χώρο αποκλειστικά για ψυχαγωγικούς σκοπούς χωρίς να επιτρέπεται για το αποτέλεσμα αυτών να συνομολογηθεί στοίχημα μεταξύ οποιωνδήποτε προσώπων ή να αποδοθεί οποιασδήποτε μορφής οικονομικό όφελος στον παίκτη. Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται και όλα όσα έχουν χαρακτηριστεί ως «τεχνικά παίγνια» σύμφωνα με τις διατάξεις του β.δ. 29/1971 (Α’ 21), μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Τα τεχνικά-ψυχαγωγικά παίγνια, απαγορεύεται να διαθέτουν σύστημα υπολογισμού, καταγραφής και απόδοσης οικονομικού οφέλους στον παίκτη.

Τα τεχνικά-ψυχαγωγικά παίγνια, ανάλογα με τα μέσα διενέργειάς τους διακρίνονται σε:

αα) «Μηχανικά παίγνια»: όταν για τη διεξαγωγή τους απαιτούνται μόνο μηχανικά μέσα καθώς και η συμβολή της μυϊκής δύναμης του παίκτη.

ββ) «Ηλεκτρομηχανικά παίγνια»: όταν για τη διεξαγωγή τους απαιτούνται ηλεκτρικοί ή ηλεκτρονικοί υποστηρικτικοί μηχανισμοί.

γγ) «Ηλεκτρονικά παίγνια»: όταν για τη διεξαγωγή τους, εκτός των υποστηρικτικών ηλεκτρονικών και άλλων μηχανισμών, απαιτούνται ηλεκτρονικές υποστηρικτικές διατάξεις (hardware), καθώς και η ύπαρξη και η εκτέλεση λογισμικού – προγράμματος (software) παιγνίων, το οποίο ενσωματώνεται ή εγκαθίσταται σε αυτά και περιέχει το σύνολο των πληροφοριών, οδηγιών και λοιπών στοιχείων που αφορούν στη χρήση και στη διεξαγωγή του παιγνίου.

β) «Τυχερά παίγνια»: Παίγνια των οποίων το αποτέλεσμα εξαρτάται τουλάχιστον εν μέρει από την τύχη και αποδίδουν στον παίκτη οικονομικό όφελος. Ως τυχερά παίγνια θεωρούνται και τα τεχνικά-ψυχαγωγικά παίγνια που παραλλάσσονται σε τυχερά ή για το αποτέλεσμα των οποίων συνομολογείται στοίχημα μεταξύ οποιωνδήποτε προσώπων ή το αποτέλεσμά τους μπορεί να αποδώσει στον παίκτη οικονομικό όφελος οποιασδήποτε μορφής. Στην κατηγορία των τυχερών παιγνίων εντάσσονται και όλα όσα έχουν χαρακτηριστεί ως «μικτά παίγνια» ή «τυχερά παίγνια», σύμφωνα με τις διατάξεις του β.δ. 29/1971, μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

Τυχερό παίγνιο είναι και το στοίχημα.

γ) «Στοίχημα»: το τυχερό παίγνιο που συνίσταται σε πρόβλεψη επί γεγονότων πάσης φύσεως, από αριθμό φυσικών προσώπων, υπό τον όρο ότι τα κέρδη κάθε παίκτη καθορίζονται από τον διοργανωτή του στοιχήματος, πριν ή κατά το χρόνο διενέργειάς του, με αναφορά, τόσο στο ποσό που κάθε παίκτης κατέβαλε για τη συμμετοχή του στο στοίχημα, όσο και στην καθορισμένη τιμή απόδοσης του στοιχήματος.

δ) «Μέσο ή υλικό διεξαγωγής παιγνίου ή παιγνιομηχάνημα»: οποιοδήποτε μηχάνημα, υλικό ή μέσο ηλεκτρονικό, μηχανικό ή ηλεκτρομηχανικό που χρησιμοποιείται άμεσα ή έμμεσα για τη διεξαγωγή παιχνιδιού και επηρεάζει ή καθορίζει την έκβασή του.

ε) «Πληροφορικό Σύστημα Εποπτείας και Ελέγχου» (Π.Σ.Ε.Ε.): το σύνολο του υλικού και του λογισμικού που εγκαθίσταται και λειτουργεί στην Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων για την άσκηση της συνεχούς εποπτείας και του ελέγχου των τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα ή μέσω του διαδικτύου.

στ) «Κεντρικό Πληροφορικό Σύστημα» (Κ.Π.Σ.): το σύνολο του αναγκαίου υλικού και του λογισμικού για την οργάνωση, τη λειτουργία, τη διεξαγωγή, την παρακολούθηση, την καταγραφή, τον έλεγχο και τη διαχείριση σε κεντρικό επίπεδο των τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα ή μέσω του διαδικτύου από τους κατόχους των αντίστοιχων αδειών.

ζ) «Δίκτυο Επικοινωνιών»: το σύνολο του αναγκαίου υλικού, του λογισμικού και των δικτυακών διασυνδέσεων για την επικοινωνία σε πραγματικό χρόνο (on line) των παιγνιομηχανημάτων με το Κ.Π.Σ..

η) «Μονάδα Πίστωσης» είναι η λογιστική μονάδα που αντιπροσωπεύει το ελάχιστο χρηματικό ποσό συμμετοχής του παίκτη σε κάθε παίγνιο.

θ) «Συνολικές μονάδες πίστωσης» (credits played): το σύνολο των μονάδων πίστωσης που οι παίκτες έχουν παίξει σε συγκεκριμένο παίγνιο ή παιγνιομηχάνημα.

ι) «Συνολικές μονάδες κέρδους» (credits won): το σύνολο των μονάδων πίστωσης που οι παίκτες έχουν κερδίσει σε συγκεκριμένο παίγνιο ή παιγνιομηχάνημα.

ια) «Αποδιδόμενο ποσοστό κέρδους» (payout): ο λόγος των συνολικών μονάδων κέρδους προς τις συνολικές μονάδες πίστωσης που έχουν παιχθεί στο ίδιο παίγνιο ή παιγνιομηχάνημα, εκφραζόμενος ως ποσοστό επί τοις εκατό (%).

ιβ) «Μικτό Κέρδος» (gross gaming revenue): το χρηματικό ποσό που απομένει εάν από to συνολικό χρηματικό ποσό συμμετοχής των παικτών αφαιρεθούν τα αποδιδόμενα σε αυτούς ποσά.

ιγ) «Συνδεδεμένες εταιρείες»: Κατάσταση στην οποία δύο ή περισσότερες εταιρείες συνδέονται με: α) «σχέση συμμετοχής», δηλαδή κατοχή άμεσα ή έμμεσα του ελέγχου τουλάχιστον του 10% των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου της εταιρείας, β) «σχέση ελέγχου» δηλαδή σχέση μεταξύ μητρικής και θυγατρικής εταιρείας κατά την έννοια της παρ. 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/ 1920 (Α’ 37) ή παρόμοια σχέση μεταξύ οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου και μίας εταιρείας. Μια εταιρεία θεωρείται ότι ελέγχει άλλη όταν συντρέχει μία τουλάχιστον από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στα άρθρα 42εή 106 του κ.ν. 2190/1920.

ιδ) «Εμπορική επικοινωνία»: αποτελεί κάθε μορφή επικοινωνίας για την έμμεση ή άμεση προώθηση προϊόντων, υπηρεσιών ή της εικόνας επιχειρήσεων, οργανισμών ή προσώπων που ασκούν δραστηριότητα σχετική με παίγνια, οι πληροφορίες που επιτρέπουν την άμεση πρόσβαση σε δραστηριότητα σχετικά με τα παίγνια, οι επικοινωνίες σχετικά με προϊόντα ή με υπηρεσίες της επιχείρησης, που δραστηριοποιείται στον τομέα των παιγνίων.

ιε) «Διαδικτυακός λογαριασμός παίκτη»: είναι ο λογαριασμός που αποδίδεται σε κάθε παίκτη από τον κάτοχο της άδειας για ένα ή περισσότερα παίγνια. Ο λογαριασμός αυτός καταγράφει τα ποσά συμμετοχής και τα κέρδη από παίγνια, τις οικονομικές κινήσεις που συνδέονται με αυτά, καθώς και το υπόλοιπο των διαθέσιμων ποσών του παίκτη. Ο κάτοχος της άδειας συμμορφώνεται με τους όρους και τις προϋποθέσεις τήρησης λογαριασμών παικτών, όπως ορίζονται στον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.

ιστ) «Αυτοαποκλειόμενος παίκτης»: είναι όσοι με δική τους πρωτοβουλία, κατόπιν αιτήσεως του ασκούντος την κηδεμονία τους, κατόπιν δικαστικής αποφάσεως και με κάθε άλλο νόμιμο τρόπο δεν μπορούν να συμμετέχουν σε τυχερά παίγνια.

Άρθρο 26
Πεδίο εφαρμογής

1. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται στα τεχνικά-ψυχαγωγικά της υποπερίπτωσης γγ’ της περίπτωσης α’ του άρθρου 25 και στα τυχερά παίγνια, που διενεργούνται με παιγνιομηχανήματα ή μέσω του διαδικτύου.

2. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου, εκτός από τις διατάξεις που αναφέρονται στην Ε.Ε.Ε.Π. και το άρθρο 35, δεν εφαρμόζονται για τα τυχερά παίγνια που διεξάγονται ή για τα οποία έχει ήδη χορηγηθεί άδεια κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου στα καζίνο και στις εταιρίες Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. και Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε., για τα οποία εφαρμόζονται οι ειδικές γι’ αυτά διατάξεις.

Άρθρο 27
Άδειες

Για τη διεξαγωγή και εκμετάλλευση παιγνίων με παιγνιομηχανήματα ή μέσω του διαδικτύου απαιτείται η προηγούμενη έκδοση διοικητικής άδειας, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού. Τρίτοι μη κάτοχοι άδειας μπορούν κατ’ εξαίρεση να λειτουργούν και να εκμεταλλεύονται παίγνια με παιγνιομηχανήματα, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 39. Τα παίγνια και τα παιγνιομηχανήματα πρέπει να είναι πιστοποιημένα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

Άρθρο 28
Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων

1. Αρμόδια Αρχή για την έκδοση των αδειών, τις πιστοποιήσεις, την εποπτεία και τον έλεγχο διεξαγωγής και εκμετάλλευσης παιγνίων είναι η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνιδιών του άρθρου 16 του ν. 3229/2004 (Α’ 38), η οποία μετονομάζεται σε «Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων» (Ε.Ε.Ε.Π.).

2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών συνιστάται στην Ε.Ε.Ε.Π. «Συμβουλευτική Επιτροπή Παιγνίων». Αυτή εισηγείται προς την Ε.Ε.Ε.Π. μέτρα για τη βελτίωση της λειτουργίας της αγοράς και διατυπώνει απόψεις προς την Ε.Ε.Ε.Π. για τις κανονιστικές αποφάσεις που εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων του παρόντος νόμου και του ν. 3229/2004.

Ως μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής ορίζονται εκπρόσωποι των κυρίων φορέων της ελληνικής αγοράς παιγνίων, φορέων που προωθούν το υπεύθυνο παιχνίδι και την ασφάλεια των διαδικτυακών συναλλαγών, καθώς και προσωπικότητες εγνωσμένου κύρους και υψηλής επιστημονικής κατάρτισης με ακαδημαϊκή ή επαγγελματική εξειδίκευση στο αντικείμενο, που εκπροσωπούν τους φορείς από τους οποίους προέρχονται μετά από εσωτερικές διαδικασίες επιλογής ή που πληρούν κριτήρια αντι-προσωπευτικότητας, που θέτει η απόφαση σύστασης. Με όμοια απόφαση ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα με τη συγκρότηση και τη λειτουργία της Συμβουλευτικής Επιτροπής Παιγνίων.

3. Η Ε.Ε.Ε.Π. ασκεί τις ακόλουθες αρμοδιότητες πέραν αυτών που προβλέπονται στο άρθρο 17 του ν. 3229/2004:

α) Την εποπτεία και τον έλεγχο της αγοράς:

αα) τεχνικών – ψυχαγωγικών παιγνίων, με παιγνιομηχανήματα ή μέσω του διαδικτύου,

ββ) τυχερών παιγνίων, με παιγνιομηχανήματα ή μέσω του διαδικτύου,

γγ) των μορφών παιγνίων για τα οποία δεν ορίζεται από άλλες διατάξεις αρμόδια εποπτική αρχή, ανεξάρτητα από τα μέσα διεξαγωγής τους.

Ο έλεγχος συνίσταται στον έλεγχο νομιμότητας διεξαγωγής του παιγνίου, στον έλεγχο οικονομικής διαχείρισης, στον έλεγχο τήρησης των κανόνων διεξαγωγής του παιγνίου, στον έλεγχο απόδοσης των κερδών στους παίκτες και το Δημόσιο, στη χρηστή λειτουργία του παιγνίου και στον έλεγχο εφαρμογής των όρων της άδειας λειτουργίας τυχερών παιγνίων, όπως ορίζεται στον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων του άρθρου 5.

β) Την παρακολούθηση και τη διενέργεια των αναγκαίων ελέγχων στους συμμετέχοντες στους αδειοδοτικούς διαγωνισμούς, στους κατόχους των αδειών και σε όσους εκμεταλλεύονται παίγνια για τη διαπίστωση της τήρησης των όρων του νόμου αυτού και της αδειοδότησής τους. Οι έλεγχοι διενεργούνται είτε από κλιμάκια της Ε.Ε.Ε.Π. είτε από μικτά κλιμάκια με άλλες υπηρεσίες ή φορείς του Δημοσίου, όπως ενδεικτικά το Σ.Δ.Ο.Ε., το Σ.Δ.Η.Ε., με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του συναρμόδιου Υπουργού. Η Ε.Ε.Ε.Π., ύστερα από την προκήρυξη δημόσιου διαγωνισμού, μπορεί να αναθέτει μέρος ή και το σύνολο του ελέγχου σε εταιρείες με ειδική εμπειρία σε θέματα ελέγχου. Η Ε.Ε.Ε.Π. μπορεί να προβαίνει σε συμφωνία με φορείς κρατικούς ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα, της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, για την ανάθεση μέρους ή συνόλου του ελέγχου των παιγνίων.

γ) Τον έλεγχο, το χαρακτηρισμό, την ταξινόμηση και την πιστοποίηση κάθε τύπου παιγνίου ή λογισμικού αυτών και τη λήψη ή ανάκληση των σχετικών αποφάσεων, μετά από αίτηση που υποβάλλεται από κατασκευαστή, προμηθευτή, διανομέα, κάτοχο άδειας ή επιτηδευματία στο κατάστημα του οποίου θα εγκατασταθούν και θα διενεργούνται τα παίγνια.

δ) Την τεχνική πραγματογνωμοσύνη κατόπιν αιτήματος από δικαστική αρχή.

ε) Την έκδοση κανονιστικών αποφάσεων με σκοπό την προστασία ανηλίκων και γενικά ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού και την εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων πρόληψης και καταστολής, την απαγόρευση παιγνίων με περιεχόμενο ρατσιστικό, ξενοφοβικό, πορνογραφικό ή αντίθετο σε κανόνες δημόσιας τάξης.

στ) Την έκδοση κανονιστικών αποφάσεων που απευθύνονται στους κατόχους των αδειών για την εφαρμογή μέτρων πρόληψης και παρεμπόδισης νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

ζ) Τη συνεργασία και το συντονισμό με όλες τις συναφείς κρατικές και διεθνείς υπηρεσίες (όπως, ιδίως, το Σ.Δ.Ο.Ε., η Υ.Δ.Η.Ε., η ΙΝΤΕΡΠΟΛ, οι αντίστοιχες αρχές των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα), καθώς και την εκπροσώπηση σε αυτές.

η) Την επιβολή των προβλεπόμενων από το νόμο αυτόν διοικητικών κυρώσεων μεταξύ των οποίων και η προσωρινή ή οριστική αφαίρεση των αδειών διενέργειας παιγνίων, χωρίς αυτό να αποτελεί εμπόδιο για την επιβολή άλλων κυρώσεων που ορίζονται από τη λοιπή νομοθεσία.

θ) Την παρακολούθηση των εξελίξεων σχετικά με το παράνομο παίγνιο και την υποβολή εισηγήσεων σε κάθε αρμόδιο όργανο για την αποτελεσματικότερη πάταξή του.

ι) Την κατάρτιση του Οργανισμού της Ε.Ε.Ε.Π. και του Κανονισμού Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.

ια) Την ανάθεση διαδικαστικών ενεργειών αναφορικά με τα καθήκοντα που ασκεί σχετικά με τα παίγνια σε άλλους φορείς του Δημοσίου και των ΟΤΑ πρώτου και δεύτερου βαθμού, η οποία θα γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών, καθώς και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού.

4. Οι θέσεις μόνιμου διοικητικού προσωπικού της Ε.Ε.Ε.Π. που προβλέπονται στην παρ. 5 του άρθρου 16 του ν. 3229/2004 αυξάνονται κατά τριάντα (30) και οι θέσεις επιστημονικού προσωπικού με εξειδίκευση στα τυχερά παίγνια που προβλέπονται στο ίδιο άρθρο αυξάνονται κατά δέκα (10). Οι θέσεις αυτές κατανέμονται ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα με τον Οργανισμό της Ε.Ε.Ε.Π..

Οι τακτικές και οι πρόσθετες αποδοχές του προσωπικού της Ε.Ε.Ε.Π., καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Η μισθοδοσία, πρόσθετα επιδόματα ή αποζημιώσεις των αποσπασμένων υπαλλήλων βαρύνουν την Ε.Ε.Ε.Π..

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζεται τυχόν πρόσθετη ειδική αμοιβή για το προσωπικό που υπηρετεί με απόσπαση στην Ε.Ε.Ε.Π..

5.Το προσωπικό της Ε.Ε.Ε.Π. υποχρεούται για το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του στην Ε. Ε. Ε. Π. και πέντε (5) χρόνια μετά την απομάκρυνσή του καθ’ οποιονδήποτε τρόπο από αυτήν, να μην παρέχει, υπηρεσία με έννομη σχέση, σε νομικό ή φυσικό πρόσωπο ελεγχόμενο από την Ε.Ε.Ε.Π..

6. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 16 του ν. 3229/2004 αντικαθίσταται ως εξής:

«Η θητεία του Προέδρου και των υπόλοιπων μελών της Ε.Ε.Ε.Π. είναι τετραετής και μπορεί να ανανεώνεται για μία μόνο φορά. Ο Πρόεδρος της Ε.Ε.Ε.Π. διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Η σύνθεση των μελών της Ε.Ε.Ε.Π. πλην του Προέδρου, ανανεώνεται κατά το ήμισυ ανά διετία. Με την απόφαση διορισμού της Ε. Ε. Ε. Π. που εκδίδεται για πρώτη φορά καθορίζονται τα μέλη για τα οποία η θητεία είναι διετής. Τα μέλη της Ε.Ε.Ε.Π., οι σύζυγοί τους και οι συγγενείς τους α’ και β’ βαθμού, απαγορεύεται να είναι εταίροι, μέτοχοι, μέλη διοικητικού συμβουλίου, διαχειριστές, υπάλληλοι, τεχνικοί ή άλλοι σύμβουλοι ή μελετητές σε επιχείρηση που αναπτύσσει δραστηριότητα στον τομέα των τεχνικών-ψυχαγωγικών και τυχερών παιγνίων. Τα ανωτέρω αποτελούν κώλυμα διορισμού ή λόγο παύσης μέλους της Ε.Ε.Ε.Π.. Επίσης, τα μέλη της Ε.Ε.Ε.Π. απαγορεύεται για το χρονικό διάστημα της θητείας τους και πέντε (5) έτη μετά τη λήξη της να παρέχουν, με οποιονδήποτε τρόπο, υπηρεσία με έμμισθη εντολή ή με οποιαδήποτε έννομη σχέση, σε ελεγχόμενο από την Ε.Ε.Ε.Π. φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, παύει η θητεία των μελών της Ε.Ε.Ε.Π. που παραβαίνουν τις διατάξεις των προηγουμένων εδαφίων και τους επιβάλλεται πρόστιμο, ίσο με το δεκαπλάσιο των συνολικών αποδοχών που έλαβαν κατά τη διάρκεια της θητείας τους.»

7. Πόροι της Ε.Ε.Ε.Π. είναι:

α) ποσοστό επί της συμμετοχής του Δημοσίου, της παραγράφου 5 του άρθρου 50, του οποίου το ύψος καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών,

β) τα διοικητικά τέλη που ορίζονται στις παραγράφους 1 έως και 4 του άρθρου 50,

γ) επιχορήγηση από τον Κρατικό Προϋπολογισμό για το πρώτο έτος λειτουργίας της.

8. H Ε.Ε.Ε.Π. υποχρεούται να συντάσσει και να δημοσιεύει ετήσιους ισολογισμούς που έχουν ελεγχθεί από ορκωτό ελεγκτή. Υποχρεούται επίσης να συντάσσει εγκαίρως ετήσιο προϋπολογισμό που υποβάλλεται στον Υπουργό Οικονομικών και προσαρτάται στο γενικό προϋπολογισμό του κράτους. Σε περίπτωση ελλείμματος του προϋπολογισμού της Ε.Ε.Ε.Π., χορηγούνται σε αυτήν με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών έσοδα και πιστώσεις, που εγγράφονται στον τακτικό προϋπολογισμό. Αν εμφανιστεί πλεόνασμα, τούτο αποδίδεται εν όλω ή εν μέρει στο Δημόσιο με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Τον Μάρτιο κάθε τρέχοντος έτους η Ε.Ε.Ε.Π. υποβάλλει απολογιστική έκθεση πεπραγμένων στον Υπουργό Οικονομικών.

Άρθρο 29
Κανονισμοί της Ε.Ε.Ε.Π.

1. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν σχετικής προτάσεως της Ε.Ε.Ε.Π., θεσπίζονται ο Οργανισμός της Ε.Ε.Ε.Π. και ο Κανονισμός Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.

2. Με τον Οργανισμό της Ε.Ε.Ε.Π. καθορίζονται ειδικότερα θέματα άσκησης των αρμοδιοτήτων της, κατανομής του προσωπικού και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την διάρθρωση και την οργάνωσή της.

Ο Κανονισμός Εσωτερικής Διάρθρωσης και ο Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης της ΕΕΤΠ που προβλέπονται αντιστοίχως στα άρθρα 16 παράγραφοι 6 και 17 περίπτωση ιβ’ του ν. 3229/2004 απορροφώνται από τον Οργανισμό της Ε.Ε.Ε.Π..

3. Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων καθορίζονται θέματα σχετικά με τα παίγνια, ιδίως δε:

α) Οι προϋποθέσεις πιστοποίησης και εγγραφής στα οικεία μητρώα των κατασκευαστών, των εισαγωγέων και των τεχνικών παιγνίων και παιγνιομηχανημάτων, καθώς και ο τρόπος τήρησης των μητρώων αυτών.

β) Η ειδικότερη διαδικασία χορήγησης των αδειών και οι διαδικασίες παρακολούθησης, εποπτείας, ελέγχου, τήρησης των όρων των αδειών και των υποχρεώσεων του νόμου αυτού από τους κατόχους των αδειών.

γ) Η διαδικασία πιστοποίησης, η διάρκειά της, και η εγγραφή στα οικεία μητρώα των καταστημάτων, των παιγνιομηχανημάτων, των παιγνίων ή των ιστοτόπων διεξαγωγής παιγνίων, καθώς και ο τρόπος τήρησης των μητρώων αυτών.

δ) Το περιεχόμενο και η μορφή της υποχρεωτικής σήμανσης της πιστοποίησης αναφορικά με τα παίγνια, τα καταστήματα, τα παιγνιομηχανήματα και τους ιστοτό-πους, καθώς και το περιεχόμενο και η μορφή της υποχρεωτικής σήμανσης της απαγόρευσης εισόδου στα άτομα της παραγράφου 1 του άρθρου 33 σε καταστήματα διεξαγωγής τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα ή σε ιστοτόπους διεξαγωγής τυχερών παιγνίων.

ε) Ο τρόπος επικύρωσης μέσω του Π.Σ.Ε.Ε. της συμμετοχής σε τυχερά παίγνια σύμφωνα με το άρθρο 32.

στ) Ο τρόπος έκδοσης και παραλαβής της ατομικής κάρτας παίκτη, τα τεχνικά χαρακτηριστικά αυτής, καθώς και πρόσθετοι περιορισμοί που μπορούν να ενσωματωθούν σε αυτήν από τον ίδιο τον παίκτη.

ζ) Οι κανόνες υπεύθυνου παιχνιδιού που αφορούν τους κατόχους άδειας, όσους εκμεταλλεύονται παίγνια, τους παρόχους, τους παίκτες, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τους ιδιοκτήτες των καταστημάτων, τους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου (ISPs), τους διαφημιστές και κάθε εμπλεκόμενο στη σχετική διαδικασία.

η) Οι υποχρεώσεις του κατόχου ή των εκμεταλλευτών της άδειας προκειμένου να διασφαλίζεται η μη συμμετοχή σε τυχερά παίγνια ατόμων της παραγράφου 1 του άρθρου 33.

θ) Ο έλεγχος των συμβάσεων προσχώρησης στο παίγνιο που συνάπτουν οι παίκτες με τους κατόχους των αδειών ή όσους εκμεταλλεύονται, διεξάγουν και λειτουργούν τυχερά παίγνια, με στόχο την προστασία των παικτών από καταχρηστικές ή παρακωλυτικές πρακτικές, όπως δέσμευση ποσού για επόμενο στοίχημα, καταβολή ποσού κερδών εφόσον υπερβαίνει ορισμένο ύψος κερδών.

ι) Ο τρόπος ενημέρωσης των παρόχων υπηρεσιών δια-δικτύου (iSPs) από την Ε.Ε.Ε.Π., προκειμένου να διασφαλίζεται η φραγή μη αδειοδοτημένων ιστοτόπων διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου από τους χρήστες.

ια) Οι απαιτούμενες προϋποθέσεις λειτουργίας και τα τεχνικά χαρακτηριστικά των εξυπηρετητών (servers) και του λογισμικού των παιγνίων για τους κατόχους της άδειας και όσους εκμεταλλεύονται παίγνια, είτε με παιγνιομηχανήματα είτε μέσω του διαδικτύου, καθώς και η περιοδικότητα και το ακριβές περιεχόμενο των δεδομένων που αποστέλλονται στην Ε.Ε.Ε.Π..

ιβ) Ο προσδιορισμός πανελλαδικά των ωρών λειτουργίας των καταστημάτων, των ελαχίστων αποστάσεων μεταξύ των πιστοποιημένων καταστημάτων και αναλόγως του τύπου της πιστοποίησης, από χώρους συνάθροισης της νεολαίας, όπως ιδίως σχολεία, φροντιστήρια, εκπαιδευτικά ιδρύματα, κέντρα νεότητας, αθλητικά κέντρα, οικοτροφεία, από αναγνωρισμένους χώρους θρησκευτικής λατρείας, η ελάχιστη επιφάνεια των αμιγών ή μικτών χώρων, η αναλογία επιφάνειας μεταξύ των παιγνιομηχανημάτων και της κυρίας χρήσεως για τους μικτούς χώρους, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

ιγ) Οι διαδικασίες επιβολής κυρώσεων, ο τρόπος καταλογισμού και κλιμάκωσης των κυρώσεων κατά το άρθρο 51.

4. Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων ρυθμίζονται η εμπορική επικοινωνία των παιγνίων, τα της διαφημίσεως των παιγνίων, ιδιαίτερα των τυχερών, και οι κανόνες δεοντολογίας που πρέπει να διέπουν τις σχετικές δραστηριότητες.

Η διαφήμιση πρέπει να εξασφαλίζει ένα ιδιαιτέρως αυστηρό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών στον τομέα των παιγνίων και σε κάθε περίπτωση να είναι λελογισμένη και να περιορίζεται αυστηρώς σε ό,τι απαιτείται προκειμένου να κατευθυνθούν οι καταναλωτές προς τα ελεγχόμενα δίκτυα παιγνίων. Η διαφήμιση δεν θα πρέπει να αποσκοπεί στην ενίσχυση της φυσικής ροπής των καταναλωτών προς τα παίγνια μέσω της ενθάρρυνσης της ενεργού συμμετοχής τους σε αυτά καθιστώντας μεταξύ άλλων κοινότυπα τα παίγνια ή προβάλλοντας μια θετική εικόνα σε σχέση με το γεγονός ότι τα πραγματοποιούμενα έσοδα προορίζονται για δραστηριότητες γενικού ενδιαφέροντος ή ακόμα αυξάνοντας τη δύναμη έλξης των παιγνίων μέσω διαφημιστικών μηνυμάτων που προβάλλουν παραπλανητικώς σημαντικά κέρδη. Κάθε παραβίαση των προηγούμενων κανόνων επιφέρει την επιβολή κυρώσεων που καθορίζονται στον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.

Άρθρο 30
Πληροφορικό Σύστημα Εποπτείας και Ελέγχου (Π.Σ.Ε.Ε.)

1. Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων του άρθρου 29 καθορίζονται οι τεχνικές απαιτήσεις και εξασφαλίσεις για τη λειτουργία του Πληροφορικού Συστήματος Εποπτείας και Ελέγχου (Π.Σ.Ε.Ε.), ώστε να επιτυγχάνεται:

α. Η λογισμική παρακολούθηση όλων των μορφών παιγνίων και όλων των πιστοποιημένων παιγνιομηχανημάτων και ιστοτόπων.

β. Η παρακολούθηση σε πραγματικό χρόνο (on line) και ο έλεγχος των παιγνιομηχανημάτων διεξαγωγής τυχερών παιγνίων, που είναι εγκατεστημένα στα πιστοποιημένα καταστήματα, καθώς και η παρακολούθηση και ο έλεγχος των τυχερών παιγνίων που διεξάγονται μέσω αδειοδοτημένων ιστοτόπων.

