Αναδιάρθρωση των κλάδων του Ταμείου Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε.) και ρύθμιση άλλων θεμάτων αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας

ΝΟΜΟΣ 3518/2006 – ΦΕΚ 272/Α’/21.12.2006

Αναδιάρθρωση των κλάδων του Ταμείου Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε.) και ρύθμιση άλλων θεμάτων αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Αρθρο 1

Αναδιάρθρωση και λειτουργία των κλάδων

ΜΕΡΟΣ Α

ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΚΛΑΔΩΝ Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε.

1. Στο Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε.), που διέπεται από τις διατάξεις του α.ν. 2326/1940 «περί Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε.» (ΦΕΚ 145 Α) και του ν. 915/1979 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της περί Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. νομοθεσίας» (ΦΕΚ 103 Α), όπως ισχύουν, λειτουργούν από την πρώτη του επόμενου της δημοσίευσης του παρόντος μήνα οι κάτωθι κλάδοι που αναδιαρθρώνονται ως εξής:

α) κλάδος κύριας σύνταξης

β) κλάδος επικουρικής ασφάλισης

γ) κλάδος υγείας τεχνικών (Κ.Υ.Τ.)

δ) κλάδος εφάπαξ παροχών και

ε) κλάδος ειδικών παροχών.

2. Ο κλάδος υγείας τεχνικών (Κ.Υ.Τ.) εξακολουθεί να διέπεται από τις κείμενες περί αυτού διατάξεις.
3. Κάθε κλάδος της παραγράφου 1 έχει πλήρη λογιστική και οικονομική αυτοτέλεια.

Αρθρο 2

Κατάργηση του Ειδικού Λογαριασμού Προσθέτων Παροχών – Ειδική Προσαύξηση

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

ΚΛΑΔΟΣ ΚΥΡΙΑΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ

Ο Ειδικός Λογαριασμός Προσθέτων Παροχών (Ε.Λ.Π.Π.) που συστήθηκε με το άρθρο 33 του ν. 915/1979 καταργεί­ται από την πρώτη του επόμενου της δημοσίευσης του παρόντος μήνα. Η πρόσθετη σύνταξη του Λογαριασμού αντικαθίσταται από την Ειδική Προσαύξηση, βαρύνει τον κλάδο κύριας σύνταξης Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. και καταβάλλεται από αυτόν, σύμφωνα με όσα ορίζονται στα επόμενα άρθρα.

Η καταβολή των παροχών εφάπαξ του καταργούμενου κλάδου βαρύνει το συνιστώμενο Κλάδο Εφάπαξ Παροχών, σύμφωνα με όσα ορίζονται στα επόμενα άρθρα.

Το αποθεματικό του Ε.Λ.Π.Π. μεταφέρεται και επιμερίζεται στον ισχύοντα κλάδο κύριας σύνταξης Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. και στους Κλάδους Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών, που συνιστώνται με το νόμο αυτόν. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. και αναλογιστική μελέτη, καθορίζεται το ποσοστό επιμερισμού του μεταφερόμενου αποθεματικού του προηγούμενου εδαφίου.

Με την ίδια διαδικασία επιμερίζονται οι οφειλόμενες εισφορές προς τον Ε.Λ.Π.Π. και εισπράττονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις του Ταμείου.

Αρθρο 3

Πρόσωπα που υπάγονται στην Ειδική Προσαύξηση

Στην Ειδική Προσαύξηση υπάγονται:

1. Υποχρεωτικά τα κάτωθι πρόσωπα:

α) Οι μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένοι του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε..

β) Οι από 1.1.1993 και εφεξής ασφαλισμένοι του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., εφόσον έχουν συμπληρώσει δεκαετή ασφάλιση στον κλάδο κύριας σύνταξης και το 35ο έτος της ηλικίας τους.

γ) Οι τακτικοί υπάλληλοι του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., καθώς και οι υπάλληλοι του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (Τ.Ε.Ε.).

2. Προαιρετικά ύστερα από αίτηση τους:

α) Οι μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένοι του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., που κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου ασφαλίζονται ή θα ασφαλισθούν μεταγενέστερα σε άλλο φορέα κύριας ασφάλισης της ημεδαπής ή της αλλοδα­πής ή στο Δημόσιο.

β) Οι από 1.1.1993 και εφεξής ασφαλισμένοι του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει δεκαετή ασφάλιση στον Κλάδο Κύριας Σύνταξης ή το 35ο έτος της ηλικίας τους.

Αρθρο 4

Πόροι του κλάδου κύριας σύνταξης

Πόροι του κλάδου κύριας σύνταξης είναι:

1. Οι εισφορές του κλάδου κύριας σύνταξης, οι οποίες ορίζονται ως εξής:

α) Ασφαλισμένοι μέχρι 31.12.1992:

αα. Το ποσοστό μηνιαίας εισφοράς των ελευθέρων επαγγελματιών ορίζεται σε ποσοστό 20% επί του ποσού της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας, κατά τις διατά­ξεις του ν.2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α’) και του π.δ. 124/1993 (ΦΕΚ 54 Α’), όπως κάθε φορά διαμορφώνεται.

ββ. Το συνολικό ποσοστό εισφοράς των μισθωτών ορίζεται σε ποσοστό 20% επί των κατά μήνα καταβαλλόμενων αποδοχών, που δεν μπορεί να υπερβαίνουν το τριπλάσιο του ποσού της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορί­ας κατά τις διατάξεις του ν. 2084/1992 και του π.δ. 124/1993, όπως κάθε φορά διαμορφώνεται και κατανέμεται κατά 6,67% σε βάρος των ασφαλισμένων και κατά 13,33% σε βάρος των εργοδοτών.

Στις περιπτώσεις που διάταξη νόμου αποκλείει την καταβολή εργοδοτικής εισφοράς, οι μισθωτοί ασφαλισμένοι του Ταμείου καταβάλλουν το ποσό της μηνιαίας εισφοράς, όπως αυτό ορίζεται για τους ελεύθερους επαγγελματίες.

β) Ασφαλισμένοι από 1.1.1993:

αα. Το ποσοστό μηνιαίας εισφοράς των ελευθέρων επαγγελματιών ορίζεται σε ποσοστό 30% επί του ποσού των ασφαλιστικών κατηγοριών κατά τις διατάξεις του ν. 2084/1992 και του π.δ. 124/1993 και βαρύνει κατά 20% τους ίδιους και κατά 10% το κράτος.

ββ. Το συνολικό ποσοστό εισφοράς των μισθωτών ορίζεται σε ποσοστό 20% επί των κατά μήνα καταβαλλό­μενων αποδοχών, οι οποίες δεν μπορεί να υπερβαίνουν το οκταπλάσιο του ποσού της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας του ν. 2084/1992 και του π.δ. 124/1993, όπως κάθε φορά διαμορφώνεται και κατανέμεται κατά 6,67% σε βάρος των ασφαλισμένων και κατά 13,33% σε βάρος των εργοδοτών.

Το ποσοστό εισφοράς του κράτους υπολογίζεται σε ποσοστό 10% επί των κατά μήνα καταβαλλόμενων αποδοχών, οι οποίες δεν μπορεί να υπερβαίνουν το διπλά­σιο του ποσού της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας του ν. 2084/1992 και του π.δ. 124/1993, όπως κάθε φορά διαμορφώνεται.

Για τους υπαγόμενους για πρώτη φορά στην ασφάλιση του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., οι καταβαλλόμενες εισφορές που βαρύνουν μισθωτούς και αυτοαπασχολούμενους ασφαλισμένους, ανεξάρτητα από το χρόνο υπαγωγής τους σε φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο, ορίζονται για την πρώτη πενταετία ίσες προς το πενήντα τοις εκατό (50%) των πιο πάνω αναφερομένων.

Για την καταβολή των μειωμένων αυτών εισφορών ο ασφαλισμένος δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 35 έτη.

2. Οι εισφορές της Ειδικής Προσαύξησης, οι οποίες ορίζονται ως εξής:

Για τους ασφαλισμένους μέχρι 31.12.1992 και από 1.1.1993 και εφεξής το ποσοστό εισφοράς των ελευ­θέρων επαγγελματιών και των μισθωτών καθορίζεται για μία πενταετία, από την πρώτη του επόμενου της δημοσίευσης του παρόντος μήνα στο 12% του ποσού της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας του ν. 2084/1992 και του π.δ. 124/1993, όπως κάθε φορά διαμορφώνεται. Μετά τη λήξη της πενταετίας, με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, μετά από αναλογιστική μελέτη αναπροσαρμόζεται το πιο πάνω ποσοστό σταδιακά έως 20%.

Για τους από 1.1.1993 ασφαλισμένους, υπαγόμενους για πρώτη φορά στην ασφάλιση, οι καταβαλλόμενες εισφορές στην Ειδική Προσαύξηση για την πρώτη πενταετία ορίζονται στο 70% των πιο πάνω αναφερομένων.

3. Το μεταφερόμενο αποθεματικό του Ε.Λ.Π.Π. κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 του παρόντος.

4. Το σύνολο των μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος λοιπών προβλεπόμενων πόρων του κλάδου κύριας σύνταξης Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. και του Ειδικού Λογαριασμού Πρό­σθετων Παροχών (Ε.Λ.Π.Π.), εκτός του εδαφίου γ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 34 του ν. 915/1979.

Αρθρο 5

Προϋποθέσεις χορήγησης της Ειδικής Προσαύξησης

Το δικαίωμα για χορήγηση της Ειδικής Προσαύξησης ασκείται εφόσον ο δικαιούχος:

α) Έχει καταστεί συνταξιούχος του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου.

β) Έχει καταβάλει την εισφορά που προβλέπεται στο άρθρο 4 του παρόντος νόμου για το χρόνο ασφάλισης στην Ειδική Προσαύξηση.

Αρθρο 6
Χρόνος ασφάλισης για την Ειδική Προσαύξηση

Ως χρόνος ασφάλισης στην Ειδική Προσαύξηση λογίζεται:

α) Ο χρόνος ασφάλισης από την πρώτη του επόμενου της δημοσίευσης του παρόντος μήνα και εφεξής, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

β) Ο χρόνος που έχει διανυθεί στην ασφάλιση του Ε.Λ.Π.Π..

Ο χρόνος αυτός μπορεί ύστερα από αίτηση του ασφαλισμένου, που υποβάλλεται μέσα σε ένα χρόνο από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, να θεωρηθεί ως χρό­νος ασφάλισης στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης, που συνιστάται με τον παρόντα νόμο. Στην περίπτωση αυτή δεν λαμβάνεται υπόψη για την Ειδική Προσαύξηση.

Αρθρο 7

Εφαρμογή διατάξεων διαδοχικής ασφάλισης

1. Στις περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης και εφόσον συμμετέχων οργανισμός είναι το Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., το ποσό της σύνταξης προσαυξάνεται με το ποσό που προέρχεται από την Ειδική Προσαύξηση και στο ύψος που προσδιορίζεται από τις διατάξεις του νόμου αυτού. Η απόδοση των οφειλόμενων ποσών στον απονέμοντα οργανισμό γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 και 3 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α’).

2. Στις περιπτώσεις που δεν χωρήσει ασφάλιση στην Ειδική Προσαύξηση και υπάρχει ασφάλιση σε άλλους φορείς επικουρικής ασφάλισης, μπορεί ο χρόνος που δι­ανύθηκε στην ασφάλιση του Ε.Λ.Π.Π. να συνυπολογισθεί από τους φορείς αυτούς, σύμφωνα με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης, όπως ισχύουν. Στην περίπτωση αυτή συμμετέχων οργανισμός στη δαπάνη της σύνταξης είναι ο κλάδος κύριας σύνταξης.

Αρθρο 8

Ποσό κύριας σύνταξης και Ειδικής Προσαύξησης

1. α) Το ποσό της μηνιαίας κύριας σύνταξης που χορηγεί το Ταμείο λόγω γήρατος και αναπηρίας στους ασφαλισμένους μέχρι 31.12.1992 (παλαιούς ασφαλισμένους), ορίζεται σε 816 ευρώ για 35 έτη ασφάλισης. Για κάθε έτος ασφάλισης και μέχρι τα 35 έτη υπολογίζεται ένα τριακοστό πέμπτο (1/35) του πιο πάνω ποσού. Για κάθε έτος πέραν των 35 και μέχρι τα 45 η σύνταξη προσαυ­ξάνεται κατά ένα τριακοστό πέμπτο (1/35).

β) Με τον ίδιο πιο πάνω τρόπο αναπροσαρμόζονται αναλόγως από την 1.1.2006 και οι συντάξεις των ήδη συνταξιούχων.

2.α) Το ποσό της ειδικής προσαύξησης προσδιορίζεται από τη σχέση:

40-Δ

Σ = 1,33 Χ Β Χ———–

40

όπου Σ είναι το ύψος της ειδικής προσαύξησης, Β το ύψος του ποσού της κύριας σύνταξης ασφαλισμένου μέχρι 31.12.1992 (παλαιού ασφαλισμένου) για ίσο χρόνο ασφάλισης με το διανυθέντα στην ειδική προσαύξηση και Δ ο διανυθείς χρόνος ασφάλισης σε άλλο φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο, μετά την υπαγωγή στην κύρια ασφάλιση του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε..

Χρόνος απονομής της ειδικής προσαύξησης είναι ο χρόνος απονομής της κύριας σύνταξης.

Ασφαλισμένοι του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. που μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος και πριν την έναρξη της ασφάλι­σης τους σε άλλο φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο έχουν διανύσει υπερδεκαετή χρόνο ασφάλισης στον καταργούμενο Ε.Λ.Π.Π., για το χρόνο αυτόν και μόνον, αποκτούν δικαίωμα αυτοτελούς υπολογισμού του τμή­ματος αυτού στην Ειδική Προσαύξηση χωρίς τον υπο­λογισμό του μετέπειτα διανυθέντος χρόνου ασφάλισης σε άλλο φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο.

β) Από την 1.1.2006 οι καταβαλλόμενες από τον Ε.Λ.Π.Π. παροχές επανυπολογίζονται σύμφωνα με τον τρόπο υπολογισμού της Ειδικής Προσαύξησης. Εφόσον τα ήδη χορηγούμενα ποσά είναι μεγαλύτερα, αυτά εξακολου­θούν να καταβάλλονται.

Οι διατάξεις περί κατωτάτων ορίων της κύριας σύντα­ξης δεν εφαρμόζονται επί της Ειδικής Προσαύξησης.

Αρθρο 9

Οικονομική επιβάρυνση

1. Από την πρώτη του επόμενου της δημοσίευσης του παρόντος μήνα, τα ποσά των συντάξεων του Ε.Λ.Π.Π., που ήδη καταβάλλονται, βαρύνουν τον κλάδο κύριας σύνταξης Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε..

2. Κάθε δαπάνη, που προκύπτει από μεταφορά στον κλάδο επικουρικής ασφάλισης του χρόνου, που έχει διανυθεί στην ασφάλιση του Ε.Λ.Π.Π. μέχρι την πρώτη του επόμενου της δημοσίευσης του παρόντος μήνα, βαρύνει τον κλάδο κύριας σύνταξης Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε..

Αρθρο 10

Αναπροσαρμογή βάσης υπολογισμού εισφορών και παροχών

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οι­κονομικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασί­ας, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. και αναλογιστική μελέτη, μπορεί να καθορίζονται ίδια ή διαφορετικά ποσά επί των οποίων υπολογίζονται οι εισφορές και οι παροχές του κλάδου κύριας σύνταξης του Ταμείου, καθώς και της Ειδικής Προσαύξησης.
Αρθρο 11

Σκοπός

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

ΚΛΑΔΟΣ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Σκοπός του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης είναι η παροχή μηνιαίας επικουρικής σύνταξης λόγω γήρατος, αναπηρίας και θανάτου στα κατά τα επόμενα άρθρα αναφερόμενα πρόσωπα, καθώς και στα μέλη των οικο­γενειών τους.

Αρθρο 12

Διοίκηση – Διαχείριση

1. Τη διοίκηση και τη διαχείριση του Κλάδου Επικου­ρικής Ασφάλισης ασκεί το Διοικητικό Συμβούλιο του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν το Ταμείο αυτό.

2. Οι εργασίες του Κλάδου εκτελούνται από το προ­σωπικό του Ταμείου. Η συμμετοχή του Κλάδου στις δαπάνες διοίκησης και λειτουργίας του Ταμείου καθο­ρίζεται σε ποσοστό 13% επί του συνόλου αυτών.

3. Τα θέματα της λογιστικής οργάνωσης, διαχείρισης, κατάρτισης ισοζυγίων, προϋπολογισμών, ισολογισμών, απολογισμών, διενέργειας προμηθειών και επενδύσεων του Κλάδου διέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες δια­τάξεις του Ταμείου και της γενικότερης νομοθεσίας.

Αρθρο 13

Ασφαλιστέα πρόσωπα

1. Στην ασφάλιση του Κλάδου υπάγονται υποχρεω­τικά:

α) οι από 1.1.1993 και εφεξής ασφαλισμένοι του κλάδου κύριας σύνταξης του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε.,

β) οι μέχρι 31.12.1992 μισθωτοί που είναι ασφαλισμένοι του κλάδου κύριας σύνταξης του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., εφόσον δεν υπάγονται σε άλλο επικουρικό φορέα,

γ) οι μέχρι 31.12.1992 ελεύθεροι επαγγελματίες που είναι ασφαλισμένοι του κλάδου κύριας σύνταξης του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., εφόσον δεν υπάγονται σε άλλο επικουρι­κό φορέα και δεν έχουν συμπληρώσει το πεντηκοστό έτος της ηλικίας τους, κατά την έναρξη λειτουργίας του κλάδου.

2. Στον Κλάδο ασφαλίζονται προαιρετικά μετά από αίτηση τους οι μέχρι 31.12.1992 ελεύθεροι επαγγελματίες που είναι ασφαλισμένοι του κλάδου κύριας σύνταξης του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., εφόσον δεν υπάγονται σε άλλο επικου­ρικό φορέα, οι οποίοι έχουν ηλικία άνω των πενήντα και έως πενήντα πέντε ετών κατά την έναρξη λειτουργίας του κλάδου.

Αρθρο 14

Πόροι του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης

Οι πόροι του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης είναι:

1. Τα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές που ορίζονται ως εξής:

α) Ασφαλισμένοι μέχρι 31.12.1992:

αα) Το συνολικό ποσοστό εισφοράς των μέχρι 31.12.1992 μισθωτών ορίζεται σε ποσοστό 6% επί των κατά μήνα καταβαλλόμενων αποδοχών, που δεν μπορεί να υπερ­βαίνουν το τριπλάσιο του ποσού της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας του ν. 2084/1992 και του π.δ. 124/1993, όπως κάθε φορά διαμορφώνεται και κατανέμεται, 3% σε βάρος των ασφαλισμένων και 3% σε βάρος των εργοδοτών.

ββ) Το ποσοστό εισφοράς των μέχρι 31.12.1992 ασφαλι­σμένων ελευθέρων επαγγελματιών ορίζεται σε ποσοστό 6% επί του ποσού της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας του ν. 2084/1992 και του π.δ. 124/1993, όπως κάθε φορά διαμορφώνεται.

β) Ασφαλισμένοι μετά την 1.1.1993:

αα) Το συνολικό ποσοστό εισφοράς των μετά την 1.1.1993 μισθωτών ορίζεται σε ποσοστό 6% επί των κατά μήνα καταβαλλόμενων πάσης φύσεως αποδοχών, οι οποίες δεν μπορεί να υπερβαίνουν το οκταπλάσιο του ποσού της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας του ν.2084/1992, όπως ισχύει και κατανέμεται, 3% σε βάρος των ασφαλισμένων και 3% σε βάρος των εργοδοτών.

ββ) Το ποσοστό εισφοράς των μετά την 1.1.1993 ασφα­λισμένων ελευθέρων επαγγελματιών ορίζεται σε ποσο­στό 6% επί του ποσού των ασφαλιστικών κατηγοριών του ν. 2084/1992 και του π.δ. 124/1993, όπως κάθε φορά διαμορφώνεται.

Για τους υπαγόμενους για πρώτη φορά στην ασφάλιση οι καταβαλλόμενες εισφορές που βαρύνουν τους μισθω­τούς και αυτοαπασχολούμενους ασφαλισμένους στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης ορίζονται για την πρώτη πενταετία ίσες προς το πενήντα τοις εκατό (50%) των αναφερομένων στο παρόν άρθρο. Για την καταβολή των μειωμένων αυτών εισφορών ο ασφαλισμένος δεν πρέπει να υπερβαίνει τα τριάντα πέντε (35) έτη.

2. Οι εισφορές των μετά την 1.1.1993 ασφαλισμένων και το μεταφερόμενο, σύμφωνα με το άρθρο 2 του παρόντος, αποθεματικό του καταργούμενου Ε.Λ.Π.Π., για την κάλυψη ασφαλιστικών δικαιωμάτων των μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένων.

3. Οι δωρεές, τα κληροδοτήματα, οι τόκοι και οι πρό­σοδοι περιουσίας των κεφαλαίων και της περιουσίας του Κλάδου, καθώς και τα έσοδα που προέρχονται από νόμιμη αιτία.

Αρθρο 15

Χρόνος ασφάλισης

1. Χρόνος ασφάλισης είναι:

α) Ο χρόνος για τον οποίο καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές από την ίδρυση του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης και εφεξής.

β) Ο χρόνος ασφάλισης ο οποίος αναγνωρίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 40 και 47 του ν. 2084/1992, όπως ισχύουν.

γ) Ο χρόνος για τον οποίο έχουν καταβάλει ασφαλιστικές εισφορές οι μετά την 1.1.1993 ασφαλισμένοι στον Ε.Λ.Π.Π..

δ) Ο χρόνος που έχει διανυθεί στην ασφάλιση του Ε.Λ.Π.Π. από τους μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένους, ο οποίος μεταφέρεται στον κλάδο μετά από αίτηση τους που υποβάλλεται μέσα σε ένα χρόνο από τη δημοσίευση του παρόντος και εφόσον δεν έχει θεωρηθεί χρόνος ασφάλισης για την Ειδική Προσαύξηση του κλάδου κύ­ριας σύνταξης.

2. Ο χρόνος ασφάλισης που έχει διανυθεί μέχρι την ισχύ του παρόντος στην ασφάλιση άλλων φορέων επι­κουρικής ασφάλισης, συνυπολογίζεται, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί διαδοχικής ασφάλισης, στον Κλάδο.

Αρθρο 16

Προϋποθέσεις απονομής παροχών

1. Οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω γήρατος και αναπηρίας είναι οι οριζόμενες στα άρθρα 24, 25 και 26 του ν. 2084/1992, όπως ισχύουν, και εφόσον οι ασφαλισμένοι έχουν δικαιωθεί κύριας σύνταξης από το Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε..

2. Οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, καθώς και τα δικαιούμενα πρόσωπα είναι οι οριζόμενες από το άρθρο 27 του ν. 2084/1992 και το άρθρο 62 του ν. 2676/1999, όπως ισχύουν.

3. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος για την απόκτηση συνταξιοδοτικού δικαιώματος για τους μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένους, απαιτείται η πραγματοποίηση πέντε τουλάχιστον ετών στην ασφάλιση του Κλάδου, από την ίδρυση του. Μετά τη συμπλήρωση της πε­νταετίας τα απαιτούμενα έτη ασφάλισης αυξάνονται προοδευτικά σε δεκαπέντε με την προσθήκη ενός έτους για κάθε χρόνο, αρχής γενομένης από το 2011.

Αρθρο 17

Καθορισμός ποσού σύνταξης

Το ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης γήρατος, ανα­πηρίας και θανάτου υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατά­ξεις του άρθρου 34 του ν. 2084/1992, όπως ισχύουν. Για τις συντάξεις λόγω θανάτου εφαρμόζονται και οι διατάξεις του άρθρου 62 του ν. 2676/1999, όπως ισχύουν.

Αρθρο 18

Σκοπός

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

ΚΛΑΔΟΣ ΕΦΑΠΑΞ ΠΑΡΟΧΩΝ

Σκοπός του Κλάδου Εφάπαξ Παροχών είναι η χορή­γηση εφάπαξ παροχής στα πρόσωπα που είναι ασφα­λισμένα ή σε περίπτωση θανάτου στα μέλη της οικο­γένειας τους.

Αρθρο 19

Διοίκηση – Διαχείριση

1.Τη διοίκηση και διαχείριση του Κλάδου ασκεί το Δι­οικητικό Συμβούλιο του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., σύμφωνα με τις δια­τάξεις της νομοθεσίας που διέπουν το Ταμείο αυτό.

2. Οι εργασίες του Κλάδου εκτελούνται από το προ­σωπικό του Ταμείου. Η συμμετοχή του Κλάδου στις δαπάνες διοίκησης και λειτουργίας του καθορίζεται σε ποσοστό 8% του συνόλου.

3. Τα θέματα λογιστικής οργάνωσης, διαχείρισης, κατάρτισης ισοζυγίων, προϋπολογισμών, ισολογισμών, απολογισμών διενέργειας προμηθειών και επενδύσεων του Κλάδου διέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις του Ταμείου και της γενικότερης νομοθεσίας.

Αρθρο 20

Ασφαλιστέα πρόσωπα

Στην ασφάλιση του Κλάδου υπάγονται υποχρεωτικά:

α) οι μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένοι στο Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. εφόσον δεν υπάγονται στην ασφάλιση άλλου φορέα πρόνοιας για τη λήψη εφάπαξ βοηθήματος με εξαίρεση την ασφάλιση στο Ταμείο Πρόνοιας Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (Τ.Π.Ε.Δ.Ε.),

β) οι μετά την 1.1.1993 ασφαλισμένοι στο Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε..

Αρθρο 21

Πόροι του Κλάδου

Οι πόροι του Κλάδου είναι:

1. Τα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές, που ορίζο­νται ως εξής:

α. Ασφαλισμένοι μέχρι 31.12.1992:

αα) Προκειμένου περί μισθωτών, εισφορά του ασφα­λισμένου σε ποσοστό 4% του ασφαλιστέου μισθού του κλάδου κύριας σύνταξης. Το ποσοστό αυτό μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Απα­σχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. και γνωμοδότηση του Συμβουλίου Κοινω­νικής Ασφάλισης (Σ.Κ.Α.).

ββ) Προκειμένου περί ελευθέρων επαγγελματιών, ει­σφορά του ασφαλισμένου 4% στην ασφαλιστική κλάση που ασφαλίζεται για τον κλάδο κύριας σύνταξης.

β. Ασφαλισμένοι μετά την 1.1.1993:

αα) Προκειμένου περί μισθωτών, εισφορά του ασφα­λισμένου σε ποσοστό 4% επί των κατά μήνα κατα­βαλλόμενων πάσης φύσεως αποδοχών που δεν μπορεί να υπερβαίνουν το οκταπλάσιο της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας του ν. 2084/1992 και του π.δ. 124/1993, όπως κάθε φορά διαμορφώνεται.

ββ) Προκειμένου περί ελευθέρων επαγγελματιών, ει­σφορά του ασφαλισμένου 4% στην ασφαλιστική κλάση που ασφαλίζεται για τον κλάδο κύριας σύνταξης.

2 Το μεταφερόμενο από τον Ε.Λ.Π.Π. αποθεματικό, σύμφω­να με τις διατάξεις του άρθρου 2 του παρόντος νόμου.

3. Το σύνολο των μέχρι την έναρξη λειτουργίας του νέου κλάδου εισφορών που έχουν καταβληθεί για τον κλάδο εφάπαξ βοηθήματος από τους μετά την 1.1.1993 ασφαλισμένους του Ταμείου.

4. Τα ποσά των παραγράφων 2 και 3 μεταφέρονται στον εν λόγω Κλάδο με διαπιστωτική πράξη του Δι­οικητικού Συμβουλίου του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., σύμφωνα με το άρθρο 2 του παρόντος νόμου.

Αρθρο 22

Χρόνος ασφάλισης

Χρόνος ασφάλισης στον Κλάδο είναι:

α) ο χρόνος για τον οποίο καταβάλλονται ασφαλι­στικές εισφορές,

β) ο χρόνος ασφάλισης στον Ε.Λ.Π.Π.,

γ) ο χρόνος που έχει αναγνωρισθεί για την εφάπαξ παροχή στον Ε.Λ.Π.Π..

Για όσους υπήχθησαν μετά την 1.1.1993 στην ασφάλιση κύριας σύνταξης Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., ο χρόνος της ασφάλισης αυτής λογίζεται αυτοδίκαια ως χρόνος που διανύθηκε στην ασφάλιση του Κλάδου Εφάπαξ Παροχών χωρίς την καταβολή νέων εισφορών με την προϋπόθεση ότι αυτές έχουν καταβληθεί στον καταργούμενο Ε.Λ.Π.Π..

Αρθρο 23

Προϋποθέσεις χορήγησης και υπολογισμός εφάπαξ παροχών

1. Προϋποθέσεις για τη χορήγηση εφάπαξ παροχών αποτελούν:

α) Ο χρόνος ασφάλισης του ασφαλισμένου στο νέο Κλάδο και ο χρόνος ασφάλισης που διανύθηκε στον Ε.Λ.Π.Π., ο οποίος συνολικά δεν μπορεί να είναι μικρό­τερος από δέκα (10) έτη.

β) Η συνταξιοδότηση του ασφαλισμένου από το Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε..

γ) Σε περίπτωση θανάτου του ασφαλισμένου, η εφά­παξ παροχή καταβάλλεται στα μέλη της οικογένειας με βάση τις διατάξεις των άρθρων 38 και 56 του ν.2084/1992 και του άρθρου 16 του ν. 2556/1997, όπως ισχύουν, εφό­σον ο θανών είχε χρόνο ασφάλισης τουλάχιστον πέντε έτη.

2. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. και γνωμοδότηση του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης (Σ.Κ.Α.) και μετά από εκπόνηση αναλογιστικής μελέτης, καθορίζεται ο υπολογισμός και το ύψος του εφάπαξ βοηθήματος. Σε κάθε περίπτωση, για το τμήμα του χρόνου που θα διανυθεί από την ισχύ του παρόντος στην ασφάλιση του Κλάδου, το εφάπαξ βοήθημα θα υπολογίζεται με τις διατάξεις που ισχύουν για τους ασφαλισμένους από 1.1.1993.

Μέχρι την έκδοση της απόφασης της παραγράφου 2 εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του Ε.Λ.Π.Π..

Αρθρο 24

Σκοπός

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ

ΚΛΑΔΟΣ ΕΙΔΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ

1. Σκοπός του Κλάδου Ειδικών Παροχών είναι η χο­ρήγηση στους ασφαλισμένους του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. Ειδικών Παροχών σύμφωνα με τον Κανονισμό της παραγράφου 2.

2. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας, που εκδίδεται μετά την εκπόνη­ση αναλογιστικής μελέτης και ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., καταρτίζεται Κανονισμός με τον οποίο καθορίζονται οι παροχές του Κλάδου, οι προϋποθέσεις, το είδος, η έκταση, το ύψος αυτών, η έναρξη λειτουργίας του, οι πόροι του Κλάδου, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρ­μογή του άρθρου αυτού.

Αρθρο 25

Διοίκηση – Διαχείριση

1. Τη διοίκηση και τη διαχείριση του Κλάδου ασκεί το Διοικητικό Συμβούλιο του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν το Ταμείο αυτό.

2. Οι εργασίες του Κλάδου εκτελούνται από το προ­σωπικό του Ταμείου. Η συμμετοχή του Κλάδου στις δαπάνες διοίκησης και λειτουργίας του Ταμείου καθορί­ζεται σε ποσοστό επί του συνόλου αυτών. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστα­σίας ορίζεται το ποσοστό ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε..

3. Τα θέματα της λογιστικής οργάνωσης, διαχείρισης, κατάρτισης ισοζυγίων, προϋπολογισμών, ισολογισμών, απολογισμών, διενέργειας προμηθειών και επενδύσεων του Κλάδου διέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις του Ταμείου και της γενικότερης νομοθεσίας.

Αρθρο 26

Ασφαλιστέα πρόσωπα

Στην ασφάλιση του Κλάδου Ειδικών Παροχών υπά­γονται υποχρεωτικά όλοι οι ασφαλισμένοι του κλάδου κύριας σύνταξης του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε..

Αρθρο 27

Ρύθμιση λοιπών θεμάτων

1. Για την είσπραξη των εισφορών των Κλάδων Επι­κουρικής Ασφάλισης, Εφάπαξ και Ειδικών Παροχών εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας που διέπει τον κλάδο κύριας σύνταξης. Οι διατάξεις της νομοθεσίας που διέπουν τον κλάδο κύριας σύνταξης εφαρμόζονται και για τα λοιπά θέματα των Κλάδων του προηγούμενου εδαφίου τα οποία δεν ρυθμίζονται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

2. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. και γνωμοδότηση του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης (Σ.Κ.Α.), καταρτίζεται ο Κανονισμός Ασφάλισης και Παροχών των Κλάδων Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών και καθο­ρίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν τους Κλάδους αυτούς.

3. Από την έναρξη λειτουργίας των νέων Κλάδων κα­ταργείται κάθε άλλη αντίθετη διάταξη πλην του εδαφί­ου β’ της παρ.1 του άρθρου 34 του ν. 915/1979.

4. Οι παράγραφοι 5 και 6 του άρθρου 7 του α.ν. 2326/ 1940 (ΦΕΚ 145 Α’) αντικαθίστανται ως εξής:

«5. Εργολήπτης δεν γίνεται δεκτός σε δημοπρασία οποιουδήποτε Τεχνικού Έργου, εάν δεν συνυποβάλει στις επιτροπές δημοπρασίας βεβαίωση του Ταμείου περί καταβολής ή διακανονισμού των οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών. Οι βεβαιώσεις ασφαλιστικής ενημερότητας ισχύουν για έξι (6) μήνες για τους ελεύ­θερους επαγγελματίες και τέσσερις (4) μήνες για τις εταιρείες που απασχολούν μισθωτούς μηχανικούς.

6. Δεν επιτρέπεται στις υπηρεσίες του Δημοσίου, των δήμων και κοινοτήτων, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών, που προβλέπονται από το άρθρο 12 του π.δ.178/2000 (ΦΕΚ 165 Α’), η θεώρηση ή έγκριση μελετών, προϋπολογισμών, εκθέσεων, γνωματεύσεων, που εκδίδονται από μετόχους του Ταμείου, αν δεν προσαχθεί η κατά την παράγραφο 5 βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας.»

5. α) Ασφαλισμένοι του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. που ασκούν το επάγγελμα τους στην αλλοδαπή, δύνανται με αίτηση τους να ασφαλιστούν στο Ταμείο για το χρόνο της απασχόλησης τους αυτής καταβάλλοντος τις εισφορές που προβλέπονται για τους απασχολούμενους στην ημεδαπή μηχανικούς. Οι επιπλέον εισφορές που κατα­βλήθηκαν σύμφωνα με την παρ. 11 του άρθρου 6 του α.ν. 2326/1940, όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με το άρθρο 5 παρ.1 του ν. 915/1979 (ΦΕΚ 103 Α’), θεωρού­νται ως αχρεωστήτως καταβληθείσες και αναζητούνται, εφόσον δεν παρεγράφησαν, τυχόν δε οφειλόμενες ή βεβαιωθείσες δεν καταβάλλονται.

β) Οι προβλεπόμενοι στις διατάξεις των παραγράφων 3α και 5 του άρθρου 33 του ν. 915/1979 περιορισμοί για την υπαγωγή των ασφαλισμένων μηχανικών στην ασφά­λιση του Ε.Λ.Π.Π. και τη χορήγηση στους συνταξιούχους παροχών του Ε.Λ.Π.Π. δεν έχουν εφαρμογή στους ασφαλισμένους ή συνταξιούχους που έχουν ασφαλιστεί και σε φορείς κύριας ασφάλισης της αλλοδαπής ή λαμβά­νουν σύνταξη και από τους φορείς αυτούς. Οι ως άνω διατάξεις καταλαμβάνουν και εκκρεμείς ή απορριφθεί­σες από το Ταμείο αιτήσεις των ανωτέρω ασφαλισμέ­νων, που αφορούν στην υπαγωγή τους στην ασφάλιση του Ε.Λ.Π.Π. ή στη χορήγηση σε αυτούς παροχών του Ε.Λ.Π.Π.. Από τις αιτήσεις αυτές οι αρμόδιες Διευθύνσεις του Ταμείου εξετάζουν ή επανακρίνουν οίκοθεν, από την πρώτη του επόμενου της δημοσίευσης του παρόντος μήνα, τις αιτήσεις των μηχανικών που έχουν καταβάλλει εισφορές για την ασφάλιση τους στον Ε.Λ.Π.Π. και από την ίδια ημερομηνία επέρχονται τα οικονομικά αποτε­λέσματα. Οι ασφαλισμένοι που δεν κατέβαλαν εισφορές για την ασφάλιση τους στον Ε.Λ.Π.Π., κατά το χρόνο που ήταν ασφαλισμένοι και σε φορέα κύριας ασφάλισης της αλλοδαπής, δύνανται με αίτηση τους να ζητήσουν την αναγνώριση του χρόνου αυτού ως χρόνου ασφάλισης στον Ε.Λ.Π.Π., με την καταβολή των ανάλογων εισφορών. Το ύψος και ο τρόπος καταβολής των εισφορών αυτών καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ταμείου.

6. Το τέταρτο εδάφιο της περ. α’ της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του α.ν. 2326/1940, όπως έχει αντικατα­σταθεί με το άρθρο 6 του ν. 915/1979, αντικαθίσταται ως εξής:

«Το Δημόσιο και τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα και οι επιχειρήσεις οποιασδήποτε μορφής υποχρεούνται σε παρακράτηση και απόδοση στο Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. των εισφο­ρών των ασφαλισμένων και του εργοδότη εντός του επόμενου μήνα εκείνου που κατέστησαν απαιτητές οι αντίστοιχες αποδοχές ή αμοιβές, συνυποβαλλόμενων των σχετικών αναλυτικών καταστάσεων σε ηλεκτρονική μορφή ή μαγνητικό μέσο.»

7. Προσαυξάνεται η σύνταξη των μέχρι 31.12.2004 συνταξιοδοτηθέντων, από τον Ειδικό Λογαριασμό Προ­σθέτων Παροχών (Ε.Λ.Π.Π.) του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., για κάθε έτος ασφάλισης επιπλέον των 40 ετών κατά 1/40 και μέχρι τα 45 έτη.

Αρθρο 28

Ρύθμιση οφειλόμενων εισφορών Ι.Κ.Α. – E.Τ.Α.Μ. και Ε.Τ.Ε.Α.Μ.

ΜΕΡΟΣ Β

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

1.α) Οφειλόμενες απαιτητές εισφορές προς το Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ., τους Οργανισμούς, Ταμεία και Λογαριασμούς των οποίων οι εισφορές εισπράττονται ή συνεισπράττονται από το Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. και οι οποίες αφορούν χρονική περίοδο μέχρι το τέλος του προηγούμενου της έναρξης ισχύος του νόμου αυτού μήνα, μετά των αναλογούντων σε αυτές πρόσθετων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων και προσαυξήσεων κεφαλαιοποιούνται και εξοφλούνται είτε εφάπαξ, οπότε παρέχεται έκπτωση κατά 80% επί των πρόσθετων τελών, επιβαρύνσεων και λοιπών προσαυξήσεων είτε σε μηνιαίες δόσεις οι οποί­ες δεν μπορούν να υπερβούν τις 96, με έκπτωση 50% επί των πρόσθετων τελών, προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παρ. 6 του άρθρου 51 του ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α’), όπως ισχύουν μετά την αναρίθμηση της με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 2747/1999 (ΦΕΚ 226 Α’) και την τροποποίηση τους με την παρ. 6 του άρθρου 11 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α’).

Κάθε μηνιαία δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη των εκατό (100) ευρώ.

Το ποσό μείωσης των πρόσθετων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων στην περίπτωση τμηματικής καταβολής επιμερίζεται ισόποσα σε όλες τις δόσεις. Εκπρόθεσμη καταβολή δόσης μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από αυτόν που είναι απαιτητή δεν προκαλεί ανατροπή της ρύθμισης εάν αυτή αφορά μόνο δύο δόσεις σε κάθε δωδεκάμηνο.

Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή είναι η μη ύπαρξη οφειλής από τρέχουσες απαιτητές εισφο­ρές ή από άλλη απαιτητή οφειλή και σε περίπτωση τμηματικής εξόφλησης η καταβολή προκαταβολής πο­σοστού 3% επί της συνολικής οφειλής. Η μη τήρηση των όρων της ρύθμισης ή η ύπαρξη οφειλής από τρέχουσες εισφορές μετά τη ρύθμιση έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια της ρύθμισης και την καταβολή της οφειλής κατά την ισχύουσα νομοθεσία. Στην περίπτωση αυτή αναβιώνουν τα πρόσθετα τέλη και οι λοιπές επιβαρύν­σεις και προσαυξήσεις.

β) Η ρύθμιση της προηγούμενης περίπτωσης ισχύει:

αα) για τους εργοδότες των ανέλεγκτων κοινών και οικοδομοτεχνικών επιχειρήσεων μέχρι την ημερομηνία που αναφέρεται στην περίπτωση α’ της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, εφόσον υποβάλουν αίτηση για ρύθ­μιση, προσκομίσουν τα απαραίτητα βιβλία και στοιχεία για έλεγχο στις Υπηρεσίες του Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ. μέχρι 31.3.2007,

ββ) για τις βεβαιωμένες και μη καταβληθείσες οφειλές των κοινών και οικοδομοτεχνικών επιχειρήσεων που ανάγονται μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία, εφόσον υπο­βληθεί σχετική αίτηση μέχρι 31.3.2007,

γγ) για τις ρυθμισμένες οφειλές της ανωτέρω χρονι­κής περιόδου για το υπόλοιπο ποσό της οφειλής.

γ) Κατά τα λοιπά και στη ρύθμιση της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 51 έως 55 του ν. 2676/1999, όπως ισχύουν.

2. Οι ρυθμίσεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού εφαρμόζονται ανάλογα και στους Φορείς, Κλάδους ή Λογαριασμούς Επικουρικής Ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστα­σίας. Κατά τα λοιπά έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 61 του ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α’), όπως ισχύουν.

Αρθρο 29

Συνταξιοδοτικά θέματα

1. Η παρ. 5 του άρθρου 29 του α.ν. 1846/1951 (ΦΕΚ 179 Α’), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 4476/1965 (ΦΕΚ 103 Α’), αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«5. Η καταβολή της σύνταξης αρχίζει από την ημέρα κατά την οποία υποβλήθηκε από τον ασφαλισμένο η αίτηση για απονομή σύνταξης. Κατ’ εξαίρεση:

α) σε περίπτωση αναπηρίας, για την οποία καταβλή­θηκε επίδομα ασθένειας, η καταβολή της σύνταξης αρ­χίζει από την επόμενη της λήξης της επιδότησης ή, με επιλογή του ασφαλισμένου από την έναρξη της επιδό­τησης, εφόσον από τότε και στο εξής ο ασφαλισμένος κρίνεται ανάπηρος•

β) σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξι­ούχου, η καταβολή της σύνταξης στους δικαιούχους αρχίζει από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα από εκείνον κατά τον οποίο επήλθε ο θάνατος•

γ) σε περίπτωση ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, ο οποίος κηρύσσεται άφαντος με τελεσίδικη δικαστική απόφαση, η καταβολή της σύνταξης στους δικαιούχους αρχίζει από το χρόνο έναρξης της αφάνειας, όπως αυ­τός προσδιορίζεται με την απόφαση αυτή, εφόσον υπο­βάλουν σχετική αίτηση προς απονομή ή μεταβίβαση της σύνταξης μέσα σε έξι μήνες από την έκδοση της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης.

Στις περιπτώσεις α’ και β’ της παραγράφου αυτής, καθώς και στην περίπτωση που δεν υποβληθεί σύμφωνα με όσα ορίζονται στην περίπτωση γ’ αίτηση εντός της εξάμηνης προθεσμίας από την έκδοση της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης, η καταβολή της σύνταξης δεν μπορεί να ανατρέξει σε χρόνο απώτερο του εξαμήνου από την ημέρα υποβολής της αίτησης για απονομή σύνταξης.»

2. Η ισχύς της διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 15 του ν.3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α’) παρατείνεται για τρία έτη από τη λήξη της.

3. Συντάξεις που έχουν απονεμηθεί καθ’ υπέρβαση των διατάξεων του άρθρου 1 του ν.1276/1982 (ΦΕΚ 100 Α’) στους συνταξιοδοτηθέντες από το Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. με τις διατάξεις του εδαφίου δ’ της παρ. 1 του άρθρου 9 του καταστατικού του Ταμείου Ασφάλισης Προσωπικού Εταιρείας Διαχείρισης Ειδών Μονοπωλίου Ελληνικού Δημοσίου μέχρι τη δημοσίευση του ν.1902/1990 (ΦΕΚ 138 Α’), δεν αναζητούνται από το Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.ΑΜ.

4. Τα δύο πρώτα εδάφια της παρ. 3 του άρθρου 29 του α.ν. 1846/1951, όπως ισχύουν μετά την αντικατάσταση τους με την παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 825/1978 (ΦΕΚ 189 Α’), αντικαθίστανται ως εξής:

«3. Το ποσό της σύνταξης λόγω αναπηρίας ή γήρατος προσαυξάνεται για το σύζυγο ή τη σύζυγο κατά το ποσό του ενός και μισού ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη, όπως αυτό ισχύει κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης, εφόσον ο σύζυγος ή η σύ­ζυγος δεν ασκεί επάγγελμα ή δεν είναι συνταξιούχος ασφαλιστικού οργανισμού ή Ν.Π.Δ.Δ. ή του Δημοσίου.

Η ανωτέρω προσαύξηση μετά τη χορήγηση της απο­τελεί τμήμα του συνολικά καταβαλλόμενου ποσού σύνταξης και αναπροσαρμόζεται εφεξής κατά το ποσοστό αύξησης των συντάξεων του Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ..»

5. Τα δύο τελευταία εδάφια, που προστέθηκαν με την παρ. 2 του άρθρου 13 του ν.997/1979 (ΦΕΚ 287 Α’) στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 29 του α.ν. 1846/1951, όπως η τελευταία ισχύει μετά την αντικατάσταση της με την παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 825/1978, αντικαθίστανται ως εξής:

«Το ανωτέρω ποσό προσαυξάνεται για το σύζυγο ή τη σύζυγο κατά το ποσό του ενός και μισού ημερομι­σθίου ανειδίκευτου εργάτη, όπως αυτό ισχύει κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης, εφόσον ο σύζυγος ή η σύζυγος δεν ασκεί επάγγελμα ή δεν είναι συνταξιούχος ασφαλιστικού οργανισμού ή Ν.Π.Δ.Δ. ή του Δημοσίου και κατά ένα ημερομίσθιο ανει­δίκευτου εργάτη για κάθε παιδί, εφόσον συντρέχουν οι περιορισμοί της παρ. 3 του άρθρου 29 του α.ν. 1846/1951, όπως ισχύουν.

Η ανωτέρω προσαύξηση μετά τη χορήγηση της αποτελεί τμήμα του συνολικά καταβαλλόμενου ποσού σύ­νταξης και αναπροσαρμόζεται εφεξής κατά το ποσοστό αύξησης των συντάξεων του Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ..»

Αρθρο 30

Υπαγωγή στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ. Αναγνώριση χρόνου ασφάλισης

1. Η προθεσμία της παραγράφου 1 του άρθρου 27 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α’) για την υπαγωγή στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ. των ιατρών και οδοντιάτρων, όπως ισχύει με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 10 του ν. 3302/2004 (ΦΕΚ 267 Α’), παρατείνεται μέχρι την 31.12.2007.

2. Το άρθρο 8 του ν.3385/2005 (ΦΕΚ 210 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:

«Αρθρο 8

Αναγνώριση χρόνου στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη Περάματος

Κατ’ εξαίρεση, θεωρείται ως χρόνος ασφάλισης, δι­ανυθείς στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα με καταβολή των προβλεπόμενων από το άρθρο 62 του ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α’) εισφορών, ο χρόνος απασχό­λησης στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη Περάματος πριν την 1.10.1984, με την προϋπόθεση υπαγωγής κατά το χρονικό διάστημα πριν το ανωτέρω έτος στη μικτή ασφάλιση του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ., για δε το μεταγενέστερο στην ασφάλιση του Κανονισμού Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων. Ο κατά τα ανωτέρω αναγνωριζόμενος χρόνος ασφάλισης δεν μπορεί να υπερβεί τον απαιτούμενο για τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων συνταξιοδότησης λόγω γήρατος χρόνο, με τις διατάξεις του οικείου Κανονισμού.»

Η ισχύς της διάταξης αρχίζει από την έναρξη ισχύος του ν. 3385/2005 (ΦΕΚ 210 Α’).

3. Στους απασχοληθέντες στις διπλωματικές αντιπρο­σωπείες ξένων κρατών ή τις διεθνείς επιτροπές ή στις ξένες αποστολές που βρίσκονται στην Ελλάδα, παρέ­χεται προθεσμία ενός έτους από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, για την αναγνώριση με εξαγορά του χρόνου απασχόλησης τους από 1.8.1951 μέχρι 23.8.1980 και εφόσον για την εργασία τους στους παραπάνω εργοδό­τες υπάγονται στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ.. Η ανα­γνώριση του χρόνου γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2,4 και 5 του άρθρου 20 του ν.1027/1980 (ΦΕΚ 49 Α’), καθώς και του κανονισμού που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 6 του ίδιου άρθρου του ως άνω νόμου. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής δόσης επιβάλλονται τα ποσοστά πρόσθετων τελών που κάθε φορά ισχύουν για τις καθυστερούμενες εισφορές.

4. Οι διατάξεις της περίπτωσης στ’ της παρ. 1 του άρ­θρου 2 του α.ν. 1846/1951, που προστέθηκαν με την παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 4504/1966, όπως αντικαταστάθηκαν από την παρ. 14 του άρθρου 1 του ν.δ. 4577/1966, τροπο­ποιήθηκαν με την παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 825/1978 και την παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 1469/1984, αντικαθί­στανται ως εξής:

«στ) οι απασχολούμενοι κατά κύριο επάγγελμα στη συλλογή ρητίνης, εφόσον: 1) εργάζονται για λογαριασμό των βιομηχάνων ρητίνης,

2) είναι: α) μέλη συνεταιρισμών που έχουν ως σκοπό τη συλλογή και διάθεση της ρητίνης, β) μικροϊδιοκτήτες πευκώνων, γ) ελεύθεροι ρητινοσυλλέκτες.

Ο αριθμός των ημερών εργασίας του ρητινοσυλλέκτη που αναγνωρίζεται κατ’ έτος στην ασφάλιση ανέρχεται σε 35 ημέρες ανά χίλια κιλά ρητίνης που παραδίδεται σε εμπόρους, ιδιωτικές ή συνεταιριστικές βιομηχανίες ρητίνης. Ο υπολογισμός των παροχών που χορηγούνται στα ανωτέρω πρόσωπα γίνεται με βάση το τεκμαρτό ημερομίσθιο της ασφαλιστικής κλάσης του άρθρου 37 του α.ν. 1846/1951, όπως ισχύει, στην οποία αντιστοιχεί κατά την περίοδο υπολογισμού το πηλίκο της διαίρε­σης του ετήσιου εισοδήματος του ρητινοσυλλέκτη από την πώληση της ρητίνης, όπως αυτό προκύπτει από τα στοιχεία των εμπόρων και βιομηχανιών ρητίνης, δια του κατά τα παραπάνω αναγνωριζόμενου αριθμού ημερών εργασίας κατά την περίοδο αυτή.

Οι ημέρες εργασίας ανάγονται στο ημερολογιακό έτος παράδοσης της ρητίνης. Σε περίπτωση παράδοσης ρητί­νης μέσα στους πρώτους πέντε μήνες κάθε ημερολογι­ακού έτους, οι αναλογούσες, κατά τα ανωτέρω, ημέρες εργασίας θεωρούνται ότι ανάγονται στο προηγούμενο της παράδοσης της ρητίνης ημερολογιακό έτος.

Εργοδότες των ανωτέρω ασφαλισμένων θεωρούνται οι βιομήχανοι και έμποροι στους οποίους παραδίδουν τη ρητίνη.

Με Κανονισμό καθορίζεται η έννοια του κύριου επαγ­γέλματος του ρητινοσυλλέκτη, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.»

5. Βουλευτές παντελώς τυφλοί οι οποίοι τελούν σε αναστολή άσκησης του επαγγέλματος τους, για το οποίο έχουν ασφαλισθεί σε φορείς της αλλοδαπής ύστερα από αίτηση τους για εξαίρεση από το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα, υπάγονται κατά τη διάρκεια της βουλευτικής τους θητείας για κύρια σύνταξη στην ασφά­λιση του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. και για επικουρική στην ασφάλιση του Ε.Τ.Ε.Α.Μ..

Η παράλληλη ασφάλιση με εκείνη ως βουλευτών πα­ρέχει και αντίστοιχο συντάξιμο ή ασφαλιστέο χρόνο στους παραπάνω ασφαλιστικούς φορείς. Οι αναλογού­σες εισφορές για κύρια και επικουρική ασφάλιση βαρύ­νουν τον προϋπολογισμό της Βουλής. Οι ασφαλιστικές εισφορές εργοδότη και εργαζομένου είναι αυτές που προβλέπονται από τις διατάξεις των οικείων φορέων, όπως ισχύουν κάθε φορά και υπολογίζονται επί μηνιαί­ων αποδοχών ίσων με τον ανώτατο ασφαλιστέο μισθό τους.

Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής, καταλαμβάνουν τους βουλευτές που κατέχουν το βουλευτικό αξίωμα από 1.1.2003 και εφεξής και εφαρμόζονται από το χρόνο κατά τον οποίο καθένας διέκοψε το επάγγελμα του λόγω του ασυμβιβάστου.

Τυχόν ποσά πρόσθετων τελών, προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων που αναλογούν σε οφειλόμενες μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού εισφορές ή σε καθυστέρηση υποβολής Αναλυτικών Περιοδικών Δηλώσεων (Α.Π.Δ.), δεν αναζητούνται.

Αρθρο 31

Ρυθμίσεις για τους απασχολούμενους στο θέαμα – ακρόαμα

1.α) Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ν. 1296/1982 (ΦΕΚ 128 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:

«Πάντως οι ανωτέρω ημέρες εργασίας δεν μπορεί να υπερβούν τις τέσσερις χιλιάδες πεντακόσιες για κάθε δεκαπενταετία από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού ή από την έναρξη ασφάλισης στο Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ..»

β) Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του ν. 1210/1981(ΦΕΚ 278 Α’), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 10 του ν. 1296/1982, αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι ημέρες ασφάλισης που προκύπτουν από τον παραπάνω υπολογισμό, καθώς και εκείνες που πραγματοποιήθηκαν με μισθό ή ημερομίσθιο ή με την ιδιότητα του εταίρου ηθοποιού εταιρικού θιάσου είναι δυνατό να υπερβούν τις τριακόσιες, αλλά όχι και τις πεντακόσιες το χρόνο. Πάντως για κάθε δεκαπενταετία από την έναρξη ισχύος του ν.1210/1981 ή από την έναρξη της ασφάλισης, οι ανωτέρω ημέρες ασφάλισης δεν μπορούν να υπερβούν τις τέσσερις χιλιάδες πεντακόσιες.»

γ) Ο αριθμός των ημερών ασφάλισης των τραγουδι­στών που συμμετέχουν σε συναυλίες προκύπτει από τη διαίρεση της αμοιβής που ελήφθη για κάθε συναυλία με το εξαπλάσιο του τεκμαρτού ημερομισθίου της ανώτα­της ασφαλιστικής κλάσης, όπως ισχύει κάθε φορά.

Οι ημέρες ασφάλισης που προκύπτουν από τον πα­ραπάνω υπολογισμό, καθώς και αυτές που πραγμα­τοποιήθηκαν με μισθό ή ημερομίσθιο, είναι δυνατό να υπερβούν τις τριακόσιες, αλλά όχι τις πεντακόσιες το χρόνο. Σε κάθε περίπτωση, οι ημέρες ασφάλισης δεν μπορεί να υπερβούν τις τέσσερις χιλιάδες πεντακόσιες για κάθε δεκαπενταετία από την έναρξη ισχύος του ν. 1210/1981, για όσους ασφαλίστηκαν πριν από την ημε­ρομηνία αυτή και από την έναρξη της ασφάλισης για όσους ασφαλίστηκαν μεταγενέστερα.

Οι εισφορές υπολογίζονται με τον πολλαπλασιασμό των ημερών ασφάλισης που έχουν προκύψει σύμφω­να με το πρώτο εδάφιο επί το τεκμαρτό ημερομίσθιο της ανώτατης ασφαλιστικής κλάσης και επί το οικείο ασφάλιστρο.

2.α) Τεχνικοί Θεάτρου, Κινηματογράφου και Τηλεό­ρασης, καθώς και σεναριογράφοι Κινηματογράφου και Τηλεόρασης που έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση οποι­ουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης μέχρι 31.12.1992 και ασφαλίζονται στο Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. με την ιδιότητα τους αυτή, μπορούν με αίτηση τους που υποβάλλεται μέσα σε δύο χρόνια από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου να αναγνωρίσουν με εξαγορά στον κλάδο σύνταξης του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. χρόνο αποδεδειγμένης απασχόλησης τους στο επάγγελμα και μέχρι τρεις χιλιάδες ημέρες κατ’ ανώτατο όριο, για τον οποίο δεν ασφαλίστηκαν είτε στο τέως Ταμείο Συντάξεων Ηθοποιών Συγγραφέων και Τεχνικών Θεάτρου (ΤΣΗΣ-ΤΘ) είτε στο Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ..

Για τον υπολογισμό του ποσού της εξαγοράς, τον τρόπο καταβολής του και την αξιοποίηση του ανωτέρω χρόνου εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 48 του ν. 1539/1985 (ΦΕΚ 64 Α’) με εξαίρεση την περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής δόσης, όπου επιβάλλονται τα ποσοστά πρόσθετων τε­λών που κάθε φορά ισχύουν για τις καθυστερούμενες εισφορές.

β) Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 4 του άρθρου 9 του ν. 2217/1994 (ΦΕΚ 83 Α’), όπως αντικατα­στάθηκαν με την παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 2747/1999 (ΦΕΚ 226 Α’) εφαρμόζονται και για την αναγνώριση από ηθοποιούς, χρόνου αποδεδειγμένης απασχόλησης τους στο θέατρο με την ίδια ιδιότητα, εφόσον υποβάλλουν σχετική αίτηση μέσα σε δύο χρόνια από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

Σε περίπτωση που έχει ήδη αναγνωριστεί χρόνος απασχόλησης στο Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. με οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα ασφαλιστέα σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων 1210/1981 και 1296/1982, ο χρόνος που αναγνωρί­ζεται με τις διατάξεις των περιπτώσεων α’ και β’ της παραγράφου αυτής μειώνεται κατά τον ήδη αναγνω­ρισθέντα χρόνο.

3. Οι περιορισμοί του ποσού της σύνταξης που προβλέ­πονται από τις διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 2676/1999 και της παρ. 14 του άρθρου 8 του ν. 2592/1998, όπως αυτές ισχύουν, δεν εφαρμόζονται στους ηθοποιούς των Κρατικών Θεατρικών Σκηνών και στους καλλιτέχνες της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Ειδικά για τους καλλιτέχνες της Εθνικής Λυρικής Σκηνής η πιο πάνω διάταξη ισχύει από 1.1.2002.

Αρθρο 32

Ειδικές ρυθμίσεις οφειλόμενων εισφορών

1. Το έκτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 26 του α.ν. 1846/1951 (ΦΕΚ 179 Α’), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 13 του ν. 2972/2001 (ΦΕΚ 291 Α’), αντικαθί­σταται ως εξής:

«Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινω­νικής Προστασίας η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου μπορεί να εφαρμόζεται για τα κοινωφελή ιδρύματα του ν. 2039/1939 (ΦΕΚ 455 Α’), τα Ν.Π.Ι.Δ. του ευρύτερου δη­μόσιου τομέα, καθώς και για τα φιλανθρωπικά σωματεία του ν.δ. 1111/1972 (ΦΕΚ 23 Α’) που έχουν εγγραφεί στο Εθνικό Μητρώο του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 5 του ν. 2646/1998 (ΦΕΚ 236 Α’).»

2.α) Οι ασφαλιστικές εισφορές προς το Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ., τους Οργανισμούς, Ταμεία και Λογαριασμούς των οποίων οι εισφορές εισπράττονται ή συνεισπράττονται από το Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. και προς τους φορείς επικουρικής ασφά­λισης περιόδου απασχόλησης μέχρι 31.12.1997 που δεν έχουν καταβληθεί από επιτηδευματίες, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οι οποίοι είχαν αναθέσει το χειρισμό ασφα­λιστικών υποθέσεων τους, καθώς και την εμπρόθεσμη καταβολή των πάσης φύσης ασφαλιστικών εισφορών σε λογιστές, οι οποίοι εξαπάτησαν τους εντολείς τους και υπεξαίρεσαν από αυτούς χρηματικά ποσά που αντιστοι­χούσαν στην πληρωμή των ασφαλιστικών εισφορών των επιχειρήσεων τους προς τους ασφαλιστικούς φορείς ή δεν τήρησαν ορθά τα απαιτούμενα βιβλία και στοιχεία, εξοφλούνται σε 12 ισόποσες διμηνιαίες δόσεις, χωρίς υποχρέωση προκαταβολής. Τα ποσά των πρόσθετων τε­λών, προσαυξήσεων, λοιπών επιβαρύνσεων, δικαστικών εξόδων και δικαιωμάτων εκτέλεσης κλπ. που αναλογούν στις παραπάνω εισφορές διαγράφονται.

β) Στη ρύθμιση αυτή υπάγονται μόνο οι επιτηδευ­ματίες που νομίμως έχουν υποβάλλει μέχρι 31.12.1998 μήνυση κατά των υπευθύνων για απάτη, υπεξαίρεση και λοιπές πράξεις που αναφέρονται στην περίπτωση α’ του παρόντος και έχει εκδοθεί τελεσίδικη δικαστι­κή απόφαση κατά των μηνυομένων και από την οποία προκύπτει ότι η μη εκπλήρωση των ασφαλιστικών υπο­χρεώσεων των μηνυτών οφείλεται σε αξιόποινη πράξη των μηνυομένων.

γ) Για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή πρέπει οι ασφα­λιστικές εισφορές περιόδου απασχόλησης από 1.1.1998 να έχουν καταβληθεί ή να έχουν ρυθμιστεί νόμιμα, να καταβάλλονται κανονικά οι τρέχουσες εισφορές μέσα στις προβλεπόμενες προθεσμίες και να υποβληθεί σχε­τική αίτηση μέσα σε χρονικό διάστημα έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Η αίτηση συ­νοδεύεται υποχρεωτικά από επικυρωμένο αντίγραφο της μήνυσης και την τελεσίδικη απόφαση του οικείου δικαστηρίου που αναφέρονται στην περίπτωση β’ της παραγράφου αυτής.

δ) Εάν οι επιτηδευματίες που υπάγονται στη ρύθμιση αυτή έχουν ήδη καταβάλει ποσά για την εξόφληση της κύριας οφειλής, τα καταβληθέντα δεν αναζητούνται και δεν συμψηφίζονται. Ποσά που έχουν καταβάλει για πρόσθετα τέλη, προσαυξήσεις, λοιπές επιβαρύνσεις, δικαστικά έξοδα, δικαιώματα εκτέλεσης κ.λπ. που έχουν βεβαιωθεί για την αιτία αυτή συμψηφίζονται με τα λοιπά χρέη και υποχρεώσεις των οφειλετών.

ε) Στη ρύθμιση του παρόντος, υπάγονται και όσοι από τους παραπάνω επιτηδευματίες, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους χρονικής περιόδου απασχόλησης μέχρι 31.12.1997 με άλλες δια­τάξεις, για το μέρος της οφειλής που δεν έχει ακόμη καταβληθεί.

στ) Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτο­μέρειες για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.

Αρθρο 33

Σύσταση περιφερειακού υποκαταστήματος απονομής συντάξεων Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Αθηνών

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.

1. Στη Νομαρχία Αθηνών συνιστάται περιφερειακό υποκατάστημα απονομής συντάξεων Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.ΑΜ, το οποίο συγκροτείται από τις ακόλουθες οργανικές μονάδες:

α. ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ Ε.Ε. (Ε.Ο.Κ.) με πέντε τμήματα απονομής σύνταξης.

β. ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΜΕΡΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ με τέσσερα τμήματα απονομής σύνταξης και ένα τμήμα απονομής σύνταξης και αρχείου συντάξεων Ε.Ε. και διμερών συμβάσεων.

γ. Α’ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ με πέντε τμήματα απονομής σύνταξης.

δ. Β’ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ με πέντε τμήματα απονομής σύνταξης.

ε. Γ’ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ με πέντε τμήματα απονομής σύνταξης.

στ. ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ με τέσσερα τμήματα διοικητικών μέσων θεραπείας και ένα τμήμα γραμματείας και συλλογικών οργάνων.

ζ. ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗΣ με πέντε τμή­ματα ανακεφαλαίωσης συνταξιοδοτικών περιπτώσεων και ένα τμήμα γραμματείας και μητρώου.

η. ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΔΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ με πέντε τμή­ματα, εκ των οποίων ένα τμήμα κύριας διαδοχικής ασφά­λισης, ένα τμήμα επικουρικής διαδοχικής ασφάλισης, ένα τμήμα συγχωνευμένων ταμείων κύριας ασφάλισης, ένα τμήμα συγχωνευμένων ταμείων επικουρικής ασφάλισης και ένα τμήμα αναγνώρισης προϋπηρεσιών.

θ. ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ με έξι τμήματα, εκ των οποίων ένα τμήμα προσωπικού, ένα τμήμα ενημέ­ρωσης κοινού, ένα τμήμα γραμματειακής υποστήριξης, ένα τμήμα διεκπεραίωσης αποφάσεων, ένα τμήμα οι­κονομικού και ένα τμήμα αρχείου.

ι. ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ με δύο τμήματα, εκ των οποίων ένα τμήμα επιτροπών αναπη­ρίας και ένα τμήμα γραμματείας.

2. Η τοπική αρμοδιότητα του υποκαταστήματος εκτεί­νεται:

α) Για τις εργασίες της ανακεφαλαίωσης των χρόνων των προς συνταξιοδότηση ασφαλισμένων, κατ’ εφαρμο­γή του άρθρου 47 του ν. 2676/1999, σε όλα τα υποκατα­στήματα των Νομών Αττικής και Κορινθίας.

β) Για τις λοιπές περιπτώσεις ανακεφαλαιώσεων, εκτός από αυτές της περίπτωσης α’, με σκοπό την έκδοση απόφασης απονομής σύνταξης, στα ίδια όπως παραπάνω υποκαταστήματα πλην εκείνων στα οποία έχει ανατεθεί αρμοδιότητα έκδοσης αποφάσεων απονο­μής σύνταξης και επιδομάτων τύπου σύνταξης κατά τις διατάξεις της παρ. 1β του άρθρου 27 του π.δ. 266/1989 (ΦΕΚ 127 Α’).

Με απόφαση του διοικητή του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. θα επε­κτείνονται τα όρια χωροταξικής αρμοδιότητας του ως άνω υποκαταστήματος για εργασίες ανακεφαλαίωσης χρόνου ασφάλισης και απονομής σύνταξης.

Το υποκατάστημα στελεχώνεται με ανακατανομή του υπηρετούντος προσωπικού, χωρίς αύξηση των οργανι­κών θέσεων του Ι.Κ.Α..

3. Του περιφερειακού υποκαταστήματος (μονάδα επι­πέδου Διεύθυνσης) προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού. Της Υποδιεύθυνσης Υγειο­νομικής Υπηρεσίας και του τμήματος επιτροπών αναπη­ρίας προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Ιατρών. Των Υποδιευθύνσεων του υποκαταστήματος προΐστανται υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού – Λογιστικού και ελλείψει αυτών υπάλ­ληλοι του κλάδου ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων, των δε τμημάτων αυτού υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού – Λογιστικού ή ΔΕ Διοι­κητικών Γραμματέων.

4. Οι με αριθμ. 3, 4 και 5 Υποδιευθύνσεις του περι­φερειακού υποκαταστήματος Αθήνας της Νομαρχίας Αθηνών, 9η διοικητική περιφέρεια: Αττικής, που προβλέ­πονται από την παρ. 4 του άρθρου 26 του π.δ. 266/1989 (ΦΕΚ 127 Α’), αναριθμουμένων των με αριθμ. 6, 7, 8, 9 και 10 Υποδιευθύνσεων σε 3, 4, 5, 6 και 7, καθώς και η παρ. 2 του άρθρου 39 του π.δ. 363/1992 (ΦΕΚ 184 Α’) με την οποία προστέθηκε η παρ. 4 στο άρθρο 50 του π.δ. 266/1989, καταργούνται από τη δημοσίευση του νόμου περί σύστασης του περιφερειακού υποκαταστήματος απονομής συντάξεων Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ..

5. Μέχρι την έναρξη λειτουργίας του συσταθέντος με το παρόν άρθρο περιφερειακού υποκαταστήματος απονομής συντάξεων Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.ΑΜ, η οποία θα καθο­ριστεί με απόφαση του διοικητή του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.ΑΜ, το περιφερειακό υποκατάστημα συντάξεων Αθηνών το οποίο ήδη λειτουργεί, θα εξακολουθεί να λειτουργεί με το σύνολο των αρμοδιοτήτων και τη διάρθρωση, όπως αυτή αναφέρεται στο άρθρο 50 παρ. 4 του Οργανισμού του Ιδρύματος (π.δ. 266/1989), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει. Το άρθρο 20 του ν. 3345/2005 (ΦΕΚ 138 Α’) κα­ταργείται.

6. Οι αρμοδιότητες των Υποδιευθύνσεων και των τμη­μάτων του περιφερειακού υποκαταστήματος απονομής συντάξεων Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.ΑΜ, καθορίζονται με κοινή από­φαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, μετά από πρόταση του Δ.Σ. του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ..

Αρθρο 34

Σύσταση τοπικών υποκαταστημάτων και παραρτημάτων I.K.A.-E.TAM.

1. Στη διοικητική περιφέρεια Αττικής, Νομαρχίας Αθη­νών συνιστώνται τοπικά υποκαταστήματα, τα οποία υπά­γονται στο περιφερειακό υποκατάστημα I.K.A.-E.TAM. Αθήνας, ως ακολούθως:

Τοπικό υποκατάστημα Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Αργυρούπολης, που διαρθρώνεται ως εξής:

α) τμήμα εσόδων

β) τμήμα παροχών συντάξεων – ασθενείας

γ) τμήμα μητρώου

δ) τμήμα οικονομικού – διοικητικού.

Τοπικό υποκατάστημα Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Πετρούπολης, που διαρθρώνεται ως εξής:

α) τμήμα εσόδων

β) τμήμα παροχών συντάξεων – ασθενείας

γ) τμήμα μητρώου

δ) τμήμα οικονομικού – διοικητικού.

2. Στη διοικητική περιφέρεια Αττικής, Νομαρχίας Ανα­τολικής Αττικής συνιστώνται τοπικά υποκαταστήματα, τα οποία υπάγονται στο περιφερειακό υποκατάστημα I.K.A.-E.TAM. Αθήνας, ως ακολούθως:

Τοπικό υποκατάστημα Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Κηφισιάς, που διαρθρώνεται ως εξής:

α) τμήμα εσόδων κοινών επιχειρήσεων

β) τμήμα εσόδων οικοδομοτεχνικών έργων

γ) τμήμα παροχών συντάξεων – ασθενείας

δ) τμήμα μητρώου

ε) τμήμα οικονομικού – διοικητικού.

Τοπικό Υποκατάστημα Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Μαραθώνα, που διαρθρώνεται ως εξής:

α) τμήμα εσόδων – μητρώου

β) τμήμα παροχών συντάξεων – ασθενείας

γ) τμήμα οικονομικού – διοικητικού.

3. Στη Νομαρχία Ανατολικής Αττικής συνιστάται πα­ράρτημα Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Κέας, το οποίο υπάγεται στο τοπικό υποκατάστημα Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Λαυρίου.

4. Στη Νομαρχία Πειραιά συνιστάται παράρτημα Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Κυθήρων, το οποίο υπάγεται στο περιφερειακό υποκατάστημα Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Πειραιά.

5. Στη διοικητική περιφέρεια κεντρικής Μακεδονίας, Νομού Θεσσαλονίκης συνιστάται τοπικό υποκατάστημα Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Σταυρούπολης, το οποίο υπάγεται στο πε­ριφερειακό υποκατάστημα Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Θεσσαλονίκης και διαρθρώνεται ως εξής:

Τοπικό Υποκατάστημα Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Σταυρούπολης:

α) τμήμα εσόδων κοινών επιχειρήσεων

β) τμήμα εσόδων οικοδομοτεχνικών έργων

γ) τμήμα παροχών συντάξεων – ασθενείας

δ) τμήμα μητρώου

ε) τμήμα οικονομικού – διοικητικού.

6. Στη διοικητική περιφέρεια κεντρικής Μακεδονίας, Νομού Κιλκίς, το παράρτημα Πολυκάστρου του τοπι­κού υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Αξιούπολης μετα­τρέπεται σε τοπικό υποκατάστημα Πολυκάστρου και διαρθρώνεται ως εξής:

α) τμήμα εσόδων – μητρώου

β) τμήμα παροχών συντάξεων – ασθενείας

γ) τμήμα οικονομικού – διοικητικού.

7. Στη διοικητική περιφέρεια νοτίου Αιγαίου, Νομού Κυκλάδων, το παράρτημα Μυκόνου του τοπικού υπο­καταστήματος Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Ερμούπολης, μετατρέπεται σε τοπικό υποκατάστημα Μυκόνου και διαρθρώνεται ως εξής:

α) τμήμα εσόδων – μητρώου

β) τμήμα παροχών συντάξεων – ασθενείας

γ) τμήμα οικονομικού – διοικητικού.

8. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. καθορίζεται η ασφαλιστική περιοχή εντός της οποίας ασκούνται οι αρμοδιότητες των συνιστώμενων υποκαταστημάτων και παραρτημάτων. Η ημερομηνία έναρξης λειτουργίας τους καθορίζεται με απόφαση του διοικητή του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.ΑΜ.

Αρθρο 35
Σύσταση υποδιεύθυνσης και τμημάτων στη διεύθυνση προμηθειών και χημικών υπηρεσιών του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ.

1. Στη διεύθυνση προμηθειών και χημικών υπηρεσιών της γενικής διεύθυνσης οικονομοτεχνικών υπηρεσιών της διοίκησης του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. συνιστάται υποδιεύθυν­ση με την ονομασία «υποδιεύθυνση αποθηκών».

2. Η υποδιεύθυνση αποθηκών διαρθρώνεται ως εξής:

α) τμήμα διαχείρισης γενικού υλικού χρήσεως και αναλώσιμου,

β) τμήμα διαχείρισης υγειονομικού υλικού χρήσεως

γ) τμήμα διαχείρισης φαρμακευτικού και αναλώσιμου υγειονομικού υλικού

δ) τμήμα γραμματείας.

3. Στη διάρθρωση της διεύθυνσης προμηθειών και χημικών υπηρεσιών συνιστώνται τρία νέα τμήματα, με τις ονομασίες «τμήμα κατάρτισης και τροποποίησης συμβάσεων», «τμήμα διαχείρισης διαγωνισμών παροχής υπηρεσιών και εξοπλισμού» και «τμήμα γραμματείας».

Το τμήμα αποθηκών της διεύθυνσης προμηθειών και χημικών υπηρεσιών καταργείται. Οι αρμοδιότητες του μεταφέρονται στην υποδιεύθυνση αποθηκών, που συ­νιστάται με το άρθρο αυτό.

4. Της υποδιεύθυνσης αποθηκών προΐσταται υπάλ­ληλος του κλάδου ΠΕ διοικητικού – οικονομικού. Των τμημάτων της προΐστανται υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ διοικητικού-οικονομικού ή ΤΕ διοικητικού-λογιστικού ή ΔΕ διοικητικών γραμματέων. Των τμημάτων κατάρτισης και τροποποίησης συμβάσεων, διαχείρισης διαγωνισμών παροχής υπηρεσιών και εξοπλισμού και γραμματείας της διεύθυνσης προμηθειών και χημικών υπηρεσιών προΐστανται υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ διοικητικού-οι­κονομικού ή ΤΕ διοικητικού-λογιστικού ή ΔΕ διοικητικών γραμματέων.

5. Μέχρι την έναρξη λειτουργίας της υποδιεύθυνσης αποθηκών, η οποία θα καθορισθεί με απόφαση του διοικητή του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., η υφιστάμενη διεύθυνση προμηθειών και χημικών υπηρεσιών της διοίκησης του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. εξακολουθεί να λειτουργεί με το σύνολο των αρμοδιοτήτων και τη διάρθρωση που αναφέρεται στο άρθρο 18 του Οργανισμού του Ι.ΚΑ-Ε.ΤΑΜ. (π.δ. 266/1989), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

6. Οι αρμοδιότητες της συνιστώμενης υποδιεύθυνσης, των τμημάτων της, καθώς και των νέων τμημάτων της διεύθυνσης προμηθειών και χημικών υπηρεσιών καθο­ρίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Απασχόλη­σης και Κοινωνικής Προστασίας, μετά από πρόταση του Δ.Σ. του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.ΑΜ.

Αρθρο 36

Σύσταση τριών υποδιευθύνσεων στη διεύθυνση τεχνικής και στέγασης της γενικής διεύθυνσης οικονομοτεχνικών υπηρεσιών του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.

1. Στη διεύθυνση τεχνικής και στέγασης της γενικής διεύθυνσης οικονομοτεχνικών υπηρεσιών του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ, συνιστώνται τρεις υποδιευθύνσεις με τις ονομα­σίες «υποδιεύθυνση στέγασης», «υποδιεύθυνση μελετών και κατασκευών» και «υποδιεύθυνση συντήρησης».

Η υποδιεύθυνση τεχνική του περιφερειακού υποκα­ταστήματος Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Θεσσαλονίκης, μεταφέρεται στη διάρθρωση της διεύθυνσης τεχνικής και στέγασης της διοίκησης του I.K.A.-E.TAM. με την ονομασία «υπο­διεύθυνση τεχνικής Θεσσαλονίκης» και εξακολουθεί να λειτουργεί με τα υφιστάμενα τμήματα της και τις αρ­μοδιότητες που ανάγονται σε αυτά.

2. Η υποδιεύθυνση στέγασης διαρθρώνεται ως εξής: α) τμήμα ακίνητης περιουσίας β) τμήμα μισθώσεων – εκμισθώσεων γ) τμήμα προγραμματισμού δ) γραφείο νομικής υποστήριξης ε) γραφείο γραμματείας.

3. Η υποδιεύθυνση μελετών και κατασκευών διαρθρώ­νεται ως εξής:

α) τμήμα αρχιτεκτονικών μελετών

β) τμήμα στατικών μελετών

γ) τμήμα ηλεκτρομηχανολογικών μελετών

δ) τμήμα συντάξεως τευχών, δημοπρατήσεων και ελέγχου

ε) τμήμα κατασκευών

στ) τμήμα διευκόλυνσης ατόμων με αναπηρία (ΑΜΕΑ)

ζ) γραφείο γραμματείας.

4. Η υποδιεύθυνση συντήρησης διαρθρώνεται ως εξής:

α) τμήμα συντήρησης κτιρίων – δομικά

β) τμήμα συντήρησης ηλεκτρομηχανολογικών εγκα­ταστάσεων

γ) τμήμα συντήρησης ιατρικών μηχανημάτων, αυτο­κινήτων και υλικού

δ) γραφείο γραμματείας.

5. Της υποδιεύθυνσης στέγασης προΐσταται υπάλ­ληλος του κλάδου ΠΕ διοικητικού – οικονομικού ή ΠΕ μηχανικών. Των τμημάτων ακίνητης περιουσίας και μι­σθώσεων – εκμισθώσεων προΐστανται υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ διοικητικού – οικονομικού ή ΤΕ διοικητικού -λογιστικού. Του τμήματος προγραμματισμού προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ μηχανικών ή ΤΕ μηχανικών.