γ. Ο άμεσος εντοπισμός τεχνικών και λειτουργικών προβλημάτων παιγνιομηχανημάτων και κεντρικών πληροφοριακών συστημάτων.

δ. Η συλλογή από τα παιγνιομηχανήματα και τα Κ.Π.Σ., η αποθήκευση, ανάλυση, επεξεργασία και παρουσίαση των αναγκαίων δεδομένων, για όλες τις μορφές τυχερών παιγνίων και για όλα τα παιγνιομηχανήματα διεξαγωγής τυχερών παιγνίων και ιστοτόπους.

ε. Η διασφάλιση της ομαλής και αξιόπιστης διεξαγωγής όλων των μορφών παιγνίων.

2. Η διεξαγωγή τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα γίνεται αποκλειστικά μέσω τερματικών συνδεδεμένων δικτυακά με Κεντρικά Πληροφορικά Συστήματα, τα οποία συνδέονται με το Π.Σ.Ε.Ε..

3. Η διεξαγωγή τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου γίνεται αποκλειστικά μέσω ιστοτόπων συνδεδεμένων με το Π.Σ.Ε.Ε..

4. Οι κάτοχοι της άδειας οφείλουν να διασφαλίζουν ανά πάσα στιγμή ότι κάθε παιγνιομηχάνημα βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με το Π.Σ.Ε.Ε., ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχος και η εποπτεία του σε πραγματικό χρόνο.

Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων της Ε.Ε.Ε.Π. καθορίζονται οι ελάχιστες απαιτούμενες λειτουργικές και επιχειρησιακές δυνατότητες των Κ.Π.Σ. και του δικτύου επικοινωνιών, οι διαδικασίες εγκατάστασης, παραμετροποίησης, λειτουργίας και αναβάθμισής τους.

Κάθε σύστημα παρακολούθησης και ελέγχου παιγνιομηχανημάτων πρέπει να διαθέτει πλήρη λογισμική και φυσική ασφάλεια, ώστε να εξασφαλίζονται πλήρως: α) η πρόσβαση από την Ε.Ε.Ε.Π. σε όλα τα πληροφορικά προγράμματα, στα αποθηκευμένα αρχεία και στοιχεία και γενικότερα σε όλες τις λειτουργικότητες (functionalities) του συστήματος αυτού, και β) η ακεραιότητα, αξιοπιστία, ακρίβεια και πιστότητα των αποθηκευμένων στα αρχεία στοιχείων και όλων των αντλούμενων στοιχείων που αποστέλλονται στο Π.Σ.Ε.Ε..

Η τεχνική υποδομή διεξαγωγής τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα ή μέσω του διαδικτύου, που συνδέονται μέσω Κεντρικών Πληροφορικών Συστημάτων με το Π.Σ.Ε.Ε., υλοποιείται από τους κατόχους της άδειας, τιμωρείται με καταβολή προστίμου ή ανάκληση από την Ε.Ε.Ε.Π., σύμφωνα με το άρθρο 51.

5. Ο κάτοχος της άδειας οφείλει να διατηρεί τα στοιχεία που λαμβάνει από τα παιγνιομηχανήματα ή το διαδικτυακό παίγνιο για τουλάχιστον δέκα (10) χρόνια σε ασφαλές μέσο (ή μέσα) τα οποία επιτρέπουν την ακριβή αναπαραγωγή των αποθηκευμένων στοιχείων εποπτείας από την Ε.Ε.Ε.Π..

6. Η Ε.Ε.Ε.Π. οφείλει να διατηρεί τα στοιχεία που λαμβάνει από κατόχους της άδειας για τουλάχιστον δέκα (10) χρόνια σε ασφαλές μέσο (ή μέσα) τα οποία επιτρέπουν την ακριβή αναπαραγωγή όλων των αποθηκευμένων στοιχείων εποπτείας.

Άρθρο 31
Ελάχιστο αποδιδόμενο ποσοστό κέρδους

1. Το ελάχιστο αποδιδόμενο ποσοστό κέρδους (payout) στα τυχερά παίγνια ορίζεται σε ογδόντα τοις εκατό (80%) ανεξαρτήτως αν διεξάγονται με παιγνιομηχάνημα ή μέσω του διαδικτύου.

2. Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων της Ε. Ε. Ε. Π. καθορίζονται το μέγιστο ποσό κέρδους που αποδίδει κάθε μορφή τυχερού παιγνίου, ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής των κερδών, οι όροι μεγιστοποίησης κατά τυχαία περιοδικότητα (τζάκποτ) των κερδών που προκύπτουν στο διαδίκτυο, ή από κάθε παιγνιομηχάνημα ή από όλα τα παιγνιομηχανήματα που λειτουργούν στο ίδιο πιστοποιημένο κατάστημα και οι όροι και οι τεχνικές προϋποθέσεις για την εξασφάλιση της απόδοσης του ελάχιστου αποδιδόμενου ποσοστού κέρδους της παραγράφου 1, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η ορθή, στατιστικά αμερόληπτη και ακριβής επίτευξή του, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου και της παραγράφου 1.

3. Τζάκποτ με παιγνιομηχανήματα μεταξύ περισσοτέρων του ενός πιστοποιημένων καταστημάτων του κατόχου της άδειας, επιτρέπονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση της Ε.Ε.Ε.Π..

4. Τα κέρδη από τυχερά παίγνια μέσω παιγνιομηχανημάτων αποδίδονται άμεσα στον παίκτη.

5. Τα κέρδη από τυχερά παίγνια μέσω διαδικτύου κατατίθενται σε λογαριασμό που τηρεί ο παίκτης σε πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα πληρωμών, σύμφωνα με όσα ορίζονται στον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων. Με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π. καθορίζεται το ύψος του ποσού που οφείλουν να έχουν οι κάτοχοι της άδειας σε πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα πληρωμών που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα. Για το ύψος του ποσού λαμβάνονται υπόψη το είδος και το εύρος της άδειας.

Άρθρο 32
Όροι συμμετοχής των παικτών

1. Η συμμετοχή στα τυχερά παίγνια, επιτρέπεται μόνο σε φυσικά πρόσωπα που έχουν συμπληρώσει το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας τους, εφόσον προηγουμένως επικυρωθεί με ενημέρωση του Π.Σ.Ε.Ε., με κάθε πρόσφορο ηλεκτρονικό ή άλλο μέσο, όπως ορίζεται με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π..

2. Το ελάχιστο ποσό συμμετοχής στα τυχερά παίγνια μέσω παιγνιομηχανημάτων είναι δέκα λεπτά (0,10) του ευρώ και το μέγιστο δύο (2) ευρώ. Τα ποσά αυτά μπορούν να αναπροσαρμόζονται με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π.. Η διεξαγωγή τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα γίνεται μόνο με την τοποθέτηση κέρματος ή χαρτονομίσματος, με επανεπένδυση μονάδων κέρδους ή με χρήση προπληρωμένης κάρτας, κατά τρόπο που να εξασφαλίζεται η ταυτοποίηση του παίκτη.

3. Απαγορεύεται η διεξαγωγή πάσης φύσεως τυχερών παιγνίων με πίστωση, καθώς και η παροχή έκπτωσης στο κόστος συμμετοχής.

4. Απαγορεύονται τυχερά παίγνια στα οποία το μέγιστο ποσό που μπορεί για μία συμμετοχή να χάσει ο παίκτης είναι ανώτερο από το χρηματικό ποσό συμμετοχής του στο κάθε παίγνιο.

5. Ο κάτοχος άδειας τυχερών παιγνίων, το πάσης φύσεως προσωπικό του, τα μέλη του οργάνου διοίκησής του, όποιος εκμεταλλεύεται και λειτουργεί παιγνιομηχανήματα διεξαγωγής τυχερών παιγνίων και το προσωπικό του απαγορεύεται να μετέχουν σε τυχερά παίγνια που διεξάγουν οι ίδιοι. Τα μέλη και το προσωπικό της Ε.Ε.Ε.Π. απαγορεύεται να συμμετέχουν σε τυχερά παίγνια.

6. Απαγορεύεται σε οποιονδήποτε παίκτη να συμμετέχει σε τυχερά παίγνια μέσω παρένθετων φυσικών ή νομικών προσώπων.

Άρθρο 33
Προστασία παικτών και Ατομική Κάρτα Παίκτη

1. Οι ανήλικοι, όσοι είναι ηλικίας 18-21 ετών και οι αυτοαποκλειόμενοι απαγορεύεται να έχουν πρόσβαση σε χώρους όπου διεξάγονται τυχερά παίγνια.

2. Οι ανήλικοι επιτρέπεται να παίζουν τεχνικά – ψυχαγωγικά παίγνια, κατάλληλα για την ηλικία τους, σύμφωνα με πιστοποίηση από την Ε.Ε.Ε.Π..

Τα παιγνιομηχανήματα στα οποία επιτρέπεται να παίζουν ανήλικοι πρέπει να είναι τοποθετημένα σε διακριτούς χώρους και να υπάρχει εποπτεία από υπεύθυνο εκμετάλλευσης, που ορίζεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 42.

3. Οι κάτοχοι των αδειών, οι φορείς εκμετάλλευσης και διεξαγωγής τυχερών παιγνίων, οι υπεύθυνοι λειτουργίας και οι υπάλληλοι των καταστημάτων, καθώς και όσοι ασκούν μόνιμα ή προσωρινά εποπτεία στους χώρους όπου λειτουργούν παιγνιομηχανήματα τυχερών παιγνίων, υποχρεούνται να απαγορεύουν στα άτομα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 την είσοδο και την παραμονή στους χώρους αυτούς. Υποχρεούνται επίσης να αναρτούν στο εσωτερικό και στο εξωτερικό των καταστημάτων, σήμανση απαγόρευσης για την είσοδο στα άτομα αυτά.

4. Για τη συμμετοχή σε τυχερά παίγνια που διεξάγονται με παιγνιομηχανήματα ή μέσω του διαδικτύου απαιτείται η έκδοση ατομικής κάρτας παίκτη, ώστε να διαπιστώνονται στοιχεία όπως η ηλικία, ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ), καθώς και να διασφαλίζονται πρόσθετοι περιορισμοί που θέτει ο ίδιος ο παίκτης.

5. Η ατομική κάρτα παίκτη μπορεί να εκδίδεται από τους κατόχους των αδειών, σύμφωνα με τη διαδικασία και τους όρους που καθορίζονται με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π..

Άρθρο 34
Γνωστοποίηση στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα – Απόρρητο – Υποχρέωση Εχεμύθειας

1. Η Ε.Ε.Ε.Π. γνωστοποιεί στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα τη σύσταση και λειτουργία αρχείου ή την έναρξη της επεξεργασίας αναφορικά με το σύνολο των εργασιών που εκτελεί, σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 2472/1997 (Α’ 50).

Ο Πρόεδρος της Ε.Ε.Ε.Π. ορίζεται ως «Υπεύθυνος Επεξεργασίας», κατά το άρθρο 2 παρ. ζ’ του ν. 2472/ 1997, για την τήρηση και την επεξεργασία δεδομένων.

2. Υποχρέωση γνωστοποίησης στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα έχουν και όλοι οι κάτοχοι άδειας, φορείς εκμετάλλευσης και διεξαγωγής τεχνικών – ψυχαγωγικών και τυχερών παιγνίων, ιδιοκτήτες ή υπεύθυνοι εκμετάλλευσης, εφόσον τηρούν αρχεία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

3. Απαγορεύεται στην Ε.Ε.Ε.Π., στους κατόχους της άδειας και σε όλους της φορείς εκμετάλλευσης και διεξαγωγής παιγνίων οποιαδήποτε δημοσιοποίηση των στοιχείων του προηγουμένου άρθρου. Όλοι οι ανωτέρω οφείλουν να λαμβάνουν τα κατάλληλα προληπτικά μέτρα ώστε να μην είναι δυνατή η αναγνώριση των παικτών με τεχνικά ή άλλα μέσα που εύλογα μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τρίτους. Εάν παραβιαστεί το απόρρητο των στοιχείων ή/και η υποχρέωση εχεμύθειας, εκτός από τις ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 252, 253, 370Β, 370Γ του Ποινικού Κώδικα και στο άρθρο 4 του ν. 2392/1996 (Α’ 60), επιβάλλονται και οι διοικητικές κυρώσεις που ορίζονται στο άρθρο 51.

4. Τα στοιχεία για τους παίκτες που διαθέτει η Ε.Ε.Ε.Π. ή που διαβιβάζονται σε αυτήν από τους κατόχους των αδειών, ή τους φορείς εκμετάλλευσης και διεξαγωγής παιγνίων, χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για ελεγκτικούς σκοπούς όπως, ιδίως, ο περιορισμός της πρόσβασης ανηλίκων, η αντιστοίχιση των παικτών με πραγματικά φυσικά πρόσωπα, η διασταύρωση των φορολογικών υποχρεώσεων που προκύπτουν από τα κέρδη. Αποκλειστικό δικαίωμα πρόσβασης σε αυτά έχει μόνο το προσωπικό που απασχολείται για το σκοπό αυτόν, έχει οριστεί με πράξη της Ε.Ε.Ε.Π. και είναι επιφορτισμένο με την τήρηση των υποχρεώσεων του νόμου αυτού, καθώς και το προσωπικό των φορολογικών ή διωκτικών αρχών.

5. Το προσωπικό όλων των κατηγοριών που υπηρετεί στην Ε.Ε.Ε.Π., όπως και στους φορείς διεξαγωγής παιγνίων, με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, καθώς και τα φυσικά πρόσωπα που αποκτούν, με οποιονδήποτε τρόπο, πρόσβαση σε στοιχεία παικτών, δεσμεύονται από το απόρρητο και την υποχρέωση εχεμύθειας. Απαγορεύεται οποιαδήποτε χρήση αυτών των στοιχείων από τα πρόσωπα του προηγούμενου εδαφίου και μετά τη λήξη των καθηκόντων τους.

Άρθρο 35
Εμπορική επικοινωνία

1. Η εμπορική επικοινωνία που αφορά σε παίγνια υπόκειται σε περιορισμούς. Υποχρεωτικά αναφέρονται τα άτομα που απαγορεύεται να παίζουν τυχερά παίγνια, καθώς επίσης αναφέρονται και οι γραμμές και υπηρεσίες υποστήριξης για απεξάρτηση από το παίγνιο.

2. Απαγορεύεται η εμπορική επικοινωνία με άμεσο ή έμμεσο τρόπο, για οποιονδήποτε φορέα σχετικά με την παροχή πίστωσης στους παίκτες για τη συμμετοχή σε τυχερά παίγνια.

3. Το περιεχόμενο των κάθε είδους εμπορικών επικοινωνιών πρέπει να είναι σύμφωνο με τις αρχές που καθιερώνει ο Κανονισμός Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων και σε κάθε περίπτωση σύμφωνο με όσα ορίζονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 29.

4. Μέχρι τη θέσπιση του Κώδικα Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων, απαγορεύεται η εμπορική επικοινωνία για τυχερά παίγνια, με εξαίρεση τα παίγνια που διεξάγονται σύμφωνα με άδεια που έχει εκδοθεί από την Ελληνική Δημοκρατία.

Άρθρο 36
Υποχρεωτική σήμανση

1. Εμφανείς επιγραφές αναφορικά με το είδος και την προσβασιμότητα των παιγνίων, αναρτώνται στο κατάστημα και εμφανίζονται στις οθόνες των μηχανημάτων. Οι υπεύθυνοι καταστημάτων που δεν διασφαλίζουν την τήρηση των διατάξεων προστασίας των ατόμων που απαγορεύεται να παίζουν τυχερά παίγνια, υπέχουν διοικητικές και ποινικές κυρώσεις, σύμφωνα με τα άρθρα 51 και 52.

2. Σε κάθε παιγνιομηχάνημα επικολλάται σήμα νόμιμης λειτουργίας. Ο τύπος και το περιεχόμενο του ειδικού αυτού σήματος, η εκτύπωση και διάθεσή του, καθώς και κάθε αναγκαία σχετική λεπτομέρεια, καθορίζεται με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.

3. Στα καταστήματα και στις οθόνες διεξαγωγής παιγνίων αναγράφεται υποχρεωτικά κάθε πληροφορία σχετικά με υπηρεσίες αντιμετώπισης του εθισμού και στήριξης για την απεξάρτηση από τα παίγνια. Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων μπορούν να εξειδικεύονται οι ανωτέρω υποχρεωτικές αναγραφές.

Άρθρο 37
Έντυπο προγράμματος για τη διεξαγωγή παιγνίων

1. Για κάθε τυχερό παίγνιο εκδίδεται και κυκλοφορεί από τον κάτοχο της άδειας ειδικό έντυπο, σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή, που φέρει την ονομασία «Έντυπο Προγράμματος».

2. Σε κάθε Έντυπο Προγράμματος και για κάθε μία από τις μορφές παιγνίου που περιλαμβάνεται σε αυτό, αναγράφονται υποχρεωτικά η μορφή του, ο ατομικός ή ομαδικός χαρακτήρας του, το αποδιδόμενο ποσοστό κέρδους και άλλες χρήσιμες πληροφορίες, που ορίζονται με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.

3. Το Έντυπο Προγράμματος διατίθεται σε εμφανές σημείο στα καταστήματα, στην σελίδα εισόδου του δια-δικτυακού τόπου των παιγνίων και γενικά τίθεται στη διάθεση και ενημέρωση του παίκτη με κάθε πρόσφορο μέσο.

Άρθρο 38
Τεχνικά – ψυχαγωγικά παίγνια

1. Η διεξαγωγή όλων των μορφών τεχνικών – ψυχαγωγικών παιγνίων είναι ελεύθερη, υπό τον όρο της τήρησης των νόμιμων προϋποθέσεων.

2. Η Ε.Ε.Ε.Π. πιστοποιεί τον αμιγώς τεχνικό – ψυχαγωγικό χαρακτήρα των προτεινομένων παιγνίων για διεξαγωγή σε καταστήματα με παιγνιομηχανήματα. Η συμμετοχή των παικτών γίνεται μέσω παιγνιομηχανημάτων τα οποία διαθέτουν ατομικό ενσωματωμένο ειδικό απαραβίαστο φορολογικό μηχανισμό αυτόματης καταγραφής και έκδοσης αποδείξεων εσόδων.

3. Για την εκμετάλλευση τεχνικών – ψυχαγωγικών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα εκδίδεται άδεια από την Ε.Ε.Ε.Π. στο πλαίσιο άσκησης του επιτηδεύματος. Οι κάτοχοι των αδειών εκμετάλλευσης τεχνικών – ψυχαγωγικών παιγνίων είναι ατομικές επιχειρήσεις ή νομικά πρόσωπα, με τη μορφή προσωπικής ή κεφαλαιουχικής εταιρίας, που φορολογούνται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του ν. 2238/1994 (Α’ 151). Δεν επιτρέπεται η χορήγηση άδειας εκμετάλλευσης τεχνικών-ψυχαγωγικών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα σε νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα.

4. Τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν τη διοίκηση ή τη διαχείριση αυτών δεν πρέπει να έχουν καταδικασθεί τελεσίδικα για κακούργημα ή σε οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, απιστία, αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος, εκβίαση, πλαστογραφία, ενεργητική ή παθητική δωροδοκία, επικίνδυνη ή βαριά σωματική βλάβη, παρασιώπηση εγκλήματος, έγκλημα περί το νόμισμα, κοινώς επικίνδυνο έγκλημα, έγκλημα κατά της προσωπικής ελευθερίας, έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, καθώς και για έγκλημα που προβλέπεται στη νομοθεσία περί ναρκωτικών, όπλων, εκρηκτικών υλών και φοροδιαφυγής.

Άρθρο 39
Αδειοδότηση τυχερών παιγνίων

1. Στην Ελληνική Επικράτεια επιτρέπεται να λειτουργήσουν 35.000 παιγνιομηχανήματα.

2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών χορηγείται μια άδεια στην ΟΠΑΠ Α.Ε. σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 2843/2000 (Α’ 219) για το σύνολο των 35.000 παιγνιομηχανημάτων. Από τα ανωτέρω, τα 16.500 παιγνιομηχανήματα εγκαθίστανται και εκμεταλλεύονται από την ΟΠΑΠ Α.Ε. μέσω των πρακτορείων της και τα υπόλοιπα 18.500 παιγνιομηχανήματα εγκαθίστανται σε αμιγείς χώρους, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις των άρθρων 42 και 43, και εκμεταλλεύονται από παραχωρησιούχους προς τους οποίους η ΟΠΑΠ Α.Ε. παραχωρεί το δικαίωμα εγκατάστασης και εκμετάλλευσής τους, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 6.

Οι παραχωρησιούχοι αναλαμβάνουν το συνολικό επιχειρηματικό κίνδυνο της εκμετάλλευσης και δύνανται να εγκαθιστούν τα παιγνιομηχανήματα σε αδειοδοτημένους χώρους τρίτων. Οι παραχωρησιούχοι επιλέγουν τα παιγνιομηχανήματα που θα χρησιμοποιήσουν, καθώς και τα παίγνια που θα προσφέρουν. Οι τεχνικές προδιαγραφές των οποίων πρέπει να διασφαλίζουν σε κάθε περίπτωση, την ηλεκτρονική παρακολούθησή τους από την ΟΠΑΠ Α.Ε., την Ε.Ε.Ε.Π. και το Υπουργείο Οικονομικών. Οι παραχωρησιούχοι μπορούν να καθορίζουν την εμπορική τους πολιτική τηρουμένων πάντα των περιορισμών που επιβάλλονται από το νόμο ως προς τις διαφημίσεις παιγνίων.

3. Για τη χορήγηση της άδειας καταβάλλεται τίμημα που προσδιορίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία της περίπτωσης α’ της παρ. 9 του άρθρου 27 του ν. 2843/2000.

Το τίμημα για τα παιγνιομηχανήματα που εγκαθίστανται από την ΟΠΑΠ Α.Ε. και εκμεταλλεύονται μέσω των πρακτορείων της καταβάλλεται αμέσως με την χορήγηση της αδείας. Ο τρόπος, ο χρόνος και οι όροι καταβολής από την ΟΠΑΠ Α.Ε. του τιμήματος για τα παιγνιομηχανήματα που εγκαθιστούν και εκμεταλλεύονται παραχωρησιούχοι, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην παράγραφο 6, καθορίζονται στην άδεια.

4. Η άδεια ισχύει για περίοδο δέκα ετών, που αρχίζει δώδεκα μήνες μετά τη χορήγησή της.

5. Τουλάχιστον ένα έτος πριν τη λήξη της άδειας, η Ο-ΠΑΠ Α.Ε. μπορεί, με αίτησή της προς την Ε.Ε.Ε.Π. να ζητήσει τη χρονική επέκτασή της για ίσο ή μικρότερο χρονικό διάστημα, με τους ίδιους όρους, αλλά με νέο τίμημα. Η διαδικασία για τον καθορισμό του νέου τιμήματος ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

6. Η άδεια είναι προσωπική και αμεταβίβαστη. Η ΟΠΑΠ Α. Ε . παραχωρεί έναντι ανταλλάγματος το δικαίωμα για εγκατάσταση και εκμετάλλευση 18.500 παιγνιομηχανημάτων σε τέσσερις έως και δέκα παραχωρησιούχους, ύστερα από προκήρυξη δημόσιου διεθνούς πλειοδοτικού διαγωνισμού, οι όροι της οποίας εγκρίνονται από την Ε.Ε.Ε.Π.. Το αντάλλαγμα καταβάλλεται στην ΟΠΑΠ Α.Ε. με τη σύναψη της σύμβασης παραχώρησης για το συνολικό χρόνο διάρκειάς της. Η ΟΠΑΠ Α.Ε. παραμένει κάτοχος της αδείας και συνεχίζει να υπέχει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτήν.

7. Εκείνος στον οποίο έχει παραχωρηθεί το δικαίωμα εκμετάλλευσης παιγνιομηχανημάτων κατά την έννοια της προηγούμενης παραγράφου, απαγορεύεται να παραχωρεί περαιτέρω, με ή χωρίς αντάλλαγμα, το δικαίωμα αυτό.

Άρθρο 40
Προϋποθέσεις για τους κατόχους αδειών

1. Η ΟΠΑΠ Α.Ε. και εκείνοι στους οποίους έχει παραχωρηθεί το δικαίωμα εγκατάστασης και εκμετάλλευσης παιγνιομηχανημάτων υποχρεούνται να τηρούν τις νομικές και οικονομικές υποχρεώσεις του παρόντος νόμου, καθ’ όλη τη διάρκεια της άδειας. Η ΟΠΑΠ Α.Ε. υποχρεούται να θέσει σε λειτουργία τα παιγνιομηχανήματα που εκμεταλλεύεται μέσω των πρακτορείων της, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 39, εντός δώδεκα μηνών από τη χορήγηση της άδειας. Μετά την παρέλευση της ως άνω προθεσμίας, ο αριθμός των μη λειτουργούντων παιγνιομηχανημάτων αφαιρείται, αζημίως για το Δημόσιο, από τον αριθμό για τον οποίο έχει χορηγηθεί η άδεια.

Εκείνοι στους οποίους έχει παραχωρηθεί το δικαίωμα εγκατάστασης και εκμετάλλευσης, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 39, λειτουργούν τα παιγνιομηχανήματα μέσα σε προθεσμία που ορίζεται στη σύμβαση με την ΟΠΑΠ Α.Ε. για την παραχώρησή τους και σε κάθε περίπτωση, μέσα σε εικοσιτέσσερις μήνες από τη χορήγηση της άδειας στην ΟΠΑΠ Α.Ε.. Μετά την παρέλευση των είκοσι τεσσάρων μηνών, ο αριθμός των παιγνιομηχανημάτων που παραχωρήθηκαν με τη διαδικασία της παραγράφου 6, αλλά δεν λειτουργούν, αφαιρείται, αζημίως για την ΟΠΑΠ Α.Ε., από τον αριθμό των παιγνιομηχανημάτων που αντιστοιχούν στο δικαίωμα εγκατάστασης και εκμετάλλευσης. Η ΟΠΑΠ Α.Ε. μπορεί να προβαίνει στην εγκατάσταση και εκμετάλλευση των μη λειτουργούντων παιγνιομηχανημάτων του προηγούμενου εδαφίου μέσω των πρακτορείων της ή να παραχωρήσει το δικαίωμα εγκατάστασης και εκμετάλλευσής τους σε τρίτους ύστερα από προκήρυξη δημοσίου διεθνούς πλει-οδοτικού διαγωνισμού, οι όροι της οποίας εγκρίνονται από την Ε.Ε.Ε.Π..

2. Κάθε διάθεση μετοχών της ΟΠΑΠ Α.Ε. ή παραχωρησιούχου δικαιώματος εγκατάστασης και εκμετάλλευσης τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα ίση ή μεγαλύτερη με το 2% του μετοχικού κεφαλαίου γνωστοποιείται στην Ε.Ε.Ε.Π. μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την πραγματοποίησή της. Αν πρόκειται για διάθεση εν ζωή που μπορεί να οδηγήσει σε άμεση ή έμμεση αλλαγή ελέγχου της εταιρείας, απαιτείται η προηγούμενη έγκριση της Ε.Ε.Ε.Π., χωρίς την οποία αυτή είναι άκυρη.

3. Η ίδια υποχρέωση γνωστοποίησης προς την Ε.Ε.Ε.Π. υφίσταται και όταν η μεταβίβαση των μετοχών επήλθε λόγω κληρονομικής διαδοχής.

4. Εκείνοι προς τους οποίους έχει παραχωρηθεί το δικαίωμα εγκατάστασης και εκμετάλλευσης, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 39, απαγορεύεται να είναι συνδεδεμένες εταιρίες.

Άρθρο 41
Προδιαγραφές παιγνιομηχανημάτων

1. Οι προδιαγραφές των παιγνιομηχανημάτων ορίζονται με απόφαση της Ε. Ε. Ε. Π., με στόχο την απρόσκοπτη, ασφαλή και σύννομη λειτουργία τους, καθώς και την παρακολούθηση αυτών.

2. Για τα καταστήματα εγκατάστασης και λειτουργίας των παιγνιομηχανημάτων αυτών απαιτείται πιστοποίηση τύπου Α’, Β’, Γ’, Δ’, Ε’ ή ΣΤ’, όπως ορίζεται στο άρθρο 43.

3. Σε κάθε παίγνιο που διεξάγεται με παιγνιομηχανήματα πρέπει να εμφανίζεται πριν την εισαγωγή του μέσου πληρωμής, ηλεκτρονική ένδειξη με τον αριθμό πιστοποίησης του παιγνίου από την Ε.Ε.Ε.Π..

Άρθρο 42
Πιστοποίηση καταστημάτων

1. Για τη διεξαγωγή τεχνικών – ψυχαγωγικών ή τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα απαιτείται πιστοποίηση του καταστήματος, που εκδίδεται από την Ε.Ε.Ε.Π. μετά από αίτηση των κατόχων αδειών διεξαγωγής παιγνίων ή όσων εκμεταλλεύονται παίγνια με παιγνιομηχανήματα, σύμφωνα με τους όρους του νόμου αυτού. Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων καθορίζονται τα δικαιολογητικά που απαιτούνται προκειμένου να χορηγηθεί πιστοποίηση καταστημάτων διεξαγωγής τεχνικών – ψυχαγωγικών ή τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα, τα οποία αφορούν μεταξύ άλλων, σε στοιχεία για το χώρο τοποθέτησης των παιγνιομηχανημάτων, στον αριθμό των παιγνιομηχανημάτων ανά κατάστημα, στο είδος των παιγνίων που διενεργούνται σε αυτά και στο ύψος του παραβόλου.