6. Της υποδιεύθυνσης μελετών και κατασκευών προΐ­σταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ μηχανικών. Του τμή­ματος αρχιτεκτονικών μελετών προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ μηχανικών (ειδικότητας αρχιτέκτονα). Του τμήματος στατικών μελετών προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ μηχανικών (ειδικότητας πολιτικού μηχανικού). Του τμήματος ηλεκτρομηχανολογικών με­λετών προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ μηχανικών (ειδικότητας ηλεκτρολόγου ή μηχανολόγου). Των τμη­μάτων σύνταξης τευχών δημοπρατήσεων και ελέγχου και κατασκευών προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ μηχανικών. Του τμήματος ΑΜΕΑ προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ μηχανικών (ειδικότητας αρχιτέκτονα – μηχανικού).

7. Της υποδιεύθυνσης συντήρησης προΐσταται υπάλ­ληλος του κλάδου ΠΕ Μηχανικών. Του τμήματος συ­ντήρησης κτιρίων – δομικά προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ μηχανικών ή υπάλληλος του κλάδου ΤΕ μηχανικών. Του τμήματος συντήρησης ηλεκτρομηχα­νολογικών εγκαταστάσεων προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ μηχανικών (ειδικότητας ηλεκτρολόγου ή μη­χανολόγου). Του τμήματος συντήρησης ιατρικών μηχα­νημάτων, αυτοκινήτων και υλικού προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ μηχανικών (ειδικότητας μηχανολόγου ή ηλεκτρολόγου ή ηλεκτρονικού) ή υπάλληλος του κλάδου ΤΕ μηχανικών (ειδικότητας ιατρικών εφαρμογών).

8. Της υποδιεύθυνσης τεχνικής Θεσσαλονίκης και των τμημάτων της προΐστανται υπάλληλοι των κατηγοριών και κλάδων που προβλέπονται στις διατάξεις του Οργα­νισμού του Ι.Κ.Α.-Ε.ΤΑΜ. (π.δ.266/1989, όπως ισχύει).

9. Μέχρι την έναρξη λειτουργίας των τριών υποδιευθύν­σεων που συστήνονται με το παρόν άρθρο, η οποία θα καθορισθεί με απόφαση του διοικητή του Ι.ΚΑ-Ε.Τ.ΑΜ, η υφιστάμενη διεύθυνση τεχνικής και στέγασης της διοίκησης του Ι.ΚΑ-Ε.ΤΑΜ. εξακολουθεί να λειτουργεί με το σύνολο των αρμοδιοτήτων και τη διάρθρωση που αναφέρεται στο άρθρο 17 του Οργανισμού του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., όπως τροποποιήθηκε και ισχύει. Μέχρι την ημε­ρομηνία αυτή, η υποδιεύθυνση τεχνικής Θεσσαλονίκης εξακολουθεί να υπάγεται διοικητικά στο περιφερειακό υποκατάστημα Ι.ΚΑ-Ε.Τ.ΑΜ Θεσσαλονίκης.

10. Οι αρμοδιότητες των συνιστώμενων υποδιευθύν­σεων και των τμημάτων τους καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοί­κησης και Αποκέντρωσης και Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας, μετά από πρόταση του Δ.Σ. του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ..

Αρθρο 37

Ειδικά θέματα διοικητικής οργάνωσης

1. Η περίπτωση α’ του εδαφίου Α’ της παρ.1 του άρ­θρου 48 του ν. 2676/1999 αντικαθίσταται ως εξής:

«α) Ένα μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ή έναν διοικητικό υπάλληλο του Υπουργείου Απασχό­λησης και Κοινωνικής Προστασίας με βαθμό Α’, με το νόμιμο αναπληρωτή του, ως πρόεδρο.»

2. Η περίπτωση α’ του εδαφίου Β’ της παρ.1 του άρ­θρου 48 του ν. 2676/1999 αντικαθίσταται ως εξής:

«α) Ένα μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, έναν συνταξιούχο δικαστικό λειτουργό των τακτικών διοικητικών ή πολιτικών δικαστηρίων ή έναν διοικητικό υπάλληλο με βαθμό Α’, του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας ή εποπτευόμενου οργανι­σμού, πλην Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ., με το νόμιμο αναπληρωτή του, ως πρόεδρο.»

3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 45 του π.δ. 266/1989 (ΦΕΚ 127 Α’), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 4 του π.δ. 302/2002 (ΦΕΚ 268 Α’), αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Στα τοπικά υποκαταστήματα, παραρτήματα και ταμεία είσπραξης εσόδων Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. προΐστανται υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ διοικητικού – οικονομικού ή ΠΕ αναλογιστών ή ΤΕ διοικητικού-λογιστικού ή ΔΕ διοικητικών γραμματέων.»

4. Η παράγραφος 6 του άρθρου 45 του π.δ. 266/1989, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 3 του άρ­θρου 4 του π.δ. 302/2002 (ΦΕΚ 268 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Στις λοιπές οργανικές μονάδες (υποδιευθύνσεις, τμήματα και αυτοτελή γραφεία) των υπηρεσιών ασφά­λισης, προΐστανται υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ διοικητι­κού – οικονομικού ή ΠΕ αναλογιστών ή ΤΕ διοικητικού-λογιστικού ή ΔΕ διοικητικών γραμματέων.»

5. Οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου αυτού εφαρμόζονται για όλες τις υπάρχουσες κενές θέσεις.

6. Στο άρθρο 24 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α’) επέρ­χονται οι παρακάτω τροποποιήσεις:

α) Τα δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 1 αντικα­θίστανται ως εξής:

«1. Στο Ιδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων-Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών (Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ.) προσλαμβάνονται ιατροί και οδοντίατροι μόνιμοι θεραπευτές ή πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης με σχέση δημοσίου δικαίου, αναλόγως με τις ανάγκες του Ιδρύματος.

Εκτός από τους παραπάνω ιατρούς και οδοντιάτρους μόνιμους θεραπευτές ή πλήρους και αποκλειστικής απα­σχόλησης, στην περιοχή αρμοδιότητας των μονάδων πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.ΑΜ, πα­ρέχουν υπηρεσίες προσωπικοί ιατροί.»

β) Οι παράγραφοι 3, 4 και 5 αντικαθίστανται ως εξής:

«3. Οι πεντακόσιες πενήντα (550) θέσεις ιατρών και οδοντιάτρων του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. που συστήθηκαν με την Φ/Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ./866/2002 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Δι­οίκησης και Αποκέντρωσης, Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Υγείας και Πρόνοιας, για τις οποίες δεν ολοκληρώθηκε η διαδικασία αξιολόγησης και κρίσης μετατρέπονται αυτοδικαίως σε θέσεις μόνιμων θεραπευτών.

4. Η μετατροπή κενών οργανικών θέσεων ιατρών και οδοντιάτρων πλήρους και αποκλειστικής απασχόλη­σης του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.ΑΜ, που κρίνονται απαραίτητες για την κάλυψη των υπηρεσιών υγείας σε θέσεις μόνιμων ιατρών και οδοντιάτρων, γίνεται με αποφάσεις των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, που εκδίδονται μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.ΑΜ.

5. Οι θέσεις ιατρών και οδοντιάτρων πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. του παρόντος άρθρου διαβαθμίζονται σε θέσεις: α) διευθυντών, β) επιμελητών Α’ και γ) επιμελητών Β’ και κατανέμονται ανά υπηρεσία και ειδικότητα με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ..»

γ) Η παράγραφος 2 καταργείται και οι παράγραφοι 3, 4, 5 και 6 αναριθμούνται σε 2, 3, 4 και 5 αντιστοίχως.

7. Στο άρθρο 25 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α’) επέρ­χονται οι εξής τροποποιήσεις:

α) Στο τέλος της παραγράφου 5 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας καθορίζεται ο τρόπος λειτουργίας και η διαδικασία λήψης αποφάσεων των συμβουλίων επιλογής ιατρικού και οδοντιατρικού προσωπικού του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. (ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ-Ε.Τ.Α.Μ.).»

β) Οι παράγραφοι 1, 4 εδάφιο πρώτο, 5, 7 και 8 του άρθρου 25 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α’) έχουν εφαρ­μογή και για τους μόνιμους θεραπευτές ιατρούς και οδοντιάτρους. Όταν η επιλογή αφορά πλήρωση θέσεων μόνιμων ιατρών ή οδοντιάτρων αντί του ιατρού πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης ορίζεται μέλος του ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ – Ε.Τ.Α.Μ. μόνιμος ιατρός ή οδοντίατρος.

8. Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 3144/ 2003 αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. μετέχει άνευ ψήφου ως Κυβερνητικός Επίτροπος ο εκάστοτε Γενικός Γραμματέας της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, αναπληρού­μενος από τον Ειδικό Γραμματέα του ίδιου Υπουργείου ή τον γενικό διευθυντή της Γενικής Γραμματείας Κοινω­νικών Ασφαλίσεων του ίδιου Υπουργείου, διοριζόμενος με τριετή θητεία από τον Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.»

9. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 27 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α’), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 10 του ν.3302/2004 (ΦΕΚ 267 Α’), αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Οι ιατροί και οδοντίατροι αυτοί δεν μπορεί να υπερ­βαίνουν σε καμία περίπτωση το 10% του συνολικού αριθμού των οργανικών θέσεων των ιατρών και οδο­ντιάτρων του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.ΑΜ..»

10. Καθιερώνεται επιστημονικό βαθμολόγιο – προσοντολόγιο για τους μόνιμους και με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ιατρούς του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ..

Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προ­στασίας, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.ΑΜ, καθορίζεται η διαβάθμιση κατά κα­τηγορία ιατρών, ο τρόπος, τα κριτήρια αξιολόγησης, τα αρμόδια όργανα κρίσης, η διαδικασία επιλογής των μόνιμων και με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ιατρών του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ., καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

11. α) Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν.2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α’), προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Τα κριτήρια αξιολόγησης του έργου των ιατρών του ειδικού σώματος, καθώς και τα κριτήρια εξαίρεσης τους από το ειδικό σώμα καθορίζονται με απόφαση του Δι­οικητή του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.ΑΜ.»

β) Στην παράγραφο 12 του άρθρου 27 του ν. 3232/ 2004 (ΦΕΚ 48 Α’), απαλείφεται η λέξη «ηλεκτρονική».

γ) Η παράγραφος 10 του άρθρου 6 του ν.2556/1997, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 13 του άρ­θρου 27 του ν.3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α’), αντικαθίσταται ως εξής:

«10. Στους ιατρούς των υγειονομικών επιτροπών, κα­θώς και στους εισηγητές των υγειονομικών επιτροπών καταβάλλεται ειδική αποζημίωση, για κάθε κρινόμενο περιστατικό για το οποίο εκδίδεται οριστική γνωμάτευση, ποσού ίσου με το μισό της αμοιβής που καταβάλλε­ται εκάστοτε από το Δημόσιο στους συμβεβλημένους με αυτό ιατρούς για την εξέταση στο ιατρείο και, προκει­μένου για κατ’ οίκον εξέταση περιστατικών αναπηρίας, ποσού ίσου με το μισό της αμοιβής που καταβάλλεται εκάστοτε από το Δημόσιο στους συμβεβλημένους με αυτό ιατρούς για την κατ’ οίκον εξέταση.»

δ) Το εδάφιο που προστέθηκε με την παράγραφο 14 του άρθρου 27 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α’), αντικαθί­σταται ως εξής:

«Στους ιατρούς μέλη της παραπάνω επιτροπής δειγ­ματοληπτικού ελέγχου καταβάλλεται ειδική αποζημίωση, καθώς και τα έξοδα μετακίνησης κατά τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 9 και 10 του παρόντος άρθρου.»

12. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου που ρυθμίζουν οργανωτικά θέματα του Ι.ΚΑ – Ε.ΤΑΜ. αποτελούν ανα­πόσπαστο τμήμα του Οργανισμού του (π.δ. 266/1989), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, και τροποποιούνται με τη διαδικασία που ισχύει για την τροποποίηση του Οργανισμού του Ι.ΚΑ-Ε.ΤΑΜ..

Αρθρο 38

Ρυθμίσεις θεμάτων Ταμείου Ασφάλισης ιδιοκτητών Συντακτών και Υπαλλήλων Τύπου (Τ.Α.Ι.Σ.Υ.Τ.)

ΜΕΡΟΣ Γ

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΛΟΙΠΩΝ ΤΑΜΕΙΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

ΤΑΜΕΙΑ ΤΥΠΟΥ

1. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 2 του α.ν. 2176/1940 (ΦΕΚ 11 Α’), προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Αν ιδιοκτήτης της εφημερίδας ή του περιοδικού εί­ναι εταιρία, στην ασφάλιση του Ταμείου υπάγονται τα παρακάτω πρόσωπα:

α) Ο ομόρρυθμος εταίρος, αν ιδιοκτήτης είναι προ­σωπική εταιρεία.

β) Ο συμμετέχων με το μεγαλύτερο ποσοστό στο εταιρικό κεφάλαιο, αν ιδιοκτήτης είναι εταιρεία περιο­ρισμένης ευθύνης και

γ) Ο μέτοχος με το μεγαλύτερο αριθμό ονομαστικοποιημένων μετοχών, αν ιδιοκτήτης είναι ανώνυμη εταιρεία.

Αν στις παραπάνω περιπτώσεις έχουν προϋποθέσεις για ασφάλιση περισσότερα του ενός πρόσωπα λόγω ίσης συμμετοχής στο εταιρικό κεφάλαιο, η αμετάκλητη επιλογή του ασφαλιστέου προσώπου από όσα έχουν ίσα ποσοστά, γίνεται από την επιχείρηση που εκδίδει την εφημερίδα ή το περιοδικό.

Σε περίπτωση πολλαπλών δραστηριοτήτων της εται­ρίας, για τις οποίες υπάρχει υποχρέωση ασφάλισης σε περισσότερους του ενός φορείς, η ασφάλιση χωρεί υποχρεωτικά σε έναν μόνο φορέα, τον οποίο επιλέγει ο ασφαλισμένος.»

2. Για όσα από τα πρόσωπα της προηγούμενης παρα­γράφου υπάγονται στην ασφάλιση του Ταμείου με την παρούσα ρύθμιση και μετέχουν σε εταιρίες που δρα­στηριοποιούνται στην έκδοση εντύπων πριν την έναρξη ισχύος της, η ασφάλιση αρχίζει από την ημερομηνία απόκτησης του προβλεπόμενου ποσοστού συμμετοχής στο εταιρικό κεφάλαιο ή αριθμού μετοχών και εφόσον για τη συγκεκριμένη δραστηριότητα δεν έχει χωρήσει ασφάλιση σε άλλον φορέα κύριας ασφάλισης.

3. Η προθεσμία που προβλέπεται από το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν2328/1995 (ΦΕΚ 159 Α’) παρατείνεται για έξι (6) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

4. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν.2328/1995 αντικαθίσταται ως εξής:

«Για την ασφάλιση των παραπάνω εργαζομένων κα­ταβάλλεται: α) για τον κλάδο κύριας ασφάλισης του Ταμείου, εισφορά εργοδότη σε ποσοστό εννέα τοις εκα­τό (9%) και ισόποση εισφορά του ασφαλισμένου, που υπολογίζεται στο σύνολο των μηνιαίων αποδοχών τους και β) για τους άλλους κλάδους ασφάλισης, οι προβλε­πόμενες από τον Κανονισμό Λειτουργίας εισφορές.»

5. Ασφαλισμένοι μέχρι 31.12.1992 των κλάδων κύριας ασφάλισης φωτοειδησεογράφων και εικονοληπτών επι­καίρων τηλεόρασης και ανταποκριτών ξένου τύπου του Τ.Α.Ι.Σ.Υ.Τ. μπορούν να αναγνωρίσουν ως χρόνο ασφάλι­σης στους οικείους Κλάδους χρόνο απασχόλησης τους στο ασφαλιστέο επάγγελμα, για τον οποίο δεν έχουν καταβληθεί οι ασφαλιστικές εισφορές, εφόσον ο χρόνος αυτός δεν συμπίπτει με χρόνο ασφάλισης σε οποιον­δήποτε άλλον φορέα κύριας ασφάλισης.

Ο χρόνος που αναγνωρίζεται δεν μπορεί να υπερβεί σε καμιά περίπτωση την πενταετία και η απασχόληση αποδεικνύεται με σχετική βεβαίωση της Γενικής Γραμ­ματείας Ενημέρωσης.

Για την αναγνώριση του χρόνου αυτού, οι ενδιαφε­ρόμενοι πρέπει να υποβάλλουν στο Τ.Α.Ι.Σ.Υ.Τ. σχετική αίτηση μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

Η εξαγορά του αναγνωριζόμενου χρόνου γίνεται με καταβολή εισφοράς που ανέρχεται για κάθε μήνα ανα­γνώρισης σε ποσοστό 10% και υπολογίζεται για μεν τους ασφαλισμένους του κλάδου φωτοειδησεογράφων στο διπλάσιο του Η.Α.Ε., για δε τους ασφαλισμένους του κλάδου ανταποκριτών ξένου τύπου στο 75πλάσιο του Η.Α.Ε., όπως αυτό έχει διαμορφωθεί κατά το μήνα υποβολής της αίτησης.

Το ποσό της εξαγοράς καταβάλλεται με επιλογή του ενδιαφερομένου, είτε εφάπαξ μέσα σε τρεις (3) μήνες από την κοινοποίηση σε αυτόν της σχετικής απόφασης αναγνώρισης και εξαγοράς, είτε σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις, ίσες με τον αριθμό των μηνών που αναγνωρίζο­νται, οι οποίες δεν μπορούν να υπερβούν τις σαράντα οκτώ. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από την κοινοποίηση στον ενδιαφερόμε­νο της σχετικής απόφασης αναγνώρισης και εξαγοράς του χρόνου απασχόλησης. Καθυστέρηση καταβολής της δόσης περισσότερο από ένα μήνα από τότε που έγινε απαιτητή, επιβαρύνεται με τα προβλεπόμενα κάθε φορά πρόσθετα τέλη.

Το συνταξιοδοτικό δικαίωμα των παραπάνω προ­σώπων γεννάται και η σύνταξη καταβάλλεται από την πρώτη του επόμενου μήνα από την ολοσχερή εξόφλη­ση της οφειλής που προκύπτει από την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

Το δικαίωμα της αναγνώρισης με τους ανωτέρω όρους και προϋποθέσεις παρέχεται και σε όσους υπήχθησαν στην ασφάλιση των κλάδων μετά την 1.1.1993, εφόσον έχουν ασφαλιστεί μέχρι 31.12.1992 σε οποιονδήποτε φο­ρέα κύριας ασφάλισης και έχουν απασχοληθεί μέχρι την ημερομηνία αυτή σε εργασίες ασφαλιστέες στους κλάδους σύμφωνα με τις καταστατικές τους διατάξεις (π.δ. 419/1980, ΦΕΚ 11 Α’ και π.δ. 419/1983, ΦΕΚ 154 Α’).

Οι πιο πάνω ασφαλισμένοι μπορούν να αναγνωρίσουν στον κλάδο επικουρικής ασφάλισης χρόνο που συμπίπτει με χρόνο ασφάλισης στους κλάδους κύριας ασφάλισης φωτοειδησεογράφων και εικονοληπτών επικαίρων τηλεόρασης και ανταποκριτών ξένου τύπου του ταμεί­ου, εξαιρουμένου του χρόνου διαδοχικής ασφάλισης. Η αναγνώριση και εξαγορά του πιο πάνω χρόνου γίνεται με την καταβολή εισφοράς 4% για κάθε αναγνωριζό­μενο μήνα επί των αποδοχών που ορίζονται για τους κλάδους κύριας ασφάλισης και με τους αυτούς όρους και προϋποθέσεις.

Χρόνος ο οποίος αναγνωρίζεται στους αναφερόμε­νους κλάδους κύριας ασφάλισης και στον κλάδο επι­κουρικής ασφάλισης δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του εφάπαξ βοηθήματος που χορηγεί ο κλάδος πρόνοιας.

6. Το ποσό της σύνταξης που χορηγεί ο κλάδος κύριας ασφάλισης ανταποκριτών ξένου τύπου του Τ.Α.Ι.Σ.Υ.Τ. στους ασφαλισμένους του, αυξάνεται κατά ένα πεντη­κοστό (1/50) για κάθε έτος συντάξιμης υπηρεσίας πέραν του τριακοστού πέμπτου.

Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου έχει εφαρμο­γή και για τους ανταποκριτές ξένου τύπου που έχουν συνταξιοδοτηθεί πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Η αναπροσαρμογή της σύνταξης γίνεται μετά από αίτηση του συνταξιούχου και τα οικονομικά απο­τελέσματα αρχίζουν από την πρώτη του επόμενου μήνα εκείνου της υποβολής της αίτησης.

Αρθρο 39

Ρυθμίσεις Ταμείου Συντάξεων Προσωπικού Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης (Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ.)

1. Οι υπάλληλοι – μέλη των Ενώσεων Προσωπικού Ημε­ρήσιων Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης που απασχολούνται κατά κύριο επάγγελμα με σχέση εξαρ­τημένης εργασίας με μισθό στο «ΙΔΡΥΜΑ ΠΡΟΑΓΩΓΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΜΠΟΤΣΗ» ασφαλίζονται στο Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ..

Για την ασφάλιση των εργαζομένων της παραγράφου αυτής καταβάλλεται στο Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ. εργοδοτική εισφορά 7,5% για τον κλάδο σύνταξης και 2% για τον κλάδο ανεργίας και εισφορά ασφαλισμένου 8,5% για τον κλάδο σύνταξης. Οι εισφορές αυτές υπολογίζονται στο σύνολο των αποδοχών που λαμβάνουν οι εργαζόμενοι από τη συγκεκριμένη απασχόληση τους και σε καμιά περίπτωση σε αποδοχές κατώτερες αυτών που προβλέπονται από τη Σ.Σ.Ε. που υπογράφεται μεταξύ Ένωσης Ιδιοκτητών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών και Ενωσης Προσωπι­κού Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών.

2. Ασφαλισμένοι του Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ. μπορούν να αναγνω­ρίσουν ως χρόνο ασφάλισης στο ταμείο αυτό τον από 1.1.1989 μέχρι 31.12.1998 χρόνο απασχόλησης τους με σχέση εξαρτημένης εργασίας κατά κύριο επάγγελμα στους μη κρατικούς ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς που λειτουργούν νόμιμα σε όλη τη χώρα, με την ιδιότητα του συντάκτη, εφόσον ο χρόνος αυτός δεν συμπίπτει με χρόνο ασφάλισης σε οποιονδήποτε άλλο φορέα κύριας ασφάλισης.

Η απασχόληση αποδεικνύεται αποκλειστικά με σχετική βεβαίωση του εργοδότη στον οποίο παρασχέθηκε η εργασία και ελέγχεται από τις υπηρεσίες του Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ. για την ακρίβεια των στοιχείων.

Για την αναγνώριση του χρόνου αυτού, οι ενδιαφε­ρόμενοι πρέπει να υποβάλλουν στο Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ. σχετική αίτηση μέσα σε προθεσμία έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

Η εξαγορά του αναγνωριζόμενου χρόνου γίνεται με καταβολή εισφοράς που ανέρχεται για κάθε μήνα ανα­γνώρισης σε ποσοστό 16% και υπολογίζεται στις συνο­λικές αποδοχές του τελευταίου μήνα πλήρους απασχό­λησης πριν από την υποβολή της αίτησης, οι οποίες σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερες από το διπλάσιο του Η.Α.Ε., όπως αυτό έχει διαμορφωθεί κατά το μήνα υποβολής της αίτησης.

Το ποσό της εξαγοράς καταβάλλεται με επιλογή του ενδιαφερομένου, είτε εφάπαξ μέσα σε τρεις μήνες από την κοινοποίηση σε αυτόν της σχετικής απόφασης ανα­γνώρισης και εξαγοράς, είτε σε ισόποσες μηνιαίες δό­σεις, ίσες με τον αριθμό των μηνών που αναγνωρίζονται, οι οποίες δεν μπορούν να υπερβούν τις εξήντα.

Η πρώτη δόση πρέπει να καταβληθεί μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από την κοινοποίηση στον ενδια­φερόμενο της σχετικής απόφασης αναγνώρισης και εξαγοράς του χρόνου απασχόλησης. Καθυστέρηση κα­ταβολής της δόσης περισσότερο από ένα μήνα από τότε που έγινε απαιτητή, επιβαρύνεται με τα προβλεπόμενα κάθε φορά πρόσθετα τέλη.

Το συνταξιοδοτικό δικαίωμα των παραπάνω προ­σώπων γεννάται και η σύνταξη καταβάλλεται από την πρώτη του επόμενου μήνα από την ολοσχερή εξόφλη­ση του ποσού που προκύπτει από την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

3. Στο τέλος της περίπτωσης ε’ του άρθρου 3 του π.δ. 442/1993 (ΦΕΚ 184 Α’) προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:

«Σε περίπτωση εφαρμογής της διάταξης της περίπτω­σης γ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του παρόντος, ο ασφαλισμένος, κατά τις περιπτώσεις β’ μέχρι και ε’ αυτού του άρθρου, που συνταξιοδοτείται, εξαιρείται από την ασφάλιση του κλάδου και ασφαλίζεται ο τυχόν επόμενος συνιδιοκτήτης ή εταίρος ή μεριδιούχος ή ο μέτοχος με το μεγαλύτερο αριθμό μετοχών.»

4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 6 του π.δ. 442/1993 (ΦΕΚ 184 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Οι μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένοι στον κλάδο δι­καιούνται σύνταξη λόγω γήρατος, αν παύσουν να πλη­ρούν τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στην ασφάλιση και έχουν συμπληρώσει:

α) Το 65ο έτος της ηλικίας τους και 15 έτη ασφάλισης, από τα οποία 12 έτη στην πραγματική ασφάλιση του Κλάδου.

β) Το 55ο έτος της ηλικίας τους και 25 έτη ασφάλισης, από τα οποία 20 έτη στην πραγματική ασφάλιση του Κλάδου. Το όριο ηλικίας των 55 ετών αυξάνεται για τους άνδρες από 1.1.1998 ανά έξι μήνες κάθε έτος μέχρι του 60ού έτους της ηλικίας.

γ) Το 75ο έτος της ηλικίας τους και 30 έτη ασφάλισης, από τα οποία 25 έτη στην πραγματική ασφάλιση του Κλάδου, εφόσον εξακολουθούν να περιλαμβάνονται στα πρόσωπα των περιπτώσεων β’ μέχρι ε’ του άρθρου 3 του παρόντος.

δ) 35 έτη ασφάλισης, από τα οποία 25 έτη στην πραγματική ασφάλιση του Κλάδου, χωρίς όριο ηλικίας. Οσοι απέκτησαν τις προϋποθέσεις του άρθρου 3 μετά την 1.1.1983, για τη συνταξιοδότηση λόγω 35ετίας απαιτείται το 58ο έτος της ηλικίας για τους άνδρες και το 55ο για τις γυναίκες.»
5. Για την εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν στη μεταβολή ασφαλιστικού φορέα, ο κλάδος ασφάλισης ιδιοκτητών ημερησίων εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης, που λειτουργεί στο Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ., θεωρείται οργανισμός κύριας ασφάλισης.

6. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του π.δ. 442/1993 (ΦΕΚ 184 Α’) προστίθενται περιπτώσεις γ’ και δ’ ως εξής:

«γ) Κατ’ εξαίρεση ο χρόνος, που έχει διανυθεί στην ασφάλιση του γενικού λογαριασμού του Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ., των προσώπων, που αναφέρονται στην περίπτωση α της παραγράφου 1 του άρθρου 24 του ν. 2079/1992, θεωρείται ως χρόνος ασφάλισης στον κλάδο ιδιοκτητών, τόσο για τη συμπλήρωση των απαιτούμενων προϋποθέσεων συνταξιοδότησης, όσο και για τον υπολογισμό των πα­ροχών που χορηγεί ο κλάδος, εφόσον έχουν συμπλη­ρώσει αποκλειστικά και μόνο στον κλάδο Ιδιοκτητών το χρόνο πραγματικής ασφάλισης που κατά περίπτωση προβλέπεται από το άρθρο 6 του παρόντος, ανεξάρτητα αν τελευταίος ασφαλιστικός φορέας είναι ο κλάδος Ιδιοκτητών ή ο γενικός λογαριασμός του Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ..

Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζο­νται και στους ασφαλισμένους του κλάδου Ιδιοκτητών οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους και συνο­λικό χρόνο ασφάλισης στον κλάδο Ιδιοκτητών και στο γενικό λογαριασμό του Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ. 35 χρόνια από τα οποία 5 χρόνια στην πραγματική ασφάλιση του κλάδου Ιδιοκτητών.

δ) Οι διατάξεις της περίπτωσης γ’ της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και για εκκρεμείς αιτήσεις συ­νταξιοδότησης που υποβλήθηκαν στο Ταμείο πριν από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, τα δε οικονομικά αποτελέσματα αρχίζουν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.»

7. Οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 24 του ν.δ. 3083/1954 (ΦΕΚ 184 Α’) και του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του ν.δ. 3619/1956 (ΦΕΚ 277 Α’) εφαρμόζονται και για τις καταβαλλόμενες στο Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ. εισφορές.

8. Η προβλεπόμενη από την παράγραφο 2 του άρθρου 33 του ν. 3340/2005 (ΦΕΚ 112 Α’) υποχρέωση κατάθε­σης του αγγελιοσήμου απευθείας στους Λογαριασμούς που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της ίδιας παρα­γράφου από τις υπόχρεες προς δημοσίευση ανώνυμες εταιρείες, κατά τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 (ΦΕΚ 37 Α’), επεκτείνεται και στις ημερήσιες οικονομικές εφη­μερίδες, τηρουμένων αναλόγως των διαδικασιών του άρθρου αυτού καθώς και των εφαρμοστικών αυτού, διατάξεων.

9. Η παράγραφος 13 του άρθρου 12 του ν. 2328/1995 (ΦΕΚ 189 Α’), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 33 του ν. 2429/1996 (ΦΕΚ 155 Α’), αντικαθίσταται ως εξής:

«13) α. Το Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ. δικαιούται να προβαίνει στον ου­σιαστικό έλεγχο κάθε στοιχείου σχετικού με τις πραγ­ματοποιούμενες διαφημίσεις και καταχωρήσεις, τον υπολογισμό και την καταβολή του αγγελιοσήμου, σύμ­φωνα με τις διατάξεις των άρθρων 7 του ν.δ. 1344/1973 (ΦΕΚ 36 Α’), 4 του ν. 712/1977 (ΦΕΚ 283 Α’) και 14 του ν. 1989/1991 (ΦΕΚ 192 Α’).

β. Ο έλεγχος που προβλέπεται από την περίπτωση α’ της παραγράφου αυτής μπορεί, κατ’ εξαίρεση των γενι­κών διατάξεων, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ., να επεκτείνεται στις επιχειρήσεις που μεσολαβούν για την πραγματοποίηση της διαφήμισης ή της καταχώρησης, καθώς και στις επιχειρήσεις που αφορά άμεσα η διαφήμιση ή καταχώρηση.»

10. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης γ’ της παρα­γράφου 6 του άρθρου 14 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:

«γ. Στην ασφάλιση του Ταμείου Συντάξεων Προσωπι­κού Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης δύναται να υπάγονται και οι απασχολούμενοι, με σχέση εξαρτημέ­νης εργασίας κατά κύριο επάγγελμα ως συντάκτες και υπάλληλοι διοίκησης και διαχείρισης, σε εφημερίδες, οι οποίες εκδίδονται μία τουλάχιστον φορά την εβδομάδα στους Νομούς Αττικής και Θεσσαλονίκης, εφόσον για την προηγούμενη απασχόληση τους υπάγονταν στην ασφάλιση του Ταμείου και έχουν πραγματοποιήσει δύο (2) έτη ασφάλισης σε αυτό και εφόσον υποβάλουν αίτηση, οι μεν ήδη απασχολούμενοι στις αναφερόμε­νες εφημερίδες εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, οι δε εφεξής προσλαμβανόμενοι εντός τριών μηνών από την πρόσληψη τους στα εν λόγω έντυπα.»

Αρθρο 40
Λογαριασμός δώρου εφημεριδοπωλών

Από το λογαριασμό δώρου εφημεριδοπωλών, που λειτουργεί στο Τ.Σ.Ε.Υ.Π. καταβάλλεται στους εφημε­ριδοπώλες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 4 του ν. 452/1976 (ΦΕΚ 272 Α’) την πρώτη Ιου­λίου κάθε έτους επίδομα αδείας το ύψος του οποίου καθορίζεται στο ποσό του δώρου Πάσχα που έλαβε ο κάθε δικαιούχος την ίδια χρονιά.

Αρθρο 41

Συνταξιοδότηση με 37 έτη ασφάλισης
1. Ασφαλισμένοι στο Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης, στο Ταμείο Ασφάλισης Ιδιοκτητών Συντακτών και Υπαλλήλων Τύ­που, στο Ταμείο Ασφάλισης Τεχνικών Τύπου Αθηνών, στο Ταμείο Συντάξεων Εφημεριδοπωλών και Υπαλλήλων Πρακτορείων Αθηνών, στο Ταμείο Συντάξεων Εφημερι­δοπωλών και Υπαλλήλων Πρακτορείων Θεσσαλονίκης και σε όλους τους κλάδους ασφάλισης τους, θεμελι­ώνουν δικαίωμα συνταξιοδότησης με τη συμπλήρωση 37 ετών υποχρεωτικής ασφάλισης ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας και χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση.

2. Για τη συμπλήρωση του χρόνου ασφάλισης της προηγούμενης παραγράφου, λαμβάνεται υπόψη:

α) Ο χρόνος υποχρεωτικής ασφάλισης που πραγματο­ποιήθηκε στους ομοειδείς αυτούς φορείς, ανεξάρτητα από την ιδιότητα με βάση την οποία έλαβε χώρα η ασφάλιση, στα ειδικά ταμεία της παρ.1 του άρθρου 2 του ν. 3029/2002 (ΦΕΚ 160 Α’) και στο Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ., ο οποίος συνυπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ 4202/1961(ΦΕΚ 175 Α’), όπως ισχύει.

β) Ο χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στο Δημόσιο, τους Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμίδας και σε Ν.Π.Δ.Δ., ο οποίος συνυπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 4202/ 1961, όπως ισχύει ή αναγνωρίζεται με τις διατάξεις των άρθρων 4-6 του ν. 1405/1983 (ΦΕΚ 180 Α’).

3. Κάθε άλλος χρόνος, πραγματικός ή πλασματικός, δεν συνυπολογίζεται για τη συμπλήρωση των 37 ετών ασφάλισης.

4. Καταστατικές διατάξεις των φορέων αυτών που προβλέπουν συνταξιοδότηση με 35 έτη ασφάλισης χω­ρίς όριο ηλικίας εξακολουθούν να ισχύουν για όσους έχουν υπαχθεί στην υποχρεωτική ασφάλιση οποιουδή­ποτε φορέα κύριας ασφάλισης μέχρι 31.12.1982.

Αρθρο 42

Ρύθμιση οφειλόμενων εισφορών

Οι καθυστερούμενες, μέχρι το τέλος του προηγούμε­νου μήνα από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου ασφαλιστικές εισφορές και οι οφειλές από αγγελιόσημο προς το Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης, το Ταμείο Ασφάλισης Ιδι­οκτητών Συντακτών και Υπαλλήλων Τύπου, το Ταμείο Ασφάλισης Τεχνικών Τύπου Αθηνών, το Ταμείο Συντά­ξεων Εφημεριδοπωλών και Υπαλλήλων Πρακτορείων Αθηνών, το Ταμείο Συντάξεων Εφημεριδοπωλών και Υπαλλήλων Πρακτορείων Θεσσαλονίκης, τον Ενιαίο Δημοσιογραφικό Οργανισμό Επικουρικής Ασφάλισης και Περίθαλψης, το Ταμείο Σύνταξης και Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Γεωργικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων και για όλους τους κλάδους ασφάλισης τους, μαζί με τα πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις, εξοφλούνται, μετά από απόφαση του Δ.Σ. του οικείου φορέα, κατά παρέκκλιση των διατάξεων των παραγρά­φων 1 έως και 6 του άρθρου 61 του ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α’), ως εξής:

α) είτε εφάπαξ, με έκπτωση σε ποσοστό 80% επί των πρόσθετων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων,

β) είτε σε ενενήντα έξι ισόποσες μηνιαίες δόσεις με έκπτωση σε ποσοστό 50% επί των πρόσθετων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων και με την προϋπόθεση προ­καταβολής ίσης με το 3% της συνολικής οφειλής.

Το ποσό της μείωσης των πρόσθετων τελών και λοι­πών επιβαρύνσεων στην περίπτωση τμηματικής κατα­βολής επιμερίζεται ισόποσα σε όλες τις δόσεις.

Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρό­τερο των 150 ευρώ.

Για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή απαιτείται η κατα­βολή των τρεχουσών εισφορών ή κάθε άλλης απαιτητής οφειλής μέσα στις προβλεπόμενες προθεσμίες και η υποβολή σχετικής αίτησης μέχρι 31.3.2007.

Η καταβολή του οφειλόμενου ποσού, σε περίπτωση εφάπαξ εξόφλησης του, γίνεται μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την κοινοποίηση της σχετικής απόφασης.

Σε περίπτωση ρύθμισης του οφειλόμενου ποσού σε δόσεις, η πρώτη δόση και η προκαταβολή καταβάλλο­νται μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την κοινο­ποίηση της σχετικής απόφασης.

Σε περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής δόσης το συ­νολικό ποσό αυτής προσαυξάνεται με τα προβλεπόμενα κάθε φορά πρόσθετα τέλη.

Η μη καταβολή της εφάπαξ οφειλής μέσα στην ανωτέ­ρω οριζόμενη προθεσμία ή η μη εμπρόθεσμη καταβολή έξι δόσεων συνολικά, καθώς και η μη καταβολή των τρεχουσών εισφορών συνεπάγεται την απώλεια του παρεχόμενου με το άρθρο αυτό δικαιώματος ρύθμισης και η εξόφληση διενεργείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 61 του ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α’), εφόσον το προβλεπόμενο από αυτές δικαίωμα εξακολουθεί να υφίσταται.

Στη ρύθμιση αυτή μπορούν να υπαχθούν και όσοι έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους με άλλες διατάξεις, για το μέρος της οφειλής που δεν έχει καταβληθεί.

Οι διατάξεις των παραγράφων 7 έως και 12 του άρ­θρου 61 του ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α’) έχουν εφαρμογή και στην παρούσα ρύθμιση.

Αρθρο 43

Υποχρεώσεις – κυρώσεις Διοικητικών Συμβουλίων ασφαλιστικών φορέων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β
1.α) Οι ασφαλιστικοί οργανισμοί υποχρεούνται να υποβάλλουν αναλογιστικές μελέτες, ισολογισμούς και επιχειρησιακά σχέδια δράσης στο Υπουργείο Απασχό­λησης και Κοινωνικής Προστασίας για έγκριση.

Επίσης, τον Ιανουάριο κάθε έτους οι φορείς υποχρε­ούνται να υποβάλλουν απολογισμό με τα πεπραγμένα του προηγούμενου έτους.

β) Οι προθεσμίες υποβολής των αναφερομένων στην προηγούμενο παράγραφο καθορίζονται ως εξής:

α.α. Οι αναλογιστικές μελέτες καταρτίζονται και υπο­βάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 71 του ν. 2084/1992, όπως ισχύουν κάθε φορά. Η κατάρτιση που προβλέπεται από την παρ. 2 του ίδιου άρθρου θα γίνε­ται ανά τριετία. Η παρ.1 του άρθρου 8 του ν. 2042/2002 (ΦΕΚ 75 Α’) εφαρμόζεται και για την κατάρτιση των αναλογιστικών μελετών.

Οι ασφαλιστικοί φορείς που δεν έχουν υποβάλει μέ­χρι σήμερα αναλογιστικές μελέτες υποχρεούνται να καταρτίσουν μελέτες μέχρι 30.6.2007.

β.β. Οι ισολογισμοί καταρτίζονται σύμφωνα με τις δι­ατάξεις του άρθρου 85 του ν. 2084/1992, όπως ισχύει, και υποβάλλονται μέχρι το τέλος Ιουνίου του επόμενου έτους.

γ.γ. Τα επιχειρησιακά σχέδια δράσης που προβλέπο­νται από την παράγραφο 3 του άρθρου 23 του ν. 3232/ 2004, υποβάλλονται κάθε έτος από τον Πρόεδρο μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του φορέα, το Δεκέμβριο του προηγούμενου έτους.