2. Επιτρέπεται η εγκατάσταση, λειτουργία και διεξαγωγή, στο πλαίσιο άσκησης επιτηδεύματος, των τεχνικών – ψυχαγωγικών παιγνίων σε αμιγείς ή μικτούς χώρους, ενώ των παιγνίων με παιγνιομηχανήματα μόνο σε αμιγείς χώρους.

α) «Αμιγής χώρος» διεξαγωγής παιγνίων είναι κατάστημα, στο οποίο επιτρέπεται η διεξαγωγή αποκλειστικά είτε τεχνικών – ψυχαγωγικών είτε τυχερών παιγνίων, σύμφωνα με τις διατάξεις της πολεοδομικής νομοθεσίας.

Τα πρακτορεία της ΟΠΑΠ Α. Ε. θεωρούνται αμιγείς χώροι για την εγκατάσταση τυχερών παιγνίων, εφόσον πληρούν τους όρους και τις προϋποθέσεις που τίθενται με τον Κώδικα Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.

β) «Μικτός χώρος» διεξαγωγής παιγνίων με παιγνιο-μηχανήματα είναι κατάστημα, όπου επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση η διεξαγωγή αποκλειστικά τεχνικών – ψυχαγωγικών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα, υπό την προϋπόθεση ότι ο αριθμός παιγνιομηχανημάτων διεξαγωγής τυχερών παιγνίων δεν υπερβαίνει τα τρία (3).

3. Για τη χορήγηση κάθε τύπου πιστοποίησης και για τη διατήρησή της σε ισχύ καταβάλλεται από το πρόσωπο που εκμεταλλεύεται το χώρο, ετήσιο τέλος λειτουργίας του καταστήματος. Το ύψος του τέλους αυτού καθορίζεται με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π., σύμφωνα με σχετική οικονομική μελέτη που βασίζεται σε πρόσφορα στοιχεία, για τον προσδιορισμό του.

4. Για κάθε κατάστημα ορίζεται υπεύθυνος εκμετάλλευσης, ο οποίος ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με τον κάτοχο της άδειας διεξαγωγής παιγνίων ή τον φορέα εκμετάλλευσης για την τήρηση των διατάξεων του νόμου αυτού. Ο υπεύθυνος εκμετάλλευσης πρέπει να είναι φυσικό πρόσωπο ηλικίας 25 έως 60 ετών, μόνιμος κάτοικος Ελλάδας και να πληροί τις εξής προϋποθέσεις:

α) Έχει την ιθαγένεια κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

β) Δεν έχει καταδικαστεί τελεσίδικα για κακούργημα ή σε οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, απιστία, αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος, εκβίαση, πλαστογραφία, ενεργητική ή παθητική δωροδοκία, επικίνδυνη ή βαριά σωματική βλάβη, παρασιώπηση εγκλήματος, έγκλημα περί το νόμισμα, κοινώς επικίνδυνο έγκλημα, έγκλημα κατά της προσωπικής ελευθερίας, έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, καθώς και για έγκλημα που προβλέπεται στη νομοθεσία περί ναρκωτικών, όπλων, εκρηκτικών υλών και φοροδιαφυγής.

γ) Διαθέτει, τουλάχιστον απολυτήριο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ή αντίστοιχο αυτού και έχει εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις ή δεν υπέχει υποχρέωση ή έχει νόμιμα απαλλαγεί από αυτές.

δ) Γνωρίζει την ελληνική γλώσσα.

5. Σε όλα τα καταστήματα:

α) Απαγορεύεται να εγκαθίστανται ή και να λειτουργούν μη πιστοποιημένα παίγνια και παιγνιομηχανήματα.

β) Απαιτούνται τουλάχιστον 3 τ. μ. καθαρού χώρου ανά παιγνιομηχάνημα.

γ) Αναρτάται υποχρεωτικά σε εμφανές σημείο της προσόψεως σήμα νόμιμης λειτουργίας με τον αριθμό και τον τύπο πιστοποίησης του καταστήματος.

δ) Απαγορεύεται η εγκατάσταση αυτόματων ταμειακών μηχανών (ΑΤΜ).

Άρθρο 43
Κατηγορίες πιστοποίησης καταστημάτων

Οι πιστοποιήσεις των καταστημάτων διεξαγωγής παιγνίων με παιγνιομηχανήματα διακρίνονται σε κατηγορίες ως εξής:

α) Πιστοποίηση τύπου Α’ για τα καταστήματα διεξαγωγής τεχνικών – ψυχαγωγικών παιγνίων σε αμιγείς χώρους, που εκδίδεται από την Ε.Ε.Ε.Π., όπως ορίζεται στον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.

Τα μηχανήματα μπορούν να τοποθετηθούν σε αμιγείς χώρους μέχρι τριάντα ανά κατάστημα. Το κατάστημα δεν μπορεί να συνδέεται εσωτερικά με άλλο. Στα καταστήματα με τεχνικά – ψυχαγωγικά παίγνια υπάρχει διακριτός χώρος για τους ανηλίκους.

β) Πιστοποίηση τύπου Β’ για τα καταστήματα διεξαγωγής τυχερών παιγνίων σε αμιγείς χώρους, που εκδίδεται από την Ε.Ε.Ε.Π., όπως ορίζεται στον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.

Τα μηχανήματα μπορούν να τοποθετηθούν σε αμιγείς χώρους και μέχρι είκοσι πέντε μηχανήματα ανά κατάστημα. Το κατάστημα δεν μπορεί να συνδέεται εσωτερικά με άλλο. Δεν χορηγείται πιστοποίηση τύπου Β’ σε καταστήματα που απέχουν από τα ήδη λειτουργούντα καζίνο απόσταση ίση ή μικρότερη των πέντε χιλιομέτρων, που υπολογίζεται σε ευθεία γραμμή.

γ) Πιστοποίηση τύπου Γ’ για καταστήματα διεξαγωγής αποκλειστικά τεχνικών – ψυχαγωγικών παιγνίων σε μικτούς χώρους, που εκδίδεται από την Ε.Ε.Ε.Π., όπως ορίζεται στον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.

δ) Για την εγκατάσταση παιγνιομηχανημάτων αποκλειστικά τεχνικών – ψυχαγωγικών παιγνίων σε θαλασσοπλοούντα πλοία που διενεργούν πλόες εσωτερικού, απαιτείται η έκδοση πιστοποίησης τύπου Δ’ , που εκδίδεται από την Ε.Ε.Ε.Π., όπως ορίζεται στον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.

ε) Για την εγκατάσταση παιγνιομηχανημάτων αποκλειστικά τυχερών παιγνίων σε θαλασσοπλοούντα πλοία που διενεργούν πλόες εξωτερικού, απαιτείται η έκδοση πιστοποίησης τύπου Ε’, που εκδίδεται από την Ε. Ε. Ε. Π., όπως ορίζεται στον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.

στ) Για την εγκατάσταση μέχρι τριών παιγνιομηχανημάτων τυχερών παιγνίων στα πρακτορεία της ΟΠΑΠ Α. Ε., απαιτείται η έκδοση πιστοποίησης του πρακτορείου, τύπου ΣΤ’, που εκδίδεται από την Ε.Ε.Ε.Π., όπως ορίζεται στον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.

Άρθρο 44
Πιστοποίηση παιγνίων και παιγνιομηχανημάτων

1. Για κάθε τεχνικό – ψυχαγωγικό παίγνιο που πρόκειται να εγκατασταθεί ή που παίζεται σε παιγνιομηχάνημα απαιτείται πιστοποίηση από την Ε.Ε.Ε.Π.. Η αίτηση για την πιστοποίηση κάθε τύπου τεχνικού – ψυχαγωγικού παιγνίου πρέπει να συνοδεύεται από φάκελο ο οποίος περιέχει στοιχεία που αφορούν ιδίως το παίγνιο, την εμπορική ονομασία του, το χαρακτήρα αυτού, την περιγραφή του, πρωτότυπο δείγμα αυτού σε κατάλληλο ψηφιακό μέσο, το εύρος ηλικίας των παικτών, τυχόν υπάρχουσα πιστοποίηση και παράβολο. Τα δικαιολογητικά του φακέλου, η διάρκεια εξέτασης και το ύψος του παραβόλου καθορίζονται με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων ή με κανονιστική απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π..

Θεωρούνται πιστοποιημένα τα τεχνικά – ψυχαγωγικά παίγνια για τα οποία έχει ήδη εκδοθεί πιστοποίηση άλλων εθνικών αρχών, αναγνωρισμένων διεθνών ή ευρωπαϊκών οργανισμών ή οργανισμών πιστοποίησης με τους οποίους η Ε.Ε.Ε.Π. έχει υπογράψει συμφωνία αναγνώρισης. Η Ε. Ε. Ε. Π. εκδίδει απόφαση με το σχετικό κατάλογο και τα κριτήρια ένταξης σε αυτόν, που αναρτάται στο διαδικτυακό της τόπο.

2. Για κάθε τυχερό παίγνιο που πρόκειται να εγκατασταθεί ή που παίζεται σε παιγνιομηχάνημα απαιτείται πιστοποίηση από την Ε. Ε. Ε. Π.. Η αίτηση για την πιστοποίηση κάθε τύπου τυχερών παιγνίων πρέπει να συνοδεύεται από φάκελο ο οποίος περιέχει μεταξύ άλλων, στοιχεία που αφορούν ιδίως το παίγνιο, την εμπορική ονομασία του, το χαρακτήρα αυτού, την περιγραφή του, πρωτότυπο δείγμα αυτού σε κατάλληλο ψηφιακό μέσο και παράβολο. Τα δικαιολογητικά του φακέλου, η διάρκεια εξέτασης και το ύψος του παραβόλου καθορίζονται με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων ή με κανονιστική απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π..

3. Η Ε.Ε.Ε.Π. μπορεί να εκδίδει «Ειδική άδεια για δοκιμαστική λειτουργία νέων παιγνίων στην αγορά» με διάρκεια έως 2 μήνες, τα οποία διενεργούνται σε συγκεκριμένα καταστήματα που δεν μπορούν να υπερβαίνουν τα 4 συνολικά στην Επικράτεια. Στην ειδική αυτή άδεια ορίζονται και άλλες αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή της δοκιμαστικής λειτουργίας, όπως ειδική μνεία για το δοκιμαστικό χαρακτήρα του παιγνίου.

4. Για τα προς εγκατάσταση παιγνιομηχανήματα μέσω των οποίων διενεργούνται τεχνικά – ψυχαγωγικά ή τυχερά παίγνια, απαιτείται πιστοποίηση από την Ε.Ε.Ε.Π.. Προς τούτο απαιτείται αίτηση με στοιχεία που αφορούν το παιγνιομηχάνημα και ιδίως τον τύπο, την περιγραφή, τον τρόπο λειτουργίας του και παράβολο. Τα δικαιολογητικά του φακέλου, η διάρκεια εξέτασης και το ύψος του παραβόλου καθορίζονται με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων ή με κανονιστική απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π..

Άρθρο 45
Ρυθμίσεις αδειών τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου – Διαδικασία αδειοδότησης

1. Η διεξαγωγή στην Ελληνική Επικράτεια τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου (internet) ανήκει στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Δημοσίου που την ασκεί μέσω ειδικά αδειοδοτημένων παρόχων.

2. Η Ε.Ε.Ε.Π. καθορίζει τις απαιτούμενες προϋποθέσεις λειτουργίας και τα τεχνικά χαρακτηριστικά των εξυπηρετητών (servers) και του λογισμικού των τυχερών παιγνίων για τους κατόχους της άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου, ώστε να εξασφαλίζεται η τήρηση όλων των διατάξεων που αφορούν την προστασία των παικτών και του δημοσίου συμφέροντος.

3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών προκηρύσσονται άδειες διενέργειας τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου. Οι άδειες χορηγούνται ύστερα από διεθνή πλειοδοτικό διαγωνισμό.

4. Αν δεν κατακυρωθεί το σύνολο των αδειών που προκηρύχθηκαν, οι άδειες που δεν κατακυρώθηκαν επανα-προκηρύσσονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά την πάροδο ενός τουλάχιστον έτους από την κατακύρωση.

5. Η άδεια διενέργειας τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου έχει διάρκεια πέντε (5) έτη από την κατακύρωση και περιλαμβάνει όρους, υπό τους οποίους ασκείται η δραστηριότητα για την οποία εκδίδεται.

6. Τουλάχιστον ένα έτος πριν τη λήξη της εκάστοτε ισχύουσας άδειας, ο ανάδοχος μπορεί να ζητά με αίτησή του προς την Ε.Ε.Ε.Π. τη χρονική επέκταση της άδειας για ίσο ή μικρότερο χρονικό διάστημα, με τους ίδιους όρους, αλλά με νέο τίμημα. Για την ανανέωση της αδείας απαιτείται η καλή εκτέλεση των όρων της αδείας και η πρόταση ευλόγου τιμήματος. Η διαδικασία για τον καθορισμό του νέου τιμήματος ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

7. Άδειες πέραν των όσων προκηρύχθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 3, δεν μπορούν να προκηρυχθούν αν δεν παρέλθει πενταετία από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

8. Κάθε ανάδοχος δεν μπορεί να λάβει πάνω από μία άδεια. Οι άδειες είναι προσωπικές και αμεταβίβαστες. Απαγορεύεται η με οποιονδήποτε τρόπο εκμίσθωση ή συνεκμετάλλευση της άδειας με τρίτους.

Άρθρο 46
Προϋποθέσεις συμμετοχής στο διαγωνισμό

1. Η συμμετοχή στο διεθνή διαγωνισμό για τη χορήγηση άδειας διενέργειας τυχερών παιγνίων μέσω του δια-δικτύου επιτρέπεται σε κεφαλαιουχικές εταιρίες, με καταβεβλημένο κεφάλαιο τουλάχιστον 200.000 ευρώ. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ή οι εταίροι, δεν πρέπει να έχουν καταδικασθεί τελεσίδικα για κακούργημα ή σε οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, απιστία, αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος, εκβίαση, πλαστογραφία, ενεργητική ή παθητική δωροδοκία, επικίνδυνη ή βαριά σωματική βλάβη, παρασιώπηση εγκλήματος, έγκλημα περί το νόμισμα, κοινώς επικίνδυνο έγκλημα, έγκλημα κατά της προσωπικής ελευθερίας, έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, καθώς και για έγκλημα που προβλέπεται στη νομοθεσία περί ναρκωτικών, όπλων, εκρηκτικών υλών και φοροδιαφυγής.

2. Για τη συμμετοχή στο διεθνή διαγωνισμό για τη χορήγηση αδείας απαιτείται κατάθεση εγγυητικής επιστολής 100.000 ευρώ από πιστωτικό ίδρυμα που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3. Η προκήρυξη περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α) τον αριθμό των αδειών που προκηρύσσονται,

β) την προθεσμία μέσα στην οποία οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ζητήσουν από το αρμόδιο όργανο του διαγωνισμού τα σχετικά έγγραφα,

γ) το αρμόδιο όργανο για την αποσφράγιση των προσφορών, την ημερομηνία και τον τόπο της αποσφράγισης, καθώς και τα πρόσωπα που δικαιούνται να παρίστανται,

δ) τον τύπο, τα ποσοστά, το νόμισμα, το χρόνο υποβολής των εγγυήσεων συμμετοχής στο διαγωνισμό, καθώς και άλλες εξασφαλίσεις που τυχόν ζητούνται,

ε) τα στοιχεία και τα δικαιολογητικά από τα οποία προκύπτει ότι τηρούνται τα ελάχιστα όρια των οικονομικών και τεχνικών προϋποθέσεων, που τάσσονται με την προκήρυξη,

στ) την προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών και τη διεύθυνση στην οποία πρέπει να κατατεθούν,

ζ) τη διάρκεια ισχύος των προσφορών,

η) τους απαράβατους όρους, απόκλιση από τους οποίους συνεπάγεται απόρριψη της προσφοράς,

θ) τα κριτήρια επιλογής σχετικά με την προσωπική κατάσταση των υποψήφιων τα οποία οδηγούν σε αποκλεισμό τους και τα απαιτούμενα στοιχεία βάσει των οποίων αποδεικνύεται ότι οι υποψήφιοι δεν εμπίπτουν στις περιπτώσεις που οδηγούν σε αποκλεισμό,

ι) την ελάχιστη τιμή εκκίνησης του πλειοδοτικού διαγωνισμού,

ια) το σχέδιο της άδειας που θα χορηγηθεί και

ιβ) κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη διενέργεια του διαγωνισμού.

Άρθρο 47
Υποχρεώσεις των κατόχων της άδειας

1. Οι κάτοχοι των αδειών είναι νομικά πρόσωπα, με καταστατική έδρα ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα και φορολογούνται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του ν. 2238/1994, όπως ισχύουν κάθε φορά. Οι ασκούντες τη διοίκηση και τη διαχείριση της εταιρείας δεν πρέπει να έχουν καταδικασθεί τελεσίδικα για κακούργημα ή σε οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, απιστία, αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος, εκβίαση, πλαστογραφία, ενεργητική ή παθητική δωροδοκία, επικίνδυνη ή βαριά σωματική βλάβη, παρασιώπηση εγκλήματος, έγκλημα περί το νόμισμα, κοινώς επικίνδυνο έγκλημα, έγκλημα κατά της προσωπικής ελευθερίας, έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, καθώς και για έγκλημα που προβλέπεται στη νομοθεσία περί ναρκωτικών, όπλων, εκρηκτικών υλών και φοροδιαφυγής.

2. Οι κάτοχοι αδειών απαγορεύεται να είναι συνδεδεμένες εταιρείες.

3. Κάθε διάθεση εν ζωή μετοχών εταιρείας κατόχου άδειας διενέργειας τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα ίση ή μεγαλύτερη με το 2% του μετοχικού ή του εταιρικού κεφαλαίου γνωστοποιείται στην Ε.Ε.Ε.Π. μέσα σε προθεσμία 15 ημερών από την πραγματοποίησή της. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που η συγκεκριμένη διάθεση μπορεί να οδηγήσει σε άμεση ή έμμεση αλλαγή ελέγχου της εταιρείας, απαιτείται η προηγούμενη έγκριση της Ε.Ε.Ε.Π., χωρίς την οποία αυτή είναι άκυρη.

4. Η ίδια υποχρέωση γνωστοποίησης προς την Ε.Ε.Ε.Π. υφίσταται και όταν η μεταβίβαση των μετοχών ή των εταιρικών μεριδίων επήλθε λόγω κληρονομικής διαδοχής.

5. Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων ρυθμίζονται η διαδικασία και οι προϋποθέσεις έκδοσης, επέκτασης χρονικής ισχύος και ανάκλησης των αδειών διενέργειας τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου, οι όροι που πρέπει να περιέχονται σε αυτές, η διαδικασία επιβολής κυρώσεων και κάθε σχετικό θέμα που αφορά την έκδοση των αδειών και τις υποχρεώσεις των μετόχων των εταιρειών που είναι κάτοχοι της άδειας.

6. Για την χορήγηση της άδειας καταβάλλονται:

α) το τίμημα της άδειας,

β) προκαταβολή ποσού έναντι της συμμετοχής του Δημοσίου, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 50.

7. Οι ιστότοποι στους οποίους διενεργούνται τυχερά παίγνια μέσω διαδικτύου έχουν υποχρεωτικά ονομασία με κατάληξης.

8. Ο κάτοχος της άδειας υποχρεούται να αποθηκεύει σε υλικό μηχανισμό που βρίσκεται στην Ελλάδα, τα δεδομένα που αφορούν στη διεξαγωγή τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου, καθώς και τα δεδομένα που ανταλλάσσονται μεταξύ παίκτη, κατόχου της άδειας, παρόχου υπηρεσιών διαδικτύου και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, σχετικά με τα παίγνια αυτά. Τα στοιχεία διατηρούνται σε ασφαλή μέσα, τα οποία επιτρέπουν την ακριβή αναπαραγωγή των αποθηκευμένων στοιχείων από την Ε.Ε.Ε.Π. για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δέκα (10) ετών. Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων μπορεί να ορίζεται μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

9. Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων καθορίζεται το ελάχιστο περιεχόμενο της αρχικής σελίδας των ιστοτόπων διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου.

10. Οι κάτοχοι των αδειών υποχρεούνται να έχουν και να τηρούν τις νομικές και οικονομικές υποχρεώσεις του παρόντος νόμου, καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της άδειας.

11. Η εγγυητική επιστολή καταπίπτει εάν δεν τηρούνται οι προϋποθέσεις των αδειών, αν τα κέρδη δεν καταβληθούν άμεσα στους παίκτες, καθώς και σε όσες περιπτώσεις ορίζονται στο νόμο αυτόν, στον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων και στους όρους της άδειας.

12. Η εγγυητική επιστολή επιστρέφεται στον κάτοχο της άδειας ένα χρόνο μετά τη λήξη της άδειας και εφόσον δεν υπάρξει λόγος μερικής ή ολικής παρακράτησης.

Άρθρο 48
Υποχρεώσεις – Απαγορεύσεις – Στοιχεία παικτών

1. Το στοίχημα οποιουδήποτε τύπου σε χρηματοπιστωτικά μέσα που διαπραγματεύονται σε οργανωμένη αγορά που λειτουργεί στην Ελλάδα απαγορεύεται. Στην απαγόρευση αυτή δεν εμπίπτουν τα χρηματοπιστωτικά μέσα που προβλέπονται στο άρθρο 5 του ν. 3606/2007 (Α’ 195).

2. Το πρόσωπο που ασκεί την εκμετάλλευση ιστοτόπων τυχερών παιγνίων υποχρεωτικά ασκεί και τη λειτουργία των ιστοτόπων αυτών.

3. Απαγορεύεται η δημιουργία και η λειτουργία ιστοτόπων από μη κατόχους άδειας.

4. Η λειτουργία ανταλλακτηρίων στοιχημάτων απαγορεύεται.

5. Η διεξαγωγή στην Ελληνική Επικράτεια τυχερών παιγνίων μέσω άλλων οπτικοακουστικών και ηλεκτρομαγνητικών μέσων επιτρέπεται μόνο ύστερα από χορήγηση ειδικής άδειας, που εκδίδεται από την Ε.Ε.Ε.Π..

6. Οι κάτοχοι της άδειας απαγορεύεται να επιτρέπουν τη συμμετοχή στα προσφερόμενα μέσω των ιστοτόπων τους τυχερά παίγνια σε φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν συμπληρώσει το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας τους και σε μη εγγεγραμμένους χρήστες. Πριν τη δημιουργία λογαριασμού παίκτη για συμμετοχή σε οποιοδήποτε τυχερό παίγνιο μέσω του διαδικτύου, ο παίκτης συνομολογεί σύμβαση προσχώρησης στο παίγνιο.

Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων καθορίζονται ο τρόπος πιστοποίησης της ηλικίας των παικτών και το ειδικότερο περιεχόμενο της σύμβασης προσχώρησης.

Άρθρο 49
Μεταφορές χρημάτων

1. Οι πληρωμές των ποσών συμμετοχής και απόδοσης κέρδους που απορρέουν από τη συμμετοχή σε τυχερά παίγνια μέσω του διαδικτύου διενεργούνται υποχρεωτικά μέσω πιστωτικών ιδρυμάτων ή ιδρυμάτων πληρωμών που είναι εγκατεστημένα και λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα. Ο αριθμός λογαριασμού των κατόχων άδειας λαμβάνει ειδικό κωδικό, ο οποίος γνωστοποιείται στην Ε.Ε.Ε.Π. με ευθύνη τους. Κάθε δοσοληψία που αφορά τυχερά παίγνια μέσω διαδικτύου αποτυπώνεται ξεχωριστά με ευθύνη των οικείων πιστωτικών ιδρυμάτων ή ιδρυμάτων πληρωμών.

2. Ο κάτοχος της άδειας διατηρεί ίδιο λογαριασμό και ξεχωριστό λογαριασμό παικτών σε πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα πληρωμών που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα. Τα ποσά που βρίσκονται κατατεθειμένα στο λογαριασμό παικτών πρέπει τουλάχιστον να εξισώνονται με το συνολικό ποσό με το οποίο είναι πιστωμένοι οι διαδικτυακοί λογαριασμοί των παικτών. Όταν το ποσό που βρίσκεται κατατεθειμένο στο λογαριασμό παικτών παρουσιάζει έλλειμμα σε σχέση με το συνολικό ποσό με το οποίο είναι πιστωμένοι οι διαδικτυακοί λογαριασμοί παικτών που διατηρεί ο κάτοχος της άδειας, ο κάτοχος της άδειας υποχρεούται να αναπληρώσει το έλλειμμα με δικά του ποσά, μέσα σε τρεις (3) ημέρες.

3. Η καταβολή του τιμήματος για τη συμμετοχή σε τυχερό παίγνιο μέσω του διαδικτύου γίνεται υποχρεωτικά σε αδειοδοτημένο κάτοχο άδειας, χωρίς τη μεσολάβηση τρίτου, πλην πιστωτικών ιδρυμάτων ή ιδρυμάτων πληρωμών που είναι εγκατεστημένα και λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα, με τρόπο που διασφαλίζει την ταυτοποίηση του παίκτη, όπως ειδικότερα καθορίζεται με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.

4. Απαγορεύεται στα πιστωτικά ιδρύματα ή τα ιδρύματα πληρωμών που είναι εγκατεστημένα και λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα να πραγματοποιούν πληρωμές των ποσών συμμετοχής και απόδοσης κέρδους που απορρέουν από τη συμμετοχή σε τυχερά παίγνια στους λογαριασμούς που τηρούν σε αυτά παράνομοι πάροχοι τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου, όπως αναφέρονται στον οικείο κατάλογο (black list) που τηρεί η Ε.Ε.Ε.Π.. Στο πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα πληρωμών που παραβαίνει τη διάταξη της παραγράφου αυτής επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το δεκαπλάσιο του ποσού που διακινήθηκε παρανόμως και κατ’ ελάχιστον ίσο με πεντακόσια (500) ευρώ.

Άρθρο 50
Παράβολα – Τέλη – Συμμετοχή του Δημοσίου στα έσοδα – Φόροι

1. Για την έκδοση και την ανανέωση των όρων της άδειας διεξαγωγής τεχνικών – ψυχαγωγικών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα, καθώς και για τη λειτουργία των παιγνιομηχανημάτων τεχνικών – ψυχαγωγικών παιγνίων, καταβάλλονται:

α) προκαταβλητέο εφάπαξ τέλος για την έκδοση ή την ανανέωση των όρων της άδειας διεξαγωγής τεχνικών-ψυχαγωγικών παιγνίων, ανάλογα με τον αριθμό των παιγνιομηχανημάτων και τον πληθυσμό του τόπου εγκατάστασής τους,

β) προκαταβλητέο ετήσιο τέλος διενέργειας τεχνικών-ψυχαγωγικών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα, ανάλογα με τον αριθμό των παιγνιομηχανημάτων και τον πληθυσμό του τόπου εγκατάστασής τους.

2. Για την έκδοση και την ανανέωση άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα ή μέσω του διαδικτύου, καθώς και για τη λειτουργία των παιγνιομηχανημάτων αυτών, καταβάλλονται:

α) παράβολο για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό χορήγησης αδειών, σύμφωνα με τα άρθρα 39 και 46,

β) το τίμημα για τη χορήγηση της άδειας, όπως προέκυψε κατά τη διαγωνιστική διαδικασία, σύμφωνα με τα άρθρα 39 και 46,

γ) σε περίπτωση ανανέωσης άδειας, ποσό έναντι της συμμετοχής του Δημοσίου στα έσοδα των τυχερών παιγνίων, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου αυτού.

3. Για την πιστοποίηση των παιγνίων, των παιγνιομηχανημάτων και των καταστημάτων στα οποία διεξάγονται τεχνικά – ψυχαγωγικά ή τυχερά παίγνια με παιγνιομηχανήματα, καταβάλλονται:

α) παράβολο με την υποβολή της αίτησης, σύμφωνα με τα άρθρα 42 παράγραφοι 1 και 3 και 44 παράγραφοι 1 έως και 4,

β) εφάπαξ τέλος πιστοποίησης παιγνίου, παιγνιομηχανήματος και καταστήματος σύμφωνα με τα άρθρα 42 παράγραφοι 1 και 3 και 44 παράγραφοι 1 έως και 4.

4. Για την εγγραφή και τη διατήρηση στα μητρώα της Ε.Ε.Ε.Π. των κατασκευαστών, των τεχνικών και των εισαγωγέων παιγνίων και παιγνιομηχανημάτων καταβάλλεται:

α) παράβολο με την υποβολή της αίτησης, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 29,

β) προκαταβλητέο ετήσιο τέλος διατήρησης εγγραφής, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 29.

5. Για όλα τα τυχερά παίγνια η συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου στα έσοδα καθορίζεται σε τριάντα τοις εκατό (30%) επί του μικτού κέρδους που αφορά τα ποσά τα οποία προέρχονται από την εκμετάλλευση της δραστηριότητας του κατόχου της άδειας.

Τα έσοδα αυτά αποδίδονται στο Δημόσιο κάθε τρίμηνο και πάντως όχι αργότερα από τις 16 Ιανουαρίου, 16 Απριλίου, 16 Ιουλίου και τις 16 Οκτωβρίου κάθε έτους, για το προηγούμενο ημερολογιακό τρίμηνο. Ο κάτοχος άδειας, αν έχει παραχωρήσει το δικαίωμα εκμετάλλευσης, βαρύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με τον φορέα εκμετάλλευσης για την καταβολή της συμμετοχής του πρώτου εδαφίου.

6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Πολιτισμού και Τουρισμού και του συναρμόδιου Υπουργού καθορίζεται μέρος των εσόδων αυτών του Ελληνικού Δημοσίου, ύψους τουλάχιστον 20%, το οποίο προορίζεται για κοινωνικές πολιτικές, όπως η ενίσχυση μέτρων πολιτικής για άτομα με αναπηρία, για την καταπολέμηση της ανεργίας, για την απεξάρτηση από τα παίγνια, καθώς και για την απεξάρτηση από άλλες μορφές εθισμού, για τον αθλητισμό, για τον πολιτισμό, και για τους ΟΤΑ πρώτου και δεύτερου βαθμού σχετικά με τις παραπάνω πολιτικές και τις διαδικαστικές ενέργειες που προβλέπονται στην περίπτωση ια’ της παραγράφου 3 του άρθρου 28, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

7. Τα ποσά που καταβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 6 του άρθρου αυτού, θεωρούνται δαπάνη της επιχείρησης και εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων στις περιπτώσεις που το καθαρό εισόδημα αυτών προσδιορίζεται λογιστικά, ή από τα συνολικά κέρδη των επιχειρήσεων στις περιπτώσεις που το καθαρό εισόδημα αυτών προσδιορίζεται εξωλογιστικά, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2238/ 1994. Τα παραπάνω ποσά δεν συμψηφίζονται με άλλους φόρους ή άλλα τέλη, ούτε επιστρέφονται.

8.Τα κέρδη που προκύπτουν από την εκμετάλλευση των παιγνίων, που ρυθμίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 26, φορολογούνται με τις γενικές διατάξεις φορολογίας του εισοδήματος.

Γενικά έξοδα διαχείρισης και διάφορα άλλα έξοδα οργάνωσης και λειτουργίας της αλλοδαπής επιχείρησης που έχει μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα και είναι κάτοχος άδειας του νόμου αυτού, που πραγματοποιούνται από την έδρα της επιχείρησης που βρίσκεται στην αλλοδαπή, δεν υπολογίζονται προκειμένου να προσδιοριστεί το καθαρό κέρδος που προκύπτει στην Ελλάδα από τη μόνιμη εγκατάσταση της αλλοδαπής επιχείρησης.

9. Τα κέρδη των παικτών από τη διεξαγωγή στην Ελλάδα τυχερών παιγνίων, που διεξάγονται με παιγνιομηχανήματα, ή μέσω του διαδικτύου, υποβάλλονται σε φόρο, ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%), κατά τις διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 58, της παραγράφου 1 του άρθρου 91 και των άρθρων 92 έως και 97 του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών και Κερδών από Λαχεία, ο οποίος κυρώθηκε με το ν. 2961/2001 (Α’ 266). Ο φόρος αυτός παρακρατείται και αποδίδεται κάθε μήνα στο Δημόσιο από τους κατόχους των αδειών.

10. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδεται μετά από εισήγηση της Ε.Ε.Ε.Π., καθορίζονται τα ποσά των παραβόλων, τελών και συμμετοχών, καθώς και ο χρόνος, η διαδικασία καταβολής, τα όργανα είσπραξης και κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή των προηγούμενων παραγράφων, σύμφωνα με σχετική οικονομική μελέτη που βασίζεται σε πρόσφορα στοιχεία, τα οποία αντανακλούν το κόστος των διαδικασιών που απαιτούνται για το σκοπό αυτόν.

11. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδεται μετά από εισήγηση της Ε.Ε.Ε.Π., καθορίζονται όλα τα έγγραφα, μηχανικά ή ηλεκτρονικά μέσα, για τη βεβαίωση κάθε φύσης εσόδων του Δημοσίου, επιπλέον εκείνων που προβλέπονται από τις γενικές διατάξεις.

12. Εταιρείες παροχής υπηρεσιών στοιχημάτων και τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου που είναι νόμιμα εγκατεστημένες σε κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού χώρου και κατέχουν σχετική νόμιμη άδεια λειτουργίας και παροχής τέτοιων υπηρεσιών, μπορούν να συνεχίσουν την παροχή υπηρεσιών στη μεταβατική περίοδο μέχρι την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού που διέπουν το διαδικτυακό στοίχημα και τη χορήγηση των σχετικών αδειών μόνον εφόσον υπαχθούν αμέσως και οικειοθελώς στο φορολογικό καθεστώς των άρθρων 45 έως 50 του νόμου αυτού, αναδρομικά στο πλαίσιο του άρθρου 78 παρ. 2 του Συντάγματος. Κάθε σχετική λεπτομέρεια καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Η εφαρμογή της παραγράφου αυτής δεν θίγει τη σχετική αποκλειστική δικαιοδοσία του Ελληνικού Δημοσίου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο νόμο αυτόν και δεν προδικάζει την παροχή άδειας κατά το άρθρο 45.

Άρθρο 51
Διοικητικές κυρώσεις

1. Αν παραβιάζονται οι διατάξεις του παρόντος νόμου ή των κανονιστικών αποφάσεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του ή των όρων των αδειών, η Ε.Ε.Ε.Π. με απόφασή της:

α) επιβάλει κατ’αποκοπήν πρόστιμο από 1.000 έως 2.000.000 ευρώ ή σε ποσοστό επί των ακαθαρίστων εισπράξεων, ανά παράβαση ή και ανά παιγνιομηχάνημα, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης, ή και

β) ανακαλεί προσωρινά μέχρι 3 μήνες ή οριστικά την άδεια, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης.

Η προσφυγή, ως διαφορά ουσίας, κατά απόφασης της Ε.Ε.Ε.Π. ασκείται στα τακτικά διοικητικά Δικαστήρια, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις.

Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων καθορίζονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες το πρόστιμο επιβάλλεται ανά παράβαση ή ανά παιγνιομηχάνημα και εξειδικεύονται οι επιβαλλόμενες διοικητικές κυρώσεις της παραγράφου αυτής ανά παράβαση ή ανά κατηγορίες παραβάσεων και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.

2. Αν διαπιστωθεί ότι διεξάγονται παίγνια χωρίς την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του νόμου αυτού άδεια, ή χωρίς την προηγούμενη κατάλληλη πιστοποίηση του καταστήματος, τα ελεγκτικά όργανα, ανεξάρτητα από τις διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται στο νόμο αυτόν και στον Κανονισμό Διεξαγωγής και Έλεγχου Παιγνίων, προβαίνουν σε άμεση σφράγιση του καταστήματος διεξαγωγής των παιγνίων.

3. Όποιος διεξάγει τυχερά παίγνια χωρίς τη χρήση και τον έλεγχο των ατομικών καρτών παίκτη των συμμετεχόντων τιμωρείται με πρόστιμο ύψους πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ έως και επτά χιλιάδων (7.000) ευρώ ανά διαπιστωμένη παράβαση. Η συχνή και σε πολλούς πελάτες παράλειψη απαίτησης κάρτας παίκτη μπορεί να οδηγήσει σε αναστολή ισχύος της άδειας μέχρι και σε οριστική ανάκλησή της, καθώς και σε προσωρινό ή οριστικό κλείσιμο του καταστήματος.

4. Όσοι παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 5 του άρθρου 32 τιμωρούνται με πρόστιμο, ύψους χιλίων (1.000) ευρώ έως και δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ ανά διαπιστωμένη παράβαση.

5. Απαγορεύεται στους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου (ISPs) με καταστατική έδρα ή έδρα πραγματικής διοίκησης ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του ν. 2238/1994, να επιτρέπουν την πρόσβαση σε παράνομους παρόχους τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου, όπως αναφέρονται στον οικείο κατάλογο (black list) που τηρεί η Ε.Ε.Ε.Π.. Στον πάροχο υπηρεσιών διαδικτύου που παραβαίνει την υποχρέωση αυτή επιβάλλεται πρόστιμο που ορίζεται με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.

6. Όσοι παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 49 τιμωρούνται με πρόστιμο ύψους χιλίων (1.000) ευρώ έως και χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ ανά διαπιστωμένη παράβαση.

7. Σε περίπτωση που οι κάτοχοι άδειας δεν εγκαθιστούν τεχνική υποδομή διεξαγωγής τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα ή μέσω του διαδικτύου, που να συνδέεται μέσω Κεντρικών Πληροφορικών Συστημάτων με το Π.Σ.Ε.Ε., υπόκεινται σε ποινή προστίμου ύψους από εκατό χιλιάδων (100.000) έως και πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ, καθώς και σε προσωρινή παύση λειτουργίας ή οριστική ανάκληση της αδείας, από την Ε.Ε.Ε.Π..

8. Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων καθορίζονται ο τρόπος και τα όργανα βεβαίωσης της παράβασης, η διαδικασία ελέγχου, πιστοποίησης παραβάσεων και επιβολής προστίμων, το ύψος και τα κριτήρια επιμέτρησης των προστίμων, η διαδικασία είσπραξής τους, ο τρόπος καταβολής και η ειδικότερη διαδικασία αναγκαστικής είσπραξης, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεων Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.), όπως και κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.

Άρθρο 52
Ποινικές κυρώσεις

1. Όποιος διεξάγει παίγνια χωρίς να διαθέτει την απαιτούμενη προς τούτο άδεια, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών ετών και με χρηματική ποινή από 100.000 έως και 200.000 ευρώ, ανά παιγνιομηχάνημα ή προκειμένου για παίγνια που διεξάγονται μέσω του δια-δικτύου με ποινή φυλάκισης και με χρηματική ποινή από διακόσιες χιλιάδες (200.000) έως και πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ. Αν το παίγνιο που διεξάγεται είναι τυχερό, το αδίκημα τιμωρείται με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα έτη.

2. Όποιος προβαίνει σε εμπορική επικοινωνία για τυχερά παίγνια τα οποία διοργανώνονται ή διεξάγονται χωρίς άδεια, είτε ως διαφημιστής είτε ως διαφημιζόμενος, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο ετών και με χρηματική ποινή από 100.000 έως και 200.000 ευ-ρώ.

3. Όποιος μετέχει σε τυχερό παίγνιο, το οποίο διοργανώνεται χωρίς άδεια από την Ελληνική Δημοκρατία, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης έως τριών (3) μηνών και με χρηματική ποινή από 5.000 έως 20.000 ευρώ.

4. Όποιος εγκαθιστά ή λειτουργεί τεχνικά – ψυχαγωγικά παίγνια χωρίς την κατάλληλη πιστοποίηση είτε του παιγνίου είτε του παιγνιομηχανήματος είτε του χώρου, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο ετών και με χρηματική ποινή από 5.000 έως 50.000 ευρώ ανά παιγνιομηχάνημα.

5. Όποιος εγκαθιστά ή λειτουργεί τυχερά παίγνια με παιγνιομηχανήματα χωρίς την κατάλληλη πιστοποίηση είτε του παιγνίου είτε του παιγνιομηχανήματος είτε του καταστήματος, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών ετών και με χρηματική ποινή από 150.000 έως 200.000 ευρώ ανά παιγνιομηχάνημα.

6. Όποιος επιτρέπει την πρόσβαση σε παίγνια ατόμων της παραγράφου 1 του άρθρου 33, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών ετών και με χρηματική ποινή από 100.000 έως 200.000 ευρώ.

7. Όποιος μετέχει σε παίγνια μέσω παρενθέτου φυσικού ή νομικού προσώπου τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο (2) ετών και χρηματική ποινή από 100.000 έως 200.000 ευρώ. Με τις ίδιες ποινές τιμωρείται και το παρένθετο φυσικό πρόσωπο και αν πρόκειται για νομικό πρόσωπο, τα πρόσωπα που καθορίζονται ως αυτουργοί με την παράγραφο 11.

8. Όποιος, ακόμη και εάν είναι κάτοχος άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων, μετατρέπει τεχνικό – ψυχαγωγικό παιγνιομηχάνημα σε τυχερό, τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα ετών και χρηματική ποινή από 200.000 έως 300.000 ευρώ.

9. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, απαγορεύεται στα πιστωτικά ιδρύματα ή τα ιδρύματα πληρωμών που είναι εγκατεστημένα και λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα να πραγματοποιούν πληρωμές των ποσών συμμετοχής και απόδοσης κέρδους που απορρέουν από τη συμμετοχή σε τυχερά παίγνια στους λογαριασμούς που τηρούν σε αυτά πάροχοι τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου, οι οποίοι δεν έχουν λάβει άδεια σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Αν παραβιάζεται η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου τα πρόσωπα που ορίζονται στην παράγραφο 11 τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και με χρηματική ποινή ίση με το δεκαπλάσιο του ποσού που διακινήθηκε παρανόμως και κατ’ ελάχιστον ίσο με εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ ανά παράβαση.

10. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, απαγορεύεται στους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου (ISPs) με καταστατική έδρα ή έδρα πραγματικής διοίκησης ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του ν. 2238/1994, να επιτρέπουν την πρόσβαση σε παρόχους τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου, οι οποίοι δεν έχουν λάβει άδεια σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Αν παραβιάζεται η διάταξη του προηγουμένου εδαφίου τα πρόσωπα που ορίζονται στην παράγραφο 11 τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και με χρηματική ποινή από εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ μέχρι πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ ανά παράβαση.

11. Προκειμένου περί νομικών προσώπων, ως αυτουργοί των αδικημάτων των προηγουμένων παραγράφων θεωρούνται οι διευθύνοντες, εντεταλμένοι και συμπράττοντες σύμβουλοι ή οι πρόεδροι των διοικητικών συμβουλίων ή οι γενικοί διευθυντές και διευθυντές ή εν γένει κάθε εντεταλμένο πρόσωπο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση στη διοίκηση ή στη διαχείριση του νομικού προσώπου. Εάν ελλείπουν όλα τα παραπάνω πρόσωπα, ως αυτουργοί θεωρούνται τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των νομικών προσώπων αυτών, εφόσον ασκούν πράγματι προσωρινά ή διαρκώς ένα από τα ως άνω καθήκοντα.

12. Ο πάσης φύσεως τεχνικός εξοπλισμός και τα παιγνιομηχανήματα που χρησιμοποιήθηκαν για την τέλεση των αδικημάτων του άρθρου αυτού κατάσχονται και μετά την έκδοση αμετάκλητης ποινικής απόφασης δημεύονται.

Άρθρο 53
Διεξαγωγή τυχερών παιγνίων από ραδιοτηλεοπτικά μέσα

1. Για τη διεξαγωγή οποιουδήποτε τυχερού παιγνίου από τηλεοπτικά μέσα, στα οποία οι παίκτες συμμετέχουν είτε αυτοπροσώπως είτε με τηλεφωνική συμμετοχή είτε με συμμετοχή μέσω του διαδικτύου είτε με τηλεοπτική διάδραση, απαιτείται ειδική άδεια η οποία χορηγείται από την Ε.Ε.Ε.Π., μετά από σύμφωνη γνώμη του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (Ε.Σ.Ρ.).

2. Η άδεια περιλαμβάνει τους όρους διεξαγωγής των παιγνίων αυτών, οι οποίοι καθορίζονται κατά περίπτωση για κάθε εγκρινόμενο παίγνιο ή κατηγορία παιγνίων.

3. Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι και κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.

Άρθρο 54
Τελικές και μεταβατικές διατάξεις

1. Η Ε.Ε.Ε.Π. ασκεί τις αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Εποπτείας Καζίνο του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού και των άλλων εν λειτουργία φορέων ελέγχου μέσα σε ένα έτος από το διορισμό των μελών της. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, αυτό το χρονικό διάστημα μπορεί να παραταθεί συνολικά ή ανά φορέα.

2. Μέχρι την ανάληψη των αρμοδιοτήτων της Διεύθυνσης Εποπτείας Καζίνο από την Ε.Ε.Ε.Π., οι αρμοδιότητες αυτές εξακολουθούν να ασκούνται από τη Διεύθυνση Εποπτείας Καζίνο.

3. Μέχρι την ανάληψη των αρμοδιοτήτων των λοιπών εν λειτουργία φορέων ελέγχου από την Ε.Ε.Ε.Π., οι αρμοδιότητες αυτές εξακολουθούν να ασκούνται από τους φορείς αυτούς.

4. Μέσα σε έξι μήνες από το διορισμό των μελών της Ε.Ε.Ε.Π., τα τεχνικά – ψυχαγωγικά παίγνια που ήδη διεξάγονται με παιγνιομηχανήματα χωρίς να έχουν άδεια από την ελληνική πολιτεία και κατά παράβαση της εθνικής νομοθεσίας, λαμβάνουν όλες τις απαιτούμενες πιστοποιήσεις και άδειες από το νόμο αυτόν. Άλλως, εφαρμόζονται οι κυρώσεις των άρθρων 51 και 52.

5. Μέχρι την έκδοση του Οργανισμού της Ε.Ε.Ε.Π., του Κανονισμού Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων και του Κώδικα Δεοντολογίας Παιγνίων, τα θέματα που διέπονται από αυτούς ρυθμίζονται με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π..

6. Τα κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου μέλη της Ε.Ε.Τ.Π., συνεχίζουν τη θητεία τους ως μέλη της Ε.Ε.Ε.Π. για τέσσερα έτη από το διορισμό τους.

7. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης α’ του άρθρου 17 του ν. 3229/2004 αντικαθίσταται ως εξής:

«Τα τυχερά παιχνίδια, ο έλεγχος των οποίων υπάγεται στην αρμοδιότητα της Επιτροπής είναι: τα Κρατικά Λαχεία, ο Ιππόδρομος, το Ξυστό, το Λόττο, το Πρώτο, το ΠΡΟΠΟ, το Τζόκερ , όπως επίσης και κάθε τυχερό παιχνίδι, που ήδη λειτουργεί ή έχει τεθεί σε λειτουργία μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος εδαφίου.»

8. Με τις διατάξεις του παρόντος νόμου δεν θίγονται οι διατάξεις περί ΟΠΑΠ Α.Ε. και Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε., επιφυλασσομένων των διατάξεων περί αρμοδιοτήτων της Ε.Ε.Ε.Π. και των άλλων διατάξεων του παρόντος νόμου που τις αφορούν.

9. Για την εγκατάσταση και εκμετάλλευση τεχνικών-ψυχαγωγικών ή τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα στις εγκαταστάσεις του Ο.Δ.Ι.Ε. και μέσω του δικτύου της Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε., σύμφωνα με την περίπτωση δ’ της παρ. 1 του άρθρου 2 του α. ν. 598/1968, καθώς και μέσω του διαδικτύου, απαιτείται η τήρηση των προϋποθέσεων αδειοδότησης, πιστοποίησης και λειτουργίας του νόμου αυτού.

10. Επί ιπποδρομιών και συναφών στοιχημάτων επιβάλλεται στο ποσό που απομένει μετά τη διανομή των κερδών στους παίκτες και την απόδοση της συμμετοχής του Δημοσίου, ποσοστό υπέρ των εγχωρίων ιπποδρομιακών φορέων, όπως ορίζεται με τις περιπτώσεις β’ , γ’ και δ’ της παρ. 1 του άρθρου 5 του α.ν. 598/1968 (Α’ 256) και αποδίδεται κατά την παράγραφο 5 του άρθρου 50.

11. Με τις διατάξεις του παρόντος νόμου δεν θίγονται οι διατάξεις του ν. 2206/1994 (Α’ 62), καθώς επίσης και οι λοιπές διατάξεις περί καζίνο, επιφυλασσομένων των διατάξεων περί αρμοδιοτήτων της Ε.Ε.Ε.Π. και των τροποποιούμενων σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.

12. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 10 του άρθρου 3 του ν. 2206/1994 τροποποιείται ως εξής:

«Στο καζίνο επιτρέπεται η είσοδος ατόμων που έχουν συμπληρώσει το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας τους.»

13. Με τις διατάξεις του παρόντος νόμου δεν θίγονται οι υφιστάμενες διατάξεις για διάθεση πόρων υπέρ τρίτων από κέρδη των εποπτευομένων φορέων και οργανισμών διεξαγωγής και εκμετάλλευσης τυχερών παιγνίων και στοιχηματισμού.

14. Η περίπτωση κζ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του Κώδικα Φ.Π.Α. που κυρώθηκε με το ν. 2859/2000 (Α’ 248), αντικαθίσταται ως εξής:

«κζ) τα κρατικά λαχεία και τα τυχερά παίγνια και στοιχήματα που διεξάγονται από τις εταιρίες Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. και Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε ., καθώς και τα τυχερά παίγνια που διεξάγονται με παιγνιομηχανήματα ή μέσω διαδικτύου, με βάση τις σχετικές διατάξεις του νόμου «Ρύθμιση της αγοράς παιγνίων»,».

15. Στο άρθρο 232 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας (Δ’ 580, άρθρο 3 του π.δ. 23.2/6.3.1987, Δ’ 166) προστίθεται περίπτωση 15 ως εξής:

«15. Διεξαγωγή τυχερών παιγνίων».

β) Στο άρθρο 233 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας (άρθρο 4 του π.δ. 23.2/6.3.1987) προστίθεται περίπτωση 20 ως εξής:

«20. Διεξαγωγή τυχερών και τεχνικών παιγνίων».

γ) Στο άρθρο 237 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας (άρθρο 8 του π.δ. 23.2/6.3.1987, άρθρο 6 παρ. 18α του ν. 2160/1993, (Α’ 118), προστίθεται περίπτωση 20 ως εξής:

«20. Διεξαγωγή τυχερών και τεχνικών παιγνίων».

16. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται τα άρθρα 1, 2, 3 εδάφια πρώτο και δεύτερο, 4, 5, 6, 7 παράγραφοι 2, 8 και 9 του ν. 3037/2002 (Α’ 174).

17. Το άρθρο 19 και οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 23 του ν. 3229/2004 καταργούνται.

Άρθρο 55

1. Η Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων (άρθρου 2, περίπτωση 2 του π.δ. 167/1996 – Α’ 128), ανασυγκροτείται και μετονομάζεται σε «Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων», υπαγόμενη στη Γενική Γραμματεία Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων, με αρμοδιότητες:

α) Το στρατηγικό σχεδιασμό ελέγχων, την εκπόνηση επιχειρησιακών προγραμμάτων και τη συμμετοχή σε ειδικές περιπτώσεις στη διενέργεια ελέγχων και επανελέγχων, μετά από εντολή του Υπουργού Οικονομικών, στο πεδίο της άμεσης φορολογίας, του Φ.Π.Α. και των λοιπών έμμεσων φόρων, σε συνεργασία και με άλλες αρμόδιες υπηρεσίες, τις περιφερειακές ελεγκτικές μονάδες και όργανα της Ε.Ε..

β) Τον καθορισμό και την εφαρμογή κριτηρίων για την ανάλυση κινδύνου και τη μέτρηση των επιδόσεων σε θέματα άμεσης και έμμεσης φορολογίας και την εξαγωγή στατιστικών στοιχείων.

γ) Την κατάρτιση επιχειρησιακών σχεδίων είσπραξης των γενικών εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού και των ληξιπρόθεσμων οφειλών.

δ) Την κατάρτιση συμβολαίων αποδοτικότητας με τις υπηρεσίες φορολογικού ελέγχου και αναγκαστικής είσπραξης των ληξιπρόθεσμων εσόδων, καθώς και αξιολόγηση της αποδοτικότητας των υπηρεσιών αυτών, των υπαλλήλων και των προϊσταμένων τους.

ε) Την παρακολούθηση της εθνικής νομοθεσίας και των οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την βεβαίωση – εκούσια και αναγκαστική είσπραξη-επιστροφή και διαγραφή των δημοσίων εσόδων, έλεγχο της ορθής εφαρμογής της από όλες τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες και την εισήγηση για τη λήψη μέτρων διασφάλισης των συμφερόντων του Δημοσίου, καθώς και της παρακολούθησης της νομοθεσίας για την είσπραξη οφειλών ειδικών κατηγοριών οφειλετών, όπως πτωχευμένων ή υπό εκκαθάριση επιχειρήσεων.

στ) Την παρακολούθηση της κεντρικής και τοπικής λογιστικής των Δ.Ο.Υ., όσον αφορά στα δημόσια έσοδα και την ενημέρωση της ηγεσίας του Υπουργείου, καθώς και της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού, για όσα στοιχεία δεν λαμβάνονται μηχανογραφικά.

ζ) Τη λήψη μέτρων που συμβάλλουν στην εκούσια συμμόρφωση των φορολογουμένων-οφειλετών και λήψη μέτρων για την επιμόρφωση των υπαλλήλων με αρμοδιότητα τον έλεγχο και την είσπραξη των εσόδων.

η) Την εισήγηση για την έκδοση αποφάσεων και εγκυκλίων σχετικά με την εγγραφή των φορολογουμένων φυσικών και νομικών προσώπων ή άλλων νομικών οντοτήτων στο μηχανογραφικό σύστημα, την υποστήριξη των εν λόγω διαδικασιών και την ανάπτυξη τεχνικών ηλεκτρονικού ελέγχου.

θ) Την εισήγηση για την έκδοση αποφάσεων και εγκυκλίων, σχετικά με τα θέματα που αφορούν στον ποινικό κολασμό των αδικημάτων της φοροδιαφυγής, στην παρακολούθηση της διοικητικής, διαιτητικής και δικαστικής επίλυσης των φορολογικών υποθέσεων, καθώς και στην εποπτεία, ως αρμόδια αρχή, των υπόχρεων προσώπων, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 του ν. 3691/2008 (Α’ 166).

ι) Την εισήγηση για την έκδοση αποφάσεων και εγκυκλίων επί θεμάτων που αφορούν την είσπραξη των εσόδων , την αναστολή ή παράταση καταβολής αυτών σε εξαιρετικές περιπτώσεις, καθώς και την διευκόλυνση τμηματικής καταβολής των ληξιπροθέσμων εσόδων.

2. Στη Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημόσιων Εσόδων υπάγονται τα Ελεγκτικά Κέντρα της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 2343/1995 και του άρθρου 23 του ν. 3259/2004, καθώς και οι ακόλουθες Διευθύνσεις, οι οποίες συνιστώνται με την παρούσα διάταξη και διαρθρώνονται στα κατωτέρω τμήματα:

Α. Διεύθυνση Επιχειρησιακού Σχεδιασμού

α) Τμήμα Α’ – Στατιστικής ανάλυσης και μέτρησης επιδόσεων.

β) Τμήμα Β’ – Κατάρτισης και παρακολούθησης επιχειρησιακών σχεδίων.

γ) Τμήμα Γ’ – Εγγραφών και παρακολούθησης φορολογουμένων.

δ) Τμήμα Δ’ – Διασταυρώσεων και αξιολόγησης ελεγκτικών ευρημάτων.

ε) Τμήμα Ε’ – Εκπόνησης ελεγκτικών προτύπων.

Β. Διεύθυνση Ελέγχων

α) Τμήμα Α’ – Ειδικών επιχειρησιακών δράσεων ελέγχου άμεσης φορολογίας.

β) Τμήμα Β’ – Ειδικών επιχειρησιακών δράσεων ελέγχου Φ.Π.Α. και λοιπών έμμεσων φόρων.

γ) Τμήμα Γ’ – Ειδικών επιχειρησιακών δράσεων ελέγχου ηλεκτρονικού εμπορίου και ενδοομιλικών συναλλαγών.

δ) Τμήμα Δ’ – Ειδικών επιχειρησιακών δράσεων ελέγχου κατοίκων Ελλάδος για εισοδήματα αλλοδαπής προέλευσης και κατοίκων εξωτερικού για εισοδήματα ημεδαπής.

Στο Τμήμα Β’ μεταφέρεται και η αρμοδιότητα του Τμήματος Δ’ – Διοικητικής Συνεργασίας και Ανταλλαγής Πληροφοριών – VIES (άρθρου 7, παρ.1β του π.δ. 249/1998) της Διεύθυνσης Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογίας, το οποίο καταργείται και παύει να λειτουργεί από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του Β’ Τμήματος της Διεύθυνσης Ελέγχων.

Γ. Διεύθυνση Πολιτικής Εισπράξεων

α) Τμήμα Α’ – Ανάπτυξης και παρακολούθησης θεσμικού πλαισίου εκούσιας είσπραξης δημοσίων εσόδων.

β) Τμήμα B’ – Ανάπτυξης και παρακολούθησης θεσμικού πλαισίου αναγκαστικής είσπραξης δημοσίων εσόδων.

γ) Τμήμα Γ’- Οφειλετών Ειδικών κατηγοριών.

δ) Τμήμα Δ’ – Λογιστικής εσόδων και παρακολούθησης ηλεκτρονικών εισπράξεων και επιστροφών.

ε) Τμήμα Ε’ – Διοικητικής υποστήριξης οργάνων και επιτροπών ελέγχου και είσπραξης.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, συστήνεται γραφείο:

α) του τμήματος Α’ , με αρμοδιότητα την αμοιβαία συνδρομή στην είσπραξη με άλλα κράτη και εισπράξεων υπέρ τρίτων,

β) γραφείο του τμήματος Β’, με αρμοδιότητα την παρακολούθηση και αξιολόγηση ληξιπρόθεσμων οφειλών και

γ) γραφείο του τμήματος Δ’, με αρμοδιότητα την παρακολούθηση των ηλεκτρονικών εισπράξεων και ηλεκτρονικών επιστροφών των εσόδων και την ορθή απόδοση των εσόδων που εισπράττονται από φορείς εκτός Δ.Ο.Υ..

Δ. Διεύθυνση Παρακολούθησης νομικών υποθέσεων ελέγχου και αναγκαστικής είσπραξης.

α) Τμήμα Α’ – Παρακολούθησης των ποινικών φορολογικών και εισπρακτικών υποθέσεων.

β) Τμήμα Β’ – Παρακολούθησης της διοικητικής, διαιτητικής και δικαστικής επίλυσης των φορολογικών υποθέσεων.

γ) Τμήμα Γ ‘- Παρακολούθησης διοικητικών και λήψη ασφαλιστικών μέτρων για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και την είσπραξη δημοσίων εσόδων.

δ) Τμήμα Δ ‘ – Αξιολόγησης δικαστικών αποφάσεων επί θεμάτων ελέγχου και είσπραξης.

Ε. Διεύθυνση Φορολογικής Συμμόρφωσης.