Η μη εμπρόθεσμη υποβολή από τους φορείς κοινω­νικής ασφάλισης των ανωτέρω αποτελεί λόγο παύσης από τα καθήκοντα τους, του προέδρου και των μελών του οικείου Διοικητικού Συμβουλίου.

γ) Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από 1.1.2007. Κάθε αντίθετη διάταξη νόμου που ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα αυτά καταργείται.

Αρθρο 44

Αναγνώριση χρόνου στο Ταμείο Συντάξεως και Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Γεωργικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (Τ.Σ.Ε.Α.Π.Γ.Σ.Ο.) και άλλες διατάξεις

1.α) Ασφαλισμένοι μέχρι 31.12.1992 του Ταμείου Συ­ντάξεως και Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Γεωργικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων μπορούν να ζητήσουν την αναγνώριση, στους κλάδους κύριας και επικουρικής ασφάλισης του Ταμείου αυτού, των χρο­νικών διαστημάτων χορήγησης υποχρεωτικών αδειών άνευ αποδοχών, εφόσον δεν έχει χωρήσει ασφάλιση κατά τα διαστήματα αυτά σε άλλον φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης.

Η αναγνώριση γίνεται ύστερα από την υποβολή αίτη­σης στο Τ.Σ.Ε.Α.Π.Γ.Σ.Ο. μέσα σε προθεσμία έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

β) Η εξαγορά του αναγνωριζόμενου χρόνου γίνεται με καταβολή εισφοράς που ανέρχεται για κάθε μήνα αναγνώρισης στο άθροισμα της μηνιαίας εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη των κλάδων κύριας και επικουρικής ασφάλισης και υπολογίζεται στις συνο­λικές αποδοχές του τελευταίου μήνα πλήρους απα­σχόλησης πριν από το μήνα υποβολής της αίτησης, εφαρμοζομένων ανάλογα των διατάξεων του άρθρου 17 του καταστατικού του Ταμείου ως προς το ανώτατο και κατώτατο όριο ασφαλίσιμων αποδοχών.

γ) Αν ο αιτούμενος την αναγνώριση έχει διακόψει την ασφάλιση του στο Ταμείο, το ποσοστό εισφοράς υπολο­γίζεται με βάση τις αποδοχές που παίρνει ομοιόβαθμος συνάδελφος του με τον ίδιο χρόνο απασχόλησης, σύμ­φωνα με την οικεία Συλλογική Σύμβαση Εργασίας.

δ) Το ποσό που προκύπτει από τον κατά τα ανωτέρω υπολογισμό βαρύνει τον ασφαλισμένο και καταβάλλεται είτε εφάπαξ είτε σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις, ίσες με τον αριθμό των μηνών που αναγνωρίζονται. Τόσο η εφάπαξ αποπληρωμή όσο και η καταβολή της πρώτης δόσης γίνεται μέσα σε τρεις μήνες από την κοινοποίηση στον ενδιαφερόμενο της απόφασης αναγνώρισης.

ε) Σε περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής δόσης, το ποσό αυτής επιβαρύνεται με τα προβλεπόμενα κάθε φορά πρόσθετα τέλη.

στ) Το συνταξιοδοτικό δικαίωμα των παραπάνω προ­σώπων γεννάται και η σύνταξη καταβάλλεται από την πρώτη του επόμενου μήνα από την ολοσχερή εξόφλη­ση της οφειλής που προκύπτει από την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

ζ) Ο χρόνος χορήγησης της υποχρεωτικής άδειας άνευ αποδοχών αποδεικνύεται με βεβαίωση του εργοδότη που εκδόθηκε κατά το χρόνο χορήγησης της άδειας ή με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Οργάνω­σης, βάση των πρακτικών της σχετικής συνεδρίασης.

η) Ο χρόνος που αναγνωρίζεται δεν μπορεί να χρη­σιμοποιηθεί για τη συμπλήρωση του χρόνου ασφάλι­σης που απαιτείται για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος λόγω απόλυσης από την υπηρεσία για οποιονδήποτε λόγο.

2. Όσοι έχουν επαναπροσληφθεί με βάση τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 68 Α’), της παρ. 25 του άρθρου 14 του ν. 2266/1994 (ΦΕΚ 218 Α’) και της παρ. 4 του άρθρου 3 του ν. 2349/1995 (ΦΕΚ 224 Α’) μπορούν να υποβάλουν αίτηση στους οικείους ασφαλιστικούς φορείς για αναγνώριση ως συντάξιμου με εξαγορά του εκτός υπηρεσίας χρόνου μέσα σε έξι μήνες από τη δη­μοσίευση του παρόντος νόμου. Η αναγνώριση γίνεται σύμφωνα με τους όρους και τη διαδικασία της παρ. 7 του άρθρου 25 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 68 Α’) και της αριθ. 45/ΟΙΚ.982/1995 απόφασης του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Αρθρο 45

Εξαγορά χρόνου ασφάλισης για θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος στους ασφαλιστικούς οργανισμούς

ΜΕΡΟΣ Δ’

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΦΟΡΕΩΝ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΚΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

ΡΥΘΜΙΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

Το άρθρο 5 του ν.3385/2005 (ΦΕΚ 210 Α’) αντικαθί­σταται ως εξής:

«Αρθρο 5

1. Ασφαλισμένοι των οργανισμών κύριας και επικουρι­κής ασφάλισης, πλην Ο.Γ.Α., αρμοδιότητας του Υπουργεί­ου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, που έχουν συμπληρώσει σε έναν ή περισσότερους ασφαλιστικούς οργανισμούς αθροιστικά τέσσερις χιλιάδες τριακόσιες πενήντα ημέρες ή 14 χρόνια και 6 μήνες ασφάλισης, είναι άνω των 65 ετών για τους άνδρες και των 60 ετών για τις γυναίκες προκειμένου για οργανισμούς ασφάλισης μισθωτών και άνω των 65 ετών για άνδρες και γυναίκες προκειμένου για οργανισμούς ασφάλισης ελευθέρων επαγγελματιών και ανεξάρτητα απασχολουμένων και δεν συνταξιοδοτούνται ή δεν δικαιούνται σύνταξη από το Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. ή άλλο οργανισμό ή κλάδο κύριας και επικουρικής ασφάλισης, αντίστοιχα, μπορούν να ζητήσουν την αναγνώριση με εξαγορά του χρόνου ασφάλισης που υπολείπεται για τη θεμελίωση δικαιώ­ματος συνταξιοδότησης λόγω γήρατος και μέχρι 150 ημέρες ή 6 μήνες ασφάλισης, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του αρμόδιου οργανισμού.

Σε περίπτωση θανάτου του άμεσα ασφαλισμένου πριν την υποβολή της αίτησης για σύνταξη γήρατος ή πριν την εξόφληση του ποσού εξαγοράς, το δικαίωμα μπορεί να ασκηθεί από τα δικαιοδόχα πρόσωπα με τις προϋ­ποθέσεις που αναφέρονται ανωτέρω και αφορούν τον άμεσα ασφαλισμένο.

Δικαίωμα αναγνώρισης χρόνου ασφάλισης και μέχρι πενήντα ημέρες ή δύο μήνες κατ’ ανώτατο όριο παρέχε­ται και για τη συμπλήρωση των κατ’ ελάχιστο απαιτού­μενων χρονικών προϋποθέσεων συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας με ποσοστό 67% και άνω. Στην περίπτωση αυτή οι αναγνωριζόμενες ημέρες ή μήνες συνυπολογί­ζονται και για τη συμπλήρωση των ειδικών χρονικών προϋποθέσεων (ενεργού ασφαλιστικού δεσμού), όπου αυτές απαιτούνται.

Τα δικαιοδόχα πρόσωπα μπορούν επίσης, σε περίπτω­ση θανάτου ασφαλισμένου που δεν έχει πραγματοποιή­σει τις ελάχιστες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, να αναγνωρίσουν μέχρι και πενήντα ημέρες ή δύο μήνες ασφάλισης για τη συμπλήρωση τους. Στην περίπτωση αυτή οι αναγνωριζόμενες ημέρες ή μήνες συνυπολογίζονται και για τη συμπλήρωση των ειδικών χρονικών προϋποθέσεων, όπου αυτές απαιτούνται.

2. Αρμόδιος οργανισμός για την αναγνώριση του χρό­νου είναι εκείνος στην ασφάλιση του οποίου έχει υπα­χθεί ο εργαζόμενος, αν έχει ασφαλιστεί σε ένα μόνο οργανισμό ή εκείνος στον οποίο έχει πραγματοποιήσει τον περισσότερο χρόνο ασφάλισης κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, αν έχει ασφαλιστεί σε περισσότερους διαδοχικά οργανισμούς.

3. Το δικαίωμα που παρέχεται με τις πιο πάνω διατά­ξεις ασκείται μόνο σε έναν οργανισμό κύριας ασφάλισης και έναν οργανισμό επικουρικής ασφάλισης.

4. Στην περίπτωση διαδοχικής ασφάλισης, το ανωτέρω δικαίωμα ασκείται με την προϋπόθεση ότι ο συνολικός χρόνος ασφάλισης σε όλους τους οργανισμούς που ασφαλίσθηκε διαδοχικά ο ασφαλισμένος δεν επαρκεί για τη θεμελίωση δικαιώματος σύνταξης γήρατος, ανα­πηρίας ή θανάτου, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομο­θεσίας οποιουδήποτε από τους ασφαλιστικούς αυτούς οργανισμούς.

5. Όπου υπάρχει παράλληλη ασφάλιση το δικαίωμα αυτό παρέχεται εφόσον ο ασφαλισμένος έχει διακόψει οριστικά την απασχόληση και την ασφάλιση του και δεν θεμελιώνει δικαίωμα για σύνταξη σε κανέναν από τους οργανισμούς αυτούς.

6. Χρόνος ασφάλισης για την εφαρμογή των διατά­ξεων του άρθρου αυτού είναι εκείνος που, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του κάθε οργανισμού, λαμβάνεται υπόψη για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος.

7. Η εξαγορά του χρόνου που αναγνωρίζεται σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους γίνεται ως εξής:

α) Ασφαλισμένοι που ασκούν το δικαίωμα αναγνώρι­σης στους οργανισμούς κύριας και επικουρικής ασφάλι­σης μισθωτών καταβάλλουν το άθροισμα του ποσοστού εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη κλάδου σύνταξης που ισχύει σε κάθε οργανισμό κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και που δεν μπορεί να είναι κατώτερο από το άθροισμα του ποσοστού εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη για τον κλάδο συντάξεων του Ι.Κ.Α-Ε.Τ.ΑΜ και του Ε.Τ.Ε.Α.Μ.. Το ποσό της εισφο­ράς για κάθε ημέρα ασφάλισης που εξαγοράζεται υπο­λογίζεται με βάση το ημερομίσθιο ανειδίκευτου εργάτη, όπως αυτό ισχύει κατά την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης. Όπου η ασφάλιση καθορίζεται σε μήνες ή έτη, ο ασφαλισμένος θεωρείται ότι πραγματο­ποίησε είκοσι πέντε (25) ημέρες κάθε μήνα.

β) Για την αναγνώριση του ανωτέρω χρόνου στους οργανισμούς ελευθέρων επαγγελματιών και ανεξάρτητα απασχολουμένων, καταβάλλεται το ποσό της εισφοράς κλάδου σύνταξης, που αντιστοιχεί στην ασφαλιστική κλάση ή κατηγορία στην οποία είχαν καταταγεί κατά το χρόνο διακοπής της απασχόλησης ή, όπου δεν προ­βλέπονται ασφαλιστικές κλάσεις ή κατηγορίες, η μηνι­αία τακτική εισφορά, όπως έχει διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης. Στην πε­ρίπτωση δε των έμμισθων ασφαλισμένων καταβάλλεται το ποσό της μηνιαίας τακτικής εισφοράς του ελευθέρως ασκούντος το επάγγελμα, όπως έχει διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης.

8. Το ποσό της οφειλής που προκύπτει από τον εξαγο­ραζόμενο χρόνο, σύμφωνα με τις παραπάνω διατάξεις, εξοφλείται εφάπαξ.

9. Το συνταξιοδοτικό δικαίωμα των προσώπων των προηγούμενων παραγράφων γεννάται και η σύνταξη καταβάλλεται από την πρώτη του επόμενου της εξό­φλησης της οφειλής μήνα.

10. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται για τρία έτη από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.»

Αρθρο 46

Οριοθέτηση υπαγωγής στην ασφάλιση Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.) και Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων (Ο.Γ.Α.)

1. Τα μέλη των Ε.Π.Ε. και τα μέλη Διοικητικού Συμβουλίου των Α.Ε., εφόσον είναι μέτοχοι κατά ποσοστό 3% τουλάχιστον, των οποίων ο σκοπός συνιστά επαγγελμα­τική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα, σε όλη την επικράτεια, υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

2.α. Από 1.1.2007, ο αριθμός των δωματίων που ανα­φέρονται στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης ε’ της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν.3050/2002, όπως αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 7 του άρθρου 18 του ν. 3144/2003, ορίζεται σε ένδεκα.

β. Ιδιοκτήτες έως δέκα ενοικιαζόμενων δωματίων σε όλη την Επικράτεια εξαιρούνται από την υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. και υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Γ.Α.. Εφόσον αυτοί ασφαλίζονται από άλλη εργασία ή απασχόληση ή λαμβάνουν σύνταξη από οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό ή το Δημόσιο, δεν υπάγονται σε κανέναν από τους δύο πιο πάνω Ορ­γανισμούς.

γ. Τα πρόσωπα της προηγούμενης περίπτωσης β’ που εξαιρούνται από την ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. μπορούν να ασφαλίζονται στον Οργανισμό αυτό προαιρετικά, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του περί υποχρεωτικής ασφάλισης, όπως ισχύει, οπότε παύει να ισχύει η ασφάλιση στον Ο.Γ.Α..

3. Χρόνος προαιρετικής υπαγωγής στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου, για τον οποίο δεν έχουν καταβληθεί οι προβλεπόμενες εισφορές εντός του απαιτούμενου εξαμήνου και έχει απωλεσθεί ο χρόνος αυτός, μπορεί να αναγνωρισθεί προαιρετικά με υποβολή σχετικής αί­τησης από τους ενδιαφερόμενους.

4. Από 1.1.2007 για τους επαγγελματίες, βιοτέχνες και εμπόρους που κατοικούν μόνιμα σε περιοχές που ανα­φέρονται στην παρ.1 του άρθρου 118 του ν. 2238/1994, Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, και ασκούν την δρα­στηριότητα τους σε αυτές, έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις των περιπτώσεων α’, β’ και γ’ της παρα­γράφου 1 του άρθρου 9 του ν. 3050/2002, όπως αντικα­ταστάθηκαν με την παράγραφο 7 του άρθρου 18 του ν. 3144/2003.

Η περίπτωση γ’ της παραγράφου 2 έχει εφαρμογή και στην παρούσα παράγραφο.

Αρθρο 47

Ρυθμίσεις Αυτοαπασχολουμένων

1. Όπου στην ισχύουσα νομοθεσία των ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητας Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας προβλέπονται αυξήσεις σύμφωνα με το ποσοστό αύξησης των συντάξεων του Δημοσίου, από της δημοσίευσης του παρόντος και εφε­ξής νοείται το ποσοστό αύξησης των συντάξεων που ορίζεται σύμφωνα με την εισοδηματική πολιτική που διαμορφώνεται κάθε φορά από το Υπουργείο Οικονο­μίας και Οικονομικών και αφορά τους ασφαλιστικούς φορείς του άρθρου 66 εδάφιο 1 του ν. 2084/1992, όπως ισχύει, σε περίπτωση δε κλιμάκωσης των αυξήσεων το ποσοστό αύξησης του πρώτου τμήματος σύνταξης.

2. Όπου από τις ισχύουσες διατάξεις του ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α’) προβλέπεται συνταξιοδότηση λόγω γή­ρατος με μειωμένο όριο ηλικίας των από 1.1.1993 και μετά ασφαλισμένων των φορέων κύριας ασφάλισης ελευθέρων επαγγελματιών και ανεξάρτητα απασχο­λουμένων το ποσοστό μείωσης για τις χορηγούμενες εφεξής συντάξεις διαμορφώνεται σε 1/267 για κάθε μήνα που λείπει από το πλήρες όριο ηλικίας συνταξιοδότησης και μέχρι 60 μήνες κατά περίπτωση.

3. Η παρ.11 του άρθρου 7 του ν.3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α’) αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως ακολούθως:

«11. Οι απασχολούμενοι στην αγροτική οικονομία ασφαλισμένοι στον Ο.Γ.Α., που έχουν ενταχθεί στα επενδυτικά προγράμματα για την αγροτική ανάπτυ­ξη (όπως αγροτουρισμός, αγροβιοτεχνία) στο πλαίσιο Κανονισμών Ε.Ε. και χρηματοδοτούνται για το σκοπό αυτόν, εξαιρούνται από την ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. για όσο χρόνο διαρκεί η υποχρεωτική παραμονή τους στο πρόγραμμα και συνεχίζουν να ασφαλίζονται υποχρεω­τικά στον Ο.Γ.Α. κατατασσόμενοι τουλάχιστον στην 5η ασφαλιστική κατηγορία του άρθρου 4 του ν.2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α’), όπως ισχύει.

Μετά τη λήξη της ως άνω υποχρεωτικής παραμονής, η ασφαλιστική τους περίπτωση επανεξετάζεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.»

4. Τα μέλη των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμέ­νης Ευθύνης (Κοι.Σ.Π.Ε.), που διέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 2716/1999, εξαιρούνται για την ιδιό­τητα τους αυτή από την υποχρεωτική ασφάλιση στους φορείς κύριας ασφάλισης αυτοαπασχολουμένων ή τον Ο.Γ.Α., από την ημερομηνία εφαρμογής των διατάξεων του ανωτέρω νόμου μέχρι και την 31.12.2008, εφόσον ασφαλίζονται ή λαμβάνουν σύνταξη από οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό ή το Δημόσιο.

5. Στο άρθρο 48 του π.δ. 669/1981, όπως τροποποιήθη­κε με την παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 1275/1982 και αντι­καταστάθηκε με τα άρθρα 15 και 16 του π.δ. 425/1983, το άρθρο 8 του π.δ.17/1985 και το άρθρο 4 του π.δ. 53/1991, προστίθεται παράγραφος με αριθμό 4 ως ακολούθως:

«4. Κατ’ εξαίρεση, εφόσον ο συνταξιούχος είναι ιδιο­κτήτης, χρησιούχος ή εκμεταλλευτής εξ ολοκλήρου σε επιβατικό αυτοκίνητο Δ.Χ. ή λεωφορείο Δ.Χ. ή φορτηγό αυτοκίνητο Δ.Χ. ή ποσοστό σε περισσότερα αυτοκί­νητα της ίδιας κατηγορίας που στο σύνολο τους δεν ξεπερνούν το όριο αυτό και παράλληλα είναι μέτοχος ΚΤΕΛ Α.Ε., οι μετοχές ή τα ποσοστά κυριότητας που αντιπροσωπεύουν λεωφορεία της ΚΤΕΛ Α.Ε. δεν προσμετρώνται στα ανωτέρω ποσοστά ιδιοκτησίας τους για την αναστολή της σύνταξης.»

6. Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 10 του ν.δ. 4104/1960 (ΦΕΚ 147 Α’) όπως αντικαταστάθηκαν με την παράγραφο 1 του άρθρου 18 του ν. 4476/1965 (ΦΕΚ 103 Α’) και συμπληρώθηκαν με το άρθρο 18 του ν. 1654/1986, καθώς και οι διατάξεις του β.δ. 226/23.2/21.3.1973 (ΦΕΚ 66 Α’) έχουν ανάλογη εφαρμογή και στους ασφαλιστικούς οργανισμούς ελευθέρων επαγγελματιών, ανεξάρτητα απασχολουμένων, καθώς και στον Ο.Γ.Α..

Αρθρο 48

Ρυθμίσεις Φορέων Ανεξάρτητα Απασχολουμένων

1.α) Σε περίπτωση θανάτου δημόσιου υπαλλήλου, πρόδηλα και αναμφισβήτητα εξαιτίας της υπηρεσίας, ασφαλισμένου και του Τ.Σ.Α.Υ., χορηγείται από αυτό στα δικαιοδόχα μέλη της οικογένειας του σύνταξη, που αναλογεί σε τριάντα πέντε έτη ασφάλισης, εφόσον συνταξιοδοτήθηκαν και από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους για την ίδια αιτία.

β) Η παρούσα διάταξη έχει εφαρμογή και επί περι­πτώσεων που έχουν επέλθει στο παρελθόν, τα οικονο­μικά όμως αποτελέσματα αρχίζουν από την ισχύ του παρόντος.

2. Οι διατάξεις των παραγράφων 2-9 του άρθρου 12 του ν.δ.4114/1960, όπως ισχύουν με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 19 του ν.1759/1988 και των άρθρων 5 και 6 του ν.730/1977, καταργούνται.

Οι διατάξεις των παραγράφων 2-9 του άρθρου 4 του β.δ.428/1961, όπως συμπληρώθηκαν με τις διατά­ξεις του άρθρου 2 του π.δ.172/1988 και του άρθρου 5 του π.δ.109/1964 καταργούνται, καθώς και κάθε άλλη διάταξη της νομοθεσίας που διέπει το Ταμείο Νομικών και τον κλάδο επικουρικής ασφάλισης δικηγόρων και προβλέπει την αναγνώριση γάμων ή εξώγαμων ή υιοθε­τημένων τέκνων, καθώς και την καταβολή οποιουδήποτε χρηματικού ποσού.

Χρηματικά ποσά που δεν έχουν αποδοθεί στο Ταμείο από τις ανωτέρω αιτίες μέχρι την ισχύ του παρόντος άρθρου δεν αναζητούνται. Ποσά που έχουν ήδη κατα­βληθεί δεν επιστρέφονται.

3.α) Οι πόροι του Ταμείου Νομικών, που προβλέπονται από τις διατάξεις της παρ.1 εδαφ. ιστ’ υπεδ. αα’, καθώς και του εδαφίου ιη’ του άρθρου 10 του ν.δ. 4114/1960 (ΦΕΚ 164 Α’) όπως ισχύουν, καταβάλλονται στο Ταμείο Νομικών από τον αντισυμβαλλόμενο υπόχρεο, πριν τη σύνταξη της συμβολαιογραφικής πράξης και αποδί­δονται σε αυτό από το πιστωτικό ίδρυμα, το πρώτο δεκαήμερο εκάστου μηνός για τις εισπράξεις του προ­ηγούμενου μήνα.

Η καταβολή από κάθε αντισυμβαλλόμενο υπόχρεο των ανωτέρω πόρων γίνεται στο κεντρικό κατάστημα ή σε οποιοδήποτε υποκατάστημα του πιστωτικού ιδρύ­ματος. Ο υπολογισμός των ποσών που υποχρεούται ο ανωτέρω να καταβάλλει στο πιστωτικό ίδρυμα γίνεται από τον συμβολαιογράφο, πριν την κατάρτιση της συμ­βολαιογραφικής πράξης και σημειώνεται σε ειδικό φύλο υπολογισμού, το οποίο σφραγίζεται και υπογράφεται από αυτόν και επιδεικνύεται στο πιστωτικό ίδρυμα από τον αντισυμβαλλόμενο υπόχρεο για την καταβολή των σχετικών πόρων.

Το αντίγραφο του σχετικού αποδεικτικού πληρωμής του πιστωτικού ιδρύματος προσκομίζεται από τον αντι­συμβαλλόμενο υπόχρεο καταβολής του πόρου στον συμβολαιογράφο που συντάσσει τη σχετική πράξη, ο οποίος υποχρεούται να το προσαρτήσει σε αυτή και να μνημονεύει στο κείμενο της πράξης τον κωδικό του καταστήματος ή υποκαταστήματος του πιστωτικού ιδρύματος που έχει εκδώσει το αποδεικτικό, τον αριθμό του φύλου υπολογισμού ή τον κωδικό εγγραφής και την ημερομηνία αυτού, καθώς και το καταβληθέν ποσό.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και Δικαιοσύνης καθορίζονται οι συνέπειες από τη μη εφαρμογή της διάταξης αυτής, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρ­μογή της παρούσας διάταξης.

β) Με εσωτερική πράξη του διοικητικού συμβουλίου του Ταμείου Νομικών, καθορίζονται ο τύπος και οι λοι­πές λεπτομέρειες του σχετικού φύλου υπολογισμού.

Σε περίπτωση που μετά από έλεγχο προκύψει μη κα­ταβολή ή διαφορές στον υπολογισμό των αναφερόμε­νων στο πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου πόρων του Ταμείου, αυτές βαρύνουν τον συμβολαιογράφο, που συνέταξε το σχετικό φύλο υπολογισμού αυτών. Μετά την καταβολή από τον συμβολαιογράφο τυχόν καταλογισθέντος από το Ταμείο ποσού, αυτός δικαιούται, σε κάθε περίπτωση, να το αναζητήσει αναγωγικά από τους αντισυμβαλλόμενους υπόχρεους.

γ) Διατάξεις που ρυθμίζουν διαφορετικά το θέμα αυτό καταργούνται από της ισχύος της παρούσας ρύθμι­σης.

δ) Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από την πρώτη του τέταρτου μήνα της δημοσίευσης του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αρθρο 49

Εξόφληση καθυστερούμενων εισφορών από ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοτελώς απασχολούμενους

1. α) Η ρύθμιση για την εξόφληση των καθυστερούμε­νων ασφαλιστικών εισφορών προς τους ασφαλιστικούς οργανισμούς κύριας ασφάλισης ελευθέρων επαγγελμα­τιών και ανεξάρτητα απασχολούμενων αρμοδιότητας Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας μαζί με τα πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 13 του άρθρου 17 του ν. 3144/2003 (ΦΕΚ 111 Α’), όπως τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 3227/2004 (ΦΕΚ 31 Α’), του άρθρου 9 παρ. 1 του ν. 3250/2004 (ΦΕΚ 124 Α’) και του άρθρου 10 παρ. 1 του ν. 3385/2005 (ΦΕΚ 210 Α’), παρατείνεται από την επομένη της λήξης της και μέχρι τις 31.3.2007. Σε κάθε περίπτωση το ποσό της μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 100 ευρώ.

β) Για την υπαγωγή στη ρύθμιση υποβάλλεται σχετική αίτηση από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και μέχρι τις 31.3.2007. Σε κάθε περίπτωση το ποσό της μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 100 ευρώ.

Οι ρυθμίσεις των παραπάνω διατάξεων εφαρμόζονται και στα Ταμεία Πρόνοιας δικηγόρων Αθήνας, Πειραιά, Θεσσαλονίκης και στο ΤΥΔΕ και ΤΑΣ.

2. α) Η καταβολή των τρεχουσών ασφαλιστικών ει­σφορών προς όλους τους ασφαλιστικούς οργανισμούς αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας, που οφείλονται από επιχειρήσεις, εργοδότες ή ασφαλισμένους που έχουν επαγγελματική εγκατάσταση ή δραστηριότητα στους Νομούς Κεφαλλη­νίας και Ιθάκης, αναστέλονται για τρεις μήνες, λόγω των καταστροφών που προκλήθηκαν στους νομούς αυτούς από τις ακραίες καιρικές συνθήκες που επικράτησαν τον Ιανουάριο 2006, αρχής γενομένης από την 1η Φεβρου­αρίου 2006, χωρίς τον υπολογισμό κατά το διάστημα αυτό πρόσθετων τελών και άλλων προσαυξήσεων.

β) Οι εισφορές, που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο, καθώς και οι καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές προς τους ανωτέρω οργανισμούς, μέχρι την 31.1.2006, που οφείλονται από τις ανωτέρω επιχειρή­σεις, εργοδότες ή ασφαλισμένους προς τους προανα­φερόμενους ασφαλιστικούς φορείς, εξοφλούνται σε 48 ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με αφετηρία την πρώτη του επόμενου μήνα εκείνου κατά τον οποίο έληξε η τρίμηνη αναστολή. Τα ποσά των πρόσθετων τελών, προσαυ­ξήσεων, λοιπών επιβαρύνσεων, δικαστικών εξόδων και δικαιωμάτων εκτέλεσης που αναλογούν στις παραπάνω εισφορές διαγράφονται.

γ) Στις διατάξεις της ρύθμισης αυτής υπάγονται και όσες επιχειρήσεις, εργοδότες ή ασφαλισμένοι έχουν επαγγελματική εγκατάσταση ή δραστηριότητα στις ανωτέρω περιοχές και έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους με άλλες διατάξεις, για το μέρος της οφειλής που δεν έχει ακόμη καταβληθεί.

δ) Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτο­μέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.

Αρθρο 50

Θέματα Ο.Α.Ε.Ε.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’

ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

1. Μετά την παράγραφο 1 του άρθρου 11 του ν. 2676/ 1999 (ΦΕΚ 1 Α’) προστίθεται παράγραφος 2, η οποία έχει ως εξής:

«2.α) Στον Ο.Α.Ε.Ε. συνιστάται θέση υποδιοικητή, στην οποία διορίζεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινω­νικής Προστασίας με τετραετή θητεία, πρόσωπο το οποίο έχει πτυχίο Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος και διοικητική πείρα και ειδική κατάρτιση σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης. Ο υποδιοικητής αναπληρώνει τον διοικητή σε όλα τα καθήκοντα, όταν απουσιάζει ή κωλύεται ή για οποιονδήποτε λόγο αδυνατεί να ασκήσει τα καθήκοντα του. Ο διοικητής του Ο.Α.Ε.Ε. μπορεί να μεταβιβάζει, στον υποδιοικητή, με απόφαση του που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μέρος των αρμοδιοτήτων του.

β) Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινω­νικής Προστασίας καθορίζονται οι μηνιαίες αποδοχές, συμπεριλαμβανομένων και των επιδομάτων εορτών και του επιδόματος αδείας, οι οποίες δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερες από τα 8/10 των μηνιαίων αποδοχών και, γενικά, των πάσης φύσεως απολαβών του διοικητή του Ο.Α.Ε.Ε..

γ) Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 11 του ν. 2676/ 1999 (ΦΕΚ 1 Α’) αναριθμούνται σε 3 και 4.»

2. Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 19 του ν.2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α’), όπως έχει αντικατασταθεί με την πα­ράγραφο 5 του άρθρου 74 του ν.2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α’), αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Επίσης, συνιστώνται στο γραφείο του διοικητή του Ο.Α.Ε.Ε. τέσσερις θέσεις ειδικών συνεργατών με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου.»

3. Σε κάθε Περιφερειακή Διεύθυνση του Ο.Α.Ε.Ε. συνι­στάται δμελής Τοπική Διοικητική Επιτροπή (Τ.Δ.Ε.), που απαρτίζεται ως ακολούθως:

α) Η Τ.Δ.Ε. των Περιφερειακών Διευθύνσεων των Νο­μών Αττικής και Θεσσαλονίκης αποτελείται από:

αα)Έναν υπάλληλο του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, με Α’ βαθμό, ως Πρόεδρο.

ββ)Έναν υπάλληλο του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, ως μέλος.

γγ)Έναν εκπρόσωπο των επαγγελματοβιοτεχνών, ως μέλος.

δδ)Έναν εκπρόσωπο των εμπόρων, ως μέλος.

εε)Έναν εκπρόσωπο των αυτοκινητιστών, ως μέλος.

β) Η Τ.Δ.Ε. των Περιφερειακών Διευθύνσεων των υπό­λοιπων νομών της χώρας αποτελείται από:

αα)Έναν υπάλληλο του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας ή εποπτευόμενο οργανισμό πλην Ο.Α.Ε.Ε., με Α’ βαθμό, ως Πρόεδρο.

ββ)Έναν υπάλληλο του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας ή εποπτευόμενο οργανισμό πλην Ο.Α.Ε.Ε., ως μέλος.

γγ)Έναν εκπρόσωπο προερχόμενο από την τάξη των επαγγελματοβιοτεχνών, ως μέλος.

δδ)Έναν εκπρόσωπο των εμπόρων, ως μέλος.

εε)Έναν εκπρόσωπο των αυτοκινητιστών, ως μέλος.

γ) Ο Πρόεδρος, τα μέλη των Τ.Δ.Ε. και ο γραμματέ­ας, μετά ισαρίθμων αναπληρωτών, των Περιφερειακών της Διευθύνσεων του Νομού Αττικής διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και των λοιπών Περιφερειακών Διευθύν­σεων με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας.

δ) Η θητεία των Τ.Δ.Ε. είναι τριετής.

ε) Τα μέλη των Τ.Δ.Ε. και ο γραμματέας, με ισάριθ­μους αναπληρωτές, υποδεικνύονται ή επιλέγονται, ως ακολούθως:

αα) Οι εκπρόσωποι των επαγγελματοβιοτεχνών επι­λέγονται από πίνακα που περιέχει τριπλάσιο αριθ­μό προσώπων, ο οποίος υποβάλλεται από τη Γενική Συνομοσπονδία Βιοτεχνών Επαγγελματιών Ελλάδος (Γ.Σ.Β.Ε.Ε.).

ββ) Οι εκπρόσωποι των εμπόρων επιλέγονται από πίνακα που περιέχει τριπλάσιο αριθμό προσώπων, ο οποίος υποβάλλεται από την Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (Ε.Σ.Ε.Ε.).

γγ) Οι εκπρόσωποι της τάξεως των Αυτοκινητιστών υποδεικνύονται από τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελ­ματιών Αυτοκινητιστών Ελλάδος και επιλέγονται από πίνακα που περιέχει τριπλάσιο αριθμό προσώπων.

δδ) Τα λοιπά μέλη των Τοπικών Διοικητικών Επιτρο­πών, επιλέγονται από το όργανο που έχει την αρμοδι­ότητα διορισμού.

εε) Ο γραμματέας της Τ.Δ.Ε. και ο αναπληρωτής του υποδεικνύονται από τον Διευθυντή της Διεύθυνσης στην οποία συνιστάται η οικεία Τ.Δ.Ε..

Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινω­νικής Προστασίας, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Ε., ρυθμίζεται κάθε θέμα που αφορά στη σύνθεση, στη συ­γκρότηση, στις αρμοδιότητες, στη λειτουργία των Τ.Δ.Ε. του Ο.Α.Ε.Ε. και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οι­κονομικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασί­ας καθορίζεται ο αριθμός των, κατά μήνα, συνεδριάσεων και η αποζημίωση των προσώπων που συμμετέχουν στις Τ.Δ.Ε. του Ο.Α.Ε.Ε..

4. Μέλος ή Αντιπρόεδρος του προσωρινού Διοικητι­κού Συμβουλίου του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.), το οποίο συστήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν.2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α’) και εξακολουθεί να λειτουργεί σύμφωνα με την παράγρα­φο 2 του άρθρου 10 του ν. 3260/2004 (ΦΕΚ 151 Α’), αν παραιτηθεί, αντικαθίσταται με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.

5. Οι προβλεπόμενες από τον οργανισμό λειτουργίας των υπηρεσιών του Ο.Α.Ε.Ε. αρμοδιότητες των περι­φερειακών υπηρεσιών επιπέδου διεύθυνσης και αυτο­τελών τμημάτων, για την υπαγωγή στην ασφάλιση, τη διάρκεια της ασφαλιστικής σχέσης, τον υπολογισμό και την καταβολή των εισφορών, καθώς και την απονομή των ασφαλιστικών παροχών των κλάδων συντάξεων και ασθένειας, ασκούνται από τους αρμόδιους Προϊστάμε­νους, όπως αυτοί καθορίζονται στις παραγράφους 1 και 4 του άρθρου 33 του οργανισμού του ταμείου, οι οποίοι εκδίδουν τις σχετικές πράξεις.

Αρθρο 51

Σύσταση προσωρινού υπηρεσιακού συμβουλίου του Ο.Α.Ε.Ε.

1. Συνιστάται στον Ο.Α.Ε.Ε. πενταμελές Προσωρινό Υπηρεσιακό Συμβούλιο, με έδρα αυτή της Κεντρικής Υπηρεσίας του Ο.Α.Ε.Ε. το οποίο είναι αρμόδιο για το προσωπικό των καταργούμενων Ταμείων (Τ.Ε.Β.Ε., Τ.Α.Ε., Τ.Σ.Α.). Το Συμβούλιο αυτό, το οποίο συγκροτείται με απόφαση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Ε. αποτελείται από:

α) Τρεις Προϊσταμένους Διεύθυνσης από αυτούς που υπηρετούν στο Νομό Αττικής, προερχόμενοι ένας από τον Ο.Α.Ε.Ε.-Τ.Ε.Β.Ε., ένας από τον Ο.Α.Ε.Ε. -Τ.Α.Ε. και ένας από τον Ο.Α.Ε.Ε.-Τ.Σ.Α. με τους αναπληρωτές τους αντίστοιχα.

β) Δύο εκπροσώπους των υπαλλήλων με ισάριθμους αναπληρωτές τους με Α’ βαθμό, οι οποίοι υποδεικνύ­ονται από τις αντιπροσωπευτικότερες πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις των υπαλλήλων των καταργούμενων Ταμείων Τ.Ε.Β.Ε. και Τ.Α.Ε., εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από την έγγραφη ειδοποίηση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Ε..

Τα υπό στοιχ. (α) μέλη της παραγράφου 1 ορίζονται από το προσωρινό Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Ε..

Εισηγητής ορίζεται, με απόφαση του προσωρινού διοικητικού συμβουλίου Ο.Α.Ε.Ε., ο προϊστάμενος της διεύθυνσης διοικητικού του Ο.Α.Ε.Ε. – Τ.Ε.Β.Ε., με αναπλη­ρωτή του τον προϊστάμενο της διεύθυνσης προσωπικού του Ο.Α.Ε.Ε.- Τ.Α.Ε..

Με την απόφαση συγκρότησης του προσωρινού Υπη­ρεσιακού Συμβουλίου, ορίζονται μεταξύ των τακτικών μελών του ο Πρόεδρος και ο αναπληρωτής του. Σε περίπτωση που προεδρεύει ο αναπληρωτής του Προέ­δρου, θα συμμετέχει ως τακτικό μέλος ο αναπληρωτής του προεδρεύοντος.

Χρέη γραμματέως του προσωρινού Υπηρεσιακού Συμβουλίου εκτελεί υπάλληλος του Ο.Α.Ε.Ε. – Τ.Ε.Β.Ε. με βαθμό τουλάχιστον Γ’, με αναπληρωτή του υπάλληλο του ιδίου βαθμού του Ο.Α.Ε.Ε. – Τ.Α.Ε..

2. Αρμοδιότητες του Προσωρινού Υπηρεσιακού Συμ­βουλίου του Ο.Α.Ε.Ε. είναι:

α) Μέχρι την έναρξη εφαρμογής του Οργανισμού του Ο.Α.Ε.Ε., η έκδοση γνωμοδοτήσεων για τοποθετήσεις του πάσης φύσεως προσωπικού των καταργούμενων Ταμείων (Τ.Ε.Β.Ε., Τ.Α.Ε., Τ.Σ.Α.) στις οργανικές μονάδες του Ο.Α.Ε.Ε., καθώς επίσης και η τοποθέτηση προϊσταμέ­νων διευθύνσεων και τμημάτων του Ο.Α.Ε.Ε. από αυτούς που επελέγησαν ως προϊστάμενοι αντίστοιχου επιπέδου οργανικών μονάδων στα καταργούμενα Ταμεία και ανή­κουν σε κλάδους των οποίων οι υπάλληλοι κρίνονται για την κατάληψη των θέσεων αυτών, σύμφωνα με τον Οργανισμό του Ο.Α.Ε.Ε..

β) Μετά την έναρξη εφαρμογής του Οργανισμού του Ο.Α.Ε.Ε. και μέχρι τη συγκρότηση του υπηρεσιακού του συμβουλίου, η εξέταση όλων των θεμάτων που εμπί­πτουν στην αρμοδιότητα του σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις που διέπουν τους μόνιμους και με σχέση ερ­γασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλους, εκτός από τα θέματα που αναφέρονται στις επιλογές προϊσταμένων οργανικών μονάδων του Ο.Α.Ε.Ε..