α) Τμήμα Α’ – Συμβουλευτικών υπηρεσιών και ευαισθητοποίησης φορολογουμένων – οφειλετών.

β) Τμήμα Β’ – Προληπτικής και κατασταλτικής αξιολόγησης φορολογουμένων- ελεγχομένων και οφειλετών.

γ) Τμήμα Γ’ – Επεξεργασίας στοιχείων και μέτρησης συμμόρφωσης.

ΣΤ. Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης, η οποία είναι ειδική αποκεντρωμένη υπηρεσία, επιπέδου Διεύθυνσης, αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης των οφειλών, οπουδήποτε στην επικράτεια, που καθορίζονται ως ιδιαίτερα σημαντικού ύψους, όπως οι οφειλές και οφειλέτες καθορίζονται και ανακαθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθώς και για τη λήψη στοχευμένων μέτρων είσπραξης, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας έχει όλες τις αρμοδιότητες του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. για τη λήψη των αναγκαστικών ή διοικητικών ή διασφαλιστικών μέτρων, ανεξαρτήτως της Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου που έχουν βεβαιωθεί οι οφειλές.

Η Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης διαρθρώνεται σε τέσσερα Τμήματα:

α) Τμήμα Α’ – Διοικητικής μέριμνας και νομικής υποστήριξης

β) Τμήμα Β’ – Επιχειρησιακού σχεδιασμού αναγκαστικής είσπραξης μεγάλων οφειλών

γ) Τμήμα Γ’ – Επιχειρησιακού σχεδιασμού είσπραξης οφειλών ειδικών κατηγοριών οφειλετών

δ) Τμήμα Δ’ – Επιχειρησιακού σχεδιασμού στοχευμένων ενεργειών αναγκαστικής είσπραξης σε ομάδες οφειλετών.

3. Της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, των Διευθύνσεων, της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης και των Τμημάτων αυτών προΐστανται υπάλληλοι, κατηγορίας ΠΕ, του κλάδου Εφοριακών και των αντίστοιχων προσωρινών, πλην των Τμημάτων Β’ – Ανάπτυξης και παρακολούθησης θεσμικού πλαισίου αναγκαστικής είσπραξης δημοσίων εσόδων και Γ’ – Οφειλετών ειδικών κατηγοριών της Διεύθυνσης Πολιτικής Εισπράξεων της Διεύθυνσης Παρακολούθησης νομικών υποθέσεων ελέγχου και αναγκαστικής είσπραξης και των Τμημάτων αυτής, καθώς και του Τμήματος Α’- Διοικητικής μέριμνας και νομικής υποστήριξης της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, των οποίων προΐστανται εφοριακοί υπάλληλοι, κατά προτεραιότητα με πτυχίο νομικών σπουδών και αντίστοιχη εμπειρία.

4. Η Διεύθυνση Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (άρθρου 18 του π.δ. 284/1988), η Διεύθυνση Μητρώου (άρθρο 1 παρ.1 περίπτωση γ’ του π.δ. 167/1996 -Α’128) και η Διεύθυνση Ελέγχου (άρθρο 1 παράγραφοι 1 περίπτωση β’ και 3 του π. δ. 167/1996, όπως ισχύει με την παρ. 8 του άρθρου 7 του π.δ. 249/1998 , το άρθρο 28 παρ. 4 του ν. 3016 /2002, Α’ 110 και το άρθρο 53 παρ. 2 του ν. 3691/2008, (Α’ 166) καταργούνται και παύουν να λειτουργούν από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, των Διευθύνσεων και των Τμημάτων αυτής.

5.α) Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να καταργείται ή να αναστέλλεται η λειτουργία Τμήματος Ελέγχου ή Τμήματος Δικαστικού ή Γραφείου Ελέγχου ή Γραφείου Δικαστικού Δ.Ο.Υ. και οι αρμοδιότητές του να μεταφέρονται και να ασκούνται από Δ.Ο.Υ. της περιφερειακής ενότητας της έδρας του ίδιου νομού, με εξαίρεση τους Νομούς Αττικής και Θεσσαλονίκης, όπου με όμοια απόφαση μπορεί να ορίζονται περισσότερες Δ. Ο. Υ., στις οποίες μεταφέρονται και ασκούνται οι πιο πάνω αρμοδιότητες.

β) Η αρμοδιότητα παρακολούθησης και διεκπεραίωσης όλων των εκκρεμών υποθέσεων των οργανικών μονάδων των οποίων αναστέλλεται η λειτουργία, καθώς και η έκδοση των σχετικών πράξεων επιβολής φόρων ή προστίμων και λήψης μέτρων είσπραξης, περιέρχεται στις οργανικές μονάδες υποδοχής αυτών.

Ο Προϊστάμενος της οργανικής μονάδας, στην οποία μεταφέρεται η αρμοδιότητα, καθίσταται αρμόδιος για την έκδοση των οικείων καταλογιστικών πράξεων, την επίλυση των διαφορών, τη βεβαίωση και είσπραξη των φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, καθώς και για τη λήψη όλων των προβλεπόμενων μέτρων είσπραξης σε βάρος των οφειλετών και περιουσιακών στοιχείων αυτών.

γ) Τα Τμήματα «Δικαστικό και Λογιστικό», «Λογιστικό και Δικαστικό» και «Εσόδων και Δικαστικό», καθώς και το Τμήμα « Ελέγχου Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων» των Δ. Ο. Υ. Α’ Τάξεως, των οποίων μεταφέρονται οι αρμοδιότητες, μετονομάζονται σε Τμήματα «Λογιστικό», «Εσόδων» και «Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων», αντίστοιχα, και τα Γραφεία «Λογιστικό – Δικαστικό – Γραμματείας» των Δ.Ο.Υ. Β’ Τάξεως, των οποίων μεταφέρονται οι αρμοδιότητες, μετονομάζονται σε Γραφεία «Λογιστικό -Γραμματείας» και λειτουργούν με τον νέο τίτλο από την ημερομηνία αναστολής λειτουργίας, από την οποία και μεταφέρονται οι αρμοδιότητες, σύμφωνα με τα ανωτέρω.

δ) Στα Τμήματα ελέγχου, που προκύπτουν ύστερα από μεταφορά αρμοδιοτήτων, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, προΐστανται υπάλληλοι, κατηγορίας ΠΕ, του κλάδου Εφοριακών και των αντίστοιχων προσωρινών, και στα τμήματα δικαστικού, που προκύπτουν από την εφαρμογή των ίδιων διατάξεων, προΐστανται υπάλληλοι, κατηγορίας ΠΕ, του κλάδου Εφοριακών και των αντίστοιχων προσωρινών, κατά προτεραιότητα με πτυχίο νομικών σπουδών και αντίστοιχη εμπειρία.

6. α) Στην Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία Φορολογίας Ανωνύμων Βιομηχανικών Εταιρειών (Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Β.Ε.) Αθηνών μεταφέρεται, συνολικά, η αρμοδιότητα των καθοριζόμενων ή ανακαθοριζόμενων, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μεγάλων επιχειρήσεων όλης της επικρατείας, από όλες τις Δ.Ο.Υ. και τα Ελεγκτικά Κέντρα, μετά από το χαρακτηρισμό αυτών ως μεγάλων επιχειρήσεων.

Η Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Β.Ε. Αθηνών μετονομάζεται σε «Δ.Ο.Υ. Μεγάλων Επιχειρήσεων» και διαρθρώνεται σε δύο Υποδιευθύνσεις, δέκα Τμήματα, από τα οποία δύο αυτοτελή, καθώς και ένα Γραφείο, ως εξής:

αα) Υποδιεύθυνση Ελέγχων

i. Τμήμα Α’ – Τιμολογιακών Πρακτικών και Υποκεφαλαιοδότησης

ii. Τμήμα Β’ – Ελέγχου Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών

iii. Τμήμα Γ’- Ελέγχου Βιομηχανικών Επιχειρήσεων

iv. Τμήμα Δ’- Ελέγχου Εμπορικών και Λοιπών Επιχειρήσεων

ββ) Υποδιεύθυνση Φορολογίας και Διοικητικής Μέριμνας

i. Τμήμα Ε’- Φορολογικής Διαδικασίας

ii. Τμήμα ΣΤ’ – Διοικητικής Υποστήριξης και Μηχανογράφησης

ιιι. Τμήμα Ζ’- Δικαστικό και Νομικής Υποστήριξης

iv. Τμήμα Η’- Εσόδων

γγ) Στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. υπάγονται, απευθείας:

i. Αυτοτελές Τμήμα Επιχειρησιακού Σχεδιασμού

ii. Αυτοτελές Τμήμα Σχέσεων με Φορολογουμένους και συμβουλευτικών υπηρεσιών

iii. Γραφείο Διαχείρισης.

β) Οι αρμοδιότητες της Δ. Ο. Υ. Μεγάλων Επιχειρήσεων κατανέμονται στις οργανικές της μονάδες, ως ακολούθως:

αα) Τμήμα Α’ – Τιμολογιακών Πρακτικών και Υποκεφαλαιοδότησης και Τμήματα Β’ – Ελέγχου Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών, Γ’ – Βιομηχανικών Επιχειρήσεων και Δ’ – Εμπορικών και Λοιπών Επιχειρήσεων Αρμοδιότητες ίδιες με τις αρμοδιότητες των Τμημάτων Ελέγχου των Δ.Ο.Υ. Α’ Τάξεως, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.

ββ) Τμήμα Ε’ – Φορολογικής Διαδικασίας

Αρμοδιότητες ίδιες με τις αρμοδιότητες των Τμημάτων Φορολογίας Εισοδήματος και Ακίνητης Περιουσίας, Κεφαλαίου, Εμμέσων και Ειδικών Φόρων, Κ.Β.Σ. και Μητρώου των Δ. Ο. Υ. Α’ τάξεως, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.

γγ) Τμήμα ΣΤ’ – Διοικητικής Υποστήριξης και Μηχανογράφησης

Διοικητική και μηχανογραφική υποστήριξη της Δ.Ο.Υ..

δδ) Τμήμα Ζ’ – Δικαστικό και Νομικής Υποστήριξης

Αρμοδιότητες ίδιες με τις αρμοδιότητες του Τμήματος Δικαστικού των Δ.Ο. Υ. Α’ Τάξεως, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και νομική υποστήριξη της Δ.Ο.Υ..

εε) Τμήμα Η’ – Εσόδων

Αρμοδιότητες ίδιες με τις αρμοδιότητες των Τμημάτων «Εσόδων» και «Λογιστικό» των Δ.Ο.Υ. Α’ Τάξεως, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.

στ ) Αυτοτελές Τμήμα Επιχειρησιακού Σχεδιασμού Επιχειρησιακός σχεδιασμός των ελέγχων και της είσπραξης των ληξιπρόθεσμων οφειλών.

ζζ) Αυτοτελές Τμήμα Σχέσεων με τους Φορολογουμένους και συμβουλευτικών υπηρεσιών

Παρακολούθηση της φορολογικής συμμόρφωσης των φορολογου μένων με ιδιαίτερα σημαντικού ύψους οφειλές, παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών σε αυτούς, δημιουργία και συντήρηση της γενικής φορολογικής εικόνας της επιχείρησης.

ηη) Γραφείο Διαχείρισης

Αρμοδιότητες ίδιες με τις αρμοδιότητες του ομώνυμου Γραφείου των Δ.Ο.Υ. Α’ Τάξεως, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.

γ) Οι υφιστάμενες, κατά την έναρξη λειτουργίας της « Δ. Ο. Υ. Μεγάλων Επιχειρήσεων» εκκρεμείς υποθέσεις των Δ.Ο.Υ. και των Ελεγκτικών Κέντρων, καθώς και οι εκκρεμείς υποθέσεις των χαρακτηριζόμενων μελλοντικά ως μεγάλων επιχειρήσεων, ολοκληρώνονται από τη Δ. Ο. Υ. Μεγάλων Επιχειρήσεων, στην οποία μεταφέρονται οι αρμοδιότητες αυτών, μαζί με το σχετικό αρχείο. Από τη Δ. Ο. Υ. Μεγάλων Επιχειρήσεων ασκείται, επίσης, η εκπροσώπηση της φορολογικής αρχής στα Δικαστήρια για τις υποθέσεις αυτές.

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζεται η διαδικασία και ο τρόπος μεταφοράς των υποθέσεων και κάθε αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

δ) Της Δ.Ο.Υ. Μεγάλων Επιχειρήσεων, των Υποδιευθύνσεων, Τμημάτων και Αυτοτελών Τμημάτων αυτής προΐστανται υπάλληλοι, κατηγορίας ΠΕ, του κλάδου Εφοριακών ή των αντίστοιχων προσωρινών κλάδων, πλην του Τμήματος «Δικαστικό και Νομικής Υποστήριξης», στο οποίο προΐσταται υπάλληλος, κατηγορίας ΠΕ, του κλάδου Εφοριακών και των αντίστοιχων προσωρινών, κατά προτεραιότητα με πτυχίο νομικών σπουδών και αντίστοιχη εμπειρία.

7. Η Δ.Ο.Υ Φορολογίας Ανωνύμων Εμπορικών Εταιρειών (Φ.Α.Ε.Ε.) Αθηνών μετονομάζεται σε Δ.Ο.Υ. Φορολογίας Ανωνύμων Εταιρειών (Φ.Α.Ε) Αθηνών και στην αρμοδιότητά της περιέρχονται και οι επιχειρήσεις αρμοδιότητας της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Β.Ε. Αθηνών, των οποίων η αρμοδιότητα δεν μεταφέρεται στη Δ.Ο.Υ. Μεγάλων Επιχειρήσεων.

8. α) Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται ή ανακαθορίζεται η εξειδίκευση των αρμοδιοτήτων και η κατανομή τους στις οργανικές μονάδες των προηγούμενων παραγράφων, μπορεί να ρυθμίζονται λοιπά θέματα λειτουργίας των Τμημάτων Ελέγχου και Δικαστικού, που προκαλούνται από μεταφορά αρμοδιοτήτων τμημάτων και γραφείων άλλων Δ.Ο.Υ., καθώς και της Δ. Ο. Υ. Μεγάλων Επιχειρήσεων, ο κανονισμός λειτουργίας και η περιγραφή θέσεων εργασίας αυτών.

β) Οι οργανικές θέσεις προσωπικού, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα της Δ.Ο.Υ. Μεγάλων Επιχειρήσεων καθορίζονται και ανακαθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και οι θέσεις των ελεγκτών βεβαίωσης και αναγκαστικής είσπραξης των εσόδων του Κράτους, με την κοινή υπουργική απόφαση της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3943/2011 (Α’66).

9. Η Υπηρεσία Έρευνας και Ελέγχου Τιμών -ΥΠ.Ε.Ε.Τ. (παρ. Β του άρθρου 1 του π.δ. 343/1998, Α’ 229) καταργείται και οι αρμοδιότητές της, κατά το μέρος που αφορούν στο Τμήμα Β’ – Συνδρομής Τελωνειακών Υπηρεσιών (περίπτωση 2, της παρ. Β), καθώς και στην παροχή στοιχείων και πληροφοριών για τις τιμές των εμπορευμάτων, προς υποστήριξη του τελωνειακού ελέγχου και για τον προσδιορισμό της δασμοφορολογητέας αξίας των εμπορευμάτων, περιέρχονται στα Τμήματα Δασμοφορολογητέας Αξίας των Διευθύνσεων Τελωνείων Αττικής και Θεσσαλονίκης του π.δ. 263/1999 (Α’ 215).

10. Η Μονάδα Επιστημονικής Τεκμηρίωσης (άρθρο 1 παρ. 8 του ν. 2343/1995, Α’ 211 και άρθρο 1 περίπτωση δ.3 του π.δ. 37/1997, Α’ 37) της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής και η Τράπεζα Δημοσιονομικών Δεδομένων (άρθρο 57 του ν. 2214/1994, Α’ 75, άρθρο 1 παρ. 6 του ν. 2343/1995, άρθρο 1 περίπτωση δ.1 του π.δ. 37/1997 και άρθρο 24, παρ. 5 του ν. 3492/2006, Α’ 210) της Γενικής Διεύθυνσης Θησαυροφυλακίου και Προϋπολογισμού της ίδιας Γενικής Γραμματείας, καταργούνται.

11. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ανασυγκροτούνται τα συλλογικά όργανα, στα οποία συμμετείχαν υπάλληλοι της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Ελέγχων και της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων και ορίζεται ο Προϊστάμενος ή ο υπάλληλος των υπηρεσιακών μονάδων της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, που συμμετέχει σε αυτά.

12. α) Στις διατάξεις των εδαφίων α’ και β’ του άρθρου 32 του ν. 1828/1989 (Α’ 2) περιλαμβάνεται και η αναστολή λειτουργίας οργανικών μονάδων κάθε επιπέδου του Υπουργείου Οικονομικών.

β) Η ισχύς των διατάξεων της παρούσας παραγράφου αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 2011.

13. Αν σε Δ.Ο.Υ. Α’ Τάξεως λειτουργούν λιγότερα Τμήματα από τα προβλεπόμενα στο εδάφιο α’ της παραγράφου 3 του άρθρου 60 του ν. 3283/2004 (Α’ 210), ύστερα από κατάργηση ή αναστολή λειτουργίας Τμημάτων, καταργούνται οι Υποδιευθύνσεις Ελέγχου και Φορολογίας αυτών από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της οργανικής μονάδας, στην οποία μεταφέρονται οι αρμοδιότητες.

14. Με την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με την οποία αναστέλλεται η λειτουργία οργανικών τελωνειακών μονάδων, μπορεί να καταργείται θέση Υποδιευθυντή της παραγράφου 6 του άρθρου 20 του ν. 2753/1999 (Α’ 249).

15. α) Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να μετατρέπεται Δ. Ο. Υ. ή Τελωνείο, από Α’ τάξεως σε Β’ τάξεως ή από Β’ τάξεως σε Αυτοτελές Γραφείο, είτε να καταργείται, κατά περίπτωση.

β) Η υποπαράγραφος β’ της παρ. 5 εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις μετατροπής ή κατάργησης οποιασδήποτε οργανικής μονάδας.

16. α) Η πρώτη περίοδος της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του π.δ. 189/2009 (Α’ 221) αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Αποτελούν υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών, στο οποίο ανήκουν ως σύνολο αρμοδιοτήτων, θέσεων και προσωπικού, οι ακόλουθες υπηρεσίες του τέως Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών: ».

β) Η ισχύς της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του π.δ. 189/2009, όπως τροποποιείται με την προηγούμενη υποπαράγραφο, αρχίζει από την έναρξη ισχύος του π.δ. 189/2009.

γ) Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται ο αριθμός των οργανικών θέσεων της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του π.δ. 189/2009, του μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα, η Διεύθυνση, στην οποία υπάγεται το προσωπικό των θέσεων αυτών, ως προς τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης και τα πειθαρχικά θέματα, καθώς και το αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο. Με διαπιστωτική πράξη – απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, το πιο πάνω προσωπικό κατατάσσεται στις θέσεις των κλάδων και ειδικοτήτων της παρούσας παραγράφου.

17. Μετά την παρ. 21 του άρθρου 2 του ν. 2343/1995 (Α’ 211) προστίθεται παράγραφος 22, ως εξής:

«22. Στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης συστήνεται διαρκής άμισθη Επιτροπή, με τίτλο «Επιτροπή Αξιολόγησης Πορισματικών Εκθέσεων Οικονομικών Επιθεωρητών», τα μέλη της οποίας αποτελούνται από Οικονομικούς Επιθεωρητές.

Με υπουργικές αποφάσεις καθορίζεται η συγκρότηση, ο ορισμός μελών αυτής και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία της Επιτροπής.»

18. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 5 του ν. 3943/2011 αντικαθίστανται ως εξής:

«2. Η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων έχει ως αποστολή τη διερεύνηση και διαπίστωση ποινικών αδικημάτων και πειθαρχικών παραπτωμάτων, στα οποία εμπλέκονται υπάλληλοι του Υπουργείου Οικονομικών και των εποπτευόμενων, από αυτό, νομικών προσώπων, που αφορούν χρηματισμό, δωροδοκία και ιδιαίτερα σοβαρές υποθέσεις, οι οποίες παραπέμπονται σε αυτήν από την Οικονομική Επιθεώρηση. Για την εκπλήρωση της αποστολής της: α) διερευνά, συλλέγει, αξιολογεί και αξιοποιεί πληροφορίες και στοιχεία που αφορούν τη λειτουργία των ανωτέρω Υπηρεσιών και τη δράση των υπάλληλων τους και β) προβαίνει στις επιβαλλόμενες ενέργειες για την πειθαρχική και ποινική δίωξη των ανωτέρω υπαλλήλων.

3. Η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων διενεργεί στοχευμένους ελέγχους του «πόθεν έσχες» (δηλαδή της περιουσιακής κατάστασης) στους υπαλλήλους της παραγράφου 2 του παρόντος. Οι έλεγχοι πραγματοποιούνται σε ετήσια βάση και με προκαθορισμένη διαδικασία επιλογής και προγραμματισμού, βάσει κριτηρίων που καθορίζονται με έκδοση σχετικής απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.»

19. Η Επιτροπή της παραγράφου 6 του άρθρου 16 του ν.2873/2000 (Α’ 285) υπάγεται στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης. Μέχρι την έκδοση των αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών, που προβλέπονται από το δεύτερο εδάφιο της ίδιας παραγράφου, η Επιτροπή λειτουργεί με τη συγκρότηση που καθορίσθηκε από τις ήδη εκδοθείσες σχετικές αποφάσεις.

20. Συστήνεται στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης άμισθη Επιτροπή, για εξέταση παλαιών υποθέσεων, με σκοπό τον περαιτέρω ή μη έλεγχο αυτών, για τις οποίες, λόγω παλαιότητας και αμφίβολης απόδοσης ωφελημάτων για το Δημόσιο ή διαπίστωσης παραπτωμάτων, ο έλεγχος κρίνεται ατελέσφορος. Η Επιτροπή εισηγείται σχετικά στον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, ο οποίος αποφασίζει για τον περαιτέρω έλεγχο ή μη αυτών. Με υπουργικές αποφάσεις καθορίζεται η συγκρότηση, ο ορισμός μελών και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τα θέματα της Επιτροπής.

21. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής, η τοποθέτηση και η λήξη θητείας των προϊσταμένων των κατωτέρω οργανικών μονάδων, επιπέδου Τμήματος, Υποδιεύθυνσης και Διεύθυνσης του Υπουργείου Οικονομικών, διενεργείται χωρίς τη διαδικασία που προβλέπεται στις διατάξεις των άρθρων 84, 85 και 86 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007, Α’ 26) και του άρθρου πέμπτου του ν. 3839/2010 (Α’51), με μόνη απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, για θητεία ενός έτους που μπορεί να ανανεώνεται μία ή περισσότερες φορές ή να διακόπτεται πριν τη λήξη της, με όμοια απόφαση και κύριο κριτήριο την επίτευξη των ποιοτικών και ποσοτικών στόχων που τους έχουν τεθεί. Οι υπάλληλοι που τοποθετούνται προϊστάμενοι σε αυτές τις οργανικές μονάδες πρέπει να διαθέτουν τα τυπικά προσόντα που προβλέπονται για τη θέση που καταλαμβάνουν, σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 84 του Υπαλληλικού Κώδικα, να μην έχει επιβληθεί σε βάρος τους οποιαδήποτε ποινή και να μην εκκρεμεί πειθαρχική δίωξη.

Με την απόφαση τοποθέτησης καθορίζονται ποσοτικοί και ποιοτικοί στόχοι για κάθε οργανική μονάδα, οι οποίοι ελέγχονται ανά τρίμηνο.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται ο τρόπος, η διαδικασία και τα όργανα ελέγχου της επίτευξης των στόχων και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη ρύθμιση των θεμάτων της παραγράφου αυτής.

Οι οργανικές μονάδες επί των οποίων έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των προηγουμένων εδαφίων είναι οι εξής:

α) Οι οργανικές μονάδες που συστήνονται, μετονομάζονται ή θα προκύψουν, ύστερα από μεταφορά αρμοδιοτήτων από άλλες οργανικές μονάδες, σε εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου.

β) Οι οργανικές μονάδες της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος.

γ) Οι οργανικές μονάδες των Ελεγκτικών Υπηρεσιών Τελωνείων.

δ) Οι οργανικές μονάδες των Τελωνείων Α’ Τάξης.

ε) Οι οργανικές μονάδες των Διαπεριφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων, των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων, των Δ.Ο.Υ. Μεγάλων Επιχειρήσεων, Φ. Α. Ε. Αθηνών, Φ.Α.Ε. Πειραιά, Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης, Α’ Αθηνών, Δ’ Αθηνών, Ι’ Αθηνών, Αγ. Παρασκευής, Αμαρουσίου, Αχαρνών, Γλυφάδας, Ελευσίνας, Κηφισιάς, Κορωπίου, Μοσχάτου, Ν. Φιλαδελφείας, Παλλήνης, Π. Φαλήρου, Χαλανδρίου, Α’ Πειραιά, Ψυχικού, Α’ Ηρακλείου, Β’ Ηρακλείου, Α’ Θεσσαλονίκης, Β’ Θεσσαλονίκης, Ζ’ Θεσσαλονίκης, Καλαμαριάς, Κορίνθου, Ρόδου, Χαλκίδας, Α’ Πατρών, Α’ Ιωαννίνων, Α’ Βόλου, Α’ Καβάλας, Β’ Λάρισας, Α’ Σερρών.

στ) Οι οργανικές μονάδες των Δ.Ο.Υ. που αποκτούν διευρυμένα Τμήματα Ελέγχου και Δικαστικού, λόγω υποδοχής αρμοδιοτήτων τμημάτων ή γραφείων ελέγχου και δικαστικού άλλων Δ.Ο.Υ., τα οποία καταργούνται ή αναστέλλεται η λειτουργία τους.

ζ) Οι προϊστάμενοι όλοι των βαθμίδων της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων του ν. 3943/2011.

22. Σε όσες από τις οργανικές μονάδες της προηγούμενης παραγράφου έχουν επιλεγεί και τοποθετηθεί προϊστάμενοι με τη διαδικασία που προβλέπεται στις διατάξεις των άρθρων 84, 85 και 86 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν.3528/2007, Α’ 26 ) και του άρθρου πέμπτου του ν. 3839/2010 (Α’ 51), λήγει η θητεία τους από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους μέχρι την τοποθέτηση προϊσταμένων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

23. Μειώνονται από 1.7.2011 κατά ποσοστό:

α) 50% το ποσό της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν.3205/2003 (Α’ 297), όπως ισχύει.

β) 30% το ποσό της παραγράφου 3 του άρθρου 47 του ν.3205/2003, όπως ισχύει.

γ) 25% τα ποσά της περίπτωσης ii του εδαφίου γ’ της παραγράφου 3 του άρθρου 38 και της περίπτωσης i του εδαφίου γ’ της παραγράφου 3 του άρθρου 38 του ν.3205/2003, όπως ισχύουν.

δ) 20% τα ποσά του εδαφίου δ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 36, του εδαφίου δ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 37, του εδαφίου γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 40, του εδαφίου ε’ της παραγράφου 2 του άρθρου 41, του εδαφίου γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 42, της παραγράφου Α.3 του άρθρου 44, του εδαφίου γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 48, του εδαφίου δ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 11 του ν. 3450/2006 (Α’ 64), του εδαφίου δ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 30 του ν.3187/2003 (Α’ 233) και του εδαφίου ε’ της παραγράφου 5 του άρθρου 30 του ν.3187/2003, του εδαφίου δ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 16 του ν.3432/2006 (Α’ 14), του εδαφίου γ’ της παραγράφου 15 του άρθρου 11 του ν.3966/2011 (Α’ 118), της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του π. δ. 118/2002 (Α’ 99), όπως ισχύουν και τα ποσά του ειδικού ερευνητικού επιδόματος του άρθρου 29 του ν.3370/2005 (Α’176).

ε) 15% τα ποσά της παραγράφου Α.3 του άρθρου 30, της παραγράφου Α.3 του άρθρου 33, της παραγράφου Α.4 του άρθρου 35 και του εδαφίου γ’ της παραγράφου 3 του άρθρου 49 του ν. 3205/2003, όπως ισχύουν.

στ) 10% τα ποσά που χορηγούνται ως ειδική πρόσθετη αμοιβή ή επίδομα αποτελεσματικότητας και παραγωγικότητας στο ειδικό επιστημονικό προσωπικό των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών και τα ποσά της παραγράφου Α.4 του άρθρου 51 του ν. 3205/2003.

ζ) 30% τα ποσά που προβλέπονται ως κίνητρο ή πριμ παραγωγικότητας από συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή διαιτητικές αποφάσεις ή κοινές υπουργικές αποφάσεις και καταβάλλονται στο προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α.. Εάν τα ποσά της παρούσας περίπτωσης υπερβαίνουν τα διακόσια (200) ευρώ μηνιαίως, το ανωτέρω ποσοστό καθορίζεται σε 15%.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ’
ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ

Άρθρο 56
Κατάργηση συμβουλίου, υπηρεσιών και νομικών προσώπων του δημόσιου τομέα

1. Από τη δημοσίευση του παρόντος καταργούνται οι πιο κάτω υπηρεσίες, συμβούλια και νομικά πρόσωπα του δημόσιου τομέα, καθώς και οι διατάξεις που προβλέπουν τη σύσταση, τις αρμοδιότητες και τα όργανα διοίκησης, διέπουν τη λειτουργία τους και ρυθμίζουν σχετικά θέματα, ως εξής:

α) Τα άρθρα 1 και 3 έως και 6 του ν. 3438/2006 (Α’ 33) σχετικά με τη σύσταση και λειτουργία του Συμβουλίου Εθνικής Ενεργειακής Στρατηγικής (Σ.Ε.Ε.Σ.) στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.

Οι αρμοδιότητες του καταργούμενου Συμβουλίου, όπως προβλέπονται από το άρθρο 2 του ν. 3438/2006 (Α’ 33), ασκούνται στο εξής από την Επιτροπή Εθνικού Ενεργειακού Σχεδιασμού, συμβουλευτικό όργανο στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής που συνεστήθη με την αριθ. 17/2.6.2010 Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου (Α’ 98).

β) Τα άρθρα 19 έως και 24 του ν. 3653/2008 (Α’ 49) σχετικά με τη σύσταση και λειτουργία του Ν.Π.Ι.Δ. «Εθνικός Οργανισμός Έρευνας και Τεχνολογίας, (Ε.Ο.Ε.Τ.), που εποπτεύεται από τον Υπουργό Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.

γ) Το π. δ. 51/1997 (Α’ 48) σχετικά με τη σύσταση και λειτουργία του Ν.Π.Δ.Δ.«Εκπαιδευτικό Κέντρο Επιμόρφωσης Δασικών Υπαλλήλων» (Ε.Κ.Ε.Δ.Υ.), με έδρα τα Βίλλια Αττικής, που εποπτεύεται από τους Υπουργούς Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

δ) Το π.δ. 389/1997 (Α’ 272) σχετικά με τη σύσταση και λειτουργία του Σταθμού Ελέγχου Κάπρων, Γενικής Περιφερειακής Υπηρεσίας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων με έδρα τα Μέγαρα Αττικής.

ε) Τα άρθρα 1 έως και 12 του ν. 3565/2007 (Α’ 112) σχετικά με τη σύσταση και λειτουργία του Ν.Π.Ι.Δ. «Εθνικό Κέντρο Θεάτρου και Χορού» (Ε.ΚΕ.ΘΕ.Χ.) με έδρα την Αθήνα, που εποπτεύεται από τον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού.

Οι αρμοδιότητες του Κέντρου μεταφέρονται και ασκούνται εφεξής από τη Διεύθυνσης Θεάτρου και Χορού του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού. Οι αρμοδιότητες αυτές που μεταφέρονται κατανέμονται στα τμήματα της Διεύθυνσης Θεάτρου και Χορού με συναφές αντικείμενο με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού.

Οι εργαζόμενοι με συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου και έργου στο καταργούμενο νομικό πρόσωπο μεταφέρονται στο Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού και παρέχουν τις υπηρεσίες τους μέχρι τη λήξη της σύμβασής τους, σε υπηρεσιακές μονάδες που τοποθετούνται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού.

στ) Τα άρθρα 1 έως και 15 του ν. 3390/2005 (Α’ 233) σχετικά με τη σύσταση και λειτουργία του Ν.Π.Ι.Δ Εθελοντικός Οργανισμός «Έργο Πολιτών», με έδρα την Αθήνα που εποπτεύεται από τον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού.

ζ) Η αριθ. ΓΓΑ32327/23.12.1969 υπουργική απόφαση σχετικά με τη σύσταση του Ν.Π.Δ.Δ. Εθνικό Στάδιο Νέας Ιωνίας Βόλου ΠΑΝΘΕΣΣΑΛΙΚΟ, με έδρα το Βόλο, που εποπτεύεται από τον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού.

Το μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό του καταργούμενου Ν.Π.Δ.Δ., μετατάσσεται ή μεταφέρεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Πολιτισμού και Τουρισμού, με την ίδια σχέση εργασίας σε κενές οργανικές θέσεις αντίστοιχης κατηγορίας, κλάδου, βαθμού και ειδικότητας για τις οποίες κατέχει τα τυπικά προσόντα προσωπικού στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση Θεσσαλίας – Στερεάς Ελλάδας. Αν δεν υπάρχουν κενές θέσεις, η μετάταξη ή μεταφορά γίνεται σε προσωποπαγείς θέσεις που συνιστώνται με την απόφαση της μετάταξης ή μεταφοράς.

η) Το π.δ. 86/1986 σχετικά με τη ίδρυση Εθνικού Γυμναστηρίου Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Κέντρο Εκπαίδευσης στην Ιππασία», με έδρα το Μαρκόπουλο Αττικής, που εποπτεύεται από τον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού.

Το μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό του καταργούμενου Κέντρου μετατάσσεται ή μεταφέρεται αυτοδίκαια, με την ίδια σχέση εργασίας, στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού.

Με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού καθορίζεται η διαδικασία και οι προϋποθέσεις για την κατάταξη των μετατασσόμενων ή μεταφερόμενων υπαλλήλων σε κενές οργανικές θέσεις της ίδιας κατηγορίας εκπαίδευσης και αν δεν υπάρχουν κενές σε προσωποπαγείς θέσεις προσωπικού, αντίστοιχου ή συναφούς κλάδου και ειδικότητας, για τις οποίες κατέχουν τα τυπικά προσόντα και διάθεσης αυτών, ανάλογα με τις υφιστάμενες υπηρεσιακές ανάγκες σε υπηρεσίες και εποπτευόμενους φορείς του Υπουργείου αυτού.

2. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου λήγει η θητεία των μελών των Δ.Σ. και του προσωπικού με θητεία των νομικών προσώπων που καταργούνται με την υποπαράγραφο 1, αζημίως για το Ελληνικό Δημόσιο.

3. Το μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό των καταργούμενων υπηρεσιών και φορέων της υποπαραγράφου 1 και οι δικηγόροι που έχουν προσληφθεί σε αυτούς με σχέση έμμισθης εντολής, με την επιφύλαξη ειδικότερων ρυθμίσεων της υποπαραγράφου 1 της παρούσας παραγράφου, μετατάσσονται ή μεταφέρονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και του κατά περίπτωση Υπουργού που εποπτεύει τον φορέα που καταργείται ή του Υπουργού στον οποίο υπάγεται η καταργούμενη υπηρεσία, στην Κεντρική Υπηρεσία του οικείου Υπουργείου και καταλαμβάνει κενές οργανικές θέσεις αντίστοιχης κατηγορίας, κλάδου, βαθμού και ειδικότητας για τις οποίες κατέχει τα τυπικά προσόντα. Αν δεν υπάρχουν κενές οργανικές θέσεις η μετάταξη ή μεταφορά γίνεται σε προσωποπαγείς που συνιστώνται με την απόφαση μετάταξης ή μεταφοράς.

4. Ειδικότερα ζητήματα σχετικά με την κατάργηση των πιο πάνω υπηρεσιών και νομικών προσώπων και του Συμβουλίου της περίπτωσης α’ της υποπαραγράφου 1, όπως η άσκηση των μεταφερόμενων αρμοδιοτήτων, στην περίπτωση που προβλέπεται ρητά μεταφορά αρμοδιοτήτων στην υποπαράγραφο 1, το χρονικό σημείο έναρξης της άσκησής τους, όταν δεν συμπίπτει με την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, θέματα υπηρεσιακής κατάστασης του μετατασσόμενου ή μεταφερόμενου προσωπικού, η τύχη των αρχείων και κάθε άλλο σχετικό θέμα, ρυθμίζονται κατά περίπτωση με απόφαση των Υπουργών στους οποίους μεταβιβάζονται οι αρμοδιότητες ή που εποπτεύουν τους καταργούμενους φορείς και υπηρεσίες.

5. α) Η κυριότητα και κάθε άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί του συνόλου της κινητής και ακίνητης περιουσίας των φορέων που καταργούνται, περιέρχονται αυτοδικαίως χωρίς την τήρηση οποιουδήποτε τύπου, πράξης ή συμβολαίου και χωρίς αντάλλαγμα, στο Ελληνικό Δημόσιο, με την επιφύλαξη των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας για δωρεές, κληρονομιές και κληροδοσίες και η αποκλειστική χρήση και διαχείρισή τους ανήκει στους φορείς στους οποίους μεταφέρθηκαν οι σχετικές αρμοδιότητές τους, άλλως στα Υπουργεία που εποπτεύουν τους καταργούμενους φορείς, που έχουν στο εξής και την ευθύνη για την διαφύλαξη και τη διαχείριση του υπάρχοντος αρχείου.

Μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, ο αρμόδιος σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο Υπουργός προβαίνει στη διενέργεια απογραφής όλων των κινητών και ακινήτων, που κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου περιέρχονται στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου. Η έκθεση απογραφής εγκρίνεται με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού και απόσπασμα της εγκεκριμένης έκθεσης, που περιγράφει τα αποκτώμενα κατά κυριότητα ακίνητα, καθώς και τα λοιπά εμπράγματα δικαιώματα επί ακινήτων, με την περίληψη που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 9 του β.δ. 533/1963, καταχωρίζεται ατελώς στα οικεία βιβλία μεταγραφών του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου. Ομοίως ατελώς πραγματοποιούνται οι απαιτούμενες κτηματολογικές εγγραφές.

β) Ταμειακά υπόλοιπα και υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών των νομικών προσώπων που καταργούνται μεταφέρονται με την επιφύλαξη τυχόν ειδικότερων ρυθμίσεων, μέσα σε δύο μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος, με εντολή του κατά περίπτωση εποπτεύοντος Υπουργού, σε λογαριασμό του Δημοσίου και αποτελούν έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού και εγγράφονται ως αντίστοιχες πιστώσεις στον προϋπολογισμό εξόδων του Υπουργείου ή του φορέα που αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις.

γ) Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού μπορεί να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα που αφορούν την κινητή και ακίνητη περιουσία, τον τρόπο διάθεσης των ταμειακών υπολοίπων των καταργούμενων φορέων και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα.

Άρθρο 57
Συγχώνευση νομικών προσώπων

1. α) Το Ινστιτούτο Τεχνικής Σεισμολογίας και Αντισεισμικών Κατασκευών (Ι.Τ.Σ.Α.Κ.), Ν.Π.Δ.Δ. που ιδρύθηκε με το άρθρο 16 της από 28.7.1978 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου του Προέδρου της Δημοκρατίας (Α’ 117), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο έβδομο του ν. 867/1979 (Α’24) και το άρθρο 12 του ν.1349/1983 (Α’ 52), που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη και εποπτεύεται από τον Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, καταργείται ως αυτοτελές νομικό πρόσωπο και συγχωνεύεται με τον Οργανισμό Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (Ο.Α.Σ.Π.), Ν.Π.Δ.Δ. που συνεστήθη με το άρθρο 1 του ν.1349/1983 και εποπτεύεται από τον Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.

Όλες οι υπηρεσιακές μονάδες του Ι.Τ.Σ.Α.Κ. μεταφέρονται στον Ο.Α.Σ.Π. και οι αρμοδιότητές τους ασκούνται εφεξής από αυτόν.

Οι υπηρεσιακές μονάδες του Ι.Τ.Σ.Α.Κ. συνεχίζουν τη λειτουργία τους στη Θεσσαλονίκη.

β) Το μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό του Ι.Τ.Σ.Α.Κ., οι ερευνητές επί θητεία και οι δικηγόροι με σχέση έμμισθης εντολής που έχουν προσληφθεί σε αυτό μετατάσσονται ή μεταφέρονται αυτοδικαίως με την ίδια σχέση εργασίας στον Ο.Α.Σ.Π. και καταλαμβάνουν αντίστοιχες κατά κατηγορία, κλάδο, βαθμό και ειδικότητα κενές οργανικές θέσεις, για τις οποίες κατέχουν τα τυπικά προσόντα και, αν δεν υπάρχουν, προσωποπαγείς που συνιστώνται με την πράξη μετάταξης ή μεταφοράς.

γ) Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, καταρτίζεται ο οργανισμός του Ο.Α.Σ.Π., καταργούνται ή συγχωνεύονται υπηρεσιακές μονάδες, ιδίως οι ομοειδείς, ορίζεται διαφορετική έδρα και τοπική αρμοδιότητα ορισμένων από αυτές, κατανέμονται οι μεταφερόμενες αρμοδιότητες σε υπηρεσιακές μονάδες, ρυθμίζονται τα σχετικά με την κινητή και ακίνητη περιουσία ζητήματα και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια. Ο ειδικός λογαριασμός που συστάθηκε στο Ι.Τ.Σ.Α.Κ. με τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 3044/2002 μεταφέρεται στον ΟΑΣΠ και εξυπηρετεί τις ανάγκες του Ι.Τ.Σ.Α.Κ..

2. α) Το Εθνικό Κέντρο Ιστιοπλοΐας Πειραιά, Ν.Π.Δ.Δ. το οποίο συνεστήθη με την αριθ. 9082/10.8.1969 υπουργική απόφαση, νομιμοποιήθηκε με το ν.δ. 650/1970 (Α’ 175) και εποπτεύεται από τον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού, το Εθνικό Αθλητικό Κέντρο Γλυφάδας «Ματθαίος Λιούγκας» και το Εθνικό Κλειστό Γυμναστήριο Πειραιά «Πέτρος Καπαγέρωφ», Ν.Π.Δ.Δ. που νομιμοποιήθηκαν με το ν.δ. 650/1970 και εποπτεύονται από τον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού, καταργούνται ως αυτοτελή νομικά πρόσωπα και συγχωνεύονται στο Εθνικό Αθλητικό Κέντρο Νεότητας Αγίου Κοσμά, Ν.Π.Δ.Δ. το οποίο συνεστήθη με την αριθ. 5580/22.7.1959 υπουργική απόφαση, νομιμοποιήθηκε με το ν. δ. 650/1970 και εποπτεύεται από τον ίδιο ως άνω Υπουργό.

Το μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό των νομικών προσώπων που συγχωνεύονται, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, μετατάσσεται ή μεταφέρεται αυτοδικαίως με την ίδια σχέση εργασίας στο Εθνικό Αθλητικό Κέντρο Νεότητας Αγίου Κοσμά και καταλαμβάνει αντίστοιχες κατά κατηγορία, βαθμό και ειδικότητα κενές οργανικές θέσεις για τις οποίες κατέχουν τα τυπικά προσόντα και, αν δεν υπάρχουν, προσωποπαγείς που συνιστώνται με την πράξη μετάταξης ή μεταφοράς.

β) Το Εθνικό Αθλητικό και Ναυτικό Κέντρο Ιωαννίνων, Ν.Π.Δ.Δ. που νομιμοποιήθηκε με το ν.δ. 650/1970, μετονομάσθηκε με την περίπτωση 1 του άρθρου 2 του π.δ. 907/1975 (Α’ 289) και εποπτεύεται από τον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού, καταργείται ως αυτοτελές νομικό πρόσωπο και συγχωνεύεται με το Πανηπειρωτικό Εθνικό Αθλητικό Κέντρο Ιωαννίνων, Ν.Π.Δ.Δ. που ιδρύθηκε με το π.δ. 52/2000 (Α’ 43) και εποπτεύεται από τον ίδιο ως άνω Υπουργό.

Το μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό του Εθνικού Αθλητικού και Ναυτικού Κέντρου Ιωαννίνων μετατάσσεται ή μεταφέρεται αυτοδικαίως με την ίδια σχέση εργασίας στο Πανηπειρωτικό Εθνικό Αθλητικό Κέντρο Ιωαννίνων και καταλαμβάνει αντίστοιχες κατά κατηγορία, κλάδο, βαθμό και ειδικότητα κενές οργανικές θέσεις, για τις οποίες κατέχει τα τυπικά προσόντα και, αν δεν υπάρχουν, προσωποπαγείς που συνιστώνται με την πράξη μετάταξης ή μεταφοράς.

γ) Το Εθνικό Σκοπευτήριο Χανίων, Ν.Π.Δ.Δ. που συνεστήθη με το π.δ. 237/1985 (Α’ 88) και εποπτεύεται από τον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού, καταργείται ως αυτοτελές νομικό πρόσωπο και συγχωνεύεται με το Εθνικό Αθλητικό Κέντρο Χανίων, Ν.Π.Δ.Δ. που συνεστήθη με το π.δ. 54/2000 (Α’43) και εποπτεύεται από τον ίδιο ως άνω Υπουργό.

Το μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό του Εθνικού Σκοπευτηρίου Χανίων μετατάσσεται ή μεταφέρεται αυτοδικαίως στο Εθνικό Αθλητικό Κέντρο Χανίων, με την ίδια σχέση εργασίας και καταλαμβάνει αντίστοιχες κατά κατηγορία, κλάδο, βαθμό και ειδικότητα κενές οργανικές θέσεις, για τις οποίες κατέχει τα τυπικά προσόντα και, αν δεν υπάρχουν, προσωποπαγείς που συνιστώνται με την πράξη μετάταξης ή μεταφοράς.

δ) Η περίπτωση β1 του άρθρου 40 του ν. 1828/1989 (Α’ 2) αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«β) 1. Στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας (Σ.Ε.Φ.) ανήκει και η διαχείριση και εκμετάλλευση όλων των κύριων και βοηθητικών χώρων και εγκαταστάσεων (αθλητικών, γυμναστικών, αγωνιστικών) που υπάρχουν ή πρόκειται να κατασκευασθούν στην περιοχή του σταδίου ή αυτών που θα παραχωρηθούν σε αυτό με κάθε τρόπο ιδίως με νόμο, κανονιστική πράξη ή σύμβαση και ευρίσκονται εντός της Περιφέρειας Αττικής.»

ε) Η παράγραφος 1 του άρθρου 14 του ν. 1646/1986 (Α’ 138) αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«1. Στο Ολυμπιακό Αθλητικό Κέντρο Αθηνών (Ο.Α.Κ.Α.) ανήκει η διαχείριση και εκμετάλλευση όλων των κύριων και βοηθητικών χώρων και εγκαταστάσεων (αθλητικών, γυμναστικών, αγωνιστικών) υφιστάμενων ή μελλοντικών του Ολυμπιακού Σταδίου Αθηνών της περιοχής Αμαρουσίου Αττικής, ιδιοκτησίας της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων (Ε.Ο.Α.) ή αυτών που θα παραχωρηθούν σε αυτό με κάθε τρόπο ιδίως με νόμο, κανονιστική πράξη ή σύμβαση και ευρίσκονται εντός της Περιφέρειας Αττικής.»

3. α) Η κυριότητα και κάθε άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί του συνόλου της κινητής και ακίνητης περιουσίας των φορέων που καταργούνται ως αυτοτελείς, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, περιέρχονται αυτοδικαίως χωρίς την τήρηση οποιουδήποτε τύπου, πράξης ή συμβολαίου και χωρίς αντάλλαγμα, στους φορείς στους οποίους συγχωνεύονται, με την επιφύλαξη της κείμενης νομοθεσίας για δωρεές, κληρονομιές και κληροδοσίες, οι οποίοι έχουν στο εξής την αποκλειστική χρήση και διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων των καταργούμενων φορέων, αλλά και την ευθύνη για τη διαφύλαξη και τη διαχείριση του αρχείου τους.

Μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, το όργανο διοίκησης του φορέα στον οποίο συγχωνεύονται οι καταργούμενοι φορείς, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, υποχρεούται στη διενέργεια απογραφής όλων των κινητών και ακινήτων που περιέρχονται στην κυριότητα και στην αποκλειστική χρήση και διαχείρισή του. Η έκθεση απογραφής εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού που εποπτεύει τον φορέα στον οποίο συγχωνεύονται οι καταργούμενοι φορείς και απόσπασμα της εγκεκριμένης έκθεσης, που περιγράφει τα αποκτώμενα κατά κυριότητα ακίνητα, καθώς και τα λοιπά εμπράγματα δικαιώματα επί των ακινήτων, με την περίληψη που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 9 του β.δ. 533/1963, όπως ισχύει, καταχωρίζεται ατελώς στα οικεία βιβλία μεταγραφών του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου. Ομοίως ατελώς πραγματοποιούνται οι απαιτούμενες κτηματολογικές εγγραφές.

β) Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, στην περίπτωση της συγχώνευσης του Ι.Τ.Σ.Α.Κ. και με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού, στην περίπτωση της συγχώνευσης των νομικών προσώπων της υποπαραγράφου 2 της παρούσας, ρυθμίζονται όλα τα ειδικότερα, λεπτομερειακά και τεχνικά θέματα της συγχώνευσης και ιδίως τα θέματα σχετικά με την τύχη του εξοπλισμού των καταργούμενων φορέων, καθώς και τα θέματα που αφορούν στο μεταφερόμενο προσωπικό και τις αρμοδιότητές του.

4. Η θητεία των μελών των Δ.Σ. και του προσωπικού με θητεία των νομικών προσώπων που καταργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου λήγει από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, αζημίως για το Ελληνικό Δημόσιο.

Άρθρο 58
Συγχώνευση της Όπερας Δωματίου Θεσσαλονίκης

1. Η Όπερα Δωματίου Θεσσαλονίκης αυτοτελές τμήμα του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος (Κ.Θ.Β.Ε.), το οποίο ιδρύθηκε με τη διάταξη της περίπτωσης α’ της παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 2557/1997 (Α’ 271), καταργείται ως αυτοτελές τμήμα και συγχωνεύεται με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, Ν.Π.Ι.Δ. που συνεστήθη με το άρθρο 2 του ν. 2273/1994 (Α’ 233) και εποπτεύεται από τον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού και το οποίο εκπληρώνει εφεξής και τους σκοπούς της ‘Οπερας, αναπτύσσοντας τις απαραίτητες καλλιτεχνικές δραστηριότητες, όπως προκύπτουν από την περίπτωση β’ της παρ. 6 του άρθρου 3 του μνημονευόμενου πιο πάνω νόμου.

Η κυριότητα και κάθε άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί του συνόλου της κινητής και ακίνητης περιουσίας της Όπερας Θεσσαλονίκης και ιδίως επί του κάθε είδους εξοπλισμού, κοστουμιών, σκηνικών και άλλων συναφών περιέρχονται αυτοδικαίως στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, χωρίς την τήρηση οποιουδήποτε τύπου, πράξης ή συμβολαίου και χωρίς αντάλλαγμα, με την επιφύλαξη της κείμενης νομοθεσίας για δωρεές, κληρονομιές και κληροδοσίες, το οποίο έχει στο εξής την αποκλειστική χρήση και διαχείριση των παραπάνω περιουσιακών στοιχείων, αλλά και την ευθύνη για τη διαφύλαξη και τη διαχείριση του υπάρχοντος αρχείου.

Μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, το όργανο διοίκησης του Κ.Θ.Β.Ε. προβαίνει στη διενέργεια απογραφής όλων των ακινήτων και κινητών που κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου περιέρχονται στην κυριότητά του. Η έκθεση απογραφής εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού και απόσπασμα της εγκεκριμένης έκθεσης, που περιγράφει τα ακίνητα, καθώς και τα λοιπά εμπράγματα δικαιώματα επί των ακινήτων, με την περίληψη που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 9 του β. δ. 533/1963, όπως ισχύει, καταχωρίζεται ατελώς στα οικεία βιβλία μεταγραφών του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου. Ομοίως ατελώς πραγματοποιούνται οι απαιτούμενες κτηματολογικές εγγραφές.

2. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου καταργείται η πενταμελής Εφορεία που εποπτεύει την Όπερα και λήγει η θητεία των μελών της, καθώς και του λοιπού προσωπικού με θητεία, αζημίως για το Ελληνικό Δημόσιο.

3. Το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου της Όπερας μεταφέρεται αυτοδικαίως με την ίδια σχέση εργασίας στο Κ.Θ.Β.Ε. και καταλαμβάνει αντίστοιχες κατά εκπαιδευτική βαθμίδα, βαθμό και ειδικότητα κενές οργανικές θέσεις, για τις οποίες κατέχει τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα και, αν δεν υπάρχουν, προσωποπαγείς θέσεις που συνιστώνται με την πράξη μεταφοράς.

4. Με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού ρυθμίζεται κάθε άλλο θέμα σχετικό με την κατάργηση και συγχώνευση της Όπερας Θεσσαλονίκης και ειδικότερα με τον προϋπολογισμό, το προσωπικό, τη θητεία και τα καθήκοντα του Καλλιτεχνικού Διευθυντή της, με την εξασφάλιση των αναγκαίων οργανωτικών ή άλλων προϋποθέσεων για την αποτελεσματική εκπλήρωση του σκοπού της Όπερας από το Κ.Θ.Β.Ε..

Άρθρο 59
Συγχώνευση νομικών προσώπων σε νέο φορέα

1. α) Ο Οργανισμός Ανάπτυξης και Διαχείρισης Πάρκου Περιβαλλοντικής Ευαισθητοποίησης «Αντώνης Τρίτσης», ο Οργανισμός Ανάπτυξης και Διαχείρισης Ελαιώνα Αττικής, ο Φορέας Διαχείρισης και Ανάπλασης του ποταμού Κηφισού Αττικής και των παραχειμάρρων του, Ν.Π.Ι.Δ. που συνεστήθησαν με τα προεδρικά διατάγματα 184/2002 (ΑΊ72), 205/2002 (ΑΊ87) και 346/2002 (Α’ 287) αντίστοιχα και εποπτεύονται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, καταργούνται ως αυτοτελή νομικά πρόσωπα και συγχωνεύονται σε ένα νέο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, που συνιστάται με τον παρόντα νόμο, με την επωνυμία «Μητροπολιτικός Φορέας Ανάπλασης και Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Αττικής», που λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος, με πλήρη διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα και τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Τους σκοπούς των συγχωνευόμενων φορέων εκπληρώνει εφεξής ο νέος φορέας. Ειδικότερα σκοπός του φορέα είναι ιδίως η διοίκηση, διαχείριση, προστασία, βελτίωση και ανάδειξη των εκτάσεων αστικού πρασίνου, πάρκων πρασίνου αναψυχής και πολιτισμού, και πάρκων και αλσών υπερτοπικής σημασίας της Μητροπολιτικής Περιφέρειας Αττικής.

β) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που εκδίδεται κατόπιν εισήγησης του Διοικητικού Συμβουλίου του νέου φορέα, εγκρίνεται ο κανονισμός λειτουργίας, με τον οποίο καθορίζονται ιδίως: οι σκοποί του οργανισμού, η έδρα αυτού, η σύνθεση και ο τρόπος συγκρότησης του διοικητικού συμβουλίου, η διάρκεια της θητείας των μελών του και ο τρόπος λειτουργίας του, οι αρμοδιότητες του διοικητικού συμβουλίου και των λοιπών οργάνων διοίκησης, η οργάνωση και η διάρθρωση των υπηρεσιών του, οι αρμοδιότητες, τα καθήκοντα, η υπηρεσιακή κατάσταση και ο πειθαρχικός έλεγχος του προσωπικού και τα θέματα οικονομικής διαχείρισης, προϋπολογισμού και περιουσίας.

Κατά την πρώτη εφαρμογή της παρούσας, ο κανονισμός λειτουργίας εγκρίνεται μετά από εισήγηση της προσωρινής διοίκησης του φορέα, με κοινή απόφαση που εκδίδεται μέσα σε τρείς μήνες από την έκδοση της απόφασης της υποπαραγράφου 5. Με την απόφαση αυτή ρυθμίζονται και τα θέματα που αναφέρονται στη μεταφορά και ένταξη του προσωπικού των φορέων που συγχωνεύονται στο νέο φορέα.

γ) Με την απόφαση της περίπτωσης β’ της υποπαραγράφου 1 της παρούσας παραγράφου είναι δυνατόν να περιέρχονται στην αρμοδιότητα του φορέα και άλλες περιοχές της Μητροπολιτικής Περιφέρειας Αττικής, οι οποίες χαρακτηρίζονται και οριοθετούνται από το Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας, γενικά πολεοδομικά σχέδια, οικεία σχέδια πόλεως ή άλλα σχέδια χρήσεων γης ως μητροπολιτικοί χώροι αστικού πρασίνου, πάρκα πρασίνου αναψυχής και πολιτισμού, πάρκα και άλση υπερτοπικής σημασίας.

2. α) Το Αλεξάνδρειο Αθλητικό Μέλαθρον Θεσσαλονίκης, Ν.Π.Δ.Δ. το οποίο συνεστήθη με την απόφαση 6750/1959 και νομιμοποιήθηκε με το ν.δ. 650/1970 (Α’ 175), το Εθνικό Ναυταθλητικό Κέντρο Θεσσαλονίκης, Ν.Π.Δ.Δ. το οποίο συνεστήθη με το π.δ. 51/2000 (Α’43), το Περιφερειακό Εθνικό Αθλητικό Κέντρο Θεσσαλονίκης Ν.Π.Δ.Δ. που συνεστήθη με το π.δ. 50/2000 (Α’43), το Εθνικό Γυμναστήριο Μίκρας Θεσσαλονίκης Ν.Π.Δ.Δ. που νομιμοποιήθηκε με το ν.δ. 650/1970, εποπτευόμενα από τον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού, καταργούνται ως αυτοτελή νομικά πρόσωπα και συγχωνεύονται σε ένα νέο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, που συνιστάται με τον παρόντα νόμο, με την επωνυμία «Εθνικά Αθλητικά Κέντρα Θεσσαλονίκης», που τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού. Τους σκοπούς των συγχωνευόμενων φορέων εκπληρώνει εφεξής ο νέος φορέας.

β) Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Πολιτισμού και Τουρισμού, κατόπιν εισήγησης του Διοικητικού Συμβουλίου του φορέα, καταρτίζεται ο κανονισμός λειτουργίας, με τον οποίο καθορίζονται ιδίως οι σκοποί και η έδρα αυτού, η σύνθεση και ο τρόπος συγκρότησης του διοικητικού συμβουλίου, η διάρκεια της θητείας των μελών του και ο τρόπος λειτουργίας του, οι αρμοδιότητες του διοικητικού συμβουλίου και των λοιπών οργάνων διοίκησης του φορέα, η οργάνωση και η διάρθρωση των υπηρεσιών του, οι αρμοδιότητες, τα καθήκοντα, η υπηρεσιακή κατάσταση και ο πειθαρχικός έλεγχος του προσωπικού, και τα θέματα οικονομικής διαχείρισης, προϋπολογισμού και περιουσίας.