Εκκρεμείς κατά την έναρξη εφαρμογής του Ο.Α.Ε.Ε. υποθέσεις ενώπιον του υπηρεσιακού συμβουλίου των καταργούμενων Ταμείων (Τ.Ε.Β.Ε., Τ.Α.Ε., Τ.Σ.Α.), εκτός εκείνων που αναφέρονται σε επιλογές προϊσταμένων οργανικών μονάδων των καταργούμενων ταμείων, εξε­τάζονται από το προσωρινό υπηρεσιακό συμβούλιο.

γ) Η τοποθέτηση του πάσης φύσεως προσωπικού των καταργούμενων Ταμείων στις οργανικές μονάδες του Ο.Α.Ε.Ε., καθώς και η τοποθέτηση προϊσταμένων σε αυ­τές για το υπόλοιπο της θητείας τους, για την οποία επιλέχθηκαν και τοποθετήθηκαν στα καταργούμενα Τα­μεία, διενεργείται με απόφαση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Ε.. Σε περίπτωση, που οι επιλεγμένοι στα καταργούμενα Ταμεία προϊστάμενοι οργανικών μονάδων επιπέδου τμήματος, δεν επαρκούν για την κάλυψη αντίστοιχου επιπέδου οργανικών μονάδων του Ο.Α.Ε.Ε., ο Διοικητής αυτού δύναται, ύστερα από γνώμη του Προσωρινού Υπηρεσιακού Συμβουλίου να ορίσει, μέχρι την επιλογή προϊσταμένων αντίστοιχων οργανικών μονάδων, προ­σωρινούς προϊσταμένους από τους ήδη επιλεγέντες προϊσταμένους γραφείων των καταργούμενων Ταμείων. Στους προσωρινούς προϊσταμένους καταβάλλεται το επίδομα θέσης ευθύνης προϊσταμένου τμήματος.

3. Η θητεία του Προσωρινού Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Ο.Α.Ε.Ε. λήγει την 30.6.2007.

4. Οι τοποθετούμενοι ως προϊστάμενοι στις οργανι­κές μονάδες του Ο.Α.Ε.Ε. εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντα τους και μετά τη λήξη της θητείας τους μέχρι την επανεκλογή τους ή την τοποθέτηση του νέου προϊσταμένου.

5. Ως ημερομηνία έναρξης της διαδικασίας εκλογής των εκπροσώπων των υπαλλήλων, μόνιμων και με σχέ­ση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, στο Υπηρεσιακό Συμβούλιο του Ο.Α.Ε.Ε. ορίζεται η 31.1.2007, αντί της 30.6.2006, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της αρ. ΔΙΚΠΡ/Φ80/30/8703/16.9.1988 υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ 684 Β’), όπως αυτή ισχύει. Με την ημερομηνία αυτή προσαρμόζονται αντίστοιχα οι προθεσμίες της ανωτέρω υπουργικής απόφασης. Η θητεία του υπηρεσιακού συμ­βουλίου του Ο.Α.Ε.Ε. που θα συγκροτηθεί μετά την εκλογή των εκπροσώπων των υπαλλήλων λήγει την 31.122008.

Αρθρο 52

Υπαγωγή στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α.

ΜΕΡΟΣ Ε’

ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ (Ο.Γ.Α.)

1.α) Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 6 του άρθρου 7 του ν.3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α’) αντικαθίστανται από τότε που ίσχυσαν, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις, ως ακολούθως:

«1. Στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α. υπάγονται υποχρεωτικά και αυτοδίκαια, από 1.1.2004, εξαιρούμενοι της ασφάλισης του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.ΑΜ, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, οι απασχολούμε­νοι με αμοιβή, σε αγροτικές εργασίες της πρωτογενούς αγροτικής δραστηριότητας, σε αγροτικές εκμεταλλεύ­σεις ή σε αγροτικούς συνεταιρισμούς, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή και το μέγεθος αυτών.

Για τους απασχολούμενους με ημερομίσθιο ο χρόνος ασφάλισης υπολογίζεται σε μήνες ανά ημερολογιακό εξάμηνο και οι μήνες ασφάλισης κάθε εξαμήνου προ­κύπτουν από το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των ημερών απασχόλησης εντός του εξαμήνου δια του αριθμού 25. Υπόλοιπο ημερών απασχόλησης μικρότερο του αριθμού 25 θεωρείται πλήρης μήνας ασφάλισης. Στο χρόνο ασφάλισης υπολογίζεται και ο χρόνος κα­νονικής αδείας.

2. Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού ισχύουν οι ακόλουθοι εννοιολογικοί ορισμοί:

α) Πρωτογενής αγροτική δραστηριότητα: είναι κάθε δραστηριότητα που αποσκοπεί στην παραγωγή αγροτι­κών προϊόντων, κατάλληλων για διάθεση ή κατανάλωση ή στην παραγωγή πρώτων υλών οι οποίες χρησιμο­ποιούνται για την παραγωγή έτοιμων προϊόντων για πώληση, μετά τη μετατροπή ή το μετασχηματισμό τους με τη βοήθεια μηχανικών ή χημικών μέσων.

β) Δευτερογενής δραστηριότητα: είναι η επεξεργασία ή η μετατροπή ή ο μετασχηματισμός των πρώτων υλών σε έτοιμα για πώληση προϊόντα.

γ) Αγροτικά προϊόντα: είναι τα αγαθά που παράγονται στα πλαίσια των αγροτικών εκμεταλλεύσεων και είναι, κατά βάση, τα προϊόντα εδάφους, της κτηνοτροφίας, της αλιείας, της δασοπονίας, καθώς και τα προερχόμενα από το πρώτο στάδιο επεξεργασίας των προϊόντων αυτών.

δ) Αγροτική εκμετάλλευση: είναι η μονάδα παραγω­γής αγροτικών προϊόντων η οποία δραστηριοποιείται ιδίως:

αα) Στην καλλιέργεια, παραγωγή και συλλογή παντός είδους προϊόντων εδάφους, αρωματικών και διακοσμη­τικών φυτών, στην ανθοκομία, στην παραγωγή μανιτα­ριών, μπαχαρικών, σπόρων και φυτών.

ββ) Στην κτηνοτροφία, αλιεία, ιπποπαραγωγή.

γγ) Στην αλιεία σε γλυκά νερά, στην παράκτια και στη μέση αλιεία, στη σπογγαλιεία, στην ιχθυοτροφία, στην παραγωγή γόνου, στη βατραχοτροφία, στην καλλιέρ­γεια μυδιών, στρειδιών και στην εκτροφή μαλακίων και μαλακοστράκων.

ε) Αγροτικές εργασίες: είναι οι εργασίες της πρω­τογενούς αγροτικής δραστηριότητας που εκτελούνται χειρονακτικά ή με μηχανικά μέσα, οι οποίες συμβάλλουν στην παραγωγή αγροτικών προϊόντων και στην αρχική και με συνήθη μέσα επεξεργασία τους, που τα καθιστά εμπορεύσιμα και κατάλληλα προς διάθεση ή κατανάλω­ση. Στις αγροτικές εργασίες περιλαμβάνονται ιδίως:

αα) Οι εργασίες σποράς, φύτευσης και περιποίησης προϊόντων γης και οι εργασίες αλωνίσματος, δεματοποίησης, περισυλλογής και συγκομιδής.

ββ) Η σε πρώτο στάδιο επεξεργασία, που πραγμα­τοποιείται με συνήθη μέσα, και οι εργασίες προπαρα­σκευής για την πώληση προϊόντων, όπως η διαλογή, η συλλογή, η ξήρανση, ο καθαρισμός και η απολύμανση.

γγ) Οι εργασίες εκκόλαψης, φύλαξης, πάχυνσης και περιποίησης ζώων.

δδ) Η καταπολέμηση επιβλαβών φυτών και ζώων, κα­θώς και ο ψεκασμός φυτών και εδάφους.

Δεν συμπεριλαμβάνονται στις αγροτικές εργασίες οι μεταποιητικές εργασίες, η τυποποίηση και η μετατρο­πή ή ο μετασχηματισμός των πρώτων υλών σε έτοιμα προϊόντα προς πώληση.

3. Εξακολουθούν να υπάγονται στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ.:

α) Οι απασχολούμενοι σε γεωργικές εργασίες για λο­γαριασμό του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. κατά τις διατάξεις της περίπτωσης β’ της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 825/ 1978 (ΦΕΚ 190 Α’).

β) Οι απασχολούμενοι σε εκμεταλλεύσεις που έχουν ως αντικείμενο την ανθοκηπουρική.

γ) Οι απασχολούμενοι στη δακοκτονία, στη θηραματοπονία, στην υλοτομία, στην κοπή ξύλων, οι δασεργάτες, οι ρητινοσυλλέκτες, οι σταφιδεργάτες, καθώς και οι απασχολούμενοι σε άλλες δασονομικές υπηρεσίες.

δ) Οι απασχολούμενοι σε γεωργικές εργασίες, σε χώ­ρους αναψυχής, σε οικολογικά πάρκα και σε εκμεταλ­λεύσεις, που έχουν ως αντικείμενο την έρευνα και την προστασία του περιβάλλοντος.

Οι απασχολούμενοι σε εργασίες της δευτερογενούς δραστηριότητας δεν παρέχουν αγροτική εργασία και εξακολουθούν να υπάγονται στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ..

4. Για τα πρόσωπα που ασφαλίζονται στον Ο.Γ.Α., σύμ­φωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ως κατώτερη υποχρεωτική ασφαλιστική κατη­γορία ορίζεται η 5η του άρθρου 4 του ν.2458/1997, όπως ισχύει, και η οποία επιλέγεται από τον εργοδότη.

5. Η ασφάλιση των ασφαλιζομένων στον Ο.Γ.Α. κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 10 του παρόντος άρθρου διαρκεί για όλο το χρόνο απασχόλησης και για όσο χρόνο οι απασχολούμενοι είναι στη διάθεση του εργοδότη τους.

6. Οι ήδη ασφαλισμένοι στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. δύνανται να παραμείνουν στην ασφάλιση αυτού, εφόσον έχουν πραγματοποιήσει τουλάχιστον 3.000 ημέρες ασφάλισης στον φορέα αυτόν μέχρι 31.12.2004, μετά από αίτηση που υποβάλλεται στον ίδιο φορέα και στον Ο.Γ.Α. μέχρι 31.12.2007.

Καταβολή ασφαλιστικών εισφορών στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.ΑΜ, αντί στον Ο.Γ.Α., που ανάγεται στο χρονικό διάστημα από 1.1.2004 μέχρι 31.12.2004 δεν επιστρέφονται και ο αντίστοιχος χρόνος θεωρείται ότι διανύθηκε νόμιμα στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α..

Όσοι υπαχθούν στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α. και έχουν 1.500 ημέρες ασφάλισης στην επικουρική ασφάλιση του Ε.Τ.Ε.Α.Μ., μπορεί να συνεχίσουν προαιρετικά την επι­κουρική τους ασφάλιση, με αίτηση τους που υποβάλλε­ται στο Ε.Τ.Ε.Α.Μ. εντός ενός έτους από την υπαγωγή τους, εφόσον καταβάλλουν οι ίδιοι τις ασφαλιστικές εισφορές εργοδότη και εργαζομένου, οι οποίες και υπο­λογίζονται με βάση την ασφαλιστική κλάση στην οποία εντάσσονται οι αποδοχές την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.

7. Κάθε εκμετάλλευση της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, που απασχολεί, σύμφωνα με την παράγραφο αυτή, άτομα που υπάγονται στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α., υποχρεούται να υποβάλλει στον Ο.Γ.Α., για κάθε ημερολογιακό τρίμηνο και εντός δέκα (10) ημερών από τη λήξη του, Βεβαίωση Απασχόλησης, στην οποία αναφέρεται το προσωπικό που απασχολεί και το αντικείμενο της απασχόλησης.

Για κάθε νέα απασχόληση υποβάλλεται στον Ο.Γ.Α. Βεβαίωση Απασχόλησης εντός δέκα (10) ημερών από την έναρξη της.

Αν δεν υποβληθούν οι βεβαιώσεις αυτές εντός των ανωτέρω οριζόμενων προθεσμιών ή υποβληθούν ανακρι­βείς βεβαιώσεις, επιβάλλεται, για κάθε απασχολούμενο πρόστιμο τριακοσίων (300) ευρώ.

8. Υπόχρεος για την καταβολή του συνόλου των ασφα­λιστικών εισφορών για τα πρόσωπα που θα υπαχθούν στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α. σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, είναι η επιχείρηση ή εκμετάλλευση ή ο νόμιμος εκπρόσωπος τους για όλο το χρονικό διάστημα της ασφάλισης.

Οι ασφαλιστικές εισφορές, στο σύνολο τους, επιβαρύ­νουν τις εκμεταλλεύσεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.

Οι αγρεργάτες που υπάγονται στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α. εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 2639/1998 (ΦΕΚ 205 Α’).

Οι διατάξεις του άρθρου 14 του π.δ. 78/1998 (ΦΕΚ 72 Α’) εφαρμόζονται και στην περίπτωση μη καταβολής των εισφορών από τους ανωτέρω υπόχρεους.

Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινω­νικής Προστασίας, ύστερα από γνώμη του διοικητικού συμβουλίου του Ο.Γ.Α., ορίζονται τα υπόχρεα πρόσωπα, ο τύπος, η μορφή, το περιεχόμενο της Βεβαίωσης Απα­σχόλησης, τα συνοδευτικά έγγραφα αυτής, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.

9. Όσα από τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του παρό­ντος άρθρου απασχολούνται παράλληλα και αυτοτελώς, κατά κύριο βιοποριστικό επάγγελμα, εντός της αυτής χρονικής περιόδου, και σε άλλες εργασίες ασφαλιστέες στον Ο.Γ.Α, ασφαλίζονται υποχρεωτικά στον Ο.Γ.Α. και για τις εργασίες αυτές, για τις οποίες καταβάλλονται οι αντί­στοιχες ασφαλιστικές εισφορές, κατά τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του ν. 2458/1997 και του π.δ. 78/1998.

Το ποσό της σύνταξης, στην περίπτωση αυτή, αποτε­λείται από το άθροισμα των επί μέρους ποσών σύνταξης που προκύπτουν ανάλογα με τις ασφαλιστικές κατηγο­ρίες που έχουν υπαχθεί οι ασφαλισμένοι και για τις δύο εργασίες τους κατά το ίδιο χρονικό διάστημα.

10. Οι αλλοδαποί εργαζόμενοι που προσκαλούνται να απασχοληθούν στην αγροτική οικονομία ή σε εκμεταλ­λεύσεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού ασφαλίζο­νται στον Ο.Γ.Α. από την είσοδο τους στη χώρα. Ο προ-σκαλών με την αποστολή της πρόσκλησης υποχρεούται να ενημερώσει συγχρόνως τον Ο.Γ.Α. για τον αριθμό των προσκαλούμενων αλλοδαπών, τα ατομικά στοιχεία τους, το χρονικό διάστημα απασχόλησης τους, καθώς και το είδος της απασχόλησης στην αγροτική οικονομία. Με την είσοδο τους στη χώρα ο προσκαλών υποχρεούται σε υποβολή Βεβαίωσης Απασχόλησης στον Ο.Γ.Α. εντός δέκα (10) ημερών από την είσοδο και στην καταβολή του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών για όλο το χρόνο πρόσκλησης. Για όσους εισήλθαν στη χώρα από 1.9.2005 και εφεξής καταβάλλεται το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών ενός τριμήνου εντός 10 ημερών από την ημερομηνία εισόδου. Ως κατώτερη υποχρεωτική ασφαλιστική κατηγορία όσων απασχολούνται, σύμφωνα με την παράγραφο αυτή, ορίζεται η 5η η οποία επιλέγε­ται από τον εργοδότη. Αν δεν υποβληθεί εμπρόθεσμα η Βεβαίωση Απασχόλησης, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 53 του ν. 2910/2001 (ΦΕΚ 91 Α’).

Ασφαλιστικές εισφορές που έχουν προκαταβληθεί κατά τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, δεν επιστρέ­φονται σε περίπτωση που ο προσκληθείς αλλοδαπός, για οποιονδήποτε λόγο, αποχωρήσει από την εκμετάλ­λευση πριν από τη λήξη του χρονικού διαστήματος για το οποίο έχουν καταβληθεί εισφορές.

Η αποχώρηση του προσκληθέντος αλλοδαπού απο­δεικνύεται από την αναγγελία στον Ο.Α.Ε.Δ. της οι­κειοθελούς αποχώρησης του ή της καταγγελίας της συμβάσεως του, καθώς και από κάθε επίσημο έγγραφο στοιχείο του εργοδότη ή δημόσιας αρχής.

11. Στους ασφαλισμένους του Ο.Γ.Α., σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 10 του παρόντος άρ­θρου, χορηγούνται παροχές υγείας μετά την παρέλευση τριμήνου ασφάλισης.

12. Οι αγρεργάτες, που είναι ασφαλισμένοι στον Ο.Γ.Α. και απασχολούνται παραλλήλως σε παραγωγούς αγρο­τικών προϊόντων, ως λιανοπωλητές σε λαϊκές αγορές, εξαιρούνται από την ασφάλιση του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. για την απασχόληση τους αυτή.»

β) Οι παράγραφοι 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13 και 14 του άρθρου 7 του ν. 3232/2004 αναριθμούνται σε παραγράφους 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19 και 20, αντιστοίχως.

2. Στο τέλος της πρώτης περιόδου της παραγράφου 2γ του άρθρου 1 του ν. 3232/2004 προστίθεται η ακό­λουθη περίοδος:

«Όταν συμμετέχων φορέας είναι ο Ο.Γ.Α., για τον υπο­λογισμό της μέσης τιμής των εισφορών, λαμβάνεται υπόψη το τριπλάσιο της ατομικής εισφοράς κλάδου σύνταξης του ασφαλισμένου στους κλάδους πρόσθετης και κύριας ασφάλισης του Ο.Γ.Α..»

Οι διατάξεις της περιόδου αυτής ισχύουν από 12.2.2004.

Αρθρο 53

Ειδικές ρυθμίσεις

1. Η περίπτωση δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ν. 3050/2002 (ΦΕΚ 214 Α’) καταργείται και η παράγραφος 4 του ίδιου άρθρου αντικαθίσταται, ως ακολούθως:

«4. Ασφαλισμένοι του κλάδου κύριας ασφάλισης αγροτών, οι οποίοι απασχολούνται εποχικά για χρονι­κό διάστημα μέχρι έξι μήνες ετησίως σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, οι οποίες μεταποιούν, τυποποιούν και διακινούν προϊόντα εδάφους, κτηνοτροφίας, αλιείας, δα­σοπονίας, θηραματοπονίας και κάθε είδους εκτροφών, συνεχίζουν να ασφαλίζονται στον Ο.Γ.Α., εξαιρούμενοι της ασφάλισης του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. για την απασχόλη­ση τους αυτή. Το συνολικό χρονικό διάστημα των έξι μηνών μπορεί να κατανεμηθεί κατά τη διάρκεια του έτους σύμφωνα με τις ανάγκες της επιχείρησης ή εκ­μετάλλευσης.»

2. Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 9 του ν.3050/2002 (ΦΕΚ 214 Α’) όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 17 του ν. 3144/2003 (ΦΕΚ 111 Α’) προστίθεται εδάφιο, ως εξής:

«Από τα πρόσωπα του πρώτου εδαφίου, όσα έχουν ασφαλισθεί μέχρι 12.9.2002 για την απασχόληση τους αυτή στον Ο.Γ.Α. και παράλληλα και στο Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. εξαιρούνται για το εν λόγω χρονικό διάστημα από την ασφάλιση στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ..

Ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένων και εργοδότη με τυχόν πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις που έχουν καταβληθεί υπέρ του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. θεωρούνται ότι καταβλήθηκαν αχρεωστήτως και αναζητούνται από τους δικαιούχους. Καταλογιστικές δε πράξεις εισφορών για το σκοπό αυτόν θεωρούνται αυτοδικαίως καταργη­θείσες». Για την επιστροφή των αχρεωστήτως καταβλη­θέντων, υποβάλλεται σχετική αίτηση εντός εξαμήνου από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

3. α) Η παράγραφος 1 του άρθρου 8 του ν.2458/1997 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«1. Σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμέ­νου, ο οποίος έχει πραγματοποιήσει το χρόνο ασφά­λισης που ορίζεται στα άρθρα 6 παράγραφος 1 και 7 του παρόντος νόμου, για τη συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας δικαιούνται σύνταξη: α) ο επιζών σύζυγος ή η σύζυγος, εφόσον δεν συνταξιοδοτείται από οποι­αδήποτε άλλη πηγή, περιλαμβανομένου και του Ο.Γ.Α., β) τα προστατευόμενα παιδιά, εφόσον είναι νόμιμα ή νομιμοποιηθέντα ή αναγνωρισθέντα ή υιοθετηθέντα και προκειμένου για γυναίκα και τα φυσικά αυτής παιδιά, με την προϋπόθεση ότι: αα) είναι άγαμα και δεν έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους. Το όριο αυτό παρατείνεται μέχρι του 24ου έτους, εφόσον φοι­τούν σε ανώτερες ή ανώτατες αναγνωρισμένες σχολές του εσωτερικού ή του εξωτερικού ή ββ) κατά το χρόνο του θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, είναι ανίκανα για κάθε εργασία, εφόσον η ανικανότητα τους επήλθε πριν από τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους ή κατά τη διάρκεια της φοίτησης. Ειδικά, για παιδιά που πάσχουν από νευροψυχιατρικές παθή­σεις ή ανικανότητα για κάθε εργασία που οφείλεται στις παθήσεις αυτές, απαιτείται να έχει επέλθει πριν τη συμπλήρωση του 25ου έτους της ηλικίας.

β) Η παράγραφος 1 του άρθρου 9 του ν. 2458/1997, όπως αντικαταστάθηκε και συμπληρώθηκε με την παρά­γραφο 10 του άρθρου 7 του ν. 3232/2004, αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«1. Η μηνιαία σύνταξη λόγω γήρατος ή αναπηρίας συνί­σταται σε ποσοστό 2% επί των, κατά το άρθρο 4 του νό­μου αυτού, ασφαλιστικών κατηγοριών στις οποίες έχουν υπαχθεί για κάθε έτος ασφάλισης, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί κατά το χρόνο έναρξης της συνταξιοδότη­σης. Για τον υπολογισμό της σύνταξης, χρόνος ασφάλι­σης μεγαλύτερος των έξι μηνών θεωρείται πλήρες έτος. Το ποσό της σύνταξης προσαυξάνεται με επίδομα για τον σύζυγο ή τη σύζυγο που δεν συνταξιοδοτείται από οποιαδήποτε πηγή, περιλαμβανομένου και του Ο.Γ.Α. ή τον σύζυγο ή τη σύζυγο που δεν ασκεί άλλη εργασία, πλην της υπαγόμενης στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α.. Το επίδομα αυτό ισούται με ποσοστό 10% επί του ποσού της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας και προσαυξάνεται με επίδομα παιδιών, που ισούται με ποσοστό επί του ποσού της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας, 8% για το πρώτο παιδί, 10% για το δεύτερο παιδί, 12% για το τρί­το και άνω παιδιά, εφόσον είναι άγαμα και ανήλικα και δεν εργάζονται ή είναι ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία και δεν λαμβάνουν σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, περιλαμβανομένου και του Ο.Γ.Α. ή του Κλάδου. Ειδικά, για παιδιά που πάσχουν από νευροψυχιατρικές παθήσεις ή ανικανότητα για κάθε εργασία που οφεί­λεται στις παθήσεις αυτές, απαιτείται να έχει επέλθει πριν από τη συμπλήρωση του 25ου έτους της ηλικίας. Το όριο αυτό παρατείνεται μέχρι του 24ου έτους, εφό­σον φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες αναγνωρισμένες σχολές του εσωτερικού ή εξωτερικού. Εφόσον ο έτερος των γονέων είναι συνταξιούχος του Ο.Γ.Α. ή του κλάδου, η προσαύξηση χορηγείται, κατ’ επιλογή τους, στον έναν εκ των συζύγων.»

4. Στο τέλος της παρ.1 του άρθρου 13 του ν. 2458/1997, όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 3050/ 2002, προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Για τη χορήγηση επικουρικής σύνταξης θανάτου από τον κλάδο πρόσθετης ασφάλισης απαιτείται ο επιζών σύζυγος ή η σύζυγος να μη συνταξιοδοτείται με ίδιο δικαίωμα από οποιαδήποτε πηγή περιλαμβανομένου και του Ο.Γ.Α., τα δε ορφανά παιδιά να πληρούν τις εκάστοτε οριζόμενες σχετικές προϋποθέσεις συντα­ξιοδότησης.

Για τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης εφαρ­μόζονται οι διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 2458/1997, όπως κάθε φορά ισχύουν.

Η επικουρική συνταξιοδοτική παροχή του κλάδου πρόσθετης ασφάλισης αγροτών, γήρατος, αναπηρίας και θανάτου, ακολουθεί, όσον αφορά την αναστολή, διακοπή, συνέχιση ή επαναχορήγησή της, την κύρια σύνταξη.»

5. Οι εγγεγραμμένοι στα μητρώα ασφαλισμένων του κλάδου κύριας ασφάλισης αγροτών, που έχουν εγγρα­φεί στα μητρώα του κλάδου πρόσθετης ασφάλισης, μπορούν, σε περίπτωση που οφείλουν ασφαλιστικές εισφορές στον κλάδο πρόσθετης ασφάλισης, να ανα­γνωρίσουν στον κλάδο κύριας ασφάλισης μέρος ή το σύνολο του οφειλόμενου στον κλάδο πρόσθετης ασφά­λισης χρόνου, ύστερα από αίτηση τους που υποβάλλεται άπαξ πριν από τη συνταξιοδότηση τους.

Οι ασφαλισμένοι καταβάλλουν, για κάθε μήνα αναγνώ­ρισης, το άθροισμα της ατομικής ασφαλιστικής εισφο­ράς και της κρατικής εισφοράς που προβλέπονται από τις διατάξεις των εδαφίων με στοιχεία Ια’ και 4α’ του άρθρου 3 του ν. 2458/1997, όπως ισχύει, υπολογιζόμενων επί του ποσού της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ίδιου νόμου, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για αναγνώριση.

Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινω­νικής Προστασίας καθορίζεται η διαδικασία καταβολής των εισφορών σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγρά­φου 3 του άρθρου 12 και των εδαφίων α’, β’ και γ’ της παρ. 3 του άρθρου 14 του π.δ. 78/1998 (ΦΕΚ 72 Α’).

Σε περίπτωση που οι ασφαλιστικές εισφορές δεν κα­ταβληθούν εμπρόθεσμα αναζητούνται για μία ακόμη φορά, αφού γίνει ο επανυπολογισμός τους με βάση το νέο ποσό της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας, όπως αυτό έχει αναπροσαρμοστεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 2458/1997, όπως ισχύει.

Οι εγγεγραμμένοι μόνο στα μητρώα ασφαλισμένων του κλάδου πρόσθετης ασφάλισης μπορούν επίσης να εξοφλήσουν το σύνολο ή μέρος του χρόνου για τον οποίο οφείλουν εισφορές στον κλάδο αυτόν κατά τα οριζόμενα ανωτέρω.

6. Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του ν. 3232/ 2004 (ΦΕΚ 48 Α’) προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Προκειμένου για τους ασφαλισμένους του Ο.Γ.Α., ο απαιτούμενος χρόνος ασφάλισης είναι 15 έτη ασφά­λισης και η καταβολή εισφορών στον κλάδο κύριας ασφάλισης. Οι αναφερόμενες χρονικές προϋποθέσεις συνταξιοδότησης ισχύουν, εφόσον ο θεμελιωτικός χρό­νος της 25ετίας δεν συμπληρώνεται με διαδοχικό χρόνο ασφάλισης σε ημεδαπό φορέα ή και με συνυπολογισμό χρόνου ασφάλισης που έχει διανυθεί σε φορείς κοινω­νικής ασφάλισης χωρών – μελών της Ε.Ε. ή χωρών με τις οποίες έχει υπογραφεί και ισχύει διμερής σύμβαση κοινωνικής ασφάλειας. Στη χορηγούμενη σύνταξη προ­στίθεται και η συνταξιοδοτική παροχή που προβλέπεται από το άρθρο 4 του ν. 4169/1961, όπως ισχύει, επιφυ­λασσομένων των διατάξεων του εδαφίου δ’ της παρ. 1 του άρθρου αυτού, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 2458/1997.»

7. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 6 του ν. 1287/1982 προστίθεται εδάφιο, ως ακολούθως:

«Τα πρόσωπα που συνταξιοδοτούνται από οποιαδή­ποτε αιτία από ασφαλιστικούς φορείς χωρών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και χωρών οι οποίες, χωρίς να είναι μέλη της, εφαρμόζουν τους Κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την κοινωνική ασφάλιση, καθώς επίσης και χωρών με τις οποίες η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση κοινωνικής ασφάλισης, εφόσον πληρούν τις λοιπές προϋποθέσεις του συνταξιοδοτικού δικαιώμα­τος με ή χωρίς συνυπολογισμό του χρόνου ασφάλισης που πραγματοποίησαν στους φορείς των χωρών αυ­τών, δικαιούνται κατ’ εξαίρεση σύνταξη από τον Ο.Γ.Α., σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4169/1961, ανεξάρτητα από το ύψος του ποσού των συντάξεων που λαμβάνουν από τις χώρες αυτές.»

Η ανωτέρω διάταξη έχει εφαρμογή και σε περιπτώσεις που έχουν απορριφθεί, οι οποίες και επανεξετάζονται κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης.

8. Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 12 του ν. 2458/ 1997 προστίθενται εδάφια, ως εξής:

«Κατ’ εξαίρεση δικαιούνται τη βασική σύνταξη γήρατος που προβλέπεται από το ν. 4169/1961, επιφυλασσομένων των διατάξεων του εδαφίου δ’ της παρ. 1 του άρθρου 4 του ιδίου νόμου, ασφαλισμένοι του Ο.Γ.Α., οι οποίοι, κατά την 1.1.1998, που άρχισε να λειτουργεί ο κλάδος κύριας ασφάλισης είχαν συμπληρώσει το λιγότερο είκοσι πέντε (25) χρόνια ασφάλισης στον Ο.Γ.Α., μετά τη συμπλήρωση του 21ου έτους της ηλικίας τους. Με τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου κρίνονται και εκκρεμείς υποθέ­σεις. Στους συνταξιοδοτούμενους αυτής, σύμφωνα με τα προηγούμενα εδάφια, δεν έχει εφαρμογή η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 2458/1997.»

Αρθρο 54

Ρυθμίσεις οικονομικής και διοικητικής οργάνωσης

1. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 14 του Κανονισμού «Διαρθρώσεως, Συνθέσεως και Αρμοδιοτή­των των Υπηρεσιών του Ο.Γ.Α.» (Υ.Α.Ε4/Φ34 οικ. 4279/ 1971, ΦΕΚ 678 Β’) αντικαθίσταται ως εξής:

«Ως προϊστάμενοι των τμημάτων Ζ3 και Ζ4 της Υπη­ρεσίας Ζ’ Διοικητικού, του Τμήματος ΣΤ2 του Κλάδου Οικογενειακών Επιδομάτων τοποθετούνται υπάλληλοι του Κλάδου Διοικητικών Υπαλλήλων Β’ με βαθμό Δ1 και σε περίπτωση έλλειψης αυτών, υπάλληλοι του ίδιου Κλάδου με βαθμό Δ2.

Ως προϊστάμενος του Τμήματος ΙΒ-2 – Κωδικογράφησης και Ελέγχου του Κλάδου Μηχανογράφησης τοποθε­τείται υπάλληλος του Κλάδου Προσωπικού Η/Υ με βαθμό Δ1 και σε περίπτωση έλλειψης υπαλλήλου του βαθμού αυτού, υπάλληλος του ίδιου Κλάδου με βαθμό Δ2.»

2. Η παράγραφος 1α του άρθρου 2 του Κανονι­σμού «Κατάστασης Προσωπικού του Ο.Γ.Α.» ΥΑ177647/ 8720/13.9.1961 (ΦΕΚ 320 Β’), όπως ισχύει, αντικαθίσταται και συμπληρώνεται ως ακολούθως:

«Ο βαθμός ΤΕ9 που ορίστηκε εισαγωγικός για το προσωπικό των Κλάδων Τεχνολογικής Εκπαίδευσης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του π.δ. 303/2002, καταργείται.

Το προσωπικό Τεχνολογικής Εκπαίδευσης κατανέμε­ται στους εξής κλάδους:

α) ΤΕ Διοικητικός – Λογιστικός

Με βαθμό ΤΕ1 θέσεις 3

Με βαθμό ΤΕ2 Θέσεις 6

Με βαθμούς ΤΕ8-ΤΕ3 Θέσεις 116

σύνολο 125

β) ΤΕ Πληροφορικής

Με βαθμό ΤΕ1 θέση 1

Με βαθμό ΤΕ2 θέσεις 2

Με βαθμούς ΤΕ8-ΤΕ3 θέσεις 10

σύνολο 13

γ) ΤΕ Κοινωνικής Εργασίας

Με βαθμό ΤΕ1 θέση 1

Με βαθμούς ΤΕ8-ΤΕ2 Θέση 1

Σύνολο 2

δ) ΤΕ Νοσηλευτικής

Με βαθμό ΤΕ1 θέση 1

Με βαθμούς ΤΕ8-ΤΕ2 Θέση 1
Σύνολο 2

ε) ΤΕ Τεχνολογικών Εφαρμογών

1. Ειδικότητα Τεχνολόγων Μηχανικών:

Με βαθμό ΤΕ1 θέση 1

Με βαθμούς ΤΕ8-ΤΕ2 Θέσεις 3

σύνολο 4

2. Ειδικότητα Ηλεκτρονικής:

Με βαθμούς ΤΕ8-ΤΕ1 θέση 1

Προσόντα διορισμού, για την πλήρωση των παραπάνω θέσεων, ορίζονται τα προβλεπόμενα στο π.δ. 50/2001 (ΦΕΚ 39 Α’), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

Υπάλληλοι του Ο.Γ.Α., που προσλήφθηκαν ή μετετάγησαν στο προσωπικό των κλάδων τεχνολογικής εκπαίδευσης (Διοικητικού-Λογιστικού, Πληροφορικής, Κοινωνικής Εργασίας, Νοσηλευτικής, Τεχνολογικών Εφαρμογών με ειδικότητα Τεχνολόγων Μηχανικών και Ηλεκτρονικής), μετά την ισχύ του π.δ. 303/2002, προ­σμετρούν στο βαθμό τον οποίο κατέχουν δύο χρόνια, λογιζόμενα ότι διανύθηκαν στο βαθμό αυτόν. Οι υπάλ­ληλοι αυτοί μπορούν, εφόσον πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις, να προαχθούν στον επόμενο βαθμό από εκείνον τον οποίο κατέχουν, και προσμετρούν στο βαθ­μό στον οποίο προάγονται, ως χρόνο υπηρεσίας και τον τυχόν πλεονάζοντα χρόνο υπηρεσίας τους. Υπάλ­ληλοι του Ο.Γ.Α. που κατέχουν κατά τη δημοσίευση του παρόντος τον καταργούμενο βαθμό ΤΕ9, θεωρούνται αυτοδίκαια και από την ίδια χρονολογία ως υπάλλη­λοι που κατέχουν το βαθμό ΤΕ8, και προσμετρούν, στο βαθμό αυτόν, το χρόνο υπηρεσίας τους που διήνυσαν στο βαθμό ΤΕ9.

Η προαγωγή στο βαθμό ΤΕ7 γίνεται μετά από διετή υπηρεσία στον εισαγωγικό βαθμό και στους λοιπούς βαθμούς μετά από τριετή υπηρεσία στον προηγούμενο βαθμό.

Στους υπαλλήλους με βαθμό ΤΕ8 χορηγείται ο βασι­κός μισθός του βαθμού Β5, στους υπαλλήλους με βαθμό ΤΕ7 ο βασικός μισθός του βαθμού Β4 κ.ο.κ. και στους υπαλλήλους με βαθμό ΤΕ1 του βαθμού Α2, προσαυξα­νόμενος με όλα τα προβλεπόμενα από τον παρόντα Κανονισμό, κατά περίπτωση, πάγια και ειδικά επιδόματα και το ανάλογο χρονοεπίδομα.

Οι θέσεις των κλάδων κοινωνικών λειτουργών και αδελφών νοσοκόμων του Διοικητικού Προσωπικού Β’ Κατηγορίας, όταν κενωθούν, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, μεταφέρονται στον κλάδο ΤΕ Διοικητικού – Λογιστικού και οι ανωτέρω κλάδοι καταργούνται από την κένωση τους.

Οι διατάξεις του άρθρου 26 περί προαγωγής του πα­ρόντος Κανονισμού, έχουν ανάλογο εφαρμογή και για την κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης.»

3. Η παράγραφος 9 του άρθρου 2 του Κανονισμού «Κατάστασης Προσωπικού του Ο.Γ.Α.», όπως αντικατα­στάθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 2 του π.δ. 303/2002 αντικαθίσταται ως εξής:

«9. Η ιεραρχία στην αντιστοιχία των βαθμών του Επι­στημονικού Προσωπικού, του Προσωπικού Τεχνολογικής Εκπαίδευσης και του Διοικητικού Προσωπικού Β’ Κατη­γορίας, καθορίζεται κατά την ακόλουθη σειρά και τάξη, προηγούμενων πάντοτε επί υπαλλήλων αντίστοιχων βαθμών των υπαλλήλων Επιστημονικού Προσωπικού έναντι των λοιπών κατηγοριών και των υπαλλήλων Τεχνολογικής Εκπαίδευσης έναντι του Προσωπικού Β’ Κατηγορίας, ανεξαρτήτως χρόνου προαγωγής στο βαθμό αυτόν.

Γενικός Διευθυντής

Α1

Α2 – ΤΕ1

A3 – ΤΕ2 – Δ1

Α4 – ΤΕ3 – Δ2

Α5 – ΤΕ4 – Β1

Α6 – ΤΕ5 – Β2

Α7 – ΤΕ6 – Β3

Α8 – ΤΕ7 – Β4

ΤΕ8 – Β5

Β6

Β7

Β8»

4. Η υπ’ αριθμ. 177647/8720/13.9.1961 απόφαση Υπουρ­γών Γεωργίας και Οικονομικών (ΦΕΚ 320 Β’) «Κανονισμός Κατάστασης Προσωπικού του Ο.Γ.Α.», όπως τροποποι­ήθηκε και ισχύει, τροποποιείται ως προς την ονομασία των κατηγοριών του προσωπικού του ως ακολούθως:

α) Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης

β) Τεχνολογικής Εκπαίδευσης

γ) Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης

δ) Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης

5. Όπου στον «Κανονισμό Κατάστασης Προσωπικού του Ο.Γ.Α.» αναφέρεται:

α) Διοικητικό Προσωπικό Α’ κατηγορίας (επιστημονικόν) αντικαθίσταται με προσωπικό Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ),

β) Διοικητικό Προσωπικό Β’ Κατηγορίας αντικαθίστα­ται με προσωπικό Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ) και

γ) Υπηρετικό Προσωπικό αντικαθίσταται με προσω­πικό Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΥΕ).

6. Η παρ. 9 του άρθρου 19 του «Κανονισμού Κατάστα­σης Προσωπικού του Ο.Γ.Α.» αντικαθίσταται ως εξής:

«9. Οι υπάλληλοι δεν μετατίθενται πριν συμπληρώ­σουν διετία στην Υπηρεσία που τοποθετήθηκαν κατά το διορισμό τους (Κεντρική Διοίκηση ή Περιφερειακή Υπηρεσία). Μετά την πάροδο της διετίας, η μετάθεση τους στην Κεντρική Διοίκηση ή σε Περιφερειακή Υπη­ρεσία είναι δυνατή, μετά από εκτίμηση, από το αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο, των υφιστάμενων υπηρεσιακών αναγκών και εφόσον υπάρχει κενή θέση. Μετά την πά­ροδο πενταετίας, η μετάθεση των υπαλλήλων, μετά από αίτηση τους, καθίσταται υποχρεωτική για την Υπηρεσία, εφόσον υπάρχει κενή θέση του Κλάδου ομοιόβαθμη προς τη θέση από την οποία ενεργείται η μετάθεση ή μπορεί να προκύψει τέτοια κενή θέση με μετάθεση άλ­λου υπαλλήλου, κατά τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους.»

Η παρ. 11 του άρθρου 19 του «Κανονισμού Κατάστασης Προσωπικού του Ο.Γ.Α.» καταργείται.