Κατά την πρώτη εφαρμογή της παρούσας, ο κανονισμός λειτουργίας εγκρίνεται μετά από εισήγηση της προσωρινής διοίκησης του φορέα, με διάταγμα που εκδίδεται μέσα σε τρεις μήνες από την έκδοση των αποφάσεων της υποπαραγράφου 5. Με το προεδρικό διάταγμα αυτό ρυθμίζονται και τα θέματα που αναφέρονται στη μεταφορά και ένταξη του προσωπικού των φορέων που συγχωνεύονται στο συνιστώμενο με την παρούσα παράγραφο νέο φορέα.

3. α) Το μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό που υπηρετεί στους φορείς που καταργούνται και συγχωνεύονται καθίσταται αυτοδίκαια προσωπικό του νέου φορέα στον οποίο μετατάσσεται ή μεταφέρεται και παρέχει τις υπηρεσίες του, με την ίδια σχέση εργασίας.

Οι θέσεις του μεταφερόμενου προσωπικού προβλέπονται στον κανονισμό λειτουργίας του νέου φορέα, ο οποίος καταρτίζεται σύμφωνα με τα ανωτέρω. Στις θέσεις αυτές κατατάσσεται το ανωτέρω προσωπικό, με διαπιστωτική πράξη του οργάνου διοίκησης, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

β) Η κυριότητα και κάθε άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί του συνόλου της κινητής και ακίνητης περιουσίας των φορέων που καταργούνται ως αυτοτελείς, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, περιέρχονται αυτοδικαίως χωρίς την τήρηση οποιουδήποτε τύπου, πράξης ή συμβολαίου και χωρίς αντάλλαγμα, στους νέους φορείς που συνιστώνται με τη συγχώνευση, με την επιφύλαξη της κείμενης νομοθεσίας για δωρεές, κληρονομιές και κληροδοσίες, οι οποίοι έχουν στο εξής την αποκλειστική χρήση και διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων των φορέων που καταργούνται, αλλά και την ευθύνη για τη διαφύλαξη και τη διαχείριση του αρχείου τους.

Το όργανο διοίκησης του φορέα που προκύπτει από τη συγχώνευση που γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, μέσα σε ένα μήνα από την ανάληψη των καθηκόντων του, υποχρεούται στη διενέργεια απογραφής όλων των κινητών και ακινήτων που περιέρχονται στην κυριότητα και στην αποκλειστική χρήση και διαχείρισή του. Η έκθεση απογραφής εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού που εποπτεύει τους φορείς που συγχωνεύονται και απόσπασμα της εγκεκριμένης έκθεσης, που περιγράφει τα ακίνητα, καθώς και τα λοιπά εμπράγματα δικαιώματα επί των ακινήτων, με την περίληψη που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 9 του β.δ. 533/1963, όπως ισχύει, καταχωρίζεται ατελώς στα οικεία βιβλία μεταγραφών του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου. Ομοίως ατελώς πραγματοποιούνται οι απαιτούμενες κτηματολογικές εγγραφές.

4. Μέχρι την έκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης της περίπτωσης β’ της υποπαραγράφου 1 και του προεδρικού διατάγματος της περίπτωσης β’ της υποπαραγράφου 2, εξακολουθούν να ισχύουν οι κατά τη δημοσίευση της παρούσας διατάξεις, που αναφέρονται στην οργάνωση, λειτουργία και το προσωπικό των συγχωνευόμενων φορέων, ενώ ειδικότερα ζητήματα που ανακύπτουν και δεν καλύπτονται από τις διατάξεις αυτές, ρυθμίζονται με αποφάσεις της προσωρινής διοίκησης των νέων φορέων.

5. Μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση της παρούσας, με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής για τους φορείς που συγχωνεύονται με την υποπαράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού γι’ αυτούς που συγχωνεύονται με την υποπαράγραφο 2, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζεται η προσωρινή διοίκηση του νέου νομικού προσώπου και καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με τη συγχώνευση και τη σύσταση των νέων φορέων. Μέχρι τη δημοσίευση της ανωτέρω υπουργικής απόφασης παρατείνεται αυτοδικαίως η θητεία των μελών των διοικητικών συμβουλίων των συγχωνευόμενων νομικών προσώπων.

Άρθρο 60
Λύση της Ε.Τ.Α.Τ. Α.Ε. με μεταφορά αρμοδιοτήτων, προσωπικού και περιουσίας στον Ε.Φ.Ε.Τ.

1. Η Ανώνυμη Εταιρεία Βιομηχανικής Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης Βιομηχανίας Τροφίμων (Ε.Τ.Α.Τ. Α.Ε.), που συνεστήθη με το π.δ. 473/1988 (Α’212) και εποπτεύεται από τον Υπουργό Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, λύεται και τίθεται σε εκκαθάριση, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπουν ο παρών και ο ιδρυτικός της νόμος, το οικείο καταστατικό, ο κ.ν. 2190/1920 και οι λοιπές κείμενες διατάξεις. Το σκοπό της Ε.Τ.Α.Τ. Α.Ε., που ορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 4 του π.δ. 473/1988 εκπληρώνει εφεξής ο Ε.Φ.Ε.Τ., Ν.Π.Δ.Δ. που συνεστήθη με το άρθρο 1 του ν.2741/1999 (Α’ 199) και εποπτεύεται από τον Υπουργό Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ο οποίος για την υλοποίηση του σκοπού αυτού προβαίνει στις ενέργειες της παρ. 2 του άρθρου 4 του π.δ. 473/1988.

2. Το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, που υπηρετεί, κατά τη δημοσίευση του παρόντος, στην Ε.Τ.Α.Τ. Α.Ε., μεταφέρεται αυτοδικαίως με την ίδια σχέση εργασίας, στον Ε.Φ.Ε.Τ. και καταλαμβάνει κενές οργανικές θέσεις αντίστοιχης εκπαιδευτικής βαθμίδας, βαθμού και ειδικότητας για τις οποίες διαθέτει τα τυπικά προσόντα. Αν δεν υπάρχουν κενές θέσεις, η μεταφορά γίνεται σε προσωποπαγείς που συνιστώνται με την απόφαση μεταφοράς. Ο μερικής απασχόλησης υπάλληλος, καθώς και ο ωρομίσθιος υπάλληλος που υπηρετούν στην Ε.Τ.Α.Τ. Α.Ε. συνεχίζουν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους, με την ίδια σχέση εργασίας, στον Ε.Φ.Ε.Τ.. Εργαζόμενοι στην Ε.Τ.Α.Τ. Α.Ε., υπήκοοι χωρών εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι δεν διαθέτουν την ελληνική ιθαγένεια και είναι σύζυγοι Ελλήνων, μεταφέρονται στον Ε.Φ.Ε.Τ. σε προσωποπαγείς θέσεις της ίδιας ή συναφούς ειδικότητας.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, μετά από αιτιολογημένη αίτηση του εκκαθαριστή και ύστερα από εκτίμηση των υπηρεσιακών αναγκών της υπό λύση και εκκαθάριση εταιρείας, καθορίζεται το ελάχιστο προσωπικό της, που δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δύο υπαλλήλους, το οποίο αποσπάται, χωρίς αίτησή του, από τον Ε.Φ.Ε.Τ. στην υπό λύση και εκκαθάριση εταιρεία, έως την αποπεράτωση των εργασιών εκκαθάρισης. Με την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης, η οποία βεβαιώνεται από τον εκκαθαριστή, αίρονται αυτοδίκαια οι ως άνω αποσπάσεις.

3. Μετά τη λύση και εκκαθάριση της εταιρείας Ε.Τ.Α.Τ. Α. Ε. κάθε στοιχείο κινητής ή ακίνητης περιουσίας της περιέρχεται αυτοδικαίως χωρίς την τήρηση οποιουδήποτε τύπου, πράξης ή συμβολαίου και χωρίς αντάλλαγμα, στον Ε.Φ.Ε.Τ., στον οποίο ανήκει η αποκλειστική χρήση και διαχείρισή της.

Μέσα σε ένα μήνα από την περάτωση της εκκαθάρισης, το όργανο διοίκησης του Ε.Φ.Ε.Τ. υποχρεούται στη διενέργεια απογραφής όλων των κινητών και ακινήτων που περιέρχονται στην κυριότητα και στην αποκλειστική χρήση και διαχείρισή του. Η έκθεση απογραφής εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και απόσπασμα της εγκεκριμένης έκθεσης, που περιγράφει τα ακίνητα, καθώς και τα λοιπά εμπράγματα δικαιώματα επί των ακινήτων, με την περίληψη που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 9 του β. δ. 533/1963, όπως ισχύει, καταχωρίζεται ατελώς στα οικεία βιβλία μεταγραφών του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου. Ομοίως ατελώς πραγματοποιούνται οι απαιτούμενες κτηματολογικές εγγραφές.

4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ρυθμίζεται κάθε άλλο θέμα σχετικά με τη λύση και εκκαθάριση της Ε.Τ.Α.Τ. Α.Ε. και ιδίως η ημερομηνία έναρξης και λήξης αυτής.

5. Η Γενική Συνέλευση των μετόχων της υπό λύση και εκκαθάριση εταιρείας, η οποία συγκαλείται εντός ενός μηνός από τη δημοσίευση της παρούσας, ορίζει εκκαθαριστή. Μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας αυτής ορίζεται ο εκκαθαριστής με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.

6. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καταρτίζεται νέος οργανισμός του Ε.Φ.Ε.Τ., καταργούνται ή συγχωνεύονται υπηρεσιακές μονάδες, ιδίως οι ομοειδείς, ορίζεται διαφορετική τοπική αρμοδιότητα ορισμένων από αυτές, κατανέμονται οι μεταφερόμενες αρμοδιότητες και οι θέσεις σε υπηρεσιακές μονάδες και ρυθμίζεται κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

Άρθρο 61
Συγχώνευση του Παρατηρητηρίου για την Ψηφιακή Ελλάδα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.)

1. Το Παρατηρητήριο για την Ψηφιακή Ελλάδα, Ν.Π.Ι.Δ. με έδρα την Αθήνα, που συνεστήθη με το άρθρο 1 του ν.3059/2002 (Α’ 241) ως Παρατηρητήριο για την Κοινωνία της Πληροφορίας, μετονομάστηκε με το άρθρο 53 του ν. 3959/2011 και εποπτεύεται από τους Υπουργούς Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, καταργείται ως αυτοτελές νομικό πρόσωπο και συγχωνεύεται με την ΕΛ.ΣΤΑΤ., Ν.Π.Δ.Δ., ανεξάρτητη αρχή, που συνεστήθη με το άρθρο 9 του ν.3832/2010 (Α’ 38). Οι αρμοδιότητες του Παρατηρητηρίου, που ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 1 του ν.3059/2002, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 53 του ν. 3959/ 2011 και ισχύει, ασκούνται εφεξής από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. η οποία προβαίνει στις ενέργειες της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 3059/2002.

2. Το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου που κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου υπηρετεί στο Παρατηρητήριο για την Ψηφιακή Ελλάδα συνεχίζει να παρέχει τις υπηρεσίες του, με την ίδια σχέση εργασίας, στην ΕΛ.ΣΤΑΤ., μέχρι τη λήξη της σύμβασής του, διατηρώντας τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις υφιστάμενες, κατά το χρόνο της συγχώνευσης, συμβάσεις και σχέσεις εργασίας.

3. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου λήγει η θητεία των μελών των Δ.Σ. και του προσωπικού με θητεία του Παρατηρητήριου για την Ψηφιακή Ελλάδα, αζημίως για το Ελληνικό Δημόσιο. Κατά τον ίδιο χρόνο λήγει αυτοδικαίως η σύμβαση εργασίας των δύο ελευθέρως ανακλητών υπαλλήλων που προσελήφθησαν κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 6 του άρθρου 4 του από 27.1.2004 Κανονισμού του εν λόγω Ν.Π.Ι.Δ..

4. Η κυριότητα και κάθε άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί του συνόλου της κινητής και ακίνητης περιουσίας του Παρατηρητηρίου περιέρχονται αυτοδικαίως χωρίς την τήρηση οποιουδήποτε τύπου, πράξης ή συμβολαίου και χωρίς αντάλλαγμα, στην ΕΛ.ΣΤΑΤ. με την επιφύλαξη της κείμενης νομοθεσίας για δωρεές, κληρονομιές και κληροδοσίες, η οποία έχει στο εξής την αποκλειστική χρήση και διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων του καταργούμενου και συγχωνευόμενου φορέα, αλλά και την ευθύνη για τη διαφύλαξη και τη διαχείριση του αρχείου του.

Μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, το όργανο διοίκησης της ΕΛ.ΣΤΑΤ. υποχρεούται στη διενέργεια απογραφής όλων των κινητών και ακινήτων που περιέρχονται στην κυριότητα και στην αποκλειστική χρήση και διαχείρισή της. Η έκθεση απογραφής εγκρίνεται με απόφαση των Υπουργών που εποπτεύουν τον φορέα που συγχωνεύεται και απόσπασμα της εγκεκριμένης έκθεσης, που περιγράφει τα ακίνητα, καθώς και τα λοιπά εμπράγματα δικαιώματα επί των ακινήτων, με την περίληψη που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 9 του β.δ. 533/1963, όπως ισχύει, καταχωρίζεται ατελώς στα οικεία βιβλία μεταγραφών του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου. Ομοίως ατελώς πραγματοποιούνται οι απαιτούμενες κτηματολογικές εγγραφές.

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα με τη συγχώνευση του νομικού προσώπου Παρατηρητήριο για την Ψηφιακή Ελλάδα με την ΕΛ.ΣΤΑΤ., καθώς και για τη μεταφορά του προσωπικού του Παρατηρητηρίου στην ΕΛ.ΣΤΑΤ..

Άρθρο 62
Συγχώνευση της ανώνυμης εταιρείας Ψηφιακές Ενισχύσεις Α.Ε. με την Κοινωνία της Πληροφορίας Α.Ε.

1. Η ανώνυμη εταιρεία Ψηφιακές Ενισχύσεις Α.Ε., η σύσταση της οποίας προβλέφθηκε με το άρθρο 32 παρ. 1 του ν. 3614/2007 (Α’ 267), συνεστήθη με την απόφαση 8491/ΕΓΔΕΚΟ193 (Β’ 347) και εποπτεύεται από τον Υπουργό Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, συγχωνεύεται δι’ απορροφήσεως με την Κοινωνία της Πληροφορίας Α.Ε., που εποπτεύεται από τον Υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.

Οι σκοποί της εταιρείας, όπως προκύπτουν από την περίπτωση β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 32 του ν. 3614/2007 και το άρθρο 2 της απόφασης 8491/ΕΓΔΕ-ΚΟ193 (Β’ 347), εκπληρώνονται εφεξής από την Κοινωνία της Πληροφορίας Α.Ε..

Η συγχώνευση δι’ απορροφήσεως γίνεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στις διατάξεις του παρόντος και συμπληρωματικά στους ιδρυτικούς τους νόμους και στα καταστατικά τους, στις διατάξεις των άρθρων 69 έως και 78 του κ. ν. 2190/1920 (Α’37) και του ν. 2166/1993 (Α’137) και της λοιπής σχετικής νομοθεσίας.

2. Το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου υπηρετεί στην ανώνυμη εταιρεία Ψηφιακές Ενισχύσεις Α.Ε. μεταφέρεται αυτοδικαίως με την ίδια σχέση εργασίας στην Κοινωνία της Πληροφορίας Α. Ε. και αποτελεί προσωπικό της διατηρώντας τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις υφιστάμενες, κατά το χρόνο της συγχώνευσης, συμβάσεις και σχέσεις εργασίας.

Το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου που κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου υπηρετεί στις Ψηφιακές Ενισχύσεις Α. Ε. συνεχίζει να παρέχει τις υπηρεσίες του, με την ίδια σχέση εργασίας, στην Κοινωνία της Πληροφορίας Α.Ε., μέχρι τη λήξη της σύμβασής του, διατηρώντας τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις υφιστάμενες, κατά το χρόνο της συγχώνευσης, συμβάσεις και σχέσεις εργασίας.

3. Η κυριότητα και κάθε άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί του συνόλου της κινητής και ακίνητης περιουσίας των Ψηφιακών Ενισχύσεων περιέρχονται αυτοδικαίως χωρίς την τήρηση οποιουδήποτε τύπου, πράξης ή συμβολαίου και χωρίς αντάλλαγμα, στην Κοινωνία της Πληροφορίας Α.Ε., με την επιφύλαξη της κείμενης νομοθεσίας για δωρεές, κληρονομιές και κληροδοσίες, η οποία έχει στο εξής την αποκλειστική χρήση και διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων του καταργούμενου και συγχωνευόμενου δι’ απορροφήσεως φορέα, αλλά και την ευθύνη για τη διαφύλαξη και τη διαχείριση του αρχείου του.

Μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου το όργανο διοίκησης της Κοινωνίας της Πληροφορίας Α.Ε. υποχρεούται στη διενέργεια απογραφής όλων των κινητών και ακινήτων που περιέρχονται στην κυριότητα και στην αποκλειστική χρήση και διαχείρισή του. Η έκθεση απογραφής εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και απόσπασμα της εγκεκριμένης έκθεσης, που περιγράφει τα ακίνητα, καθώς και τα λοιπά εμπράγματα δικαιώματα επί των ακινήτων, με την περίληψη που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 9 του β.δ. 533/1963 καταχωρίζεται ατελώς στα οικεία βιβλία μεταγραφών του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου. Ομοίως ατελώς πραγματοποιούνται οι απαιτούμενες κτηματολογικές εγγραφές.

4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας καθορίζεται κάθε άλλο θέμα σχετικό με τη συγχώνευση των Ψηφιακών Ενισχύσεων Α.Ε. με την Κοινωνία της Πληροφορίας Α. Ε., καθώς και για τη μεταφορά του προσωπικού της απορροφούμενης εταιρείας στην απορροφούσα εταιρεία. Με την παραπάνω απόφαση καθορίζεται ο τρόπος με τον οποίο η Κοινωνία της Πληροφορίας Α.Ε. θα επιτελεί τις ως τώρα λειτουργίες της Ψηφιακές Ενισχύσεις Α.Ε. σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας.

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καθορίζεται κάθε θέμα σχετικό με τη συγχώνευση δι’ απορροφήσεως της εταιρείας «Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης Α.Ε.» (Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε.), που συνεστήθη με το άρθρο πρώτο του ν. 3607/2007 (Α’ 245) και εποπτεύεται από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, με την Κοινωνία της Πληροφορίας Α.Ε. και ειδικότερα το χρονικό σημείο κατά το οποίο θα επέλθει η συγχώνευση αυτή με ανάλογη εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων.

Με την παραπάνω απόφαση καθορίζεται ο τρόπος με τον οποίο η Κοινωνία της Πληροφορίας Α.Ε. θα επιτελεί τις ως τώρα λειτουργίες της «Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κοινωνικής Ασφάλισης Α.Ε.» (Η.ΔΙ.ΚΑ. Α.Ε.) σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.

Άρθρο 63
Συγχώνευση των ανωνύμων εταιρειών ΕΒΕΤΑΜ ΑΕ, ΕΚΕΠΥ ΑΕ και ΕΤΑΚΕΙ ΑΕ

1. Οι εταιρείες «Ανώνυμη εταιρεία τεχνολογικής ανάπτυξης κεραμικών και πυρίμαχων» (ΕΚΕΠΥ ΑΕ), που έχει συσταθεί ως ανώνυμη εταιρία με το π.δ. 420/1986 (Α’ 198) και «Εταιρία τεχνολογικής ανάπτυξης κλωστοϋφαντουργίας, ένδυσης και ινών Α.Ε.» (ΕΤΑΚΕΙ ΑΕ), που έχει συσταθεί ως ανώνυμη εταιρία με το π.δ. 385/1986 (Α’ 168), συγχωνεύονται με την «Ανώνυμη εταιρεία βιομηχανικής έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης μετάλλων» (ΕΒΕΤΑΜ ΑΕ), που έχει συσταθεί ως ανώνυμη εταιρία με το π.δ. 482/1985 (Α’ 174) και η οποία σύμφωνα με την παρ. 18 του άρθρου 45 του ν. 2992/2002 μπορεί να τροποποιεί το καταστατικό της με απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων, δι’ απορροφήσεως της πρώτης και της δεύτερης από την τρίτη. Η απορροφούσα εταιρία μετονομάζεται σε «Ανώνυμη εταιρεία βιομηχανικής έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και εργαστηριακών δοκιμών, πιστοποίησης και ποιότητας», ενώ ο διακριτικός της τίτλος ΕΒΕΤΑΜ ΑΕ παραμένει ο ίδιος.

2. Η συγχώνευση των παραπάνω ανωνύμων εταιρειών με απορρόφηση γίνεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στις διατάξεις του παρόντος και συμπληρωματικά στα καταστατικά τους, στις διατάξεις των άρθρων 69 έως και 78 του κ. ν. 2190/1920 (Α’ 37) και του ν. 2166/1993 (Α’137) και της λοιπής σχετικής νομοθεσίας. Η συγχώνευση πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέσα σε αποκλειστική προθεσμία έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.

3. Το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των εταιρειών που συγχωνεύονται με απορρόφηση από την ΕΒΕΤΑΜ ΑΕ και οι δικηγόροι που απασχολούνται σε αυτές με σχέση έμμισθης εντολής μεταφέρονται αυτοδικαίως στην απορροφούσα εταιρεία με τις ίδιες σχέσεις εργασίας και αποτελούν προσωπικό της, διατηρώντας τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις σχέσεις εργασίας που ισχύουν κατά το χρόνο συγχώνευσης. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας καθορίζεται κάθε θέμα που είναι αναγκαίο για τη μεταφορά και την ένταξη του προσωπικού των εταιρειών που απορροφώνται στην απορροφούσα εταιρία.

4. Από την ολοκλήρωση της συγχώνευσης η απορροφούσα ανώνυμη εταιρεία υποκαθίσταται αυτοδίκαια και χωρίς καμία άλλη διατύπωση σύμφωνα με το νόμο, σε όλα τα δικαιώματα, υποχρεώσεις και έννομες σχέσεις της απορροφούμενης εταιρείας και η μεταβίβαση αυτή εξομοιώνεται με καθολική διαδοχή, οι δε δίκες της απορροφούμενης εταιρείας συνεχίζονται από την απορροφούσα χωρίς καμία άλλη διατύπωση και χωρίς να επέρχεται βίαιη διακοπή αυτών λόγω της συγχώνευσης.

5. Οι απορροφούμενες εταιρίες μεταβιβάζουν το σύνολο της περιουσίας τους (ενεργητικό και παθητικό) στην απορροφούσα ανώνυμη εταιρεία και η τελευταία καθίσταται αποκλειστική κυρία, νομέας, κάτοχος και δικαιούχος κάθε κινητής και ακίνητης περιουσίας, καθώς και κάθε άλλου περιουσιακού στοιχείου της απορροφούμενης.

6. Μέσα σε δύο μήνες από την ολοκλήρωση της συγχώνευσης, με απόφαση του Δ.Σ. του ΕΛΟΤ ΑΕ, εισφέρονται στην απορροφούσα ως άνω εταιρία τα εργαστήρια του ΕΛΟΤ χαμηλής τάσης, ηλεκτρικών παιχνιδιών και πολυμερών και ελαστικών, με το σύνολο του εξοπλισμού τους, καθώς και το σήμα ποιότητας για την πιστοποίηση βιομηχανικών προϊόντων. Η εισφορά γίνεται, ύστερα από αποτίμηση των εργαστηρίων από την Επιτροπή του άρθρου 9 του κ. ν. 2190/1920 και αφού προηγηθεί απόφαση της γενικής συνέλευσης της ΕΒΕΤΑΒ ΑΕ για ισόποση αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της, με παραίτηση των παλαιών μετόχων από την άσκηση του δικαιώματος προτίμησης και διάθεση των εκδοθησομένων μετοχών στην ΕΛΟΤ ΑΕ.

7. Αν μέχρι την παρέλευση της προθεσμίας που προβλέπεται στην υποπαράγραφο 3 δεν έχει ολοκληρωθεί η συγχώνευση, οι παραπάνω εταιρίες λύονται αυτοδικαίως και τίθενται σε εκκαθάριση. Με αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας ορίζονται οι εκκαθαριστές, εάν δεν έχουν ορισθεί μέσα σε ένα μήνα από την αυτοδίκαιη λύση των ως άνω εταιριών από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων. Οι αποφάσεις αυτές εκδίδονται δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες μετά την παρέλευση άπρακτης της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου, εντός της οποίας θα έπρεπε η Γενική Συνέλευση των μετόχων να ορίσει εκκαθαριστή.

8. Η αρμοδιότητα εποπτείας των παραπάνω εταιριών κατά τη διάρκεια της διαδικασίας συγχώνευσης όσο της απορροφούσας ΕΒΕΤΑΜ ΑΕ μετά την ολοκλήρωση της συγχώνευσης ασκείται από τη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας.

Άρθρο 64
Λύση Ανωνύμων Εταιρειών

1. α) Η ανώνυμη εταιρεία «Ινστιτούτο Εκπαίδευσης και Επιμόρφωσης των Μελών του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας» (ΙΕΚΕΜ-ΟΕΕ), η οποία έχει συσταθεί κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 87 του ν. 1943/1991 και η άδεια σύστασης της οποίας δόθηκε με την απόφαση 39697/ΔΕΚΟ2355/1997 (Β’ 1088) του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, λύεται και τίθεται σε εκκαθάριση. Το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδας, Ν.Π.Δ.Δ. που συνεστήθη με το άρθρο 1 του ν. 1100/1980 (Α’295) και εποπτεύεται από τον Υπουργό Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας αναλαμβάνει την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της εκκαθάρισης, μισθοδοσίας του προσωπικού και εξόφλησης τυχόν οφειλών προς τρίτους.

β) Το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, καθώς και ο δικηγόρος με σχέση έμμισθης εντολής που υπηρετεί στο ΙΕΚΕΜ-ΟΕΕ μεταφέρονται, αυτοδικαίως, από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου με την ίδια σχέση εργασίας, στο Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδας. Η μεταφορά γίνεται σε κενές οργανικές θέσεις αντίστοιχης ή παρεμφερούς ειδικότητας, της ίδιας εκπαιδευτικής βαθμίδας με αυτή που ανήκει ο μεταφερόμενος ή με βάση τα τυπικά προσόντα που κατέχει. Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν κενές οργανικές θέσεις η μεταφορά γίνεται σε συνιστώμενες προσωποπαγείς θέσεις που συνιστώνται με την πράξη μεταφοράς.

γ) Το προσωπικό του ΙΕΚΕΜ – ΟΕΕ και ο δικηγόρος με σχέση έμμισθης εντολής που μεταφέρεται στο ΟΕΕ διατίθενται στο ΙΕΚΕΜ – ΟΕΕ έως την αποπεράτωση των εργασιών λύσης και εκκαθάρισής του.

δ) Μετά τη λύση και εκκαθάριση του ΙΕΚΕΜ – ΟΕΕ κάθε στοιχείο κινητής ή ακίνητης περιουσίας του περιέρχεται αυτοδικαίως χωρίς την τήρηση οποιουδήποτε τύπου, πράξης ή συμβολαίου και χωρίς αντάλλαγμα, στο ΟΕΕ, το οποίο είναι μοναδικός μέτοχος και στο οποίο ανήκει η αποκλειστική χρήση και διαχείρισή τους, εάν δεν ορίζεται διαφορετικά από ειδικότερες διατάξεις.

Μέσα σε ένα μήνα από την περάτωση της εκκαθάρισης, το όργανο διοίκησης του ΟΕΕ υποχρεούται στη διενέργεια απογραφής όλων των κινητών και ακινήτων που περιέρχονται στην κυριότητα και στην αποκλειστική χρήση και διαχείρισή του. Η έκθεση απογραφής εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και απόσπασμα της εγκεκριμένης έκθεσης, που περιγράφει τα ακίνητα, καθώς και τα λοιπά εμπράγματα δικαιώματα επί των ακινήτων, με την περίληψη που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 9 του β. δ. 533/1963, καταχωρίζεται ατελώς στα οικεία βιβλία μεταγραφών του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου. Ομοίως ατελώς πραγματοποιούνται οι απαιτούμενες κτηματολογικές εγγραφές.

ε) Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, που εποπτεύει την υπό λύση και εκκαθάριση εταιρεία του παρόντος άρθρου, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του ΟΕΕ που έχει το σύνολο του μετοχικού της κεφαλαίου, ρυθμίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με τη λύση και εκκαθάριση της εταιρείας και ιδίως την ημερομηνία έναρξης της εκκαθάρισης ή και λήξης αυτής, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα που αφορά στην εκκαθάριση. Η Γενική Συνέλευση των μετόχων της υπό λύση και εκκαθάριση εταιρείας ορίζει τον εκκαθαριστή μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος. Μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την τυχόν άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας αυτής ορίζεται ο εκκαθαριστής με απόφαση του ανωτέρω Υπουργού.

2. α) Η ανώνυμη εταιρεία «Οργανισμός Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού Α.Ε.» (ΟΠΕΠ Α.Ε.), που μετονομάστηκε με το άρθρο 73 παρ. 16 του ν. 3028/2002 (Α’ 153) και η οποία συστάθηκε με την παρ. 2Α του άρθρου 6 του ν. 2557/1997 (Α’ 271), όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 2819/2000 (Α’ 84) και αντικαταστάθηκε από την παρ. 11 του άρθρου 1 του ν. 2833/2000 (Α’ 150) και την παρ. 23 του άρθρου 80 του ν. 3057/2002 (Α’ 239) και της οποίας το Διοικητικό Συμβούλιο και τα λοιπά όργανα διοίκησης καταργήθηκαν με το άρθρο 7 του ν. 3895/2010 (Α’ 206) και η ανώνυμη εταιρεία «ΑΓΡΟΤΗΜΑ», η οποία συστάθηκε με το άρθρο 41 του ν. 3734/2009 (Α’ 8), αμφότερες εποπτευόμενες από τον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού, λύονται και τίθενται σε εκκαθάριση.

β) Μετά τη λύση και εκκαθάριση των ανωτέρω ανωνύμων εταιρειών κάθε στοιχείο κινητής ή ακίνητης περιουσίας τους περιέρχεται αυτοδικαίως, χωρίς την τήρηση οποιουδήποτε τύπου, πράξης ή συμβολαίου, ατελώς και χωρίς αντάλλαγμα, στο Ελληνικό Δημόσιο και η αποκλειστική χρήση και διαχείρισή του ανήκει στο Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού. Μέσα σε ένα μήνα από την περάτωση της εκκαθάρισης, ο Υπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού προβαίνει στη διενέργεια απογραφής όλων των κινητών και ακινήτων που περιέρχονται στην κυριότητα και στην αποκλειστική χρήση και διαχείρισή του. Η έκθεση απογραφής εγκρίνεται με απόφαση του ανωτέρω Υπουργού και απόσπασμα της εγκεκριμένης έκθεσης, που περιγράφει τα ακίνητα, καθώς και τα λοιπά εμπράγματα δικαιώματα επί των ακινήτων, με την περίληψη που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 9 του β.δ. 533/1963, καταχωρίζεται ατελώς στα οικεία βιβλία μεταγραφών του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου. Ομοίως ατελώς πραγματοποιούνται οι απαιτούμενες κτηματολογικές εγγραφές.

γ) Με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού ρυθμίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με τη λύση και εκκαθάριση των ανωτέρω εταιρειών και, ιδίως, η ημερομηνία έναρξης της εκκαθάρισης ή και λήξης αυτής, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα που αφορά στην εκκαθάριση. Η Γενική Συνέλευση των μετόχων των υπό λύση και εκκαθάριση εταιρειών ορίζει τους εκκαθαριστές μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος. Μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την τυχόν άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας αυτής ορίζονται οι εκκαθαριστές με απόφαση του ανωτέρω Υπουργού.

δ) Οι οποιασδήποτε μορφής συμβάσεις εργασίας του προσωπικού των ανωτέρω ανωνύμων εταιρειών, καθώς και οι συμβάσεις έργου που αυτές έχουν συνάψει καταγγέλλονται εντός προθεσμίας δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, τηρουμένων των προβλέψεων της εργατικής νομοθεσίας. Οι δικηγόροι που έχουν προσληφθεί και υπηρετούν με έμμισθη εντολή κατά τη δημοσίευση του παρόντος στον Οργανισμό Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού Α. Ε. μπορούν με αίτησή τους, μέσα σε δύο μήνες από την κοινοποίηση σχετικής πρόσκλησης, να μεταφέρονται με την ίδια σχέση στο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων. Η μεταφορά γίνεται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Πολιτισμού και Τουρισμού.

ε) Το άρθρο 14 του ν. 3525/2007 (Α’ 25) τροποποιείται ως εξής:

«Ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) επί του ποσού κάθε χρηματικής χορηγίας, που υποβάλλεται στο Γραφείο Χορηγιών και εμπίπτει στις διατάξεις του παρόντος νόμου, παρακρατείται από το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού και αποδίδεται στο Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (ΤΑΠ) για την εκπλήρωση του σκοπού του. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού και Τουρισμού καθορίζεται η διαδικασία παρακράτησης του ποσοστού αυτού.

Από τη δημοσίευση του παρόντος το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (ΤΑΠ) αναλαμβάνει την έκδοση της Κάρτας Πολιτισμού.»

Άρθρο 65
Γενικές διατάξεις

1. Μετατάξεις και μεταφορές του ανωτέρω προσωπικού από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και ανώνυμες εταιρείες προς το Δημόσιο και Ν.Π.Δ.Δ. συνυπολογίζονται στους περιορισμούς των παραγράφων 1 και 7 του άρθρου 11 του ν. 3833/2010 (Α’ 40).

2. Στην περίπτωση που σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας δεν υπάρχουν κενές οργανικές θέσεις αντίστοιχης κατηγορίας, κλάδου και ειδικότητας για τις οποίες ο μεταφερόμενος ή μετατασσόμενος να κατέχει τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα συνιστώνται προσωποπαγείς θέσεις. Η μεταφορά ή μετάταξη του προσωπικού των καταργούμενων ή συγχωνευόμενων ή υπό καθεστώς λύσης και εκκαθάρισης υπηρεσιών και φορέων διενεργείται με παράλληλη δέσμευση κενής οργανικής θέσης τακτικού προσωπικού, η οποία δεν πληρούται για όσο χρόνο υφίσταται η προσωποπαγής θέση. Για τη δέσμευση της θέσης γίνεται ρητή αναφορά στην απόφαση μεταφοράς ή μετάταξης.

3. Από τη δημοσίευση της παρούσας παύουν αυτοδίκαια οι αποσπάσεις του πάσης φύσεως προσωπικού που υπηρετεί στους καταργούμενους ή συγχωνευόμενους ή υπό καθεστώς λύσης και εκκαθάρισης φορείς και υπηρεσίες.

4. Ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας του μεταφερόμενου ή μετατασσόμενου προσωπικού, που έχει διανυθεί στους φορείς προέλευσης και ο χρόνος που αναγνωρίσθηκε ως χρόνος υπηρεσίας, θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για τα θέματα βαθμολογικής και μισθολογικής εξέλιξης και για κάθε άλλη συνέπεια.

5. Με την επιφύλαξη τυχόν ειδικότερων ρυθμίσεων του παρόντος νόμου, το προσωπικό με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου των καταργούμενων ή συγχωνευόμενων υπηρεσιών και φορέων ή υπό καθεστώς λύσης και εκκαθάρισης ανωνύμων εταιρειών και οι απασχολούμενοι με σύμβαση έργου, απολύονται σύμφωνα με τις διατάξεις της σχετικής κείμενης νομοθεσίας.

6. Όσοι μεταφέρονται ή μετατάσσονται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας, εφόσον δεν παρουσιαστούν μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση της πράξης μεταφοράς ή μετάταξής τους για ανάληψη υπηρεσίας, θεωρείται ότι κατήγγειλαν τη σύμβασή τους και δεν δικαιούνται αποζημίωση για την αιτία αυτή.

7. Η μεταφορά ή μετάταξη του μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού των καταργούμενων ή συγχωνευόμενων ή υπό καθεστώς λύσης και εκκαθάρισης υπηρεσιών ή φορέων, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας, γίνεται κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων.

8. Για όλες τις περιπτώσεις αυτοδίκαιης μεταφοράς προσωπικού καταργούμενων ή συγχωνευόμενων ή τιθέμενων σε καθεστώς λύσης και εκκαθάρισης φορέων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Υπουργού που εποπτεύει τον φορέα υποδοχής ή του αρμόδιου Υπουργού που προΐσταται των υπηρεσιών υποδοχής, η οποία δημοσιεύεται σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

9. Το μεταφερόμενο ή μετατασσόμενο μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό κατατάσσεται σε μισθολογικά κλιμάκια της οικείας κατηγορίας, ανάλογα με τα τυπικά του προσόντα και το συνολικό χρόνο υπηρεσίας και λαμβάνει τις αποδοχές της υπηρεσίας υποδοχής. Τυχόν πρόσθετες αποδοχές ή απολαβές και ειδικά επιδόματα οποιασδήποτε ονομασίας δεν διατηρούνται ως προσωπική διαφορά.

10. Το μεταφερόμενο ή μετατασσόμενο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου προσωπικό εξακολουθεί να υπάγεται ως προς την κύρια και επικουρική ασφάλιση στους φορείς που υπάγονταν πριν τη μεταφορά ή τη μετάταξή του.

11. Το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από τη δημοσίευση της παρούσας έως την κοινοποίηση των πράξεων μεταφοράς ή μετάταξης και ανάληψης υπηρεσίας του προσωπικού που τακτοποιείται, θεωρείται για κάθε συνέπεια ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας του προσωπικού αυτού στους φορείς υποδοχής που καταβάλλουν και τις αντίστοιχες αποδοχές του για το διάστημα αυτό.

12. α) Οι δικηγόροι με έμμισθη εντολή των καταργούμενων ή συγχωνευόμενων ή υπό καθεστώς λύσης και εκκαθάρισης φορέων υποχρεούνται μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου να υποβάλουν στο όργανο διοίκησης του φορέα στον οποίο συγχωνεύθηκαν οι καταργούμενοι φορείς ή στους εκκαθαριστές ή στον εποπτεύοντα τον καταργούμενο φορέα Υπουργό: α) Αναλυτική κατάσταση των εκκρεμών και των περατωμένων δικαστικών υποθέσεων που χειρίστηκαν, η οποία προσυπογράφεται για την ακρίβειά της από τον προϊστάμενο της Νομικής Υπηρεσίας του φορέα, εφόσον υπάρχει, διαφορετικά υπογράφεται μόνο από τον ίδιο τον δικηγόρο με έμμισθη εντολή. Στην πιο πάνω κατάσταση για τις εκκρεμείς υποθέσεις γίνεται λεπτομερής μνεία του διαδικαστικού σταδίου στο οποίο βρίσκεται η υπόθεση και η ημερομηνία της επόμενης διαδικαστικής πράξης. β) Πλήρεις φακέλους των παραπάνω εκκρεμών και περατωμένων υποθέσεων με ακριβή αντίγραφα των δικογράφων, εισηγητικών εκθέσεων, δικαστικών αποφάσεων και των εγγράφων αποδείξεως.

Αν τα πιο πάνω στοιχεία δεν παραδοθούν εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας ή δεν είναι πλήρη, με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου, η σύμβαση καταγγέλλεται υποχρεωτικά για σπουδαίο λόγο με υπαιτιότητα του δικηγόρου και δεν οφείλεται αποζημίωση λόγω καταγγελίας.

β) Οι δικηγόροι με έμμισθη εντολή έχουν υποχρέωση να υποβάλουν τα παραπάνω στοιχεία και για τις υποθέσεις των οποίων ο χειρισμός ανατέθηκε σε δικηγόρους που δεν αμείβονταν με πάγια αντιμισθία, εφόσον τα στοιχεία έχουν περιέλθει σε αυτούς. Σε αντίθετη περίπτωση πρέπει να φροντίσουν να συλλέξουν τα στοιχεία αυτά και στη συνέχεια να τα υποβάλουν σύμφωνα με τα πιο πάνω. Η αδυναμία συλλογής και παράδοσης των στοιχείων του προηγούμενου εδαφίου μέσα στην προβλεπόμενη προθεσμία, χωρίς υπαιτιότητα του δικηγόρου, δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει σπουδαίο λόγο καταγγελίας της σύμβασης έμμισθης εντολής.

13. Υφιστάμενες μισθώσεις ακινήτων καταργούμενων ή συγχωνευόμενων νομικών προσώπων ή εταιρειών που λύονται και τίθενται σε εκκαθάριση, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, λύονται μέσα σε τρεις μήνες από τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού που εποπτεύει τα παραπάνω νομικά πρόσωπα και εταιρείες μπορεί να παρατείνεται η μίσθωση έως έναν ακόμη μήνα και για μία μόνο φορά, με την προϋπόθεση ότι συντρέχει σοβαρός λόγος που μνημονεύεται στην απόφαση αυτή. Με όμοια απόφαση ρυθμίζεται και κάθε άλλη λεπτομέρεια σχετικά με τη λύση των μισθώσεων.

14. Εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται από τους διάδοχους φορείς, χωρίς να επέρχεται βίαιη διακοπή τους και χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε άλλη διατύπωση για τη συνέ-χισή τους. Υποχρεώσεις και δικαιώματα που υφίστανται κατά την κατάργηση ή συγχώνευση ή διάσπαση ή απορρόφηση των φορέων μεταφέρονται στο σύνολό τους στους διάδοχους φορείς, οι οποίοι καθίστανται καθολικοί διάδοχοι. Σε περίπτωση κατάργησης φορέα και μεταφοράς των αρμοδιοτήτων του σε υπηρεσιακές μονάδες Υπουργείου, αυτό θεωρείται ως διάδοχος φορέας. Αν η κατάργηση του φορέα γίνεται χωρίς μεταφορά των αρμοδιοτήτων του, καθολικός διάδοχος θεωρείται το Υπουργείο που εποπτεύει τον καταργούμενο φορέα.

Άρθρο 66
Κατάργηση, συγχώνευση και αναδιάρθρωση Ν.Π.Ι.Δ. και δημοσίων επιχειρήσεων

1. Μετά το άρθρο 14Α του ν. 3429/2005 (Α’ 314) προστίθεται άρθρο 14Β ως εξής:

«Αρθρο 14Β

Κατάργηση, συγχώνευση και αναδιάρθρωση Ν.Π.Ι.Δ. και δημοσίων επιχειρήσεων

1. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση εποπτεύοντος Υπουργού: α) οι ανώνυμες εταιρείες με την επωνυμία «Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου Α.Ε. (Κ.Ε.Δ. Α.Ε.)», «Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Υλικού Α.Ε. (Ο.Δ.Δ.Υ. Α.Ε.)», «Ελληνική Ραδιοφωνία Τηλεόραση Α.Ε. (Ε.Ρ.Τ. Α.Ε.)», «Εταιρεία Τουριστικής Ανάπτυξης Α.Ε.», «Οργανισμός Σχολικών Κτιρίων Α.Ε. (Ο.Σ.Κ. Α.Ε.)», «Δημόσια Επιχείρηση Ανέγερσης Νοσηλευτικών Μονάδων Α.Ε. (Δ.ΕΠ.Α.ΝΟ.Μ. Α.Ε.)», «ΘΕΜΙΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ Α.Ε.», «Ελληνικός Οργανισμός Μικρών – Μεσαίων Επιχειρήσεων και Χειροτεχνίας Α.Ε. (Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ. Α.Ε.)», β) τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία, «Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (Ι.Γ.Μ.Ε.)» και «Εθνικό Ίδρυμα Νεότητας (Ε.Ι.Ν.)» και γ) άλλα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που ανήκουν στο Κράτος, εφόσον επιχορηγούνται τακτικά από κρατικούς πόρους και άλλες δημόσιες επιχειρήσεις εφόσον το Ελληνικό Δημόσιο είναι κύριο του συνόλου του καταβεβλημένου μετοχικού τους κεφαλαίου, μπορεί, αν επιβαρύνουν τον Κρατικό Προϋπολογισμό άμεσα ή έμμεσα ή αν επιδιώκουν παρεμφερή σκοπό ή για τον εξορθολογισμό του κόστους λειτουργίας τους: αα) να καταργούνται, να συγχωνεύονται ή να διασπώνται με απορρόφηση ή με σύσταση νέων εταιρειών ή με απορρόφηση και σύσταση νέων εταιρειών ή/και ββ) να αποσπώνται από αυτά περιουσιακά στοιχεία ή επιχειρηματικές μονάδες ως κλάδος ή τμήμα και να εισφέρονται σε άλλη ανώνυμη εταιρεία ή/και να μεταφέρεται και να ανατίθεται η ασκούμενη δραστηριότητα ή ο επιδιωκόμενος σκοπός σε άλλο νομικό πρόσωπο. δ) Ειδικότερα, με την κοινή απόφαση της παρούσας παραγράφου, συγχωνεύονται σε ενιαίο φορέα με την επωνυμία «Ενιαίος Γεωργικός Οργανισμός – «ΔΗΜΗΤΡΑ»», τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία: αα) «Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας (ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.)», ββ) «Οργανισμός Γεωργικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, Κατάρτισης και Απασχόλησης (Ο.Γ.Ε.Ε.Κ.Α.) – «ΔΗΜΗΤΡΑ»», γγ) ο «Οργανισμός Πιστοποίησης και Επίβλεψης Γεωργικών Προϊόντων (Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π.)» με διακριτικό τίτλο AGROCERT και δδ) ο « Ελληνικός Οργανισμός Γάλακτος και Κρέατος (ΕΛ.Ο.ΓΑ.Κ.)».

2. Με την απόφαση της προηγούμενης παραγράφου καθορίζεται η τύχη της περιουσίας του νομικού προσώπου που τυχόν καταργείται, ο φορέας που καθίσταται διάδοχος των δικαιωμάτων και υποχρεώσεών του, το καταστατικό ή ο οργανισμός που το διέπει στην περίπτωση συγχώνευσης και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου.»

2. Μέσα σε προθεσμία εννέα μηνών από την έκδοση της απόφασης της παραγράφου 1 του άρθρου 14Β του ν. 3429/2005 προσδιορίζεται ανά διάδοχο φορέα το τυχόν πλεονάζον προσωπικό για το οποίο εφαρμόζεται το άρθρο 37 παρ. 7 του ν. 3986/2011 (Α’ 152). Ο προσδιορισμός γίνεται με απόφαση της αρμόδιας για το προσωπικό Γενικής Διεύθυνσης ή Διεύθυνσης ή υπηρεσίας του διάδοχου φορέα, μετά από σχετική μελέτη, στην οποία περιλαμβάνεται και η εκπόνηση νέου οργανογράμματος. Μέχρι τον προσδιορισμό του τυχόν πλεονάζοντος και τη μεταφορά του μη πλεονάζοντος προσωπικού κατά τα ανωτέρω, η μισθοδοσία καταβάλλεται κανονικά από τον υπό εκκαθάριση ή υπό συγχώνευση ή διάσπαση τελούντα φορέα, η διάρκεια των οποίων διαδικασιών παρατείνεται μέχρι τότε.

Άρθρο 67
Καταργούμενες διατάξεις

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη που είναι αντίθετη ή ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα που ρυθμίζονται με τις διατάξεις των ως άνω άρθρων 56 έως 66.

Άρθρο 68
Λοιπές διατάξεις Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης

1. Για την πλήρωση θέσεων στο Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ. και τους Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού με μετάταξη ή μεταφορά προσωπικού με γενικές ή ειδικές διατάξεις απαιτείται προηγούμενη έγκριση από την τετραμελή επιτροπή σύμφωνα με την ΠΥΣ 33/2006 (Α’ 280), όπως ισχύει κάθε φορά. Εκκρεμείς κατά τη δημοσίευση του παρόντος μετατάξεις ή μεταφορές προσωπικού ιδιωτικού δικαίου από τους φορείς των περιπτώσεων στ’ έως και θ’ του άρθρου 14 του ν. 2190/1994 (Α’ 28) σε δημόσιες υπηρεσίες, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού δεν ολοκληρώνονται.

2. Η διάταξη της υποπαραγράφου 1 του παρόντος δεν έχει εφαρμογή στις υποχρεωτικές μεταφορές προσωπικού.

3. Μετά το τρίτο εδάφιο της υποπερίπτωσης 5 της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 1, το τρίτο εδάφιο της υποπερίπτωσης 5 της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 2 και το τρίτο εδάφιο της υποπερίπτωσης 4 της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 3 του άρθρου 85 του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις του άρθρου πρώτου του ν. 3839/2010 (Α’ 51), προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Ο βαθμός της γραπτής εξέτασης ισχύει για έξι (6) έτη από την έκδοση των αποτελεσμάτων. Για τους υπαλλήλους που συμμετέχουν σε δύο ή και περισσότερες γραπτές εξετάσεις λαμβάνεται υπόψη η υψηλότερη βαθμολογία τους. Η διαδικασία της γραπτής εξέτασης διενεργείται μία (1) τουλάχιστον φορά κάθε τρία (3) έτη ανεξάρτητα από την προκήρυξη επιλογής προϊσταμένων οργανικών μονάδων. Δικαίωμα συμμετοχής στη διαδικασία έχουν τόσο οι υπάλληλοι που πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 84 του παρόντος κατά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων συμμετοχής στη γραπτή εξέταση όσο και οι υπάλληλοι που θα πληρούν τις προϋποθέσεις αυτές τέσσερα (4) έτη μετά τη λήξη της ανωτέρω προθεσμίας.»

4. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 157 του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις του άρθρου δεύτερου του ν. 3839/2010, προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Το ΕΙ.Σ.Ε.Π. μπορεί να συνεδριάζει και στην έδρα του Α.Σ.Ε.Π.. »

5. Στην παρ. 6 του άρθρου 37 του ν. 3986/2011 (Α’ 152) η φράση «των παραγράφων 1 και 2» αντικαθίσταται με τη φράση «των παραγράφων 4 και 5».

6. Οι διατάξεις του άρθρου 2 του π.δ. 57/2007 (Α’ 59), όπως ισχύουν, αντικαθίστανται ως εξής:

«1. Το Ε.Κ.Δ.Δ.Α. διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο που αποτελείται από:

α) τον Πρόεδρο,

β) τον Γενικό Γραμματέα Ε.Κ.Δ.Δ.Α.,

γ) τους Διευθυντές των εκπαιδευτικών μονάδων του Ε.Κ.Δ.Δ.Α.,

δ) τον υπεύθυνο συντονιστή της Μονάδας Τεκμηρίωσης και Καινοτομιών του Ε.Κ.Δ.Δ.Α.,

ε) τρεις εμπειρογνώμονες, έκαστος σε διαφορετικό γνωστικό αντικείμενο, με εμπειρία σε θέματα κυρίως δημόσιας διοίκησης, ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, διαβούλευσης, οικονομικής διαχείρισης, επίλυσης συγκρούσεων , κοινωνικών δικτύων , διαφάνειας, δια βίου μάθησης, εκ των οποίων ένας τουλάχιστον να είναι απόφοιτος της Ε.Σ.Δ.Δ.Α.,

στ) έναν εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας (Κ.Ε.Δ.Ε.),

ζ) έναν εκπρόσωπο της Ανώτατης Διοίκησης Ενώσεων Δημοσίων Υπαλλήλων Ελλάδας (Α.Δ.Ε.Δ.Υ.),

η) έναν εκπρόσωπο της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδος (ΕΝ.Π.Ε.),

θ) έναν εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Π.Ο.Ε – Ο.Τ.Α.).

2. Ο Πρόεδρος, ο Γενικός Γραμματέας και οι αναπληρωτές τους επιλέγονται μεταξύ επιστημόνων κύρους και ειδικής εμπειρίας από τους επιστημονικούς κλάδους που απαριθμούνται στην περίπτωση ε’ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ή και από άλλους επιστημονικούς κλάδους, εφόσον έχουν ασκήσει διοικητικά καθήκοντα υψηλής ευθύνης. Στην περίπτωση ορισμού μέλους Δ.Ε.Π. πλήρους απασχόλησης ως Πρόεδρου του Δ.Σ. του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, διατηρείται η ένταξή του στην κατηγορία της πλήρους απασχόλησης και καταβάλλεται παράλληλα με τις προβλεπόμενες από τις κείμενες διατάξεις αποδοχές της κύριας θέσης του και η προβλεπόμενη για τον Πρόεδρο του Δ.Σ. του Ε.Κ.Δ.Δ.Α. μηνιαία αποζημίωση, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3833/2010 (Α’ 40).

3. Ο Πρόεδρος, ο Γενικός Γραμματέας, καθώς και τα μέλη που μνημονεύονται στα στοιχεία ε’ , στ’ , ζ’ , η’ και θ’ της παραγράφου 1 με τους αναπληρωτές τους διορίζονται για τριετή θητεία που μπορεί να ανανεωθεί, με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Με απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών καθορίζεται η αποζημίωση του Προέδρου, των μελών και του γραμματέα του Δ.Σ. και οι αποδοχές του Γενικού Γραμματέα. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Δ.Σ. του Ε.Κ.Δ.Δ.Α. συνεχίζουν να ασκούν τα καθήκοντά τους και μετά τη λήξη της θητείας τους μέχρι την ανανέωσή της ή το διορισμό νέων μελών σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.

4. Η θητεία του Προέδρου, του Γενικού Γραμματέα και των μελών του Δ.Σ. που αναφέρονται στο στοιχείο ε’ της παραγράφου 1 μπορεί να διακοπεί σε περίπτωση σοβαρής παράβασης ή σοβαρής αμέλειας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Η διακοπή γίνεται με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.

5. Το Δ.Σ. ύστερα από εισήγηση του Γενικού Γρα μμα-τέα ορίζει ως γραμματέα του Δ.Σ. υπάλληλο του Κέντρου, καθώς και τον αναπληρωτή του.»

7. Στο τέλος της υποπερίπτωσης γγ’ της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1 του άρθρου 10 Α του π.δ. 57/2007 (Α’ 95), που προστέθηκε με την περίπτωση δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 57 του ν. 3966/2011 (Α’ 118), προστίθεται υποπερίπτωση δδ’ ως εξής:

«δδ) Η μέριμνα για την καλή λειτουργία και διαχείριση του δικτυακού τόπου ανάρτησης των προσκλήσεων εκδήλωσης ενδιαφέροντος για θέσεις μετακλητών του δημόσιου τομέα, καθώς και των σχεδίων νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων που τίθενται σε δημόσια διαβούλευση.»

Άρθρο 69
Καθαρισμός σχολικών μονάδων

Η περίπτωση γ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του ν. 3870/2010 (Α’ 138) αντικαθίσταται ως εξής:

«γ.ι. Οι συμβάσεις μίσθωσης έργου της παραγράφου 5 του άρθρου 113 του ν. 1892/1990 (Α’ 101), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, καταρτίζονται για τα διδακτικά έτη 2010-2011 και 2011-2012 σύμφωνα με τις ρυθμίσεις των διατάξεων αυτών.

ii. Από την έναρξη του διδακτικού έτους 2012-2013 και εφόσον οι ανάγκες των δήμων για τον καθαρισμό των σχολικών μονάδων δεν καλύπτονται από το υπάρχον προσωπικό, μπορεί να καλυφθούν με συμβάσεις, που καταρτίζονται από τους οικείους δήμους, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

iii. Για το κόστος της απασχόλησης, με συμβάσεις, του προσωπικού του προηγούμενου εδαφίου, για το διδακτικό έτος 2012-2013 και εφεξής εγγράφεται ειδική πίστωση στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εσωτερικών, η οποία κατανέμεται, με απόφαση του Υπουργού, κατ’ αναλογία στους οικείους δήμους. Μέχρι το ανωτέρω διδακτικό έτος εξακολουθεί να εφαρμόζεται η παράγραφος 5 του άρθρου 113 του ν. 1892/1990, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.»

Άρθρο 70

Οι συμβάσεις που είχαν συναφθεί κατά το σχολικό έτος 2010-2011 από τις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις για τη μεταφορά μαθητών της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης παρατείνονται για την περίοδο από την 1η Σεπτεμβρίου έως την 31η Δεκεμβρίου 2011 με απόφαση του Περιφερειακού Συμβουλίου, που λαμβάνει η απόλυτη πλειοψηφία των μελών του, και αφού προηγουμένως ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης βεβαιώσει με πράξη του ότι οι σχετικοί διαγωνισμοί προκηρύχθηκαν από τους οικείους δήμους, χωρίς να έχουν ολοκληρωθεί.

Οι συμβάσεις παρατείνονται με όρους και κόστος μικρότερο εκείνων που έληξαν, διαμορφώνονται δε μετά από διαπραγμάτευση.

Με την ολοκλήρωση των διαγωνισμών από τους οικείους δήμους και την ανάδειξη των νέων αναδόχων, οι παραπάνω συμβάσεις, εφόσον δεν έχει συμπληρωθεί ο χρόνος παράτασης, λύονται αυτοδικαίως και αζημίως.

Άρθρο 71
Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε επί μέρους διατάξεις του.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Λευκάδα, 18 Αυγούστου 2011

ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

ΕΟΠΥΥ: Αλλάζει (πάλι) το σύστημα των ραντεβού

Νέο μηχανισμό κλεισίματος των ραντεβού με τους συμβεβλημένους γιατρούς του ΕΟΠΥΥ εξετάζει η διοίκηση του Οργανισμού στοχεύοντας στη μείωση της ταλαιπωρίας των ασφαλισμένων αλλά και στον έλεγχο των …

Επέκταση των παθήσεων για τις οποίες η διάρκεια αναπηρίας των ασφαλισμένων καθορίζεται επ' αόριστον

Αυτή είναι η υπουργική απόφαση (ΦΕΚ Β' 2906/18-11-2013) που καθορίζει τις παθήσεις για τις οποίες η διάρκεια της αναπηρίας των ασφαλισμένων καθορίζεται επ' αόριστον και οι ασφαλισμένοι δεν χρειάζεται …

Οι 43 μόνιμες αναπηρίες για τις οποίες δεν περνούν οι ασφαλισμένοι για επανέλεγχο στα ΚΕ.Π.Α.

Υπέγραψε ο υπουργός Εργασίας (31/10/2013) υπουργική απόφαση με την οποία καθορίζονται οι 43 μόνιμες και μη αναστρέψιμες παθήσεις για τις οποίες η διάρκεια της αναπηρίας καθορίζεται επ’ αόριστον, …

Χορήγηση κύριας σύνταξης αναπηρίας από το ΙΚΑ

Απαιτούμενα δικαιολογητικά για τη χορήγηση κύριας σύνταξης αναπηρίας από το ΙΚΑ. Αρμόδιος φορέας: ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ (ΙΚΑ) Νομικό πλαίσιο: ΦΕΚ τ. Β 777/17.06.2003 - Απλούστευση με ΦΕΚ τ.Β …

Προβλήματα στον ΕΟΠΥΥ Γλυφάδας

Η ταλαιπωρία των πολιτών με αναπηρία λόγω καθυστερήσεων πληρωμών από τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ, αλλά και η πολύμηνη αναμονή στις λίστες των ΚΕ.Π.Α., έχει γίνει πια η εφιαλτική καθημερινότητα όλων μας. Και τα …