Αρθρο 55

Θέματα Τ.Ε.Α.Π.Ο.Κ.Α.

ΜΕΡΟΣ ΣΤ

ΘΕΜΑΤΑ ΦΟΡΕΩΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ, ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΦΟΡΕΩΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ

1.Το εδάφιο ε’ της παρ.1 του άρθρου 5 του ν.δ. 980/ 1942 (ΦΕΚ 24 Α’), όπως αναριθμήθηκε με την αριθμ. Υ.Α. 101/2049/1993 (ΦΕΚ 904 Β’) αντικαθίσταται ως εξής:

«ε. Ποσοστό 0,4% επί των κατ’ έτος πραγματοποιού­μενων εσόδων κάθε Οργανισμού Κοινωνικής Ασφάλι­σης του οποίου το προσωπικό υπάγεται στην ασφάλιση του Τ.Ε.Α.Π.Ο.Κ.Α., αποδιδόμενο από αυτούς στο Ταμείο εντός του πρώτου τριμήνου του επόμενου έτους από την είσπραξη τους.»

2. Οι Ασφαλιστικοί Οργανισμοί μπορούν να καταβάλλουν ως εργοδοτική εισφορά στο Τ.Ε.Α.Π.Ο.Κ.Α., εφόσον το επιλέξουν, αντί της εισφοράς της προηγούμενης παραγράφου, ετήσιο ποσό για κάθε υπάλληλο τους ίσο με το ποσό που αναλογεί σε κάθε διοικητικό υπάλληλο του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. από τη συνολική ετήσια εισφορά που καταβάλλει το Ίδρυμα αυτό, σύμφωνα με τη διάταξη της προηγούμενης παραγράφου.

Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 αρχί­ζει από 1.1.2006 και έχει εφαρμογή και για τις μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία καθυστερούμενες εισφορές των Ασφαλιστικών Οργανισμών προς το Τ.Ε.Α.Π.Ο.Κ.Α..

Οι εκκρεμείς για τις υποθέσεις της εισφοράς του εδα­φίου ε’ της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν.δ. 980/1942 δίκες καταργούνται.

3. Οι συντάξεις που χορηγεί το Τ.Ε.Α.Π.Ο.Κ.Α. στους συνταξιοδοτούμενους από 1.1.2007 υπολογίζονται με ποσοστό 16/100 των συντάξιμων αποδοχών εξόδου του μισθολογίου της δημοσιοϋπαλληλικής ιεραρχίας για δεκαπέντε (15) έτη συντάξιμης υπηρεσίας. Για κάθε έτος πέραν του 15ου και μέχρι το 35ο, το ποσοστό αυτό αυξάνεται κατά 0,95%.

Το ποσό της σύνταξης για όσους παραμένουν στην υπηρεσία και μετά τη συμπλήρωση 35ετούς συντάξιμου χρόνου ασφάλισης στο Τ.Ε.Α.Π.Ο.Κ.Α. προσαυξάνεται κατά 1/50 αυτού για κάθε έτος πέραν του 35ου έτους και μέχρι τα 40.

Ως ανώτατος μισθός υπολογισμού εισφορών και παρο­χών ορίζεται από την ίδια ημερομηνία ο βασικός μισθός του 1ου κλιμακίου της κατηγορίας ΠΕ των Δημοσίων Υπαλλήλων, όπως ισχύει κάθε φορά.

Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινω­νικής Προστασίας είναι δυνατή η χορήγηση των διαφο­ρών που θα προκύψουν από τον κατά τα προηγούμενα εδάφια επανυπολογισμό των συντάξεων στους μέχρι 31.12.2006 συνταξιούχους, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ταμείου και ανάλογα με την οικονομική του δυνατότητα. Οι προκύπτουσες διαφορές δύνανται να χορηγούνται και σταδιακά.

Αρθρο 56

Καθορισμός εφάπαξ βοηθήματος υπαλλήλων καταργηθέντων φορέων κοινωνικής πρόνοιας

1. α) Οι υπάλληλοι που υπηρετούσαν στον πρώην Εθνι­κό Οργανισμό Προνοίας (Ε.Ο.Π.) και στο Κέντρο Βρε­φών «Μητέρα» και μετετάγησαν ή μεταφέρθηκαν σε οργανικές ή προσωποπαγείς θέσεις των υπηρεσιών που αναφέρονται στο ν. 3106/2003 (ΦΕΚ 300 Α’), λαμβάνουν κατά το χρόνο συνταξιοδότησης τους αναλογία αποζη­μίωσης, για όσα χρόνια υπηρέτησαν στους Οργανισμούς αυτούς, η οποία είναι ίση με το εφάπαξ βοήθημα του ν.103/1975, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί κατά το χρόνο της μετάταξης τους.

β) Οι υπάλληλοι που υπηρετούσαν στα πρώην Ιδρύματα Βρεφονηπιακών Σταθμών Αθηνών (Ι.Β.Σ.Α.), τα Ιδρύματα Βρεφονηπιακών Σταθμών Θεσσαλονίκης (Ι.Β.Σ.Θ.) και τα Ιδρύματα Βρεφονηπιακών Σταθμών Λάρισας (Ι.Β.Σ.Λ.) και μετετάγησαν ή μεταφέρθηκαν σε οργανικές ή προσω­ποπαγείς θέσεις των υπηρεσιών που αναφέρονται στο ν. 3106/2003, λαμβάνουν αναλογία αποζημίωσης, σύμφωνα με το άρθρο 1 της συλλογικής σύμβασης εργασίας των εργαζομένων στο Ι.Β.Σ.Α. έτους 1999, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί κατά το χρόνο της μετάταξης τους.
2. Οι μόνιμοι υπάλληλοι που υπηρετούσαν στο πρώ­ην Πατριωτικό Ίδρυμα Κοινωνικής Πρόνοιας Αντίληψης (Π.Ι.Κ.Π.Α.) και μετετάγησαν ή μεταφέρθηκαν σε οργανι­κές ή προσωποπαγείς θέσεις των υπηρεσιών που ανα­φέρονται στο ν. 3106/ 2003 ή σε άλλες υπηρεσίες και είχαν καταβάλλει εισφορές στο καθεστώς του ν.103/1975 για εφάπαξ βοήθημα, διατηρούν το δικαίωμα για τη λήψη του βοηθήματος αυτού από το φορέα που υπηρε­τούν κατά το χρόνο της συνταξιοδότησης τους.

Τα ποσά του βοηθήματος που αναλογούν στις κατα­βληθείσες εισφορές στον τηρούμενο από το Π.Ι.Κ.ΠΑ ειδικό λογαριασμό του ν.103/1975, για το χρόνο υπηρε­σίας πριν από τη μετάταξη ή μεταφορά των υπαλλήλων, καλύπτονται από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Η επιπλέον δαπάνη για την καταβολή των βοηθημάτων αυτών καλύπτε­ται από τον προϋπολογισμό του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργείου.

Τα ποσά που αφορούν στη δαπάνη για την καταβολή της αποζημίωσης στους υπαλλήλους της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, καλύπτονται από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

3. Το ύψος της κατ’ έτος δαπάνης της παραγράφου 1 καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερι­κών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστα­σίας και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, που εκδί­δεται ύστερα από Οικονομική Μελέτη της Διεύθυνσης Αναλογιστικών Μελετών του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας στο τέλος κάθε έτους ανά­λογα με τον αριθμό των αποχωρούντων υπαλλήλων. Με όμοια απόφαση καθορίζεται ο τρόπος της απόδοσης των παραπάνω ποσών των παραγράφων 1 και 2 στους οικείους φορείς που υπηρετούν σήμερα οι υπάλληλοι, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρ­μόζονται και για όσους από τις παραπάνω κατηγορίες υπαλλήλων συνταξιοδοτήθηκαν μετά τη μεταφορά ή τη μετάταξη τους σε οργανικές ή προσωποπαγείς θέσεις και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

5. Οι επί συμβάσει υπάλληλοι των παραπάνω κατηγο­ριών που έχουν μεταφερθεί και μονιμοποιηθεί στο Δη­μόσιο ή σε ν.π.δ.δ. οι οποίοι επιλέγουν το παλαιό ασφα­λιστικό καθεστώς, λαμβάνουν για το χρόνο της νέας υπηρεσίας αναλογία αποζημίωσης του π.δ. 410/1988.

Για τους υπαλλήλους που επιλέγουν το ασφαλιστικό καθεστώς της νέας υπηρεσίας, ο προηγούμενος χρόνος υπηρεσίας λαμβάνεται υπόψη μόνο για τη θεμελίωση του δικαιώματος εφάπαξ βοηθήματος.

6. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 5, το ενδέκα­το εδάφιο της παραγράφου 9, το δωδέκατο εδάφιο της παραγράφου 10 του άρθρου 8, καθώς και το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 21 του ν. 3106/ 2003, καταργούνται.

Αρθρο 57

Θέματα του Ταμείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων

1. Το πέμπτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του ν. 3232/2004 αντικαθίσταται, ως εξής:

«Πόροι του κλάδου είναι η μηνιαία εισφορά των ασφα­λισμένων, ίση με 4%, υπολογιζόμενη επί των αυτών αποδοχών που υπολογίζεται και η εισφορά για τους λοιπούς ασφαλισμένους του Ταμείου. Υπόχρεος για την παρακράτηση της εισφοράς αυτής είναι το Ν.Π.Δ.Δ. ή η υπηρεσία που υπηρετούν οι υπάλληλοι, που υποχρεού­νται, μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου της πληρωμής μήνα να αποδίδουν στον Κλάδο την εισφορά αυτή. Σε περίπτωση καθυστέρησης, εφαρμόζονται οι περί προσθέτων τελών κείμενες διατάξεις.»

2. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του ν. 3232/2004 αντικαθίσταται, ως εξής:

«Σε περίπτωση μετατροπής, κατάργησης ή συγχώ­νευσης του Ν.Π.Δ.Δ., η επιβάρυνση για την κάλυψη του ανωτέρω ποσού καλύπτεται από τον προϋπολογισμό του διάδοχου εργασιακού φορέα ή τον Κρατικό Προϋ­πολογισμό σε περίπτωση μεταφοράς των υπαλλήλων στο Δημόσιο και σε καμιά περίπτωση από το Ταμείο.»

3. Στο τέλος της παραγράφου 1 του αρθρ. 21 του ν. 3232/ 2004 προστίθεται εδάφιο, ως εξής:

«Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας καθορίζονται οι φορείς έκδοσης, καθώς και ο τύπος και το περιεχόμενο των πράξεων για τη χορήγηση του εφάπαξ βοηθήματος.»

4. Μετά το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 21 του ν. 3232/2004 προστίθεται εδάφιο, ως εξής:

«Αιτήσεις αναγνώρισης προϋπηρεσίας μετά την 1.1.2006, που αναφέρονται σε χρόνο που διανύθηκε μέ­χρι και 31.12.2005, υποβάλλονται στις οικείες υπηρεσίες που ετηρείτο ο λογαριασμός 103/1975 και εξετάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν το νέο Κλάδο.

5. Μετά την παράγραφο 3 του άρθρου 21 του ν. 3232/ 2004 προστίθεται παράγραφος 4, αναριθμουμένων αναλόγως των λοιπών παραγράφων, η οποία έχει ως εξής:

«4. Στο Ταμείο Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων (Τ.Π.Δ.Υ.) συνιστάται Διεύθυνση Προνοίας Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. συγκροτούμενη από τα ακόλουθα τμήματα:

1) Τμήμα Ασφάλισης

2) Τμήμα Παροχών

3) Τμήμα Οικονομικού.

Οι αρμοδιότητες των Τμημάτων Ασφάλισης, Παροχών και Οικονομικού είναι αντίστοιχες με αυτές που καθορί­ζονται στις περιπτώσεις α’, β’ και γ’ του άρθρου 2 του π.δ. 87/1998 (ΦΕΚ 82 Α’) για τα αντίστοιχα τμήματα της υφιστάμενης Διεύθυνσης του Ταμείου η οποία ονομάζεται, εφεξής, Διεύθυνση Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων.

Στη Διεύθυνση Προνοίας Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., προΐ­σταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Διοικητικού – Οικο­νομικού και στα Τμήματα αυτής προΐστανται υπάλληλοι του Ταμείου, όπως ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 4 του π.δ. 87/1998.

Το Γραφείο Νομικών Υποθέσεων μετατρέπεται σε Αυτοτελές Γραφείο Νομικών Υποθέσεων, με τις ίδιες αρμοδιότητες.»

6. Όπου στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 21 του ν.3232/2004 αναφέρονται οι ημερομηνίες «3.12.2004» ή «1.1.2005», νοούνται οι ημερομηνίες «31.12.2005» ή «1.1.2006» αντίστοιχα.

7. Κατά την πρώτη εφαρμογή της παρ.7 του άρθρου 1 του ν.3181/2003 (ΦΕΚ 218 Α’) η αίτηση για την προαιρετι­κή υπαγωγή στο Ταμείο Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων των συνοριακών φυλάκων και των ειδικών φρουρών που ασφαλίζονται στο Ταμείο Ασφαλίσεως Αστυνομικών (Τ.Α.ΑΣ.), η οποία δεν ανακαλείται, υποβάλλεται στο Τ.Π.Δ.Υ. και στην υπηρεσία της ΕΛ.ΑΣ., εντός δύο (2) ετών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Μέσα στην ίδια προθεσμία, υποβάλλεται και η αίτηση για την ανα­γνώριση του χρόνου της προϋπηρεσίας ως συνοριακού φύλακα που πραγματοποιήθηκε μετά την 1.1.1993. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζεται η παρ. 14 του άρθρου 27 του ν. 2676/1999. Όσοι από το παραπάνω προσωπικό έχουν υπαχθεί στο Ταμείο Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων από την ημερομηνία ισχύος του ν. 3181/ 2003 και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, χωρίς να έχουν υποβληθεί στο εν λόγω Ταμείο οι σχετικές αιτήσεις, μπορούν εάν δεν επιλέξουν την ανωτέρω υπαγωγή, να ζητήσουν την εξαίρεση τους από την ασφάλιση του Ταμείου αυτού, μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Στην περίπτωση αυτή, επιστρέφονται από το Ταμείο οι καταβληθείσες εισφορές ατόκως, ως αχρεωστήτως εισπραχθείσες.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και Δημόσιας Τάξης, αποσπώ­νται στο Ταμείο Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων για την διεκπεραίωση της σχετικής με την προϋπηρεσία των ανωτέρω προσώπων διαδικασίας, πέντε (5) τουλάχιστον υπάλληλοι από το πολιτικό προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, για χρονικό διάστημα ενός έτους.

8. Στο άρθρο 3 του β.δ. 3/13.7.1936, όπως ισχύει, προ­στίθενται παράγραφοι 9,10 και 11, οι οποίες έχουν ως εξής:

«9.Τακτικές εισφορές του Ταμείου, οι οποίες δεν πα­ρακρατήθηκαν και δεν καταβλήθηκαν εμπροθέσμως για οποιονδήποτε λόγο υπολογίζονται επί του μηνιαίου μι­σθού που λαμβάνει ο ασφαλισμένος κατά το μήνα που γίνεται η σχετική απόδοση των εισφορών. Υπόχρεος σε καταβολή των οφειλομένων είναι ο ασφαλισμένος.

Ο τρόπος και η προθεσμία εξόφλησης της οφειλής από τακτικές εισφορές καθορίζεται με τις εκάστοτε ισχύουσες, περί αναγνωρίσεως προϋπηρεσίας, διατάξεις της νομοθεσίας του Ταμείου.

10. Τακτικές εισφορές υπέρ του Ταμείου, οι οποίες παρακρατήθηκαν κανονικά από τις αποδοχές του υπαλ­λήλου και δεν αποδόθηκαν εντός του επόμενου από την παρακράτηση μήνα, επιβαρύνονται με πρόσθετο τέλος εκπρόθεσμης καταβολής, σύμφωνα με τις διατά­ξεις του άρθρου 56 του ν. 2676/1999, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά, το οποίο βαρύνει τον υπόχρεο σε απόδοση εργοδότη Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ..

11. Η παράγραφος 9 εφαρμόζεται και σε περίπτωση λήψης αναδρομικών αποδοχών από τον υπάλληλο, σε εκτέλεση δικαστικής απόφασης.»

9. Υπάλληλοι που λαμβάνουν εφάπαξ βοήθημα ή επι­στροφή των εισφορών τους από το Ταμείο Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων λόγω αποχώρησης τους από την υπηρεσία και επανέρχονται από 20.3.1998 και μετά στην ίδια ή σε άλλη υπηρεσία ασφαλιζόμενη στο Ταμείο με οποιονδήποτε τρόπο (όπως ανάκληση πράξης, δικαστι­κή απόφαση, νέος διορισμός), δικαιούνται κατά τη νέα αποχώρηση τους από την υπηρεσία εφάπαξ βοήθημα ή την επιστροφή των εισφορών τους μόνο για το νέο χρόνο ασφάλισης τους στο Ταμείο.

Για τη θεμελίωση του δικαιώματος λήψης βοηθήματος ή εισφορών συνυπολογίζεται και ο προ της επαναφοράς στην υπηρεσία διανυθείς χρόνος ασφάλισης.

Ο εκτός υπηρεσίας χρόνος παραμονής του υπαλλήλου συνυπολογίζεται για τη θεμελίωση του δικαιώματος λήψης εφάπαξ βοηθήματος ή επιστροφής εισφορών μόνον εφόσον ο χρόνος αυτός αναγνωρίζεται βάσει της συνταξιοδοτικής πράξης ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας.

Αρθρο 58

Ειδικές Ρυθμίσεις Φορέων Επικουρικής Ασφάλισης και Πρόνοιας

1. Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παραγρά­φου 3 του άρθρου 42 του ν.1140/1981 (ΦΕΚ 68 Α’), όπως ισχύουν, προσαύξηση της σύνταξης δεν χορηγείται από Φορείς και Κλάδους Επικουρικής Ασφάλισης, αρμοδι­ότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας. Εξαιρούνται από την εφαρμογή του προη­γούμενου εδαφίου οι τυφλοί συνταξιούχοι των ανωτέρω φορέων, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που έχουν ήδη συνταξιοδοτηθεί, των οποίων οι συντάξεις προσαυ­ξάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 42 του ν.1140/1981, όπως ισχύουν.

Καταστατικές διατάξεις φορέων και Κλάδων Επικου­ρικής ασφάλισης, αρμοδιότητας του Υπουργείου Απα­σχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, που προβλέπουν προσαύξηση της σύνταξης όσων συνταξιούχων βρίσκο­νται συνεχώς σε κατάσταση που απαιτεί συνεχή επίβλε­ψη, περιποίηση και συμπαράσταση ετέρου προσώπου (απόλυτη αναπηρία), εξακολουθούν να ισχύουν.

Στους συνταξιούχους φορέων και Κλάδων Επικουρικής Ασφάλισης του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυ­τής, στους οποίους εχορηγείτο η παροχή αυτή χωρίς η καταβολή της να προβλέπεται ρητά από καταστατικές ή άλλες διατάξεις, εξακολουθεί να χορηγείται.

Τα οικονομικά αποτελέσματα από την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής αρχίζουν από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από υποβολή σχετικής αίτησης των ενδιαφερομένων.

2.α. Ασφαλισμένοι του Ταμείου Επικουρικής Ασφά­λισης Ηλεκτροτεχνιτών Ελλάδος (Τ.Ε.Α.Η.Ε.), οι οποίοι έχουν συνταξιοδοτηθεί ή συνταξιοδοτούνται με κύρια σύνταξη από τον Οργανισμό Ασφάλισης Προσωπικού Δ.Ε.Η. (Ο.Α.Π.-Δ.Ε.Η.) με τις προϋποθέσεις συνταξιοδό­τησης των απασχολούμενων σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα ή σε ορυχεία, δίκτυα και σταθμούς παρα­γωγής, συνταξιοδοτούνται και από το Τ.Ε.Α.Η.Ε., με τις ίδιες προϋποθέσεις. Η συνταξιοδότηση πραγματοποι­είται μετά από εξαγορά στο Τ.Ε.Α.Η.Ε. του χρόνου, για τον οποίο έχουν καταβάλει στον Ο.Α.Π.-Δ.Ε.Η. πρόσθετη εισφορά για τη συνταξιοδότηση τους με τις προϋποθέ­σεις αυτές και μέχρι δώδεκα (12) έτη ή τρεις χιλιάδες εξακόσιες (3.600) ημέρες ασφάλισης.

Η εξαγορά γίνεται με την καταβολή, από τον ασφαλι­σμένο, εισφοράς 2% επί του κατά την υποβολή της αίτη­σης 25πλασίου του οριζομένου στην παρ. 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού Παροχών του Τ.Ε.Α.Η.Ε. ημερομισθίου της συλλογικής σύμβασης της επαγγελματικής κατη­γορίας του. Το προκύπτον ποσό εξοφλείται σύμφωνα με τις διατάξεις των πέμπτου και έκτου εδαφίων της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του ν.3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α’).

β. Οι ανωτέρω ασφαλισμένοι δύνανται να επιλέξουν την υπαγωγή τους στην ασφάλιση του Κλάδου Επικου­ρικής Ασφάλισης του Ο.Α.Π.-Δ.Ε.Η, εξαιρούμενοι από την ασφάλιση του Τ.Ε.Α.Η.Ε.. Η επιλογή γίνεται με αίτηση του ασφαλισμένου που υποβάλλεται εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος στον Ο.Α.Π.- Δ.Ε.Η. και στο Τ.Ε.Α.Η.Ε..

Ο Κλάδος Επικουρικής Ασφάλισης του Ο.Α.Π.-Δ.Ε.Η. υποχρεούται να απονείμει τη σύνταξη στα παραπάνω αναφερόμενα πρόσωπα, υπολογίζοντας το ποσό της σύνταξης, σύμφωνα με τη νομοθεσία του για ολόκληρο το χρόνο της διαδοχικής ασφάλισης, ανεξάρτητα από τους όρους και τις προϋποθέσεις που τίθενται με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν.1902/1990 (ΦΕΚ 138 Α’). Η απόδοση των οφειλόμενων ποσών στον απονέμοντα φο­ρέα γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 4, 5 και 6 του άρθρου 10 του ν.1405/1983 (ΦΕΚ 180 Α’).

3. Χρόνος υπηρεσίας των ασφαλισμένων του Επικου­ρικού Ταμείου Υπαλλήλων Πυροσβεστικού Σώματος, πέραν των τριάντα (30) ετών και μέχρι τριάντα πέντε (35), λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό του εφάπαξ βοηθήματος, με την προϋπόθεση ότι έχουν καταβληθεί οι αντίστοιχες ασφαλιστικές εισφορές για το χρόνο αυτόν. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου τρο­ποποιούνται, σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 9 του ν. 2042/1992 (ΦΕΚ 75 Α’). Για την καταβολή του εφάπαξ βοηθήματος, το εξάμηνο δεν υπολογίζεται ως πλήρες έτος κατά τη συγκεφαλαίωση των ετών υπηρεσίας.

4. Οι μόνιμοι υπάλληλοι της πρώην Επιτροπής Δημοσί­ων Κήπων και Δενδροστοιχιών, οι οποίοι υπήγοντο στο καθεστώς του ν. 103/1975 για τη λήψη εφάπαξ βοηθήμα­τος και αυτοδίκαια μετατάχθηκαν στο Δήμο Αθηναίων με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 25 του ν.3274/2004, εξακολουθούν να υπάγονται, με τους ίδι­ους όρους και προϋποθέσεις στο καθεστώς του ν. 103/ 1975, όπως αυτός ισχύει, και μετά τη μεταφορά τους στο Δήμο αυτόν, εφόσον επιλέξουν να διατηρήσουν το ασφαλιστικό καθεστώς που είχαν αντί αυτού στο οποίο αυτοδίκαια ασφαλίζονται.

Προς το σκοπό αυτόν, συστήνεται ειδικός λογαρια­σμός στο Δήμο Αθηναίων στον οποίο μεταφέρεται το υπόλοιπο του εξειδικευμένου αποθεματικού που είχε σχηματιστεί από τις κρατήσεις του ν. 103/1975 που έγι­ναν στις αποδοχές των υπαλλήλων οι οποίοι υπηρετού­σαν πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 3274/2004. Ο λογαριασμός αυτός αναλαμβάνει την υποχρέωση κατα­βολής, στους εν λόγω υπαλλήλους, του προβλεπόμενου κατά τις κείμενες διατάξεις εφάπαξ βοηθήματος ή επι­στροφής των εισφορών τους με τη διαδικασία της περ. ε’ της παραγράφου 7 του άρθρου 25 του ν. 3274/2004.

Η ασφαλιστική τακτοποίηση του μεταταγέντος προ­σωπικού για το διάστημα από τη μετάταξη του μέχρι την ισχύ του παρόντος νόμου, γίνεται με την καταβολή των προβλεπόμενων αντίστοιχων εισφορών του ν. 103/1975 και του άρθρου 21 παρ. 1 του ν. 3232/2004.

5. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του ν. 3232/2004 εφαρμόζονται αναλόγως και στους ασφα­λισμένους σε φορείς επικουρικής ασφάλισης, αρμοδι­ότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.

6. Το π.δ. 673/1979 «περί επεκτάσεως των διατάξεων του ν.103/1975 και επί των τακτικών υπαλλήλων του Ταμείου Ασφαλίσεως Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλ­λήλων (Τ.Α.Δ.Κ.Υ.)» καταργείται.

Το ποσό που κατέβαλε κάθε υπάλληλος για το σχη­ματισμό του σχετικού κεφαλαίου, από την ημερομηνία υπαγωγής του στο καθεστώς του ν.103/1975 μέχρι την κατάργηση του διατάγματος αυτού, επιστρέφεται, ατόκως, στους δικαιούχους.

Το ελλείπον ποσό για την επιστροφή των εισφορών αυτών καταβάλλεται από τα κεφάλαια του ταμείου κατά τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις του άρθρου 2 του ν.103/1975.

7. α) Ο χρόνος ασφάλισης προσώπων που έχει πραγ­ματοποιηθεί ή θα πραγματοποιηθεί στο Ε.Τ.Ε.Α.Μ. ή άλλον φορέα, κλάδο ή λογαριασμό επικουρικής ασφά­λισης, ο οποίος, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία έπρεπε να πραγματοποιηθεί σε άλλο φορέα, κλάδο ή λογαριασμό επικουρικής ασφάλισης, ισχύει ως χρόνος ασφάλισης στο Ε.Τ.Ε.Α.Μ. ή στον φορέα επικουρικής ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε μέχρι την έναρξη της ασφάλισης τους στον φορέα, κλάδο ή λογαριασμό επικουρικής ασφάλισης που έπρεπε να ασφαλισθούν.

β) Ο οικείος φορέας, κλάδος ή λογαριασμός επικου­ρικής ασφάλισης που πρέπει να υπαχθούν τα ανωτέρω πρόσωπα, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, προσ­διορίζεται με απόφαση των αρμόδιων οργάνων των ενδιαφερόμενων φορέων, με την οποία ορίζεται και η ημερομηνία έναρξης της ασφάλισης τους.

γ) Εάν αμφισβητηθεί η νομιμότητα υπαγωγής των ανωτέρω προσώπων σε φορέα, κλάδο ή λογαριασμό επικουρικής ασφάλισης, σύμφωνα με τη διάταξη της προηγούμενης περίπτωσης β’, από τα πρόσωπα αυτά, τον εργοδότη ή τον φορέα επικουρικής ασφάλισης που είχαν ασφαλισθεί, ο οικείος, κατά περίπτωση, φορέας, κλάδος ή λογαριασμός επικουρικής ασφάλισης προσ­διορίζεται με αιτιολογημένη απόφαση των αρμόδιων οργάνων των ενδιαφερόμενων φορέων. Σε περίπτωση διαφωνίας τους, ο οικείος φορέας επικουρικής ασφά­λισης προσδιορίζεται από ειδική τριμελή επιτροπή, που απαρτίζεται από έναν εκπρόσωπο των ενδιαφερόμενων φορέων και έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Απασχό­λησης και Κοινωνικής Προστασίας. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας συγκροτείται η επιτροπή αυτή και καθορίζεται η δια­δικασία λειτουργίας της και κάθε αναγκαία λεπτομέ­ρεια.

Εφόσον από την έγερση της αμφισβήτησης μέχρι την οριστική υπαγωγή των ανωτέρω προσώπων στον οικείο φορέα, κλάδο ή λογαριασμό επικουρικής ασφάλισης, σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων περι­πτώσεων της παραγράφου αυτής, τα πρόσωπα αυτά συνέχισαν να ασφαλίζονται στον φορέα επικουρικής ασφάλισης που είχαν ασφαλισθεί, ο αντίστοιχος χρόνος ασφάλισης τους στον φορέα αυτόν παραμένει ισχυρός, χωρίς να είναι δυνατή η διεκδίκηση του χρόνου αυτού από άλλον φορέα επικουρικής ασφάλισης.

δ) Οι διατάξεις των προηγούμενων περιπτώσεων έχουν εφαρμογή και στις περιπτώσεις μη κανονικής ασφάλισης προσώπων που έχουν προκύψει πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί απόφαση ακύρωσης και μεταφοράς των αντίστοιχων ασφαλιστικών εισφορών, σύμφωνα με τις διατάξεις της Απόφασης του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων 7/805/19.6.2001 (ΦΕΚ 832 Β’).

ε) Σε περιπτώσεις που μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου έχει εκδοθεί από φορέα, κλάδο ή λογα­ριασμό επικουρικής ασφάλισης απόφαση με την οποία διεκδικείται χρόνος μη κανονικής ασφάλισης σε άλλον φορέα επικουρικής ασφάλισης και δεν είναι δυνατή η επιστροφή του συνόλου ή μέρους του αντίστοιχου χρόνου ασφάλισης από τον φορέα αυτόν λόγω πα­ραγραφής σύμφωνα με τη νομοθεσία του, ο χρόνος αυτός ισχύει ως χρόνος ασφάλισης στον φορέα που έχει πραγματοποιηθεί και δεν αναζητείται.

στ) Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν έχουν εφαρμογή στις περιπτώσεις προσώπων που έχουν συ­νταξιοδοτηθεί από τον φορέα, κλάδο ή λογαριασμό επικουρικής ασφάλισης στον οποίο είχαν υπαχθεί, καθώς και στις περιπτώσεις ασφαλισμένων που, μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης στους φορείς αυτούς.

ζ) Ασφαλισμένοι του Ε.Τ.Ε.Α.Μ. οι οποίοι έχουν υπαχθεί μη κανονικά στην ασφάλιση του φορέα αυτού και μέ­χρι την ημερομηνία προσδιορισμού του οικείου φορέα ασφάλισης έχουν συμπληρώσει την ηλικία των πενήντα πέντε (55) ετών, δύνανται να ζητήσουν, με αίτηση που πρέπει να υποβληθεί εντός έξι (6) μηνών από την ανω­τέρω ημερομηνία, να παραμείνουν στην ασφάλιση του Ε.Τ.Ε.Α.Μ.. Η αίτηση υποβάλλεται στο Ε.Τ.Ε.Α.Μ. και στον φορέα, κλάδο ή λογαριασμό επικουρικής ασφάλισης που έπρεπε να υπαχθούν και σε ουδεμία περίπτωση ανακαλείται.

η) Η Απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινω­νικών Ασφαλίσεων υπ’ αριθμ. 7/805/19.6.2001 (ΦΕΚ 832 Β’) καταργείται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

θ) Οποιαδήποτε άλλη περίπτωση σχετική με τις δια­τάξεις της παραγράφου αυτής, η οποία δεν ρυθμίζεται πλήρως από αυτές, ρυθμίζεται με απόφαση του Υπουρ­γού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας μετά από γνωμοδότηση του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης.

8. Η περίπτωση β’ της παραγράφου 18 του άρθρου 22 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:

«β. Λοιπό ιπτάμενο προσωπικό και διοικητικό, τεχνικό και λοιπό προσωπικό εδάφους των αεροπορικών επι­χειρήσεων, καθώς και της Olympic Catering κατά 1,8%, εκτός αυτού που υπάγεται στον Κανονισμό Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.ΑΜ.»

Αρθρο 59

Ρυθμίσεις φορέων και κλάδων ασθένειας

1. Οι μόνιμοι υπάλληλοι των Ν.Π.Δ.Δ. και συνδέσμων Ο.Τ.Α. και το προσωπικό των Τοπικών Ενώσεων Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος (Τ.Ε.Δ.Κ.) μετά τη συνταξιο­δότηση τους από το Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.ΑΜ, καθώς και τα μέλη των οικογενειών τους παραμένουν στην ασφάλιση του Τ.Υ.Δ.Κ.Υ. και εξαιρούνται από την ασφάλιση του κλάδου ασθένειας του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.ΑΜ.

To I.K.A.-E.T.A.M. υποχρεούται να παρακρατεί, από το ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης που προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία του Τ.Υ.Δ.Κ.Υ., τις εισφορές συνταξιούχου και προστατευόμενων μελών και να τις αποδίδει στο Ταμείο, μαζί με τη βαρύνουσα το Ίδρυμα εισφορά συνταξιούχων σε ποσοστό 6% επί του ποσού της καταβαλλόμενης σύνταξης.

Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από την πρώ­τη του επόμενου της δημοσίευσης του παρόντος νόμου μήνα.

2. Οι ασφαλισμένοι φορέων ασθένειας, κατά τη διάρ­κεια της άδειας άνευ αποδοχών που λαμβάνουν σύμ­φωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημο­σίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. για ανατροφή τέκνων, εφόσον επιλέξουν μπο­ρούν να συνεχίζουν την ασφάλιση τους, για υγειονομική περίθαλψη στον φορέα τους, καταβάλλοντος οι ίδιοι την προβλεπόμενη από τη νομοθεσία του εισφορά.

Η εισφορά του κλάδου ασθένειας υπολογίζεται στις πλήρεις αποδοχές του τελευταίου μήνα πριν από τη λήψη της άδειας και αποδίδεται από τους ίδιους στον φορέα τους στο τέλος κάθε ημερολογιακού τριμήνου.

3. Στα μη επιδοτούμενα από το κράτος ιδρύματα του ν. 861/1979 (ΦΕΚ 2 Α’) το νοσήλιο-τροφείο που κατα­βάλλεται από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς αρμο­διότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, αντιστοιχεί στο νοσήλιο της Γ θέσης των ιδιωτικών κλινικών, όπως ισχύει κάθε φορά.

4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστα­σίας και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, μπορεί να ορίζεται συμμετοχή του ασφαλισμένου στις υψηλού κόστους δαπάνες προληπτικής ιατρικής που προβλέ­πονται από το άρθρο 33 παρ. 1α του ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α’), καθώς και στις περιπτώσεις εμβολιασμών εκτός του Εθνικού Προγράμματος.

5. Στο τέλος του άρθρου 14 του ν. 1066/1980 (ΦΕΚ 183 Α’), όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 12 του ν. 1276/1982 (ΦΕΚ 100 Α’), προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:

«Με τις ίδιες προϋποθέσεις χορηγείται το επίδομα αεροθεραπείας και στους υποβληθέντες σε μεταμόσχευση πνευμόνων, καρδιάς και ήπατος, καθώς και στους πά­σχοντες από πνευμονοπάθεια με ποσοστό αναπηρίας 80% στην πνευμονική νόσο, ασφαλισμένους και συνταξιούχους του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. και των άλλων ασφαλιστικών οργανισμών.»

6. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 19 του ν. 1902/ 1990 (ΦΕΚ 138 Α’), όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 34 του ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α’), προστίθεται περίπτωση γ’ ως ακολούθως:

«γ. Όλα ανεξαιρέτως τα φάρμακα που είναι απαραί­τητα για την αντιμετώπιση των ακόλουθων χρόνιων παθήσεων:

αα) Δρεπανοκυτταρικής και μικροδρεπανοκυτταρικής αναιμίας

ββ) Κυστικής Ίνωσης (κυστική ινώδης νόσος, ινοκυστική νόσος)

γγ) Αγγειοπάθειας BURGER

δδ) Ανοιας, νόσου Alzheimer και νόσου Charcot

εε) Συνδρόμου βραχέος εντέρου

στστ) Χρόνιας Ηπατίτιδας Β και Χρόνιας Ηπατίτιδας C

ζζ) Νόσου Wilson (ηπατοφακοειδής εκφύλιση)

ηη) Γλυκονίασης

θθ) Νόσου Gaucher.»

7. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του ν.δ. 4019/1959 (ΦΕΚ 248 Α’), όπως ισχύει μετά τη συ­μπλήρωση και τροποποίηση του με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν.124/1975 (ΦΕΚ 172 Α’), του άρθρου 12 του ν. 2018/1992 (ΦΕΚ 33 Α’) και παρ. 2 του άρθρου 11 του ν.3103/2003 (ΦΕΚ 23 Α’), προστίθενται εδάφια ε’ και στ’, που έχουν ως εξής:

«ε. Το επίδομα φυσιολογικού τοκετού που προβλέ­πεται από τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δ’ καταβάλλεται από 11.3.2004 και στις περιπτώσεις καισαρικής τομής.

στ. Το καταβαλλόμενο κατά τα ανωτέρω επίδομα φυσιολογικού τοκετού και καισαρικής τομής στις πε­ριπτώσεις νεκρού εμβρύου χορηγείται εφόσον έχουν συμπληρωθεί είκοσι έξι (26) εβδομάδες κύησης.»

8. Οι εργαζόμενοι της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώ­νης του Περάματος και τα μέλη οικογενείας τους, που αναφέρονται στο άρθρο 33 του α.ν. 1846/1951 (ΦΕΚ 179 Α’), για την περίοδο μέχρι 28.2.2007 καλύπτονται από το Ι.Κ.Α. για παροχές ασθένειας σε είδος, εφόσον έχουν συμπληρώσει είκοσι πέντε (25) ημέρες ασφάλισης είτε κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος είτε κατά το τελευταίο δεκαπεντάμηνο, αφαιρουμένου του τε­λευταίου τριμήνου.

9. Στο τέλος της παρ. 5 του άρθρου 38 του α.ν. 1846/ 1951 (ΦΕΚ 179 Α’), όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 11 του ν. 1759/1988 (ΦΕΚ 50 Α’), προστίθενται περιπτώσεις γ’ και δ’, που έχουν ως εξής:

«γ. Σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος δεν έχει προ­ϋποθέσεις για τη συνέχιση της επιδότησης λόγω ασθέ­νειας για 360 ημέρες, δικαιούται επανεπιδότηση για την ίδια πάθηση μετά διετίας από τη λήξη της τελευταίας ημέρας επιδότησης των 182 ημερών και, αντίστοιχα, τριετίας από τη λήξη της τελευταίας ημέρας επιδότη­σης των 360 ημερών και, για την περίπτωση στ’ της παρ. 1 του άρθρου 35, μετά πενταετίας από τη λήξη της τελευταίας ημέρας επιδότησης των 720 ημερών.

δ. Σε κάθε περίπτωση επανεπιδότησης ο ασφαλισμέ­νος απαιτείται να έχει συμπληρώσει τις προβλεπόμενες στην περίπτωση β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 35 χρονικές προϋποθέσεις.»

10. Δικηγόροι που υπηρετούν με πάγια αντιμισθία στο Δημόσιο, ν.π.δ.δ., ν.π.ι.δ. ή σε φυσικά πρόσωπα και ασφαλίζονται στα Ταμεία Προνοίας Δικηγόρων Αθηνών, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης καταβάλλουν τις προβλε­πόμενες από τις διατάξεις των άρθρων 35 και 37 του ν. 2084/1992, καθώς και τις οριζόμενες, στις υπουργικές αποφάσεις που εκδόθηκαν κατά εξουσιοδότηση του άρθρου 55 του ίδιου νόμου, ασφαλιστικές εισφορές, οι οποίες υπολογίζονται επί του ποσού της καταβαλλό­μενης πάγιας αντιμισθίας.

Το ποσό της ετήσιας εισφοράς, στις περιπτώσεις αυτές, δεν μπορεί να είναι κατώτερο από αυτό που αντιστοιχεί στις εισφορές επί του ποσού της 1ης ασφα­λιστικής κατηγορίας του άρθρου 22 του ν. 2084/1992, ούτε ανώτερο από αυτό που αντιστοιχεί στις εισφορές επί του διπλάσιου ποσού της 1ης ασφαλιστικής κατη­γορίας, όπως ισχύει κάθε φορά.

11. Η παρ. 2 του άρθρου 32 του α.ν.1846/1951 (ΦΕΚ 179 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Τα έξοδα κηδείας καταβάλλονται στον επιμεληθέντα την κηδεία, με την προσκόμιση των σχετικών δικαιολογητικών και βαρύνουν τον κλάδο ασθένειας και μητρότητας σε χρήμα.»

12. Με απόφαση των Υπουργών Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας και Υγείας και Κοινωνικής Αλλη­λεγγύης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού δύναται να τροποποιείται ο ενιαίος τύπος συνταγής χορήγησης φαρμάκων για τους ασφαλιστικούς ορ­γανισμούς που καθιερώθηκε με το π.δ. 88/1998 (ΦΕΚ 82 Α’).

13. Οι κληρικοί και μοναχοί των Πατριαρχείων της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, καθώς και οι μοναχοί της Ιεράς Μονής Σινά, Έλληνες το γένος, δικαιούνται των παροχών του κλάδου υγείας του Ο.Γ.Α..

Η προβλεπόμενη εισφορά υπέρ του κλάδου υγείας του οργανισμού υπολογίζεται επί του ποσού της 5ης ασφαλιστικής κατηγορίας, όπως ισχύει κάθε φορά και βαρύνει τον Κρατικό Προϋπολογισμό.

Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινω­νικής Προστασίας, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Γ.Α.,

καθορίζονται ο χρόνος έναρξης και λήξης του δικαιώμα­τος, οι όροι και προϋποθέσεις απονομής των παροχών, η θέση κατά τη νοσηλεία σε θεραπευτήριο, τα απαι­τούμενα δικαιολογητικά, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της ρύθμισης αυτής. Μετά την έκδοση της παραπάνω απόφασης καταργείται κάθε ρύθμιση που αντιμετωπίζει με διαφορετικό τρόπο το θέμα αυτό.

Αρθρο 60
Επίδομα απόλυτης αναπηρίας

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΑΝΑΠΗΡΙΕΣ
Το ποσό της προσαύξησης λόγω απόλυτης αναπηρίας που χορηγείται από το Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. στους συνταξι­ούχους της παρ. 3 του άρθρου 42 του ν. 1140/1981, όπως ισχύει, και υπό τους όρους, προϋποθέσεις και περιορι­σμούς των ανωτέρω διατάξεων ισούται με το 50% της καταβαλλόμενης σύνταξης, μη συμπεριλαμβανομένων των οικογενειακών επιδομάτων και των επιδομάτων τέκνων, και δεν μπορεί να υπερβαίνει το εικοσαπλάσιο του κάθε φορά ισχύοντος κατώτατου ημερομίσθιου ανειδίκευτου εργάτη.

Προκειμένου για συνταξιούχους που λαμβάνουν δύο συντάξεις από το Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ., η ανωτέρω προσαύξηση χορηγείται στη μεγαλύτερη καταβαλλόμενη σύνταξη.

Προκειμένου για συνταξιούχους που ήδη λαμβάνουν την προσαύξηση απόλυτης αναπηρίας, τα οικονομικά αποτελέσματα από την εφαρμογή της διάταξης αυτής επέρχονται από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μετά την υποβολή σχετικής αίτησης.

Οι διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 29 του α.ν. 1846/ 1951, όπως συμπληρώθηκε από την παρ. 20 του άρθρου 16 του ν. 4497/1966 και την παρ. 12 του άρθρου 5 του ν.825/1978, καταργούνται.
Αρθρο 61

Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις

1. Στο τέλος του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του ν. 2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α’) προστί­θεται εδάφιο ως εξής:

«Ειδικά για παιδιά, αδέλφια, εγγονούς, προγονούς, που πάσχουν από νευροψυχιατρικές παθήσεις, η ανικανό­τητα για κάθε εργασία που οφείλεται στις παθήσεις αυτές απαιτείται να έχει επέλθει πριν τη συμπλήρωση του 25ου έτους της ηλικίας.»

2. Στο τέλος της παρ. 6 του άρθρου 29 του α.ν. 1846/ 1951, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση της με την παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 2335/1995, προστίθεται εδά­φιο ως εξής:

«Ειδικά για παιδιά, εγγονούς, προγονούς, που πάσχουν από νευροψυχιατρικές παθήσεις, η ανικανότητα για κάθε εργασία που οφείλεται στις παθήσεις αυτές απαιτείται να έχει επέλθει πριν τη συμπλήρωση του 25ου έτους της ηλικίας.»

3. Οι περιπτώσεις β’ και ε’ της παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α’) αντικαθίστανται ως εξής:

«β. Έχουν ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω προερχό­μενο από ακρωτηριασμό των δύο άνω ή κάτω άκρων ή κατά το ένα άνω και ένα κάτω άκρο.»

«ε. Έχουν ακρωτηριασμό του ενός άνω ή κάτω άκρου με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, που δεν επιδέχεται εφαρμογής τεχνητού μέλους. Το ύψος του επιδόματος στην περίπτωση αυτή καθορίζεται στο δεκαπλάσιο του κατωτάτου ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη, όπως ισχύει κάθε φορά.»

4. Οι διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 612/1977 (ΦΕΚ 164 Α’) εφαρμόζονται και στους ασφαλισμένους των ασφα­λιστικών οργανισμών, αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, οι οποίοι έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση μυελού των οστών και βρίσκονται σε συνεχή ανοσοκαταστολή, σε όσους πάσχουν από σκλήρυνση κατά πλάκας, που επιφέρει παραπληγία – τετραπληγία, καθώς και στους ακρωτηρι­ασμένους κατά τα δύο άνω ή κάτω άκρα ή κατά το ένα άνω και ένα κάτω άκρο, εφόσον στις περιπτώσεις αυτές συντρέχει ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 67%.

5. Στις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 42 του ν. 1140/1981, όπως αυτές ισχύουν, υπάγονται οι ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι των ασφαλιστικών ορ­γανισμών αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, καθώς και τα μέλη των οικογενειών τους που πάσχουν από:

α. το σύνδρομο κλάματος γαλής

β. ατελή οστεογένεση, με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω και

γ. οστεοψαθύρωση, με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω.

6. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του ν. 3232/2004 αντικαθίσταται ως εξής:

«Μητέρες ανάπηρων τέκνων με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, καθώς και σύζυγοι αναπήρων με ποσοστό 80% και άνω, εφόσον έχουν διανύσει τουλάχιστον δε­καετή έγγαμο βίο, ασφαλισμένοι σε φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης, αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, θεμελιώνουν δικαίωμα συνταξιοδότησης με τη συμπλήρωση 7.500 ημερών εργασίας ή 25 ετών ασφάλισης, ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας και ανεξαρτήτως χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση.»

7. α. Οι προσληφθέντες σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1648/1986 και του ν. 2643/1998, των οποίων η τοποθέ­τηση σε Δημόσια Επιχείρηση Κοινής Ωφέλειας (Δ.Ε.Κ.Ο.) έγινε μετά από απόφαση της αρμόδιας επιτροπής και η μετοχική σύνθεση της Δ.Ε.Κ.Ο. μεταβλήθηκε και οι μετοχές της περιήλθαν σε ιδιώτες και η έδρα της με­τακινήθηκε της αρχικής άνω των είκοσι χιλιομέτρων, σε σχέση με την κατοικία τους, δύνανται να μεταταγούν σύμφωνα με τα επόμενα εδάφια.

β. Η μετάταξη των εν λόγω υπαλλήλων γίνεται σε υπηρεσίες του Δημοσίου στις οποίες υπάγονται οι εν λόγω Δ.Ε.Κ.Ο. ή σε Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού και σε υπηρεσίες του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

γ. Η μετάταξη γίνεται κατόπιν αίτησης του ενδιαφε­ρομένου στην υπηρεσία της επιλογής του. Η υπηρεσία αυτή αποδέχεται υποχρεωτικά την αίτηση και συνιστά αντίστοιχη οργανική θέση, αν ελλείπει.

δ. Η μετάταξη πραγματοποιείται εντός διμήνου από την υποβολή της αίτησης από τον ενδιαφερόμενο και η υπηρεσία μεριμνά για την παραλαβή του ατομικού φακέλου του εν λόγω υπαλλήλου.

Αρθρο 62
Διοικητικά θέματα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

ΘΕΜΑΤΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ

1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 11 του ν. 2747/1999 (ΦΕΚ 226 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Στις Γενικές Διευθύνσεις της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, οι οποίες έχουν συσταθεί με το π.δ. 368/1990 (ΦΕΚ 145 Α’), προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Κοινωνικής Ασφάλισης ή του κλάδου ΠΕ Αναλογιστών ή του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής.»

2. Το προσωπικό του Ε.Τ.Ε.Α.Μ. συμμετέχει στις Τοπι­κές Διοικητικές Επιτροπές που λειτουργούν στα Υπο­καταστήματα του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ., με τις προϋποθέσεις που ισχύουν κάθε φορά για το προσωπικό του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ..

Το προσωπικό του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. που μεταφέρεται στο Ε.Τ.Ε.Α.Μ, καθώς και το προσωπικό του Ε.Τ.Ε.Α.Μ., μπορεί να ασχολείται με τη διαδικασία ελέγχου, προσδιορι­σμού, βεβαίωσης, εκκαθάρισης και πληρωμής, με οποι­ονδήποτε τρόπο από τις υπηρεσίες του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. του δώρου Χριστουγέννων, δώρου Πάσχα και άδειας δωροσήμου στους εργατοτεχνίτες οικοδόμους και να λαμβάνει την προβλεπόμενη ειδική αμοιβή από τον Ει­δικό Λογαριασμό Δώρου Εργατοτεχνιτών Οικοδόμων (Ε.Λ.Δ.Ε.Ο.).

3. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης β’ της παρα­γράφου 2 του άρθρου 16 του ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:

«β. Εβδομήντα ώρες μηνιαία ανά υπάλληλο των γρα­φείων των Γενικών Γραμματέων Υπουργείων, των Ει­δικών Γραμματέων, των Διοικητών και των Υποδιοικη­τών των Ασφαλιστικών Οργανισμών, για απογευματινή απασχόληση.»

4. Οι διατάξεις του άρθρου 19 της παρ 1β του ν. 2556/ 1997 (ΦΕΚ 270 Α’) ισχύουν και για το Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε..

5. Το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 861/1979 (ΦΕΚ 2 Α’), όπως προστέθηκε με το άρθρο 13 του ν. 984/1979 (ΦΕΚ 244 Α’), αντικαθίσταται ως εξής:

«Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου κάθε Οργα­νισμού που εγκρίνεται από τον Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, οι παραπάνω αρμοδιότητες δύνανται να μεταβιβάζονται σε κατώτερα του προϊστα­μένου των υπηρεσιών του Οργανισμού αρμόδια όργανα, τα οποία προΐστανται υπηρεσιών, διευθύνσεων ή των αυτοτελών ή μη τμημάτων ή γραφείων του φορέα.»

6. Το άρθρο 30 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 226 Α’) καταρ­γείται και επανέρχονται σε ισχύ από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου οι διατάξεις του ν.δ. 390/1969 (ΦΕΚ 383 Α’) και του Κανονισμού του Κ.Η.Υ.Κ.Υ. όπως έχουν συμπληρωθεί και τροποποιηθεί.

7. Στη Διεύθυνση Μηχανογραφικών Εφαρμογών της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας συνιστάται Τμήμα Υποστήριξης Εθνικών Μητρώων Κοι­νωνικής Ασφάλισης και Διαδικτύου. Αρμοδιότητες του Τμήματος είναι:

α) η διοίκηση του έργου των Εθνικών Γενικών Μη­τρώων Κοινωνικής Ασφάλισης του άρθρου 64 του ν. 2084/1992,

β) η εποπτεία, ο έλεγχος και ο συντονισμός όλων των εμπλεκόμενων στο έργο φορέων ως προς την τήρηση και λειτουργία των μητρώων του ανωτέρω άρθρου,

γ) η υποστήριξη των διαδικασιών και η λήψη αναγκαί­ων μέτρων για τη συνεχή και αποδοτικότερη λειτουργία του όλου συστήματος των ως άνω Εθνικών Γενικών Μητρώων,

δ) η παροχή στοιχείων Κοινωνικής Ασφάλισης από τα Εθνικά Γενικά Μητρώα σε φορείς του ελληνικού Δημοσί­ου και των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ε) η ευθύνη για τη διαχείριση, ενημέρωση και βελτι­στοποίηση του διαδικτυακού τόπου της Γενικής Γραμ­ματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Η στελέχωση του Τμήματος στο οποίο προΐσταται υπάλληλος ΠΕ Πληροφορικής, κατά προτεραιότητα, ή ΠΕ Κοινωνικής Ασφάλισης, γίνεται από το ήδη υπάρχον προσωπικό της Γ.Γ.Κ.Α., ανεξαρτήτως κλάδου.

8. Από το 2008 καθίσταται υποχρεωτική η αναγραφή του Αριθμού Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (Α.Μ.Κ.Α.) στα βιβλιάρια υγείας και τα συνταγολόγια όλων των ασφαλισμένων και συνταξιούχων της χώρας. Η ανα­γραφή του Α.Μ.Κ.Α. στα βιβλιάρια υγείας και τα συ­νταγολόγια αποτελεί συστατικό στοιχείο της ισχύος τους. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και του καθ’ ύλην αρμόδι­ου Υπουργού, καθορίζονται τα στάδια εφαρμογής του μέτρου, ο χρόνος έναρξης για τον κάθε ασφαλιστικό οργανισμό, καθώς και οι κυρώσεις σε περίπτωση μη τήρησης των διαδικασιών.

9. Στο γραφείο του προέδρου του Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Τραπεζών (Ε.Τ.Α.Τ.) συνιστώνται τέσσερις θέσεις ειδικών συνεργατών, πτυχιούχων σχολών Α.Ε.Ι. με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρό­νου, των οποίων η πρόσληψη γίνεται με απόφαση του προέδρου του Ταμείου αυτού.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οι­κονομικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας καθορίζεται η αμοιβή των ειδικών συνεργατών, καθώς και η πάγια αποζημίωση του προέδρου.

10. Οι υπηρεσίες του Ε.Τ.Α.Τ. συγκροτούνται σε επί­πεδο Γενικής Διεύθυνσης και διαρθρώνονται στις ακό­λουθες οργανικές μονάδες:

α) Διεύθυνση Διοικητικού-Οικονομικού, η οποία απο­τελείται από τα παρακάτω Τμήματα:

αα) Διοίκησης-Οργάνωσης

ββ) Οικονομικής Διαχείρισης και Λογιστηρίου

γγ) Περιουσίας και Διαχείρισης Ακινήτων.

β) Διεύθυνση Ασφάλισης-Εσόδων, η οποία αποτελείται από τα παρακάτω Τμήματα:

αα) Ασφάλισης-Εσόδων

ββ) Μητρώου.

γ) Διεύθυνση Συντάξεων και Παροχών, η οποία απο­τελείται από τα παρακάτω Τμήματα:

αα) Προετοιμασίας απονομής συντάξεων

ββ) Απονομής συντάξεων

γγ) Πληροφορικής

δδ) Γραμματείας

εε) Γραφείο Νομικών Υποθέσεων.

Για τη στελέχωση των υπηρεσιών του Ε.Τ.Α.Τ. συνι­στώνται οι παρακάτω θέσεις:

α) Δεκατρείς θέσεις, κατηγορίας ΠΕ.

β) Δύο θέσεις δικηγόρων με έμμισθη εντολή, παρ’ Αρείω Πάγω ή παρ’ Εφέταις.

Στη Γενική Διεύθυνση του Ε.Τ.Α.Τ. προΐσταται Γενι­κός Διευθυντής, ο οποίος διορίζεται, στη θέση αυτή, με σχέση ιδιωτικού δικαίου τριετούς θητείας, με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Ε.Τ.Α.Τ., η οποία εγκρί­νεται από τον Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας. Με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουρ­γών Οικονομίας και Οικονομικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, καθορίζονται και οι αποδοχές του. Ο Γενικός Διευθυντής επιλέγεται από το Διοικητι­κό Συμβούλιο ύστερα από δημόσια προκήρυξη για την πλήρωση της θέσης, η οποία δημοσιεύεται σε δύο εφημερίδες πανελλήνιας κυκλοφορίας και τοιχοκολλάται σε εμφανή σημεία του κτιρίου του Ε.Τ.Α.Τ.. Στην προκήρυξη αναφέρονται τα αναγκαία προσόντα, οι αποδοχές και η προθεσμία υποβολής υποψηφιοτήτων, που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από είκοσι ημέρες από την τελευταία δημοσίευση. Ο επιλεγόμενος πρέπει να είναι πτυχιούχος Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος και να έχει διοι­κητική εμπειρία τουλάχιστον τεσσάρων ετών σε θέση ευθύνης του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα.

Ο Γενικός Διευθυντής προΐσταται των υπηρεσιών του Ταμείου, είναι ο ιεραρχικά προϊστάμενος των υπαλλή­λων που υπηρετούν σε αυτό και διευθύνει τις εργασίες του στα πλαίσια των κανονισμών του Ε.Τ.Α.Τ., του προ­ϋπολογισμού του και των αποφάσεων του Διοικητικού του Συμβουλίου.

Οι προϊστάμενοι των Διευθύνσεων και των Τμημάτων ορίζονται από τους αποσπώμενους στο Ε.Τ.Α.Τ. υπαλ­λήλους, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 67 του ν.3371/2005 και καταλαμβάνουν, μετά από απόφαση του Δ.Σ. του Ταμείου, οργανικές θέσεις αυτού.

Οι οργανικές θέσεις του προσωπικού του Ε.Τ.Α.Τ., η σύσταση των οποίων γίνεται με το προεδρικό διάταγμα της παρ. 1 του άρθρου 68 του ν. 3371/2005, καλύπτονται, εκτός από τους υπαλλήλους που αποσπώνται από πι­στωτικά ιδρύματα και από μόνιμο προσωπικό που προ­σλαμβάνεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

Η μισθοδοσία των υπαλλήλων που αποσπώνται στο Ε.Τ.Α.Τ. βαρύνει τα πιστωτικά ιδρύματα από τα οποία προέρχονται.

Αρθρο 63

Θέματα οικονομικής οργάνωσης ασφαλιστικών φορέων

1. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας δύναται να εκδίδεται, ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. κάθε Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, Κανονισμός με τον οποίον ρυθμίζονται θέματα που αφο­ρούν την οικονομική οργάνωση και λογιστική λειτουργία του. Με όμοιες αποφάσεις δύναται να τροποποιούνται οι παραπάνω Κανονισμοί.

2. Στην παρ. 3 του άρθρου 26 του π.δ. 715/1979 όπου αναφέρονται οι λέξεις «πέντε ετών» και «πενταετίας» αντικαθίστανται με τις λέξεις «δώδεκα ετών» και «δω­δεκαετίας», αντίστοιχα.

3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 22 του ν. 3232/2004 αντικαθίσταται ως εξής:

«Το σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας των μετατρεπόμενων φορέων ή κλάδων αυτών περιέρχεται στα νέα Ταμεία, τα οποία θεωρούνται καθολικοί διάδοχοι, χωρίς την καταβολή φόρων, τελών ή δικαιωμάτων υπέρ του Δημοσίου, Ο.Τ.Α. ή άλλου προσώπου.

Τυχόν εκκρεμείς δίκες με διάδικο τους μετατρεπό­μενους ασφαλιστικούς φορείς συνεχίζονται στο όνομα των νέων Ταμείων χωρίς διακοπή.

Για τη μεταβίβαση της κυριότητας των ακινήτων εκδί­δεται διαπιστωτική πράξη από τον Υπουργό Απασχόλη­σης και Κοινωνικής Προστασίας, η οποία μεταγράφεται ατελώς στα οικεία βιβλία του Υποθηκοφυλακείου ή στα κτηματικά βιβλία.»

4. Η ισχύς των διατάξεων της παραγράφου 1 εδάφιο δ’ του άρθρου 10 του ν. 3029/2002 (ΦΕΚ 160 Α’) παρα­τείνεται μέχρι 31.12.2005.

5. Στους προέδρους, τα μέλη και τους γραμματείς των Ομάδων Εργασίας και της Συντονιστικής Επιτροπής, που συγκροτήθηκαν με τις υπ’ αριθ. Φ.80000/οικ.30371/ 2148/2004 (ΦΕΚ 1734 Β’), Φ.80000/14495/797/2005 (ΦΕΚ 1476 Β’) και Φ.80000/οικ. 6414/326/2005 (ΦΕΚ 420 Β’) αποφάσεις του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνι­κής Προστασίας, καθώς και στους Προέδρους, τα μέλη και τους γραμματείς των Υποομάδων που συγκροτήθη­καν με τις υπ’ αριθ. Φ.80000/οικ.4699/252/2005 (ΦΕΚ 239 Β’), Φ. 80000/ 8034/406/2005 (ΦΕΚ 616 Β’) και Φ.80000/ 14954/809/2005 (ΦΕΚ 890 Β’) αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καταβάλλεται για τις συνεδριάσεις που πραγματοποιήθηκαν από 1.82005 μέχρι 30.4.2006 αποζημίωση που προβλέπεται από τις υπ’ αριθ. 2/902/0022/2005 (ΦΕΚ 513 Β’) και 2/22697/ 0022/2005 (ΦΕΚ 853 Β’) κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομί­ας και Οικονομικών, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προ­στασίας και από το Λογαριασμό Βελτίωσης Κοινωνικής Ασφάλισης. Σε περίπτωση παραιτήσεως προέδρου ομά­δας κωδικοποίησης χρέη προέδρου εκτελεί ο Νομικός Σύμβουλος ή ο Πάρεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που συμμετείχε στην Ομάδα.

6. Με σκοπό τον εξορθολογισμό των δαπανών, τη μείωση της εισφοροδιαφυγής, τη μείωση του χρόνου απονομής των συντάξεων και καταβολής των πάσης φύσεως παροχών στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, παρέχεται κίνητρο στο προσωπικό τους και στο προσωπικό της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων πλην Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ.. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και το ύψος του οικονομικού κινήτρου, καθώς επίσης και ο τρόπος ελέγχου και διασφάλισης των προσδοκώμενων αποτελεσμάτων. Οι διατάξεις του ν. 3205/2003 δεν έχουν εφαρμογή για την παροχή του ως άνω κινήτρου. Η δαπάνη για μεν το προσωπικό των Φο­ρέων Κοινωνικής Ασφάλισης και του Ο.Γ.Α. βαρύνει τους προϋπολογισμούς τους, για δε το προσωπικό της Γ.Γ.Κ.Α. το Λογαριασμό Βελτίωσης Κοινωνικής Ασφάλισης.

Αρθρο 64

Ρυθμίσεις θεμάτων Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (Ο.Ε.Κ.)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’

ΘΕΜΑΤΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΕΠΟΠΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

1. Όταν πρόκειται να δημοπρατηθούν έργα φορέων που υπάγονται στην εποπτεία του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, η μεν αρμοδιότητα που προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του ν. 3263/2004 (ΦΕΚ 179 Α’), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, ασκείται από την Προϊστα­μένη Αρχή, με σύμφωνη γνώμη του οικείου τεχνικού συμβουλίου, η δε αρμοδιότητα που προβλέπεται στο τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 1418/1984 (ΦΕΚ 23 Α’), όπως τρο­ποποιήθηκε και ισχύει, ασκείται από τον εποπτεύοντα Υπουργό, ύστερα από γνώμη του τεχνικού συμβουλίου του οικείου φορέα.

2. Ο Πρόεδρος του Δ.Σ. του Ο.Ε.Κ. και σε περίπτωση κωλύματος αυτού ο Αντιπρόεδρος μετά από απόφαση του Δ.Σ. του Ο.Ε.Κ. μπορεί να αναθέτει, κατ’ αποκοπή για όλη την ελληνική επικράτεια σε δικηγόρους ή μηχανι­κούς, κατά περίπτωση τη διεκπεραίωση των παρακάτω εργασιών:

α) Ανεύρεσης των εμπράγματων δικαιωμάτων του Ο.Ε.Κ. από πάσης φύσεως πηγές και κυρίως από τα κατά τόπους Υποθηκοφυλακεία.

β) Υποβολής δηλώσεων του ν. 2308/1995.

γ) Ελέγχου Πινάκων Κτηματολογίου (Α’ Αναρτήσεως, Β’ Αναρτήσεως, Αναμορφωμένων Β’ Αναρτήσεως).

δ) Σύνταξης και υποβολής ενστάσεων κατά Πινάκων Α’ Αναρτήσεως και Β’ Αναρτήσεως, καθώς και την εκ­προσώπηση για λογαριασμό του Ο.Ε.Κ., ενώπιον των αρμόδιων επιτροπών, κατά τη συζήτηση τους.

ε) Διόρθωσης πρόδηλων σφαλμάτων των Αναμορφω­μένων Πινάκων Β’ Αναρτήσεως.

στ) Έγερσης αναγνωριστικών, διεκδικητικών και εν γένει εμπράγματων αγωγών κατά Αναμορφωμένων Πι­νάκων Β’ Αναρτήσεως και υποστήριξης τους ενώπιον των αρμόδιων Δικαστηρίων.

ζ) Εγγραφής νέων δικαιωμάτων Ο.Ε.Κ. στα κατά τό­πους λειτουργούντα Κτηματολογικά Γραφεία.

η) Δημιουργίας ηλεκτρονικού αρχείου δεδομένων των εμπράγματων δικαιωμάτων του Ο.Ε.Κ., ανά Κτηματολο­γικό Γραφείο.

θ) Διενέργειας Αυτοψιών τεχνικού περιεχομένου και

ι) Κάθε άλλης συναφούς εργασίας.

3. Ο Πρόεδρος του Ο.Ε.Κ., μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Ε.Κ., δύναται σε εξαιρε­τικές περιπτώσεις να αναθέτει το χειρισμό ιδιαίτερης σπουδαιότητας θεμάτων, για τα οποία απαιτούνται εξει­δικευμένες γνώσεις, σε δικηγόρους ή και μηχανικούς, κατά περίπτωση πέραν των μονίμως υπηρετούντων στον Ο.Ε.Κ..

4. Η αμοιβή των προσώπων στα οποία ανατίθεται ο χειρισμός των υποθέσεων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου αυτού καθορίζεται με βάση τις διατάξεις του Κώδικα των δικηγόρων και του νόμου περί αμοιβών μηχανικών, όπως ισχύουν κάθε φορά.

5. Ο Ο.Ε.Κ. απολαμβάνει τα προνόμια του Δημοσίου, όπως αυτά θεσπίζονται κάθε φορά, για την απαλλαγή από την καταβολή τελών σχετικά με τις εργασίες του Εθνικού Κτηματολογίου.

6. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας καθορίζονται οι περιπτώσεις των υπηρεσιακών μετακινήσεων των τακτικών και αναπλη­ρωματικών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Ε.Κ. εκτός της έδρας του.

7. α) Η ανατρεπτική προθεσμία των έξι μηνών, που ορίσθηκε με τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του ν. 2736/1999 και παρατάθηκε με τη διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 20 του ν. 2874/2000 (ΦΕΚ 286 Α’) και με τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρ­θρου 21 του ν. 3227/2004 (ΦΕΚ 31 Α’), παρατείνεται από την ημέρα της λήξης της και λήγει ένα έτος από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

β) Η ανατρεπτική προθεσμία του ενός έτους, που ορί­σθηκε με τη διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του ν. 2736/1999 και παρατάθηκε με τη διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 20 του ν. 2874/2000 και με τη διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 21 του ν. 3227/ 2004, παρατείνεται από την ημέρα της λήξης της και λήγει ένα έτος από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

γ) Η προθεσμία των δύο ετών, που ορίσθηκε με τη διάταξη του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του ν. 2736/1999 και παρατάθηκε με τη διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 21 του ν. 3227/2004, παρατείνεται από την ημέρα της λήξης της και λήγει ένα έτος από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

8. Η παράγραφος 1 του άρθρου 2 του ν. 2336/1995 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Ο Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας (Ο.Ε.Κ.) μπορεί να αποκτά κατά πλήρη κυριότητα, με σύμβαση πώλησης, δωρεάς ή ανταλλαγής, πρόσφορες οικοπεδικές εκτάσεις που ανήκουν κατά κυριότητα στην εκκλησία ή στους Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού ή σε ν.π.δ.δ., για ανέγερση οικισμών, προς εξυπηρέτηση των δικαιούχων του, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις πα­ροχής στεγαστικής συνδρομής και να αναλαμβάνει, ως αντιπαροχή για τις ως άνω μεταβιβάσεις, τη μελέτη, επί­βλεψη, δημοπράτηση και ανάληψη έργων κατασκευής, ανακατασκευής, βελτίωσης, συντήρησης και επέκτασης κάθε είδους κτιρίων ή κτισμάτων και, εν γένει, πάσης φύσεως κατασκευαστικών έργων, για λογαριασμό της Εκκλησίας ή των Ο.Τ.Α. ή ν.π.δ.δ. αντίστοιχα, κατά τους όρους των συμβάσεων που θα καταρτισθούν μεταξύ του Ο.Ε.Κ. και των, κατά περίπτωση, αρμόδιων εκκλησιαστι­κών οργάνων ή των οργάνων των Ο.Τ.Α. ή των Δ.Σ. των οικείων Ν.Π.Δ.Δ.. Η αποτίμηση της αξίας της παροχής και αντιπαροχής και οι προϋπολογισμοί κατασκευής των κτιρίων γίνονται από τις τεχνικές υπηρεσίες του Ο.Ε.Κ. και εγκρίνονται από τα Δ.Σ. του Ο.Ε.Κ. και του αντίστοιχου φορέα.

Η εξίσωση παροχής και αντιπαροχής μπορεί να γίνεται και με καταβολή σε χρήμα από μέρους του υπόχρεου.

Οι πάσης φύσεως μεταβιβάσεις και αντιπαροχές, που προβλέπουν οι διατάξεις του παρόντος άρθρου, απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε φό­ρου, εξόδων εν γένει, τέλους ή εισφοράς, εκτός από το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, όταν ο Ο.Ε.Κ. συμβάλλεται ως αγοραστής ή δωρεοδόχος.

Οι όροι και οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παραγρά­φου αυτής καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουρ­γού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού.»

9. α) Το Δ.Σ. του Ο.Ε.Κ. μπορεί, με απόφαση του, σε περίπτωση που κατοικίες παραμένουν αδιάθετες και κενές, λόγω δικαστικής διαφοράς με τους φερόμενους ως δικαιούχους, να τις εκμισθώνει:

αα) σε δικαιούχους του, σύμφωνα με το πρώτο, δεύ­τερο και τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 2736/1999,

ββ) σε δικαιούχους φοιτητές ή σπουδαστές, κατά το άρθρο 3 του ν. 2736/1999.

β) Στις περιπτώσεις αυτές, οι μισθώσεις ισχύουν για όσο χρόνο καθορίζουν οι αποφάσεις του Δ.Σ. του Ο.Ε.Κ. και εξαιρούνται από τις διατάξεις περί ελάχιστης διάρ­κειας μισθώσεων κατοικιών.

Στα μισθωτήρια συμβόλαια διαλαμβάνεται ρήτρα, κατά την οποία η μίσθωση λύεται αυτοδικαίως, μετά την κοινοποίηση στον Ο.Ε.Κ. τελεσίδικης δικαστικής από­φασης ή πρακτικού συμβιβασμού επικυρωμένου από το δικαστήριο, με την οποία θα επιλύεται η δικαστική διαφορά.

10. α) Ο Ο.Ε.Κ. με απόφαση του Δ.Σ., η οποία εγκρί­νεται από τον Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, μπορεί να αναθέτει σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου τις ακόλουθες εργασίες:

αα) Τη μελέτη, καταγραφή, αποτίμηση, αξιολόγηση και υποβολή προτάσεων για αξιοποίηση των περιουσιακών του στοιχείων.

ββ) Τη διοικητική και οικονομική οργάνωση των υπη­ρεσιών του.

γγ) Την ανάθεση σε ορκωτούς λογιστές της ασκήσεως τακτικού ελέγχου της κατ’ έτος οικονομικής διαχείρισης και των οικονομικών καταστάσεων, καθώς και βοηθητι­κών εργασιών συντάξεως ισολογισμών – απολογισμών, όπως η κοστολογική αποτίμηση της παραγωγής του Ο.Ε.Κ..

δδ) Μελέτες και εκπαίδευση ανθρώπινου δυναμικού, για τη μηχανογράφηση – μηχανοργάνωση και λειτουρ­γία των συστημάτων πληροφορικής στις Υπηρεσίες του, συντήρηση της λειτουργίας των συστημάτων πληρο­φορικής σε ό,τι αφορά στο υλικό (Hardware) και στο πάσης φύσεως λογισμικό (System software – Application software), παροχή τεχνικής υποστήριξης σε θέματα δι­κτύων, λογισμικού δικτύων, βάσεων δεδομένων, τηλε­ματικής, εκπαίδευσης, καθώς και υπηρεσιών Τεχνικού Συμβούλου, σχετικά με μελέτες εγκατάστασης νέων πληροφοριακών συστημάτων και με τη σωστή λει­τουργία, την αναβάθμιση, βελτιστοποίηση, ασφάλεια και επέκταση των υφιστάμενων εγκαταστάσεων πλη­ροφορικής.

β) Η ανάθεση των υπηρεσιών που περιγράφονται στις περιπτώσεις αα’ έως και δδ’ του προηγούμενου εδαφίου γίνεται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες περί προ­μηθειών ή τις περί παροχής υπηρεσιών διατάξεις.

11. α) Ο Ο.Ε.Κ. μπορεί, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, που εγκρίνεται από τον Υπουργό Απασχό­λησης και Κοινωνικής Προστασίας, να εκχωρεί προς Τραπεζικά Ιδρύματα, που λειτουργούν στην Ελλάδα, απαιτήσεις του για πληρωμή του τιμήματος των κατοι­κιών που παραχωρήθηκαν σε δικαιούχους του, με σκοπό την άμεση είσπραξη του ισόποσου του τιμήματος από τα Ιδρύματα αυτά, μετά την αφαίρεση του προεισπραττόμενου επιτοκίου, το οποίο βαρύνει τον Ο.Ε.Κ..

β) Η επιλογή του Τραπεζικού Ιδρύματος με το οποίο συνάπτεται η σχετική σύμβαση γίνεται κατόπιν δημό­σιου διαγωνισμού.

γ) Η σύμβαση εκχώρησης, η οποία συνάπτεται εγγρά­φως και διέπεται από τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα περί εκχώρησης (άρθρα 455 επ.), αναγγέλλεται προς τον οφειλέτη δικαιούχο, ο οποίος απαλλάσσεται από παντός είδους φόρους και τέλη, τέλος χαρτοσήμου και από κάθε άλλη επιβάρυνση.

δ) Στη σύμβαση εκχώρησης περιλαμβάνονται, υπο­χρεωτικά, οι ακόλουθοι όροι:

αα) Αναγκαστική εκτέλεση κατά του οφειλέτη, δικαι­ούχου εργατικής κατοικίας, δεν μπορεί να διενεργηθεί, σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής λιγότερων των τριών συνεχόμενων δόσεων του οφειλόμενου τιμήματος και πριν γνωστοποιηθεί στον Ο.Ε.Κ..

ββ) Ουδεμία μεταβολή επέρχεται στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του οφειλέτη, όπως αυτά καθορίζο­νται στην αρχική σύμβαση δανείου μεταξύ οφειλέτη και Ο.Ε.Κ..

ε) Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Ε.Κ., καθορίζεται κάθε ει­δικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρ­μογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.

12. Η διάταξη του άρθρου 2 του ν. 678/1977 (ΦΕΚ 246 Α’), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 15 του ν. 2150/1993 (ΦΕΚ 98 Α’) και ισχύει με την παρ. 7 του άρθρου 20 του ν. 2224/1994 (ΦΕΚ 112 Α’), επεκτείνεται, με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις, που καθορίζονται για το λοιπό προσωπικό του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινω­νικής Προστασίας:

α) Στο προσωπικό του Οργανισμού Εργατικής Κατοι­κίας (Ο.Ε.Κ.).

β) Στους δικηγόρους με έμμισθη εντολή.

13. α) Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Ε.Κ. μπορούν, κατά την κρίση του να παρίστανται στις συνεδριάσεις αυτού ως εισηγητές, χωρίς δικαίωμα ψήφου, κατά τη συζήτηση θεμάτων της αρμοδιότητας τους, οι Προϊστάμενοι των Διευθύνσεων και των Τμη­μάτων του Ο.Ε.Κ., καθώς και άλλοι υπηρεσιακοί παρά­γοντες του Οργανισμού.

β) Στον Γραμματέα του Δ.Σ. του Ο.Ε.Κ. παρέχεται γραμματειακή και μηχανογραφική υποστήριξη, αντί­στοιχα, από έναν υπάλληλο του Οργανισμού και έναν υπάλληλο της Διεύθυνσης Πληροφορικής που ορίζονται από το Δ.Σ. του Ο.Ε.Κ..

Για τη συμμετοχή των ανωτέρω προσώπων στις συνε­δριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και τον καθορισμό της αποζημίωσης τους εφαρμόζονται οι διατάξεις περί αποζημιώσεως των συμμετεχόντων σε συλλογικά όρ­γανα των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.

14. α) Η παράγραφος 2 του άρθρου 5 του ν. 2736/1999 (ΦΕΚ 172 Α’) αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«2. Οι δικαιούχοι του Ο.Ε.Κ. στους οποίους χορηγείται δάνειο μετά τη δημοσίευση του νόμου αυτού για αποπε­ράτωση, επέκταση, αναμόρφωση και επισκευή κατοικίας αποκλειστικά από το στεγαστικό κεφάλαιο του Ο.Ε.Κ., επιτρέπεται να εξοφλούν εφάπαξ το μη ληξιπρόθεσμο ποσό του δανείου τους, με έκπτωση 20%, εφόσον η εξόφληση γίνει μετά την παρέλευση πενταετίας από την ημερομηνία σύναψης της δανειακής σύμβασης, με την προϋπόθεση ότι έχουν λάβει όλο το ποσό του δανείου και έχει γίνει εμπρόθεσμα η αποπληρωμή των δόσεων του δανείου που αντιστοιχεί στο διάστημα αυτό.»

β) Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας που εκδίδεται μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Ε.Κ. ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης του εδαφίου α’ της παραγράφου αυτής.

Αρθρο 65

Ρυθμίσεις θεμάτων Ολυμπιακού Χωριού

1. Η χρεούμενη αξία των παραχωρούμενων κατοικιών του Ολυμπιακού Χωριού στους οικιστές που κληρώθη­καν στη γενική και ειδική κλήρωση καθορίζεται, ανά τ.μ., ως άθροισμα των κατωτέρω τιμών:

α) Του μέσου κόστους κατασκευής των κτιρίων κα­τοικιών ολόκληρου του Ολυμπιακού Χωριού, μετά την πλήρη αποπεράτωση τους, όπως προκύπτει από τον τελευταίο λογαριασμό που συντάχθηκε για το έργο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου της ορι­στικής παραχώρησης ημερολογιακού έτους.

Για τον υπολογισμό του μέσου κόστους κατασκευής κάθε παραχωρούμενης κατοικίας, στην προσμετρούμενη επιφάνεια της προστίθεται και το 20% της επιφάνει­ας των παραχωρούμενων αποθηκών και στεγασμένων χώρων στάθμευσης.

Το κόστος κατασκευής των κατοικιών του Ο.Ε.Κ. στο Ολυμπιακό Χωριό δεν προστίθεται για τον υπολογισμό του μέσου όρου κατασκευής των κτιρίων κατοικιών των έργων του Ο.Ε.Κ. σε όλη την Επικράτεια.

β) Της αντικειμενικής αξίας του οικοπέδου, η οποία ίσχυε κατά το χρόνο κήρυξης της απαλλοτρίωσης, η οποία υπολογίζεται μόνο στο εμβαδόν των οικοδομικών τετραγώνων κατοικίας και για κάθε κατοικία υπολογίζε­ται το αναλογούν σε αυτήν οικόπεδο, σύμφωνα με την έννοια του εδαφίου β’ της παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 163/1967, όπως ισχύει.

2. Για τη χρέωση της αξίας των κατοικιών του Ολυ­μπιακού Χωριού δεν προστίθεται το κόστος κατασκευής των έργων υποδομής, ήτοι εξωτερικών δικτύων ύδρευ­σης, αποχέτευσης, ηλεκτροδότησης, καθώς και δια­μόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου του Ολυμπιακού Χωριού.

3. Το τίμημα ανά τ.μ. κατοικίας που προκύπτει από το πιο πάνω άθροισμα, είναι δυνατόν να μειωθεί με αιτιολο­γημένη απόφαση του Δ.Σ. του Ο.Ε.Κ., που εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, αφού ληφθούν υπόψη: α) οι οικονομικές δυνατότητες των δικαιούχων, στο σύνολο τους, β) το όφελος ή το αναμενόμενο όφελος από την εκμετάλ­λευση της Διεθνούς ζώνης ή και των λοιπών ελεύθερων χώρων του Ολυμπιακού Χωριού, γ) η συμμετοχή του ελληνικού Δημοσίου στην κατασκευή των κατοικιών του Ολυμπιακού Χωριού, μέσω της ένταξης του στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, δ) η δαπάνη απο­κατάστασης φθορών και ζημιών των κατοικιών εκ της χρήσεως του Ολυμπιακού Χωριού κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών και Παραολυμπιακών Αγώνων, η δαπάνη συ­ντήρησης και λειτουργίας αυτών, καθώς και οι αξιώσεις του Ο.Ε.Κ. για την αποκατάσταση των δαπανών αυτών και ε) η υπερβάλλουσα δαπάνη για την κατασκευή των κατοικιών του Ολυμπιακού Χωριού σε συνδυασμό και με τη βελτιωμένη ποιότητα κατασκευής τους σε σχέση με άλλες κατοικίες του Ο.Ε.Κ..

Η διαφορά κόστους που προκύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων εδαφίων βαρύνει τον προϋπολογισμό του Ο.Ε.Κ..

4. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας, που εκδίδεται έπειτα από γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Ε.Κ., καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι και οι προϋποθέσεις καθορισμού της χρεούμενης αξίας των παραχωρούμενων κατοικιών του Ολυμπιακού Χωριού, η διαδικασία και η μέθοδος υπολογισμού της και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα και αναγκαία λεπτομέρεια.

Αρθρο 66

Οργανισμός Εργατικής Εστίας

Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 23 του ν. 3227/2004 (ΦΕΚ 31 Α’) προστίθεται εδάφιο, ως ακο­λούθως:

«Με τη διαδικασία του προηγούμενου εδαφίου ο Ορ­γανισμός Εργατικής Εστίας (Ο.Ε.Ε.) μπορεί, με απόφαση του Διοικητικού του Συμβουλίου που εγκρίνεται από τον Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασί­ας, να αναλαμβάνει τις δαπάνες χρηματοδότησης της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες (Ε.Σ.Α.Ε.Α.) για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής.»

Αρθρο 67

Διατάξεις Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.)

1. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 9 του ν. 2956/ 2001 (ΦΕΚ 258 Α’) προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Κατ’ εξαίρεση, τη διαχειριστική ευθύνη των προγραμ­μάτων τα οποία υλοποιούνται στα Ι.Ε.Κ. του Ο.Α.Ε.Δ. και των οποίων η υλοποίηση έχει αρχίσει πριν την έναρξη λειτουργίας της εταιρείας, τη διατηρεί ο Ο.Α.Ε.Δ. μέχρι την ολοκλήρωση των προγραμμάτων αυτών.»

2. α) Στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυ­ναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.) συνιστώνται Τοπική Υπηρεσία (Τ.Υ.) στην Κάτω Κηφισιά Αττικής, στη νήσο Πάρο, στο Δήμο Πολυκάστρου του Νομού Κιλκίς, καθώς και Κέντρο Προώθησης της Απασχόλησης (Κ.Π.Α.) στη Νεάπολη Θεσσαλονίκης.

β) Με απόφαση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ., που εγκρί­νεται από τον Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, καθορίζονται η διάρθρωση των Υπηρεσιών του προηγούμενου εδαφίου, τα όρια της τοπικής τους αρμοδιότητας και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία τους.

3. α) Σε πόλεις και περιοχές αυτών, στις οποίες πα­ράλληλα με τις Τοπικές Υπηρεσίες (Τ.Υ.) του Οργανι­σμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.) λει­τουργούν και Κέντρα Προώθησης Απασχόλησης (Κ.Π.Α.) του ίδιου Οργανισμού, είναι δυνατόν, με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, μετά από πρόταση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ., οι ως άνω Τ.Υ. και τα αντίστοιχα Κ.Π.Α. να συγχωνεύονται σε μία ενιαία, κατά πόλη ή περιοχή, υπηρεσιακή μονάδα, η οποία θα αποκαλείται «Κ.Π.Α. 2» και θα εντάσσεται στην Ειδική Υπηρεσία Κ.Π.Α. του Ο.Α.Ε.Δ..

β) Οι Τοπικές Υπηρεσίες του Οργανισμού που ασκούν ήδη και αρμοδιότητες, οι οποίες, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 8 του ν. 2956/2001 (ΦΕΚ 258 Α’), όπως αυτή τροποποιήθηκε με τη διάταξη της παραγράφου 8 του άρθρου 12 του ν. 3144/2003 (ΦΕΚ 111 Α’), ασκούνται από τα Κ.Π.Α., από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, μετονομάζονται σε «Κ.Π.Α. 2» και εντάσσονται αυτοδι­καίως στην Ειδική Υπηρεσία Κ.Π.Α. του Ο.Α.Ε.Δ..

γ) Με την απόφαση της περίπτωσης α’ της παρούσας παραγράφου του παρόντος άρθρου καθορίζονται η δι­άρθρωση, η λειτουργία και οι αρμοδιότητες των «Κ.Π.Α. 2», καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.

4.α) Ο Ο.Α.Ε.Δ. για την κάλυψη των αναγκών των εκ­παιδευτικών του μονάδων σε έκτακτο εκπαιδευτικό προ­σωπικό μπορεί να προσλαμβάνει εκτός των ωρομισθίων της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ν. 2336/1995 (ΦΕΚ 189 Α’), όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 του ν. 2643/1998 και προσωρινούς αναπληρωτές με πλήρες ωράριο διδασκαλίας του πρωτοδιόριστου εκπαιδευτικού από τους ίδιους πίνακες, που θα καταρτίζονται για το σκοπό αυτόν.

Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας μετά από γνώμη του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ. ορίζονται οι κλάδοι και οι ειδικότητες, το ωράριο διδασκαλίας κατά κλάδο, τα εκπαιδευτικά κα­θήκοντα και οι εκπαιδευτικές υποχρεώσεις όλων των προσωρινών αναπληρωτών και η διαδικασία πρόσληψης τους κατά τις κείμενες διατάξεις.

Οι προσωρινοί αναπληρωτές προσλαμβάνονται με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, η οποία διαρκεί από την ημερομηνία πρόσληψης τους μέχρι τη λήξη του διδακτικού έτους.

β) Με αποφάσεις του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ. ορίζεται για κάθε σχολικό έτος ο αριθμός ανά εκπαιδευτική μονάδα των απασχολούμενων αναπληρωτών εκπαιδευτικών.

γ) Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταρ­γείται το άρθρο 13 του ν. 3144/2003 (ΦΕΚ 111 Α’).

Αρθρο 68

Ρυθμίσεις Σ.ΕΠ.Ε.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΩΜΑΤΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (Σ.ΕΠ.Ε.) ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

1. Στο τέλος της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του ν. 2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α’), όπως συμπληρώθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 13 του ν. 3050/2002 και ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως ακολούθως:

«Ειδικά για τον Ειδικό Γραμματέα, τους Ειδικούς Επι­θεωρητές και τους λοιπούς επιθεωρητές του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.), σε δίκες που έχουν σχέση με την άσκηση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί μπορεί να παρίσταται για την υπεράσπιση τους ενώπιον των ποινικών και πολιτικών δικαστηρίων εκπρόσωπος του Γραφείου του Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ύστερα από έγκριση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασί­ας χωρίς τη διενέργεια Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης και σύνταξη πορίσματος.»

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του ν. 3260/2004 ισχύουν αναλογικά και για τον Ειδικό Γραμ­ματέα, τους Ειδικούς Επιθεωρητές και τους λοιπούς επιθεωρητές του Σ.ΕΠ.Ε..

3. Η παράγραφος 4 του άρθρου 8 του ν. 2639/1998 (ΦΕΚ 205 Α’) αντικαθίσταται, ως ακολούθως:

«4. Καθήκοντα Επιθεωρητή Εργασίας μπορούν να ασκή­σουν υπάλληλοι του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας των κλάδων ΔΕ Διοικητικού – Λογιστικού και ΔΕ Τεχνικών (εκτός ΔΕ Τεχνικών – Οδηγών), εφόσον έχουν τουλάχιστον πενταετή προϋπηρεσία σε υπηρεσί­ες Επιθεώρησης Εργασίας, η οποία διαπιστώνεται από το αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο και εφόσον παρα­κολουθήσουν επιτυχώς ειδικό πρόγραμμα εκπαίδευσης, που καταρτίζεται από τον Ειδικό Γραμματέα του Σ.ΕΠ.Ε. μετά από γνώμη του Συμβουλίου Κοινωνικού Ελέγχου Επιθεώρησης Εργασίας. Οι εν λόγω υπάλληλοι κατα­λαμβάνουν θέσεις Επιθεωρητή Εργασίας σε προσωρινό κλάδο, οι οποίες προστίθενται στις θέσεις Επιθεωρητών Εργασίας που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Οι δημιουργούμενες θέσεις αφαι­ρούνται από τις θέσεις ΔΕ Διοικητικού -Λογιστικού και ΔΕ Τεχνικών της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, μέχρις οριστικής και δι’ οποιονδήποτε λόγο αποχωρή­σεως των εν λόγω υπαλλήλων από το Σ.ΕΠ.Ε..»

Οι ανωτέρω υπάλληλοι εντάσσονται στον προσω­ρινό κλάδο με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας κατόπιν αίτησης τους, που υποβάλλεται στη Διεύθυνση Προσωπικού του Υπουρ­γείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας εντός τριμήνου από τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Κατά τα λοιπά ισχύει η παράγραφος 3 του παρόντος άρθρου.

4. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 8 του ν. 2639/1998 προστίθεται εδάφιο ως ακολούθως:

«Μόνιμοι υπάλληλοι του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας του κλάδου ΠΕ Θετικών Επιστημών ειδικότητας Φυσικών και ΤΕ Τεχνολογικών Εφαρμογών ειδικότητας Ναυπηγών και Μηχανολόγων δύνανται με αίτηση τους να μεταταγούν στο Σώμα Επι­θεώρησης Εργασίας και να ενταχθούν σε αντίστοιχες θέσεις.

Η μετάταξη πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας μετά από γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου της Κε­ντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.»

Η αίτηση για μετάταξη κατά το προηγούμενο εδάφιο υποβάλλεται εντός τριμήνου από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του παρόντος νόμου.

5. Η παράγραφος 5 του άρθρου 16 του ν. 2874/2000 – όπως τροποποιηθείσα από την παρ.1 του άρθρου 3 του ν. 3385/ 2005 (ΦΕΚ 210 Α’) ισχύει – τροποποιείται ως ακολούθως:

«5. Σε περίπτωση αλλαγής της νομικής εκπροσώπησης της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης ή σε περίπτωση πρό­σληψης νέων εργαζομένων ο εργοδότης υποχρεούται να καταθέσει συμπληρωματικούς πίνακες προσωπικού μόνο ως προς τα νέα στοιχεία, κατά περίπτωση, εντός δεκαπέντε ημερών από της επέλευσης της μεταβο­λής.

Σε περίπτωση αλλαγής ή τροποποίησης του ωραρίου ή της οργάνωσης του χρόνου εργασίας, ο εργοδότης υποχρεούται να καταθέτει, με οποιονδήποτε τρόπο, συ­μπληρωματικούς πίνακες προσωπικού μόνο ως προς τα νέα στοιχεία, το αργότερο ως και την ίδια ημέρα αλλαγής του ωραρίου ή της οργάνωσης του χρόνου εργασίας και σε κάθε περίπτωση πριν από την ανάλη­ψη υπηρεσίας από τους εργαζομένους. Οι εργοδότες ξενοδοχειακών επιχειρήσεων υποχρεούνται να προβαί­νουν στην προβλεπόμενη από το προηγούμενο εδάφιο κατάθεση εντός 48 ωρών.»

Αρθρο 69

Λοιπές διατάξεις

1.α) Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας ή του Γενικού Γραμματέα Πε­ριφέρειας ή του προϊσταμένου της κατά περίπτωση καθ’ ύλην αρμόδιας υπηρεσίας μπορεί να συγκροτού­νται επιτροπές ή ομάδες εργασίας και με τη συμμε­τοχή νομικών και πολιτικών επιστημόνων και λοιπών εμπειρογνωμόνων και να ορίζονται αξιολογητές – μέλη μητρώων αξιολογητών για την υποβοήθηση του έργου των Ειδικών Υπηρεσιών, που υλοποιούν δράσεις, που συγχρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο στο πλαίσιο του Γ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (2000-2006), σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 12 του ν. 2860/2000 (ΦΕΚ 251 Α’).

β) Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του Υπουργού Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας καθορίζονται τα τυχόν έξοδα με­τακίνησης, καθώς και το ύψος της αποζημίωσης των μελών των επιτροπών ή ομάδων εργασίας ή αξιολογη­τών – μελών μητρώων αξιολογητών του εδαφίου α’, το οποίο δεν μπορεί να ξεπερνά τις μηνιαίες αποδοχές του Προέδρου του Αρείου Πάγου.

γ) Οι περιορισμοί των διατάξεων του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65 Α’), των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 31 και της παραγράφου 1 του άρθρου 107 του ν. 2683/1999 (ΦΕΚ 19 Α’) και του ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α’), όπως ισχύουν κάθε φορά, δεν εφαρμόζονται για τους συμμετέχοντες στις ομάδες, επιτροπές ή αξιολογητές – μέλη μητρώων αξιολογητών της παραγράφου αυτής.

2. Στο άρθρο 18 του π.δ. 368/1989, όπως τροποποιή­θηκε και ισχύει σήμερα, προστίθεται παράγραφος 8, η οποία έχει ως ακολούθως:

«8. Στις υφιστάμενες υπηρεσίες Εργατικού Συμβούλου και Εργατικών Ακολούθων του Υπουργείου Απασχόλη­σης και Κοινωνικής Προστασίας συνιστώνται δώδεκα θέ­σεις προσωπικού ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.

Με αποφάσεις του Υπουργού Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού καθορίζονται τα τυπικά ειδικά προσόντα, οι όροι εργασίας, η αμοιβή, ο τρόπος πρόσληψης του ως άνω προσωπικού κατά παρέκκλιση των κειμένων δια­τάξεων, η κατανομή των θέσεων, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»

3. Με αποφάσεις του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, μπορεί να συνιστώνται στο Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας:

α) Ειδικές επιτροπές για τη μελέτη, επεξεργασία και υποβολή προτάσεων για ειδικά θέματα, αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστα­σίας, οι οποίες συγκροτούνται από μέλη Δ.Ε.Π. Ανώτα­των Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, από νομικούς και πολι­τικούς επιστήμονες, από υπηρεσιακούς παράγοντες του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας ή και άλλων υπηρεσιών, καθώς και από πρόσωπα που διαθέτουν τις κατά περίπτωση απαιτούμενες γνώσεις ή εμπειρία.

β) Ειδικές επιτροπές, για τη νομοτεχνική επεξεργασία σχεδίων νόμων, προεδρικών διαταγμάτων και λοιπών κανονιστικών πράξεων αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και των εποπτευόμενων από αυτό νομικών προσώπων, οι οποίες συγκροτούνται από μέλη Δ.Ε.Π. Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, από νομικούς, καθώς και από υπηρεσιακούς παράγοντες του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.

Με την απόφαση της συγκρότησης ένα από τα μέλη ορί­ζεται ως πρόεδρος της επιτροπής και σε έναν υπάλληλο του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασί­ας ανατίθενται καθήκοντα γραμματέα της επιτροπής.

Ο πρόεδρος, τα μέλη και ο γραμματέας της επιτροπής ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.

Στις ανωτέρω ειδικές επιτροπές μπορεί να προεδρεύει ο Υπουργός Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασί­ας, αναπληρούμενος από τον Υφυπουργό ή τον Γενι­κό Γραμματέα του ίδιου Υπουργείου, χωρίς δικαίωμα αποζημίωσης.

Στους προέδρους, τα μέλη και τους γραμματείς των ανωτέρω επιτροπών, για τη συμμετοχή τους στις συνε­δριάσεις, καταβάλλεται αποζημίωση η οποία δεν υπό­κειται στους περιορισμούς των διατάξεων του άρθρου 8 του ν. 2042/1992 (ΦΕΚ 75 Α’), του ν. 1256/1982(ΦΕΚ 65 Α’) και του ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α’), όπως ισχύουν κάθε φορά, δεν επιτρέπεται κατά μέλος όμως να ξεπερνά τις μηνιαίες αποδοχές του Προέδρου του Αρείου Πάγου.

Οι δαπάνες λειτουργίας των επιτροπών της παραγρά­φου αυτής βαρύνουν τον Λ.Β.Κ.Α. και τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστα­σίας ανάλογα με το αντικείμενο των εργασιών τους.

4.α) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστα­σίας καταρτίζεται πρόγραμμα απασχόλησης ανέργων, προερχομένων από την εταιρεία ΝΑΥΣΙ Α.Ε., κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 2434/1996 (ΦΕΚ 188 Α’), όπως ισχύει, ή προγράμματα επιδότησης ανεργίας, με αμοιβές που αντιστοιχούν στο 75% των αποδοχών με ανώτατο όριο τα 1.300 ευρώ. Οι ανωτέρω κατά τη διάρ­κεια συμμετοχής τους στο πρόγραμμα διατηρούν την ασφάλιση τους στους οικείους ασφαλιστικούς φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης για όλους τους κλά­δους στους οποίους ήταν ασφαλισμένοι ως εργαζόμε­νοι στις επιχειρήσεις αυτές. Για όσους ως εργαζόμενοι υπάγονταν στις διατάξεις του Κανονισμού Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων (Κ.Β.Α.Ε.) Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., ο χρόνος αυτός θεωρείται ως διανυθείς στην ασφάλιση του εν λόγω κανονισμού.

β) Η συνολική δαπάνη του προγράμματος βαρύνει το Λο­γαριασμό Απασχόλησης και Επαγγελματικής κατάρτισης του Ο.Α.Ε.Δ. και το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Η δαπάνη αυτή καλύπτει και τις ασφαλιστικές εισφορές των εν λόγω ανέργων για τη χρονική περίοδο έτους 2005.

5. Το άρθρο 10 του ν. 3408/2005 αντικαθίσταται ως εξής:

«Αρθρο 10

1. Μισθωτοί της εταιρείας ΕΛΛΕΝΙΤ Α.Ε., των οποίων η σύμβαση καταγγέλλεται ύστερα από αίτηση τους ή μονομερώς από τον εργοδότη ή λύεται λόγω διακοπής λειτουργίας του εργοστασίου ή πτώχευσης της εταιρί­ας, υπάγονται στις ρυθμίσεις του άρθρου 7 του ν. 2941/ 2001, με εξαίρεση τις παραγράφους 1, 2, 3, 11 και 12 περίπτωση α’ αυτού.

2. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 90 του ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α’).

3. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας καθορίζεται κάθε αναγκαία λε­πτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της πα­ραγράφου αυτής.»

Αρθρο 70

1. α. Οι ασφαλισμένοι του Ο.Α.Ε.Ε. αα) που έχουν ρυθ­μίσει τις οφειλές τους σε περισσότερα του ενός από τα καταργούμενα Ταμεία ΤΕΒΕ, ΤΑΕ και ΤΣΑ ή αβ) έχουν οφειλές σε ένα τουλάχιστον εξ αυτών και ρύθμιση οφει­λών σε άλλο, καταβάλλουν το σύνολο των οφειλών τους κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων είτε εφάπαξ με έκπτωση σε ποσοστό 70% επί των προσθέτων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων είτε σε 70 μηνιαίες δόσεις με έκπτωση σε ποσοστό 50% επί των προσθέτων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων.

Το ποσό έκπτωσης θα αφαιρείται από τις τελευταίες δόσεις.

Το ελάχιστο ποσό της μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 200 ευρώ.

Το ήδη ρυθμισθέν ποσό δεν θα επιβαρυνθεί με επι­πλέον πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις.

Η προκαταβολή θα είναι 5% επί της συνολικής οφειλής μη υπολογιζόμενου του ποσού που προέρχεται από τις προηγούμενες ρυθμίσεις.

β. Αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση θα πρέπει να υποβληθεί εντός διμήνου από την ενημέρωση του ασφαλισμένου από τον Ο.Α.Ε.Ε., ότι στο πρόσωπο του συντρέχουν οι προϋποθέσεις της υποπερίπτωσης αβ’ της παραγράφου 1α του παρόντος, για δε τους ασφαλι­σμένους της υποπερίπτωσης αα’, η υπαγωγή στη διάτα­ξη του άρθρου αυτού θα γίνει αυτοδίκαια. Εάν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία υποβολής της πιο πάνω αίτησης, η υπάρχουσα ρύθμιση διακόπτεται.

γ. Η εξόφληση της οφειλής εφάπαξ ή της προκατα­βολής θα πρέπει να γίνει έως το τέλος του επόμενου μήνα από τη γνωστοποίηση του ύψους της οφειλής και την υπαγωγή στη ρύθμιση.

Οι δόσεις καταβάλλονται ανά δίμηνο, η δε πρώτη διμηνιαία δόση καταβάλλεται μετά την εμπρόθεσμη καταβολή της προκαταβολής μαζί με τις τρέχουσες εισφορές του επόμενου διμήνου, με δυνατότητα εκπρό­θεσμης καταβολής τριών (3) διμηνιαίων δόσεων και των αντίστοιχων τρεχουσών εισφορών συνολικά.

δ. Απώλεια του παρεχόμενου με το άρθρο αυτό δικαιώ­ματος ρύθμισης επέρχεται από αα) τη μη καταβολή της οφειλής εφάπαξ ή της προκαταβολής μέσα στην ανωτέρω οριζόμενη προθεσμία, αβ) τη μη εμπρόθεσμη καταβολή περισσοτέρων των τριών (3) διμηνιαίων δόσεων και των αντίστοιχων τρεχουσών εισφορών, αγ) τη μη καταβολή τυχόν καθυστερούμενων δόσεων μέχρι την ημερομηνία εμπρόθεσμης καταβολής της τελευταίας δόσης.

Για την καταβολή της κάθε δόσης απαραίτητη προϋ­πόθεση είναι η εξόφληση των τρεχουσών εισφορών.

ε. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής δόσης το συνολικό ποσό αυτής, όπως έχει διαμορφωθεί, μετά την κεφαλαιοποίηση, προσαυξάνεται με τα προβλεπόμενα κάθε φορά πρόσθετα τέλη.

Η διάταξη ισχύει από 1.1.2007 μέχρι 31.12.2007.

2. Γενικές ή ειδικές διατάξεις που αφορούν τα κα­ταργούμενα από 1.1.2007, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α’) Ταμεία ΤΕΒΕ, ΤΑΕ και ΤΣΑ, εξακολουθούν να ισχύουν, εφόσον δεν έχουν καταργηθεί ρητά ή το θέμα στο οποίο αναφέρονται δεν έχει ρυθμιστεί διαφορετικά με νεότερη διάταξη της νομοθεσίας του Ο.Α.Ε.Ε..

3. Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 19 του ν. 2150/1993 (ΦΕΚ 98 Α’), κατά το μέρος που αφορούν τους ασφα­λισμένους του ΤΕΒΕ και της παρ. 6 του άρθρου 10 του ν2217/1994 (ΦΕΚ 83 Α’), εξακολουθούν να ισχύουν για τους ασφαλισμένους του καταργούμενου ΤΕΒΕ, οι οποίοι είχαν ασφαλιστεί σε αυτό πριν από την έναρξη λειτουρ­γίας του Ο.Α.Ε.Ε, καθώς και για τους επαγγελματίες και βιοτέχνες, που θα υπαχθούν στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. μετά την έναρξη λειτουργίας του, οι οποίοι υπήχθησαν για πρώτη φορά στην ασφάλιση φορέα κύριας ασφάλι­σης μετά την 1.1.1993. Για τους τελευταίους η μείωση της εισφοράς ελαττώνεται κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες κατ’ έτος από 1.1.2008, μέχρι μηδενισμού της.

4. α. Οι διατάξεις των περιπτώσεων β’, γ’ και δ’ της παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α’) και το δεύτερο εδάφιο της περ. η’ της παρ. 1 του άρθρου 1 του π.δ. 258/2005 «Καταστατικό του Οργανισμού Ασφά­λισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.)» (ΦΕΚ 316 Α’) καταργούνται από την έναρξη ισχύος του κατα­στατικού του Ο.Α.Ε.Ε., οι δε ασφαλισμένοι που είχαν ενταχθεί στην ειδική ασφαλιστική κατηγορία του ΤΣΑ κατατάσσονται στην 1η ασφαλιστική κατηγορία και με­τατάσσονται στις επόμενες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 του π.δ. 258/2005.

β. Για το χρόνο που διανύθηκε στην ειδική ασφαλι­στική κατηγορία οι παροχές υπολογίζονται στο ήμισυ της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας.

5. Οι δικηγόροι που υπηρετούν στον Οργανισμό Ασφάλι­σης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.) με έμμισθη εντο­λή έχουν, ως εκ της θέσεως τους, ειδική πληρεξουσιότητα για την υπογραφή ή κατάθεση δικογράφων, εγκλήσεων, καθώς και για την εκπροσώπηση, παράσταση και υπερά­σπιση των υποθέσεων του Οργανισμού ενώπιον όλων των δικαστηρίων και αρχών, αρκεί δε γι’ αυτό η βεβαίωση της ιδιότητας τους από τον Διοικητή του Ο.Α.Ε.Ε..

6. Το δεύτερο εδάφιο της περ. ε’ της παρ. 1 του άρ­θρου 11 του ν. 2676/1999 αντικαθίσταται ως εξής:

«Στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Α.Ε.Ε. μετέχει χωρίς δικαίωμα ψήφου, ως Κυβερνητικός Επίτροπος, ο εκάστοτε Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Κύριας Ασφάλισης Αυτοαπασχολουμένων της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ο οποίος ορίζε­ται με τον αναπληρωτή του από τον Υπουργό Απασχό­λησης και Κοινωνικής Προστασίας.»

7. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 11 του ν. 2676/1999 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Επίσης ασκεί και τις αρμοδιότητες των Προϊστα­μένων των Γενικών Διευθύνσεων των καταργούμενων Ταμείων ΤΑΕ και ΤΣΑ.»

8. Η οριζόμενη από τις διατάξεις της παρ. 3 του άρ­θρου 2 του ν. 1027/1980 Επιτροπή, η οποία αποφαίνεται σε αμφισβητήσεις κατάταξης ασφάλισης στο ΤΕΒΕ ή ΤΑΕ, εξακολουθεί να λειτουργεί και μετά την ενοποίηση των ως άνω φορέων στον Ο.Α.Ε.Ε, μέχρι της πλήρους περαίωσης των εκκρεμών υποθέσεων, οι οποίες έχουν υποβληθεί στους ανωτέρω φορείς μέχρι και 31.122006.

Μετά την ενοποίηση οι τυχόν αμφισβητήσεις που θα προκύπτουν θα επιλύονται από τον προϊστάμενο της οικείας Περιφερειακής Διεύθυνσης.

9. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 5 του 17/18.2.1956 β.δ. «Περί υπηρεσιακής καταστάσεως των μονίμων ια­τρών του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων» (ΦΕΚ 67 Α’), όπως έχουν αντικατασταθεί με το άρθρο μόνο του π.δ. 345/1974 (ΦΕΚ 130 Α’) και με το άρθρο 2 του β.δ.453 της 15 Ιουν./23 Ιουλ. 1962 (ΦΕΚ 109 Α’) αντίστοιχα, αντι­καθίστανται ως εξής:

«1. Οι μόνιμοι και οι με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ιατροί και οδοντίατροι του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. δύνανται να μετακινούνται ή να μετατίθενται, για υπηρεσιακούς λόγους, με απόφαση του Διοικητή του Ιδρύματος, μετά από σύμφωνη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου, από μία υπηρεσία υγείας του Ιδρύματος σε άλλη, εντός των ορίων του οικείου ιατρικού συλλόγου. Οι μετακινήσεις των ως άνω ιατρών και οδοντιάτρων για λόγους υπηρεσιακής ανάγκης και για χρονικό διά­στημα μέχρι δύο (2) μήνες για κάθε ημερολογιακό έτος γίνονται με απόφαση του Διοικητή του Ιδρύματος. Η μετάθεση εκτός των ορίων του οικείου ιατρικού συλλό­γου επιτρέπεται με τη διαδικασία του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής και ύστερα από αίτηση των ως άνω ιατρών και οδοντιάτρων.

2. Οι μετακινούμενοι ιατροί και οδοντίατροι σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δικαιούνται, κατά το διάστημα της μετακινή­σεως τους, τα έξοδα μετακίνησης που καταβάλλονται στους διοικητικούς υπαλλήλους του Ιδρύματος.»

10. Στην ασφάλιση του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε. υπάγονται υποχρεωτικά από 1.1.2007 τα πρόσωπα που ασκούν επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ – ΤΣΑ, καθώς και τα μέλη οικογένειας τους, εξαιρούμενοι της ασφάλισης του Κλάδου Παροχών Ασθένειας του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.ΑΜ.

Αρθρο 71

Ο Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας (Ο.Ε.Κ.) μετά από αίτηση των ιδιοκτητών-δικαιούχων του μπορεί, ύστερα από απόφαση του Διοικητικού του Συμβουλίου, να προ­βαίνει στην αγορά ακινήτων, που υπέστησαν σοβαρές βλάβες εξαιτίας πυρκαγιάς, που εκδηλώθηκε τη χρονική περίοδο από 1.8.2005 μέχρι 1.8.2006 και έχουν παραχω­ρηθεί στους παραπάνω δικαιούχους, προκειμένου να τα επισκευάσει και στη συνέχεια να τα παραχωρήσει σε νέους δικαιούχους του.

Το τίμημα το οποίο μπορεί να διαθέσει ο Οργανι­σμός Εργατικής Κατοικίας (Ο.Ε.Κ.) για την αγορά των ακινήτων αυτών καθορίζεται με έκθεση του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών, ύστερα από απόφαση του Διοικη­τικού Συμβουλίου του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (Ο.Ε.Κ.). Από το παραπάνω τίμημα, θα παρακρατείται το ποσό που οφείλει ο δικαιούχος από την παραχώρηση της κατοικίας.

Στους πωλητές των ακινήτων αυτών χορηγείται από τον Ο.Ε.Κ. δάνειο για συμπλήρωση του τιμήματος αγο­ράς άλλης κατοικίας σε περιοχή ανάλογης εμπορικής αξίας και του αυτού εμβαδού.

Το ποσό του χορηγούμενου δανείου, κατά τα ειδικό­τερα οριζόμενα στην απόφαση του Δ.Σ., θα είναι συ­νάρτηση της διαφοράς της αξίας του ακινήτου προς αγορά με την αξία του πωληθέντος ακινήτου.

Το δάνειο θα χορηγηθεί από κεφάλαια του Ο.Ε.Κ. και θα εξοφλείται άτοκα σε δεκαπέντε (15) έτη σε τετραμηνιαίες χρεολυτικές δόσεις, σε περίπτωση δε εκπρόθεσμης καταβολής θα οφείλεται ο ισχύων τόκος υπερημερίας.

Για την εξασφάλιση του ποσού του δανείου εγγρά­φεται προσημείωση υποθήκης επί του διαμερίσματος του δανειολήπτη.

Στους ανωτέρω πυρόπληκτους ο Ο.Ε.Κ. δύναται να χορηγεί, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, βοή­θημα ενοικίου από 1.62006 μέχρι την εγκατάσταση τους σε νέα κατοικία, από τα κεφάλαια του κατ’ άρθρο 9 ν. 2736/1999 λειτουργούντος Ειδικού Κεφαλαίου Αλληλεγ­γύης (Ε.Κ.Α.) και κατά παρέκκλιση των διατάξεων επιδό­τησης ενοικίου με βάση το ν. 1849/1989, όπως ισχύει.

Αρθρο 72

Οι διατάξεις του άρθρου 28 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και για τις επιχειρήσεις του εδαφίου ε’ της περίπτωσης 5 του άρθρου 8 του α.ν. 1846/1951, όπως ισχύει, σύμφωνα με όσα προβλέπονται για τις κοινές και οικοδομοτεχνικές επιχειρήσεις, με την προϋπόθεση της κατάθεσης στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.ΑΜ ισόποσης προς την οφειλή εγγυητικής επιστολής.

Κατά τα λοιπά και στη ρύθμιση του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 51-55 του ν. 2676/1999, με εξαίρεση το δεύτερο εδάφιο της πε­ρίπτωσης α’ του άρθρου 54 του ίδιου νόμου, το οποίο δεν εφαρμόζεται για τη ρύθμιση αυτή.

Αρθρο 73

Θέματα Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης

1. α) Η παρ. 3 του άρθρου 3 του ν. 1566/1985 (ΦΕΚ 167 Α’), όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 1 στοιχείο α’ του ν. 2327/1995 (ΦΕΚ 156 Α’), αντι­καθίσταται ως εξής:

«Η φοίτηση στα νηπιαγωγεία είναι διετής και εγγράφο­νται σε αυτά νήπια που συμπληρώνουν την 31η Δεκεμ­βρίου του έτους εγγραφής ηλικία τεσσάρων (4) ετών. Η φοίτηση όσων την 31η Δεκεμβρίου του έτους εγγραφής συμπληρώνουν ηλικία πέντε (5) ετών είναι υποχρεωτική και στην περίπτωση αυτή έχει εφαρμογή το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 1566/1985.

β) Στο τέλος της παρ. 6 του άρθρου 3 του ν.1566/1985 (ΦΕΚ 167 Α’) προστίθεται εδάφιο ως ακολούθως:

«Σε περιοχές που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις ίδρυσης νηπιαγωγείου μπορεί, με απόφαση του Υπουρ­γού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, μετά από ει­σήγηση του οικείου Περιφερειακού Υπηρεσιακού Συμ­βουλίου, να λειτουργήσει παράρτημα του πλησιέστερου προς αυτό νηπιαγωγείου.»

2.α) Η συμπλήρωση των μαθημάτων στα δημόσια Δη­μοτικά Σχολεία λόγω της πραγματοποιηθείσας κατά το τρέχον σχολικό έτος πολυήμερης απεργίας των εκπαιδευτικών μπορεί να καθοριστεί με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας Θρησκευμάτων με επιλογή μερικών ή όλων από τα κατωτέρω: ί) σύντμηση των σχο­λικών διακοπών των εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, ϋ) περιορισμό των εκδρομών – διδακτικών επισκέψεων και iii) διδασκαλία των μαθημάτων μέχρι και την 20ή Ιουνίου 2007. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται τα όργανα, που αποφαίνονται για την εφαρμογή των προ­ηγούμενων ρυθμίσεων κατά σχολείο, τάξη και τμήμα, ο τρόπος και η διαδικασία εφαρμογής της παρούσας διάταξης, καθώς και η ημερομηνία χορήγησης των τίτ­λων προόδου και σπουδών των μαθητών.

β) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων καθορίζεται η αποζημίωση που καταβάλλεται στους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι θα απασχοληθούν για τη συ­μπλήρωση των μαθημάτων.
3. Η ορισθείσα με την αριθμ. Ε-8/113863/Δ2/ 30.10.2006 απόφαση της Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευ­μάτων ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών για την ανάδειξη των αιρετών εκπροσώπων των εκπαιδευτικών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στα Υπηρεσιακά τους Συμβούλια είναι νόμιμη.

Αρθρο 74

1. Το πρώτο εδάφιο της παρ.10 του άρθρου 1 του ν.2819/2000 (ΦΕΚ 84 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:

«Η διάρκεια της εταιρείας ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ ΧΩΡΙΟ 2004 Α.Ε. ορίζεται μέχρι την 31.12.2009, εφόσον δεν παραταθεί έκτοτε, για ορισμένο πάντοτε χρόνο, με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, έπειτα από γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Ε.Κ..»

2. Η ισχύς της διάταξης του εδαφίου α’ της παρα­γράφου 7 του άρθρου 4 του ν. 2556/1997, όπως τρο­ποποιήθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 3 του ν. 2790/2000 (ΦΕΚ 24 Α’) και αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 13 του ν. 3345/2005 (ΦΕΚ 138 Α’), επεκτείνεται μέχρι 31.12.2008.

Αρθρο 75

Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορί­ζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.

ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Απόδοση ποσοστού αναπηρίας σε παιδιά, μετά την παρέμβαση του Συνηγόρου του Πολίτη

Ο Συνήγορος του Πολίτη διαμεσολάβησε επιτυχώς σε δύο περιπτώσεις μη απόδοσης ποσοστού αναπηρίας σε παιδιά με συνέπεια την απώλεια επιδόματος αναπηρίας. Στη μία περίπτωση, χορηγήθηκε αναδρομικά επίδομα …

Επέκταση των παθήσεων για τις οποίες η διάρκεια αναπηρίας των ασφαλισμένων καθορίζεται επ' αόριστον

Αυτή είναι η υπουργική απόφαση (ΦΕΚ Β' 2906/18-11-2013) που καθορίζει τις παθήσεις για τις οποίες η διάρκεια της αναπηρίας των ασφαλισμένων καθορίζεται επ' αόριστον και οι ασφαλισμένοι δεν χρειάζεται …

Άρειος Πάγος: Δεν ισχύουν οι υπερωρίες και οι προσαυξήσεις για οικόσιτους βοηθούς

Οικόσιτοι Οικιακοί μισθωτοί. Η εργασιακή τους σχέση δεν διέπεται από τις ειδικές διατάξεις για το χρόνο εργασίας των μισθωτών, για εργασία κατά τις Κυριακές, αργίες, ημέρες αναπαύσεως, υπερεργασία και …

Εξαιρέσεις από το καθεστώς της διαθεσιμότητας

Εγκύκλιος τού υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης αναφέρει τις εξαιρέσεις από το καθεστώς της διαθεσιμότητας. Διαβάστε τί ισχύει για τους υπαλλήλους με αναπηρία και …

Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία και Προαιρετικό Πρωτόκολλο – Νόμος 4074/2012

Ο σκοπός της παρούσας Σύμβασης είναι η προαγωγή, προστασία και διασφάλιση της πλήρους και ισότιμης απόλαυσης όλων των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών από όλα τα ΑμεΑ και η …

Ν. 4144/2013: Παράταση αναπηρικής σύνταξης σε καθυστερήσεις ΚΕ.Π.Α. – Στο 25% οι ασφαλιστικές εισφορές εργοσήμου

Με τον συγκεκριμένο νόμο (ΦΕΚ Α' 88/18-04-2013) παρατείνεται η καταβολή των συντάξεων κατά 6 μήνες, όταν ο ασφαλισμένος βρίσκεται στη λίστα αναμονής των ΚΕΠΑ (άρθρο 66), ενώ αυξάνονται οι ασφαλιστικές …

Διευκόλυνση Ατόμων με Αναπηρία (ΑμεΑ) στις συναλλαγές τους με τις δημόσιες υπηρεσίες

Το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, προκειμένου να εξασφαλίζονται από τη Δημόσια Διοίκηση σε όλους τους πολίτες ίδιες δυνατότητες άσκησης των δικαιωμάτων τους, …

Οι δυσάρεστες εκπλήξεις της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου για τους ΑμεΑ πάνω στο Ν.4093/2012

Επείγει να διαβάσετε τη νέα Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου με θέμα «Ρυθμίσεις κατεπειγόντων θεμάτων του ν.4046/2012 και του ν.4093/2012» (ΦΕΚ Α' 229/19-11-2012) που έφερε δυσάρεστες αλλαγές για τους …

Κινητικότητα δημοσίων υπαλλήλων – Διαθεσιμότητα – Κατάργηση θέσεων ΙΔΑΧ – Εξαιρέσεις αναπήρων

Διαβάστε τις νέες ρυθμίσεις της παραγράφου Ζ του άρθρου πρώτου του ν.4093/2012 «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016. Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του ν.4046/2012 και του …